Health & Fitness

Σάββας Σαββόπουλος - Οι βασικοί ψυχαναλυτικοί όροι: Ψυχική Πραγματικότητα

Το δεύτερο μέρος μιας σειράς συζητήσεων με τον διαπρεπή ψυχίατρο και ψυχαναλυτή για την ερμηνευτική επιστήμη
Αντώνης Παγκράτης
27’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Αντώνης Παγκράτης σε μια σειρά συζητήσεων με τον Σάββα Σαββόπουλο, μια μοναδική προσπάθεια ανάλυσης και επεξήγησης των βασικών ψυχαναλυτικών όρων - Μέρος 2ο.

Η ψυχανάλυση αναφέρεται ετυμολογικώς στην ανάλυση της ψυχής. Της ατομικής ψυχής. Της ψυχής του ανθρώπου. Σκοπός της η βελτίωση της ψυχικής καταστάσεως του ανθρώπου, της κοινωνικής του λειτουργικότητας, αφού ως γνωστόν δεν ζούμε σε σπηλιές εδώ και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια. Συνεπώς συμβαδίζει με την κοινωνική, κυρίως την πολιτική ζωή του δυτικού ανθρώπου. Απευθύνεται, αποκλειστικά, στον άνθρωπο των νεωτέρων χρόνων που ζει στην πόλη. Ιδρυτής της ο Ζίγκμουντ Φρόιντ (Sigmund Freud). Είναι μία ψυχοθεραπευτική μέθοδος η οποία βασίζεται στην συνειρμική ανάσυρση του παρελθόντος του ασθενή. Η μέθοδος είναι κοπιαστική και χρονοβόρα γιατί συναντάει, σταθερά, την ασυνείδητη άρνηση του θεραπευομένου να αποκαλυφθεί. Είναι με άλλα λόγια μία μέθοδος ανασύρσεως παρελθοντικών τραυματικών εμπειριών που έχουν καταχωνιαστεί για χρόνια μέσα στον άνθρωπο με συνέπεια την εκδήλωση νευρώσεων ή ψυχώσεων, που δυσκολεύουν την ζωή, πολλές φορές σε τέτοιο βαθμό που την υποκαθιστούν. Όμως, όπως κάθε επιστήμη, έστω ερμηνευτική, σαν την ψυχανάλυση, χρειάζεται το λεξιλόγιό της. Την ορολογία της. Χωρίς αυτήν ξεφυτρώνουν συνεχώς παρερμηνείες και παρετυμολογίες που δυσκολεύουν το έργο της, το έργο των θεραπευτών. «Ψυχαναλυτικοί» όροι εμφανίζονται σε συζητήσεις, παρεΐστικες ή όχι, σε δημοσιογραφικά άρθρα, σε αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα, βάζοντας συχνά στη θέση της πραγματικής σημασίας μια κοινότοπη πρόσληψη των όρων που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Η ψυχανάλυση είναι αναπόσπαστο τμήμα της καθημερινής μας ζωής είτε συμμετέχουμε ενεργά είτε την χρησιμοποιούμε ως πολιτισμικό μέσο κοινωνικής επικοινωνίας. Εν ολίγοις αποτελεί κύριο πεδίο κώδικα κοινωνικότητας, εκτός από την σταθερή προσφορά της στην υγεία μας. Είναι ένας λόγος για να τη γνωρίσουμε καλύτερα.

Ο Σάββας Σαββόπουλος είναι διαπρεπής ψυχίατρος και ψυχαναλυτής. Θα προσπαθήσουμε να κάνουμε ευρύτερα γνωστό το αντικείμενο της ψυχαναλυτικής μεθόδου και την πραγματική σημασία των όρων που αναπόσπαστα την ακολουθούν. Η συζήτηση χωρίζεται σε επτά ενότητες για λόγους καλύτερης κατανοήσεως του αντικειμένου που όμως δεν είναι αυτόνομες μεταξύ τους και δεν πρέπει να εννοηθούν ως τέτοιες. Το κείμενο που ακολουθεί έχει τη μορφή μιας συνεχούς ροής της συνθέσεως σκέψεων, ερωτήσεων, απαντήσεων και εννοιών της συζητήσεως ανάμεσα στον δημοσιογράφο, που είναι ο εκπρόσωπος του κοινού νου, και του ψυχιάτρου - ψυχαναλυτή ως εξειδικευμένου παράγοντα της ερμηνευτικής επιστήμης που θεμελίωσε ο Φρόιντ και συνέχισαν αναπτύσσοντας την σε διαφορετικούς δρόμους δεκάδες άλλοι συνάδελφοί του.

Ενότητα Β: Ψυχική Πραγματικότητα

Πρώτη γενική ερώτηση: Τι είναι η πραγματικότητα σύμφωνα με την ψυχανάλυση;

Η ψυχανάλυση εξετάζει την εξωτερική πραγματικότητα, αλλά κυρίως ενδιαφέρεται για την εσωτερική ή ψυχική πραγματικότητα, όπως την ονόμασε ο Φρόιντ.

