- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τι ξέρω; Μοναξιά, supermarket, ευτυχία
Ένας νοηματικός κύκλος για την ψυχική μας κατάσταση και υγεία
Πώς ο Michel de Montaigne, η Yoga και τα supermarket συνδέονται με τη μοναξιά και την ψυχική μας υγεία.
Michel de Montaigne, Yoga, supermarket. Πώς θα μπορούσαν να συνδέονται αυτά τα τρία, φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους πράγματα; Διαβάζω σε καθημερινή βάση δημοσιεύματα στο διαδίκτυο, τόσο διεθνή όσο και εγχώρια, και αν βγάλουμε απ’ έξω τα έκτακτα δελτία, τον πόλεμο στην Ουκρανία, και τα απλά (ή μη) συμβάντα της εκάστοτε ημέρας, μένουμε με ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό δημοσιευμάτων που ασχολούνται με την ψυχική μας κατάσταση και υγεία.
Δεν ξέρω αν αυτός ο αριθμός θα έπρεπε να ήταν μεγαλύτερος ή μικρότερος. Αν ασχολούμαστε υπερβολικά με αυτό ή όχι αρκετά. Αν τείνουμε να προσκολλόμαστε στην ανάλυση προς αποφυγή της πράξης ή όντως αναλύουμε ορθά με σκοπό την πράξη. Και το αναρωτιέμαι εγώ, ένας άνθρωπος εκ φύσεως υπεραναλυτικός.
Διάβασα αυτές τις ημέρες τρία δημοσιεύματα. Το πρώτο ήταν ένα άρθρο στο The Atlantic της Yiyun Liμε τον τίτλο «Some Have Yoga. I Have Montaigne». Με τράβηξε κυρίως λόγω του τίτλου. Το άρθρο ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον, ο τίτλος όμως ήταν απλά clickbait, και ίσως αυτό ήταν το point εξαρχής.
Yoga ξεκίνησα να κάνω πριν 6 μήνες, όταν επιτέλους έπεισα τον εαυτό μου ότι έχοντας φτάσει τα 40, όσο και αν δεν μου αρέσει η γυμναστική, πρέπει να κάνω κάτι, πρώτον γιατί οφείλω να προσέξω την υγεία μου και το σώμα μου, και δεύτερον γιατί μου αρέσει να τρώω ότι θέλω (και αυτά που θέλω να τρώω είναι σε έναν σεβαστό βαθμό παχυντικά και ανθυγιεινά) και καταπιέζομαι όταν τα στερούμαι. Προς μεγάλη μου έκπληξη συνεχίζω να την εξασκώ, προς ακόμα μεγαλύτερή μου έκπληξη μου αρέσει (ενώ ποτέ κανένα είδος σωματικής άσκησης έως τώρα δεν μου είχε ταιριάξει), και αν και είμαι ένας άνθρωπος ολίγον νευρόσπαστος, αυτή τη μία ώρα την ημέρα που την εξασκώ, καταφέρνω και αδειάζω έστω λίγο το μυαλό μου.
Τον Montaigne τον γνωρίζω γενικά, αλλά δεν τον έχω διαβάσει ποτέ. Αφού τελείωσα να διαβάζω το άρθρο, ντύθηκα, έβαλα παπούτσια, πήρα τα κλειδιά του αυτοκινήτου και πήγα στο πλησιέστερο μεγάλο βιβλιοπωλείο μου να βρω κάποιο βιβλίο του. Δυστυχώς γύρισα στο σπίτι με άδεια χέρια, και έτσι θα πρέπει να το παραγγείλω online και να περιμένω να έρθει (ή να μπω στο Project Gutenberg να διαβάσω κάτι σε ηλεκτρονική μορφή μέχρι να έρθει το «πραγματικό» βιβλίο).
Η κυρία Li λοιπόν λέει ότι ξεκίνησε να τον διαβάζει το 2005, και δεν έχει σταματήσει έκτοτε. Μας λέει ότι βρήκε στον Montaigne –ο οποίος έγραψε δοκίμια πάνω σε θέματα φιλοσοφίας, ιστορίας, λογοτεχνίας, ιατρικής, φιλίας, αγάπης, κτλ.– έναν ιδανικό «συνομιλητή» (τον ονομάζει conversational partner) καθότι «είναι πάντα διαθέσιμος, συχνά διασκεδαστικός, και ποτέ προβλέψιμος. Για εμένα τα γραπτά του είναι μια υπενθύμιση και μια παρακίνηση ότι ένας τακτικός διαλογισμός για το τι είναι κάποιος, όπως η καθημερινή yoga, είναι μία υγιής συνήθεια». Μετά ξεκινά να μιλά για την ιδέα του selfhood, κάτι που ενδεχομένως θα μπορούσε να αποδοθεί ελεύθερα ως το εγώ, ο εαυτός, ή η ενασχόληση με τον εαυτό, και τη λεπτή γραμμή μεταξύ αυτού και του εγωκεντρισμού.