Αυτή αποτελείται από το σύνολο της συνειδητής και κυρίως της ασυνείδητης ζωής, δηλαδή των ενορμήσεων, των φαντασιώσεων, των ονείρων και του ηθικού κώδικα του καθενός από μας. Βάση της ψυχικής πραγματικότητας είναι όλες οι φαντασίες που προέκυψαν στο πλαίσιο της παιδικής σεξουαλικότητας και επιθετικότητας (ναρκισσισμός, οιδιπόδειο, διαφορά των φύλων κλπ.). Η ψυχική πραγματικότητα συνδέεται με τη βιολογική πραγματικότητα του σώματος υπό την έννοια της ενόρμησης, η οποία είναι ο ψυχικός εκπρόσωπος των ενστίκτων του ανθρώπου, της σωματικής ενέργειας. Είναι λοιπόν το σύνολο της ασυνείδητης ζωής μας, των φαντασιώσεων μας που μας επιβάλλουν να δράσουμε με ένα συγκεκριμένο τρόπο. 

Έχουμε τη συνείδηση αυτής της ψυχικής πραγματικότητας, αυτής της επιβολής;

Τις περισσότερες φορές όχι, γιατί η ασυνείδητη ζωή μας είναι απρόσιτη στη συνείδηση. Σε ορισμένες ψυχικές διαταραχές, όπως στην ψύχωση, ακόμα και στο επίπεδο της συνείδησης υπάρχουν προβλήματα σύγχυσης ανάμεσα στην ψυχική και την εξωτερική πραγματικότητα. Στον ψυχωτικό η αντίληψη του εξωτερικού κόσμου και η σχέση μαζί του μεταβάλλεται και καθορίζεται από την εσωτερική του πραγματικότητα. Αυτήν την πραγματικότητα που βιώνει ο ψυχωτικός την ονομάζουμε νεο-πραγματικότητα γιατί δημιουργεί μια εντελώς διαφορετική εικόνα από την πραγματικότητα που μοιραζόμαστε όλοι μας.

Το άτομο βλέπει μία φιγούρα ή ακούει φωνές που κανείς άλλος δεν αντιλαμβάνεται, αλλά έχει την βεβαιότητα ότι αυτό που αντιλαμβάνεται υπάρχει στην πραγματικότητα.

Ο ψυχωτικός δεν διαθέτει την ιδιαίτερη λειτουργία που έχει ο νευρωτικός- φυσιολογικός άνθρωπος, χάρη στην οποία μπορεί να ξεχωρίσει τον ψυχικό κόσμο που διαμορφώνεται στα όνειρα του ή την φαντασία του από αυτόν που υπάρχει στον εξωτερικό κόσμο.

Δηλαδή ο ψυχωτικός μπορεί να βλέπει ένα δέντρο και να το καταγράφει ως άνθρωπο;

Συνήθως ο ψυχωτικός βλέπει το δέντρο ως δέντρο, αλλά μπορεί να του προσδώσει, να προβάλλει σε αυτό κάποια υπερφυσικά, καταδιωκτικά ή ανιμιστικά στοιχεία. Το να δεις το δέντρο ως άνθρωπο και τον άνθρωπο ως πουλί ενδέχεται να συμβεί σε κατάχρηση παραισθησιογόνων ουσιών ή σε εγκεφαλικές βλάβες.

Ο ψυχωτικός δεν έχει συνείδηση της διαταραχής του, ούτε στο πού αυτή οφείλεται. Όταν στον ψυχωτικό υπάρχει μια εσωτερική επιθυμία (σεξουαλική, καταστροφική), η οποία είναι ναρκισσιστικά απαράδεκτη, ο ψυχισμός την απορρίπτει από τον εσωτερικό του κόσμο. Αυτή η επιθυμία ωστόσο μπορεί να ικανοποιηθεί μέσα από την κατασκευή μιας παραληρηματικής πραγματικότητας. Π.χ. κάποιος σχιζοφρενής που είχε ασυνείδητες ομοφυλόφιλες επιθυμίες, τις οποίες απέρριπτε ο ψυχισμός του, τις ικανοποίησε διαμέσου μιας παραληρηματικής κατασκευής. Στη θέση της συνειδητής ομοφυλόφιλης επιθυμίας κατασκεύασε την παραληρηματική ιδέα ότι τη νύχτα, ενώ εκείνος κοιμόταν, έμπαινε στο διαμέρισμά του και τον βίαζε ένας ένοικος της ίδιας πολυκατοικίας. Ακόμα και εάν κάποια αρμόδια αρχή του προσκομίσει αδιάψευστα τεκμήρια ότι δεν βιάστηκε, δεν τα δέχεται. Ενδεχομένως να ερμηνεύσει μια τέτοια προσπάθεια και ως συμπαιγνία με τον βιαστή για να μείνει στο σκοτάδι η αλήθεια. Είναι ακράδαντα πεπεισμένος ότι βιάστηκε. Η εξωτερική πραγματικότητα, δηλαδή, δεν είναι αυτή που καθορίζει τη σχέση του ψυχωσικού με τον κόσμο.

Επίσης ορισμένοι πληθυσμοί με ιδιαίτερα πολιτισμικά στοιχεία (π.χ. ανιμισμός) προσδίδουν σε φυσικά φαινόμενα ή σε οργανικά και ανόργανα στοιχεία της φύσης, χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ύπαρξης. Ακόμα και ένας φυσιολογικός άνθρωπος μπορεί, αν βρεθεί μόνος νύχτα στην ερημιά, να φοβηθεί επειδή θα φανταστεί ότι ένα σκοτεινό άψυχο αντικείμενο είναι ένας απειλητικός άνθρωπος, ένα επικίνδυνο ζώο κλπ.

Αλλά και στην νεύρωση η ψυχική πραγματικότητα κατισχύει της εξωτερικής πραγματικότητας. Ας πάρουμε την περίπτωση κάποιου που φοβάται να ταξιδέψει με αεροπλάνο. Ενώ τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι η μετακίνηση με αεροπλάνο είναι ασφαλέστερη από εκείνη με αυτοκίνητο, λόγω του φόβου του προτιμάει το τελευταίο. Ενώ αναγνωρίζει ως νευρωτική αυτήν την φοβική ιδέα, ως παράλογο φόβο, ωστόσο δεν καταφέρνει να μετακινηθεί με αεροπλάνο.

Η ψυχική πραγματικότητα είναι μια ψυχική εικόνα;

Η ψυχική πραγματικότητα δεν είναι μια εικόνα, είναι ολόκληρος ο εσωτερικός κόσμος με τις κάθε είδους εκφράσεις του. Ο ψυχισμός μας, συγκροτείται από διάφορα ψυχικά συστήματα. Το Αυτό αποτελεί την ενεργειακή δεξαμενή του ψυχισμού, την πηγή των ενορμήσεων που θα γίνουν συναισθήματα και αναπαραστάσεις. Το Εγώ ρυθμίζει τις σχέσεις του ατόμου με το ενεργειακό εσωτερικό, την εξωτερική πραγματικότητα και το Υπερεγώ που επιτάσσει τις ηθικές αξίες. Ο ψυχισμός έχει την τάση να μορφοποιεί την ψυχική ενέργεια και να δημιουργεί εικόνες και αναπαραστάσεις. Αυτά τα συστήματα βρίσκονται σε μία ιδιόμορφη σχέση συνοχής και ανταγωνισμού και η λειτουργία τους αποσκοπεί στην προσαρμογή του ατόμου στο περιβάλλον με τον πιο οικονομικό, για αυτό, τρόπο.

Μετά τον Φρόιντ διάφοροι αναλυτές ερμήνευσαν την έννοια ψυχική πραγματικότητα με τον δικό τους τρόπο. Ιδιαίτερη απήχηση είχαν π.χ. οι απόψεις της Κλάιν και του Λακάν, οι οποίοι διερεύνησαν την θεματική των ψυχώσεων και τις σχέσεις των αντικειμένων. Ιδιαίτερα στην Κλάιν η σημασία της ψυχικής πραγματικότητας υπερτονίζεται εις βάρος της εξωτερικής πραγματικότητας.

Η σχιζοφρένεια είναι ψύχωση;

Ναι, είναι ένα είδος ψυχώσεως, η πλέον αποδιοργανωτική για την προσωπικότητα του ατόμου. Προκαλεί ένα βαθύ διχασμό της ψυχικής (εσωτερικής) πραγματικότητας, παραμορφώνοντας και την εξωτερική πραγματικότητα. Εάν η σχιζοφρένεια εξελιχθεί μέσα στο χρόνο χωρίς θεραπευτική αντιμετώπιση προκαλείται έκπτωση όλων των νοητικών λειτουργιών. Γι’ αυτό και στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Kraepelin ονόμασε την σχιζοφρένεια πρώιμη άνοια. Λίγο αργότερα ο Bleuler χρησιμοποίησε τον όρο σχιζοφρένεια. Επειδή αυτή η διαταραχή έχει βαρύτατες επιπτώσεις στον ψυχισμό (ψυχο-νοητική και συναισθηματική έκπτωση), προέχει η έγκαιρη διάγνωση και η θεραπευτική αντιμετώπισή της. Κάποιες φορές η παραληρηματική παραγωγή του σχιζοφρενούς μπορεί να θέσει τον ίδιον ή κάποιον άλλον σε κίνδυνο. Για παράδειγμα ένας ασθενής που εκδήλωσε σχιζοφρένεια πυροβόλησε από το σπιτι του έναν εργάτη αφρικανικής προέλευσης που δούλευε στην απέναντι οικοδομή, λέγοντας ότι είναι ο σατανάς και θα καταστρέψει αυτόν και την οικογένειά του. Προφανώς απέδωσε-πρόβαλλε στον φανταστικό διώκτη του την καταστροφικότητα που είχε μέσα του και ήταν έτοιμη να αποχαλινωθεί, όπως αποκαλύπτουν και οι πυροβολισμοί. Αυτή η ψυχική αποδιοργάνωση συνέβη στο πλαίσιο μιας ψυχικής κρίσης, μιας υπαρξιακής κρίσης.

Επειδή ορισμένες φορές –σπανίως– μπορεί κάποιος ψυχωτικός ασθενής να αποτελέσει απειλή για τον εαυτό του ή για τον άλλο, ένα μέρος της κοινωνίας αντί να είναι αλληλέγγυο με τους συμπολίτες μας που πάσχουν από αυτή την διαταραχή, τους στιγματίζει. Η άποψη ότι ο ψυχωτικός έχει ψυχοπαθητικά στοιχεία, ότι ρέπει δηλαδή στην παραβατικότητα, στην εγκληματικότητα είναι αντιεπιστημονική, παράλογη και γεμάτη δεισιδαιμονίες.