Πολύ σύντομα όμως, και αφού αναφέρεται στο motto του Montaigne «What do I know?», με το οποίο ουσιαστικά ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι η εμπειρία είναι το κλειδί της σοφίας, και όχι η πνευματική γνώση, η Li εστιάζει σε ένα άλλο απόσπασμά του από το «OnIdling»: «the mind that has no firm anchor point is lost for, as is commonly said, it is nowhere if it is everywhere» (το μυαλό που δεν έχει ένα σταθερό σημείο χάνεται, γιατί όπως συχνά λέγεται, δεν είναι πουθενά εάν είναι παντού). Αυτά ειπώθηκαν από τον Montaigneτον 16ο αιώνα, και όμως ηχούν ακόμα και σήμερα.
Η Li προσφέρει σαν παράδειγμα το γεγονός ότι αυτή η επιθυμία μας να είμαστε παντού υποβοηθείται και εντείνεται από την τεχνολογία, και ενώ κάνουμε εκατοντάδες πράγματα, ταξιδεύοντας, βγαίνοντας, δουλεύοντας, κτλ, ζούμε παντού και έτσι καταλήγουμε να μην ζούμε πουθενά και να μην ξέρουμε ποιοι είμαστε.
Και τώρα πάμε στα supermarket, α ναι, και τη μοναξιά. Διαβάζοντας τον τίτλο «Feeling lonely? Too many of us are. Here’s what our supermarkets can do to help» (Αισθάνεστε μοναξιά; Υπερβολικά πολλοί από εμάς αισθανόμαστε έτσι. Να τι μπορούν να κάνουν τα supermarket μας για να βοηθήσουν) στην ιστοσελίδα The Conversation, συνοφρυώθηκα και παραξενεύτηκα, πολύ. Απ’ ότι φαίνεται, η αλυσίδα supermarket Jumbo στην Ολλανδία αποφάσισε το 2019 να βοηθήσει τους πολίτες της χώρας στην αντιμετώπιση της απομόνωσης, αποξένωσης και μοναξιάς που αισθάνονταν. Πώς; Βάζοντας τα λεγόμενα chat checkout, ταμεία για πελάτες που δεν βιάζονται και θα ήθελαν να πιάσουν κουβέντα, είτε με άλλους πελάτες είτε με τον υπάλληλο του ταμείου.
Το άρθρο προσφέρει έναν καταιγισμό στατιστικών στοιχείων για τα τρομακτικά υψηλά ποσοστά ανθρώπων σε πολλές χώρες του κόσμου που αισθάνονται μόνοι, και ουσιαστικά είναι μόνοι: ζουν μοναχικά, έχουν ελάχιστες κοινωνικές επαφές, και αυτές οι λίγες που έχουν είναι κυρίως μέσω της τεχνολογίας και του διαδικτύου. Μιλά για ανθρώπους που βγαίνουν από το σπίτι τους μια φορά την εβδομάδα και αυτό για να πάνε να ψωνίσουν τα απαραίτητα, για ηλικιωμένους ανθρώπους των οποίων η μόνη παρέα είναι η τηλεόραση, και για ανθρώπους που για διάφορους λόγους δεν έχουν άλλους στη ζωή τους.
Η τάση είχε ξεκινήσει πριν την πανδημία, αλλά σίγουρα χειροτέρεψε μέσα σε αυτή και μετά από αυτή. Εάν σε αυτό προσθέσουμε το κόστος ζωής και το γεγονός ότι πολλοί πλέον εργάζονται αποκλειστικά ή σε μεγάλο βαθμό από το σπίτι, η μοναξιά μετατρέπεται και αυτή σε ένα είδος πανδημίας.