Η κρίση σε τι συνίσταται; Πώς εμφανίζεται; Πώς κάνει κάποιος το πρώτο ψυχωσικό επεισόδιο;

Ο ασθενής που πυροβόλησε την μαύρο οικοδόμο π.χ. έκανε την κρίση στο πλαίσιο σοβαρών οικογενειακών προβλημάτων. Είχε στερηθεί την μητέρα του από πολύ μικρός επειδή χώρισαν οι γονείς του και η μητέρα μετανάστευσε στο εξωτερικό όπου παντρεύτηκε άλλον άντρα και έκανε άλλη, νέα οικογένεια. Για πολλά χρόνια δεν είχε επαφή με τον γιο της. Όταν η μητέρα επέστρεψε στην Ελλάδα ενδιαφέρθηκε για τον γιο της, όμως παρά την σχετική εξομάλυνση στις σχέσεις των δύο γονιών, οι παλιές συγκρούσεις βγήκαν πάλι στην επιφάνεια. Σε αυτό το πλαίσιο ενεργοποιήθηκαν και τα παλιά τραύματα εγκατάλειψης και απώλειας που είχε βιώσει ο ασθενής, ο οποίος, για να αντιμετωπίσει τις συναισθηματικές του δυσκολίες, έκανε κατάχρηση αλκοόλ και κάνναβης. Αυτοί οι παράγοντες δυναμίτισαν το εύθραυστο ψυχικό υπόστρωμα και προκάλεσαν αβάσταχτο ψυχωσικό άγχος, το οποίο τον αποδιοργάνωσε. Το ψυχωσικό άγχος είναι άγχος θανάτου, δηλαδή ένα άγχος που σε αδειάζει από την ζωτική σου ουσία, από τους χυμούς σου, την αγάπη για τον άλλο, για τον κόσμο, για τον εαυτό σου. Ο ψυχωτικός ζει τον κόσμο σαν να έχει νεκρωθεί, σαν να έχει πετρώσει. Αλλά έτσι νιώθει ψυχικά και ο ίδιος, νιώθει άδειος νεκρός. Για να ξεφύγει από αυτήν την υπαρξιακή κόλαση, ο ασθενής δημιουργεί το παραλήρημα, ώστε να μπορέσει να ζήσει.

Δεν ξέρουμε πώς είναι η κόλαση.

Δεν γνωρίζουμε πώς είναι η κόλαση, αν υπάρχει καν, γιατί κανείς δεν έχει γυρίσει από αυτή. Εδώ βρισκόμαστε στην περιοχή της πίστης. Όμως, όταν φανταζόμαστε την κόλαση και επιχειρούμε να την σχηματοποιήσουμε, να της δώσουμε ένα περιεχόμενο, βασιζόμαστε στις πιο οδυνηρές, στις πιο φριχτές εμπειρίες που μπορεί να ζήσει ένας άνθρωπος. Και όντως υπάρχουν αμέτρητες εξωτερικές βασανιστικές καταστάσεις που πλήττουν τον άνθρωπο. Ο τελευταίος τρομοκρατείται ακόμα και στην ιδέα ότι κινδυνεύει από αυτές. Ο πόλεμος, η προσφυγιά, τα εγκαταλελειμμένα παιδιά είναι συνθήκες στις οποίες συμβαίνουν ολέθρια γεγονότα και οδηγούν σε αφόρητες καταστάσεις για τον άνθρωπο, οι οποίες μας παραπέμπουν στο να σκεφτούμε την έννοια της κόλασης. Όμως, κάποιες φορές, ακόμα κι αν οι εξωτερικές συνθήκες είναι ικανοποιητικές, υπάρχει η εσωτερική πραγματικότητα που μπορεί να προκαλέσει καταστάσεις ανείπωτης οδύνης. Όταν π.χ. σε συνθήκες ψυχικής αποδιοργάνωσης εκλύεται το ψυχωσικό άγχος (άγχος θανάτου), το οποίο είναι τόσο αφόρητο που, για να το αποφύγει κάποιος, δραπετεύει στην τρέλα ή και στο θάνατο. Προτιμάει να πεθάνει παρά να ζήσει αυτήν την αγωνία. Φαίνεται ότι το ψυχωσικό άγχος είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος. Σε αυτήν την περίπτωση το άτομο δεν προσβάλλεται από κάποια εξωτερική απειλή την οποία θα επιχειρήσει να αποφύγει ή να αντιμετωπίσει. Η απειλή προέρχεται από μέσα του και δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να την αποφύγει. Μόνο να υφίσταται την ανάσα του θανάτου που νεκρώνει οτιδήποτε μέσα στον οργανισμό του και οτιδήποτε στην εξωτερική πραγματικότητα. Για να καταλήξω, συνδέω την εικόνα της κολάσεως με την ατέλειωτη οδύνη που συνδέεται με το βίωμα της ψυχωσικής αγωνίας και την ψυχική απομόνωση, τον ψυχικό θάνατο που επιφέρει. Το άτομο θα βρεθεί σε ένα χωροχρόνο απελπισίας, όπου δεν συναντά ποτέ κανέναν. Κανείς δεν μπορεί να βοηθήσει.

Μπορεί αυτό να οδηγήσει σε αυτοκτονία; Να έρθει κάποιος στην φυσική κατάσταση του θανάτου;

Η οδύνη μπορεί να οδηγήσει κάποιον στην αυτοκτονία, αν δεν αντέχει να την βιώνει. Η αυτοκτονία μπορεί να συμβεί σε ένα άτομο που είναι σε κατάθλιψη, όταν αυτή παραμεληθεί για καιρό. Συμβαίνει συχνά σε περιπτώσεις απώλειας, που το άτομο αδυνατεί να διαχειριστεί ή σε άλλες ψυχικές καταστάσεις που δεν αντέχει να βιώσει. Ιδιαίτερα οι τραυματικές καταστάσεις, λόγω της οδύνης που προκαλούν, οδηγούν σε χρόνιες ψυχικές διαταραχές και ενδεχομένως σε καταχρήσεις αλκοόλ, ουσιών ή και σε αντικοινωνικές συμπεριφορές. Κάποιες φορές το άτομο για να ξεφύγει από αυτόν τον φαύλο κύκλο που οδηγεί και σε υπαρξιακή και κοινωνική έκπτωση μπορεί να διαλέξει να διαφύγει από την πραγματικότητα με την αυτοκτονία. Όμως τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος για να γλιτώσει από αυτήν τη διωκτική πραγματικότητα που τον «αδειάζει» από τα πάντα, και να μπορέσει να επανοργανωθεί, θα περιπέσει σε κατάθλιψη. Εάν δεν μπορέσει να την διαχειριστεί ψυχικά θα εκδηλώσει μια ψύχωση ως τρόπο αυτο-ίασης ή θα αναπτύξει μια μηχανιστική ή χρηστική ζωή που θα τον ξεκόψει από τις επιθυμίες του, το σώμα του και την ψυχική του ιστορία. Στην τελευταία περίπτωση είναι πολύ πιθανό το άτομο να αναπτύξει μια σωματική νόσο.

Δηλαδή η ψύχωση είναι μία απεγνωσμένη προσπάθεια να ανακτήσεις την εσωτερική σου οργάνωση.

Ναι, το άτομο που ζει μέσα σε ατέρμονο άγχος θανάτου, με αυπνία, με τρόμο για κάτι ανείπωτα τρομακτικό που συμβαίνει μέσα του και έξω του, «δημιουργεί» με το παραλήρημα μια νέα πραγματικότητα. Με βάση αυτή θα διαμορφώσει τις σχέσεις με τον εαυτό του και τους άλλους. Κατά ένα παράδοξο τρόπο, με την «τρέλα» του, το άτομο οργανώνεται ψυχικά με πιο σταθερο τρόπο, ώστε να βγει από την υπαρξιακή - ψυχωσική κρίση. Όμως αυτός ο τρόπος «αυτο-ίασης» του κοστίζει ακριβά στο υπαρξιακό, οικογενειακό, επαγγελματικό και κοινωνικό πεδίο. Το Largactil, το πρώτο αντιψυχωσικό φάρμακο που χορηγήθηκε το 1952, μαζί με άλλα ψυχοτρόπα φάρμακα που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα, συνέβαλλε στο να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά σοβαρές ψυχικές διαταραχές και συμπτώματα. Αυτά τα φάρμακα βοήθησαν σε μεγάλο βαθμό ανθρώπους που υπέφεραν από θλίψη ή αγωνία. Ήταν ένας από τους βασικούς παράγοντες που συνέβαλλαν στο να «αδειάσουν» τα ψυχιατρεία, τα οποία κυρίως λειτουργούσαν ως άσυλα.

Επιπλέον, η ανάπτυξη της κοινωνικής ψυχιατρικής ευαισθητοποίησε τους επαγγελματίες υγείας, τις οικογένειες που είχαν θιγεί και την κοινωνία γενικότερα, ώστε να αποφευχθεί ο στιγματισμός του προσώπου που παρουσιάζει ψυχικές διαταραχές και να διευκολυνθεί η κοινωνική του ένταξη.

Σημαντικό ρόλο έπαιξαν και τα κινήματα για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των συμπολιτών μας που παρουσιάζουν ψυχικές διαταραχές.

Πώς λειτουργεί το Largactil; Ενεργεί στο κεντρικό νευρικό σύστημα;

Ναι, ενεργεί σε ορισμένες περιοχές του κεντρικού νευρικού συστήματος και βασικά δρα ανταγωνιστικά στην ντοπαμίνη, η οποία όταν είναι αυξημένη σε αυτές τις περιοχές προκαλεί ψυχωσικές εκδηλώσεις και έντονη ανησυχία. Έτσι, το Largactil με την δράση του έχει ηρεμιστική και αντιψυχωτική δράση στο άτομο. Επίσης η εισαγωγή του λιθίου ως σταθεροποιητή της διάθεσης στην μανιοκαταθλιπτική ψύχωση, επέτρεψε στα άτομα που πάσχουν από αυτή την διαταραχή να έχουν μια καλύτερη ποιότητα ζωής.

Αλλά και τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα βοήθησαν εκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη να ζήσουν καλύτερα. Τα φάρμακα αυτά δρουν επίσης στον εγκέφαλο και επηρεάζουν ιδιαίτερα τη λειτουργία της σεροτονίνης και της νοραδρεναλίνης στις συνάψεις των εγκεφαλικών κυττάρων (νευρώνων). Βεβαίως, αυτά τα φάρμακα δρουν και σε άλλες περιοχές ή σε χημικές ενώσεις του εγκεφάλου πέραν αυτών που στοχεύουμε και έτσι επηρεάζουν τη δράση άλλων εγκεφαλικών κέντρων ή χημικών ουσιών, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ανεπιθύμητες ενέργειες.