Σαν ένα φυσικό επακόλουθο των παραπάνω φαίνεται να έρχεται το τρίτο και τελευταίο άρθρο που διάβασα στο The Conversation, «Women are less happy than men – a psychologist on why and four things you can do about it» (Οι γυναίκες είναι λιγότερο χαρούμενες από τους άνδρες – ένας ψυχολόγος λέει γιατί, και 4 πράγματα που μπορείτε να κάνετε για αυτό). Ξεκινά λέγοντας ότι «κάτι περίεργο συμβαίνει στην έρευνα για την ευτυχία των γυναικών. Επειδή, παρά το γεγονός ότι έχουν περισσότερη ελευθερίακαι επαγγελματικές ευκαιρίες από ποτέ, οι γυναίκες έχουν υψηλότερα επίπεδα άγχους και περισσότερες προκλήσεις ψυχικής υγείας, όπως κατάθλιψη, θυμό, μοναξιά και πιο ανήσυχο ύπνο. Και αυτά τα αποτελέσματα εμφανίζονται σε πολλές χώρες και διαφορετικές ηλικιακές ομάδες».
Οι λόγοι έχουν να κάνουν κυρίως με το πώς η κοινωνία συνεχίζει και αντιμετωπίζει τις γυναίκες, και πώς αισθάνονται οι ίδιες για αυτό, τόσο κοινωνικά όσο και στον εργασιακό χώρο, και με το γεγονός ότι πρέπει να διαχειρίζονται τον αυξανόμενο όγκο εργασίας σε συνδυασμό με τις υποχρεώσεις τους στο σπίτι ως μητέρες, αλλά και στο νοικοκυριό. Παρ΄ όλα αυτά, η ψυχολόγος και συγγραφέας του άρθρου μας ενημερώνει επίσης ότι οι γυναίκες (σε σχέση με τους άντρες) είναι γενικά καλύτερες στο να δημιουργούν ουσιαστικές φιλίες με περισσότερη οικειότητα, στο να ζητάνε βοήθεια όταν τη χρειάζονται, είναι πιο «ανθεκτικές» συναισθηματικά, και πιο γρήγορες στο να ανακάμπτουν από κάποια δυσκολία.
Πριν αναφερθεί στους 4 τρόπους αντιμετώπισης των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν σε σχέση με την ευτυχία τους, η ψυχολόγος λέει ότι «Αν και οι γυναίκες μπορεί να μην είναι τόσο ευτυχισμένες αυτή τη στιγμή όσο οι άνδρες και αντιμετωπίζουν μεγαλύτερη κοινωνική ανισότητα, μια πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι οι γυναίκες αναφέρουν ότι έχουν περισσότερο σκοπό στη ζωή τους. Και το να έχεις νόημα και σκοπό στη ζωή συνδέεται με καλύτερη υγεία και μεγαλύτερη διάρκεια ζωής».
Με έναν παράξενο, αναπάντεχο τρόπο, τα τρία αυτά άρθρα φαίνεται να συμπληρώνουν το ένα το άλλο και να δημιουργούν έναν νοηματικό κύκλο. Η Yiyun Li λέει ότι «χρησιμοποιεί» τον Montaigne σαν μια απολαυστική, μικρή διαφυγή από τις υποχρεώσεις της ως σύζυγος, μητέρα, συγγραφέας, καθηγήτριας πανεπιστημίου. Φαίνεται να βρήκε μέσα από τις εμπειρίες της, οι οποίες συμπεριλαμβάνουν και τον χαμό ενός παιδιού, τόσο τη σοφία που αναφέρει ο Montaigne, όσο και τον σκοπό για τον οποίο μιλάει η ψυχολόγος Lowri Dowthwaite -Walsh. Φαίνεται, δηλαδή, να είναι κάπου και όχι παντού.
Είναι σημαντικό σε αυτό το σημείο να αναφερθεί μια διευκρίνηση που γίνεται στο δεύτερο άρθρο, αυτό με τα supermarket, όσον αφορά στη μοναξιά, καθότι η συγγραφέας του Louise Grimmer, τονίζει ότι η μοναξιά και η κοινωνική απομόνωση είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα: η κοινωνική απομόνωση είναι μετρήσιμη και έχει να κάνει με το πόσο συχνά έχουμε επαφές με άλλους ανθρώπους, ενώ η μοναξιά είναι υποκειμενική και περιγράφει πώς αισθανόμαστε για την «ποιότητα» της επικοινωνίας μας με άλλους.
Αν και τα δύο είναι, σε έναν βαθμό, επιλογές, η ποιότητα της επικοινωνίας φέρει μία παραπάνω «ευθύνη» και φαίνεται να συνδέεται άμεσα με το motto του Michel de Montaigne, «what do I know?», στο οποίο ερώτημα η σωστή απάντηση ίσως να είναι «ποιος είμαι και τι θέλω», γιατί όλα φαίνεται να ξεκινούν από εκεί.