Ο Φρόιντ δεν τα γνώριζε αυτά;

Όχι, δεν τα γνώριζε όλα αυτά που είναι γνωστά σήμερα. Ωστόσο, γνώριζε πολύ καλά για την εποχή του, την ανατομία και τη φυσιολογία του εγκεφάλου. Ήταν ένας πολύ φιλόδοξος νέος γιατρός και είχε κάνει και έρευνες πάνω σε ουσίες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν το άτομο να λειτουργήσει, νοητικά και συναισθηματικά, καλύτερα. Μελέτησε για αρκετά χρόνια και την ενδεχόμενη φαρμακευτική δράση της κοκαΐνης, πειραματιζόμενος πάνω στον εαυτό του αλλά και σε φίλους του με την ουσία αυτή. Τοποθετήθηκε υπέρ της χρήσης της στην θεραπεία της νευρασθένειας, μια κατάσταση που στις μέρες μας περιγράφουμε ως σύνδρομο χρόνιας κόπωσης. Επίσης υποστήριξε ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως αναισθητικό. Όμως δεν κατάφερε να αποδείξει ούτε τη μια ούτε την άλλη φαρμακευτική δράση της κοκαΐνης. Τη δόξα την πήρε ο φίλος του από την σπουδές στην ιατρική Carl Koller, ο οποίος ανακάλυψε τη δράση της κοκαΐνης ως αναισθητικού πάνω στο μάτι. Έτσι, εκείνος μέσα σε λίγο καιρό έγινε διάσημος διεθνώς. Όμως το μεγαλύτερο χτύπημα στον Φρόιντ για τις έρευνές του στην κοκαΐνη, θα το δώσει ο θάνατος του φίλου και συναδέλφου του, του Εrnst Fleischl (ο οποίος ήταν καταθλιπτικός και εξαρτημένος από τη μορφίνη), ύστερα από κατάχρηση κοκαΐνης που είχε συνταγογραφήσει ο ιδρυτής της ψυχανάλυσης.

Η ανισορροπία στις ουσίες του οργανισμού πώς προκαλείται;

Οι διάφορες ψυχικές διαταραχές έχουν συνδυαστεί με συγκεκριμένες διαταραχές και στο νευρο-χημικό επίπεδο. Δηλαδή έχουν αναγνωριστεί οι χημικές ουσίες που εμφανίζουν ανισορροπία στις διάφορες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις.

Η διαταραχή της όποιας βιοχημικής ισορροπίας στον εγκέφαλο που διαπιστώνεται στο πλαίσιο μιας ψυχικής διαταραχής συνήθως προκαλείται από ανεπαρκή ικανότητα προσαρμογής του ατόμου στις απαιτήσεις τις εσωτερικής και της εξωτερικής πραγματικότητας. Το σύνδρομο μετατραυματικού στρες είναι μια ψυχική διαταραχή που συνήθως δημιουργείται όταν το άτομο βιώσει τραυματικές καταστάσεις και έχει χρόνιες επιπτώσεις σε νευρο-φυσιολογικό και φυσικά σε ψυχολογικό επίπεδο.

Οι παράγοντες που καθιστούν προβληματική την αποκατάσταση της ισορροπίας είναι η κληρονομικότητα, η η,ικία, το φύλο, τα ολέθρια γεγονότα που συνέβησαν τα πρώτα χρόνια της ζωής, απώλειες, ο κοινωνικός αποκλεισμός κλπ. Ιδιαίτερα οι πρώιμοι τραυματισμοί, αποτελούν ψυχικά συμβάντα, που ακόμα και αν επουλωθούν επαρκώς, διαρκώς θα απειλούν την ψυχοσωματική ισορροπία του ατόμου, αν προκύψει κάποιος νέος τραυματισμός που θα αφυπνίσει τον παλιό.

Έτσι, η αποκατάσταση της κλονισμένης ισορροπίας σε βιοχημικό επίπεδο θα διευκολυνθεί όχι μόνον μέσα από φαρμακευτική στοχευμένη παρέμβαση, αλλά και με ψυχοθεραπευτική εργασία που θα αποσκοπεί σε καλύτερη δυνατότητα του Εγώ να προσαρμόζεται σε εσωτερικές και εξωτερικές δυσκολίες.

Ποια είναι τα είδη της ψυχώσεως εκτός από τη σχιζοφρένεια;

Πέρα από την σχιζοφρένεια υπάρχουν κι άλλοι τύποι ψυχώσεων, οι οποίες μπορεί να οφείλονται σε κάποιον εξωτερικό παράγοντα όπως π.χ. σωματικό τραύμα ή χρήση τοξικών ουσιών (ναρκωτικά, αλκοόλ) ή σε κάποια τραυματική στρεσογόνο κατάσταση (επιλόχεια ψύχωση που εμφανίζεται σε μητέρες μετά τον τοκετό). Αναφέραμε επίσης την μανιοκατάθλιψη ή διπολική διαταραχή, μια μορφή ψύχωσης, όπου το άτομο ταλαντεύεται ανάμεσα στην κατάθλιψη και την μανία. Στην παρανοειδή ψύχωση το άτομο νιώθει ότι καταδιώκεται, να παρακολουθείται, να εξαπατάται, νιώθει πως οι άνθρωποι γύρω του θέλουν να του κάνουν κακό. Σε ακραίες περιπτώσεις, ο ασθενής μπορεί να γίνει ιδιαίτερα βίαιος και να επιτεθεί σε αυτούς που θεωρεί πως τον επιβουλεύονται. Μια έκφραση της παρανοϊκής προσωπικότητας είναι η ανάπτυξη ζηλοτυπικού παραληρήματος, στο οποίο υπάρχει η εσφαλμένη πεποίθηση ότι ο/η σύντροφος του τον/ την απατά. Στην ψυχιατρική, χρησιμοποιείται συχνά ο όρος σχιζοσυναισθηματική ψύχωση, ο οποίος καλύπτει ένα φάσμα ψυχωτικών καταστάσεων όπου συνυπάρχουν στοιχεία σχιζοφρένειας και συναισθηματικής διαταραχής.

Η δεύτερη μεγάλη κατηγορία ψυχικών ασθενειών είναι η νεύρωση.

Η νεύρωση, αυτή η μεγάλη κατηγορία ψυχικών διαταραχών, ιδιαίτερα η υστερία, αποτέλεσε το πεδίο πάνω στο οποίο θεμελιώθηκε η ψυχανάλυση. Η υστερία, η ψυχαναγκαστική νεύρωση και η φοβική νεύρωση, αποτελούν τις νευρώσεις μεταβίβασης. Σε αυτές τις νευρώσεις, τις επιθυμίες που έχει ο νευρωτικός, τις ενδοψυχικές συγκρούσεις που βιώνει, τείνει να τις μεταβιβάσει και να τις ξαναζήσει και ενδεχομένως να τις επιλύσει με τον αναλυτή του.

Στον καιρό του Φρόιντ, ο όρος νεύρωση είχε χρησιμοποιηθεί και σε άλλες κλινικές καταστάσεις όπου οι ασθενείς δεν παρουσίαζαν την μεταβιβαστική νευρωτική οργάνωση. Εμφάνιζαν ψυχικές καταστάσεις όπως η τραυματική νεύρωση -σήμερα ονομάζεται διαταραχή μετατραυματικού στρες- η οποία λόγω τραυματισμών αποδιοργανώνει το άτομο. Νωρίτερα ο Φρόιντ είχε αναφερθεί στις ενεστώσες νευρώσεις (αγχώδη νεύρωση, νευρασθένεια, υποχονδρία), καταστάσεις δηλαδή όπου το σώμα κατακλύζεται από λίμπιντο την οποία αδυνατεί να επεξεργαστεί ψυχικά ή να χρησιμοποιήσει ικανοποιητικά.

Ανάμεσα στις νευρωτικές και τις ψυχωτικές οργανώσεις, διακρίνουμε πλέον μια νέα κατηγορία ψυχικών διαταραχών, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται ούτε στα κριτήρια της νεύρωσης ούτε στα κριτήρια της ψύχωσης. Από τη δεκαετία του ’50, αρκετοί αναλυτές, άρχισαν να περιγράφουν αυτές τις περιπτώσεις που αργότερα ονομάστηκαν μεταιχμιακές ή οριακές οργανώσεις. Θεωρώ ότι πρόκειται για την κυρίαρχη παθολογία της εποχής μας, την κατεξοχήν ψυχική διαταραχή του μεταμοντέρνου ναρκισσιστικού πολιτισμού μας.

Αυτές οι οργανώσεις χαρακτηρίζονται από έντονη ψυχική αστάθεια που είναι το αποτέλεσμα της επικράτησης της ενόρμησης της καταστροφικότητας πάνω στις ψυχικές διεργασίες και τις ψυχικές εκφράσεις. Αν και η οριακή οργάνωση του ατόμου εμφανίζεται ασταθής στο φαινομενολογικό επίπεδο, παραδόξως στο δομικό επίπεδο έχει μια σχετική σταθερότητα. Η έννοια του ορίου είναι θεμελιώδης για τον ορισμό αυτής της παθολογίας, η οποία θα πρέπει να εξεταστεί τόσο στις σχέσεις που διατηρεί το Εγώ με τον Αλλο, όσο και στις σχέσεις που υφίστανται μεταξύ των διαφόρων συστημάτων του ψυχισμού.

Εντοπίζω μία άνθηση των ψυχικών επιστημών μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο...

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος επισώρευσε πολλά δεινά στους ανθρώπους, οι οποίοι επλήγησαν και στο ψυχικό επίπεδο. Λόγω του μεγάλου αριθμού των περιπτώσεων που υπέφεραν από ψυχικές διαταραχές, αναπτύχθηκαν και οι ομαδικές θεραπευτικές προσεγγίσεις. Η φρίκη του πολέμου και οι επιπτώσεις του έδωσαν σε πολλούς αναλυτές το κίνητρο, τα ερεθίσματα και τις ιδέες να αναπτύξουν νέους δρόμους στην κλασική ψυχανάλυση, αλλά και στην ψυχανάλυση του παιδιού και την ψυχοσωματική. Οι Winnicott, Bion, Lacan, Marty κ.α. άνοιξαν νέους δρόμους στη θεωρία και την κλινική αντιμετώπιση στους παραπάνω τομείς. Ψυχίατροι και ψυχαναλυτές με κοινωνική ευαισθησία για τους ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο, έκαναν μια επανάσταση και ανέπτυξαν, όπως είπαμε παραπάνω, την κοινωνική ψυχιατρική. Έτσι δημιουργήθηκαν δομές για την φροντίδα των ψυχικώς πασχόντων κοντά στις εστίες τους. Ο ασθενής μπορεί να αντιμετωπιστεί θεραπευτικά κοντά στην οικογένεια, την κοινότητά του χωρίς να αποσπάται βίαια από το περιβάλλον του, την καθημερινότητά του για να πεταχτεί σε ένα άσυλο. Φυσικά, ανάλογη άνθηση έχουμε στην βιολογική ψυχιατρική, στην νευροφυσιολογία και την ψυχοφαρμακολογία.

Η ψυχιατρική με το πείραμα και την απόδειξη προηγείται της ψυχαναλύσεως και των ερμηνευτικών θεωριών της ή το αντίστροφο;

Η ψυχιατρική, ιδιαίτερα η βιολογική ψυχιατρική, η ψυχοφαρμακολογία κλπ. αποτελούν επιστήμες υπό την έννοια του Karl Popper, ο οποίος στην πειραματική διαδικασία των επιστημών απαιτεί το κριτήριο της διαψευσιμότητας. Η ψυχανάλυση δεν είναι μια τέτοια επιστήμη.

Η ψυχανάλυση είναι μια «επιστήμη» διαφορετική από τις άλλες. Δεν μπορείς π.χ να αποδείξεις την ύπαρξη του ασυνειδήτου. Δεν μπορείς να το δεις με κάποιο μικροσκόπιο, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει κάποιος τέτοιος «τόπος» στον ψυχισμό. Θα έλεγα ότι ψυχιατρική και ψυχανάλυση κατά κάποιο τρόπο αναπτύσσονται συγχρονικά σε ξεχωριστούς δρόμους που κατά καιρούς διασταυρώνονται. Όταν όμως γενικότερα συναγωνίζονται στον δρόμο για την κατανόηση της ψυχικής λειτουργίας, τότε ευνοείται η θεραπευτική προσέγγιση των προσώπων που έχουν ανάγκη απο τις υπηρεσίες τους. Η μια κάτι έχει να προσφέρει στην άλλη. Η ναρκισσιστική αυτάρκεια της μιας και η επακόλουθη απόρριψη της άλλης είναι ουσιαστικά μια κοντόφθαλμη προσέγγιση που δείχνει επιστημονική ανασφάλεια.

Τα ψυχιατρικά πειράματα λειτουργούν εις βάρος των ανθρώπων που τα υφίστανται;

Ίσως από παλαιότερα συμβάντα, όπως αυτό που αναφέραμε για τον Φρόιντ, όταν δεν υπήρχαν νόρμες για την προστασία όσων δοκίμαζαν φάρμακα, να έχει μείνει κάποια τέτοια εντύπωση μέχρι τις μέρες μας. Επιπλέον τα ολοκληρωτικά καθεστώτα χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν και την ψυχιατρική για να επιτεθούν σε μειονότητες, σε πολιτικούς αντιπάλους και στους πιο αδύναμους. Όμως, από όσα γνωρίζω -κι αυτό από τις αρχές της δεκαετίας του ’80-, τα πρωτόκολλα ερευνών για τα φάρμακα στην Ελβετία π.χ. όπου τότε εργαζόμουν, ήταν πολύ αυστηρά. Το «ωφελείν ή μη βλάπτειν» τον άνθρωπο ήταν προτεραιότητα. Έκτοτε τα μέτρα για την προστασία του ανθρώπου ενισχύθηκαν. Στις μέρες μας έχουν προβλεφθεί οι αναγκαίες διαδικασίες ώστε να προληφθεί κάποια ανεπιθύμητη δράση του φαρμάκου στον οργανισμό του ατόμου που θα το λάβει, για να διερευνηθεί η ευεργετική του δράση και οι ενδεχόμενες παρενέργειες.

Ωστόσο επειδή η δίψα για δόξα, χρήματα και θεσμική αναγνώριση δεν είναι σπάνια, δημιουργείται έντονα ανταγωνιστικό περιβάλλον το οποίο μπορεί να οδηγήσει «έξυπνους» ανθρώπους σε ανόητες συμπεριφορές. Είναι π.χ γνωστή η ιστορία αμφισβήτησης, από την αγγλική και την αμερικανική ψυχιατρική ακαδημαϊκή κοινότητα, της εισαγωγής του λιθίου στη θεραπεία της μανιοκατάθλιψης, μια ανακάλυψη του Αυστραλού ψυχιάτρου Frederick Joseph Cade, ο οποίος διερεύνησε την τοξική δράση του φαρμάκου. Τον Μάρτιο του 1948 χορηγήθηκε για πρώτη φορά το λίθιο ως φάρμακο.

Ο Δανός ψυχίατρος Mogens Schou, το 1952, ενημερώθηκε για τις εργασίες του Cade και απέδειξε σε ποια επίπεδα το λίθιο δεν είναι τοξικό, ενώ έδειξε την χρησιμότητα του λιθίου με ακλόνητα επιχειρήματα. Όμως και αυτός έφαγε «πόρτα» από τους μεγαλόσχημους ακαδημαϊκούς στον αγγλοσαξονικό κόσμο. Ωστόσο, η αλήθεια στο τέλος αποκαλύφθηκε και την δεκαετία του ’70, το λίθιο βγήκε στο εμπόριο και έκτοτε είναι διαθέσιμο. Τελικά, οι διαπρεπείς Βρετανοί και Αμερικανοί συνάδελφοι του Schou ζήτησαν συγγνώμη για το «λάθος» τους. Όμως από αυτήν την αρνητική στάση που κράτησε αρκετά χρόνια, χιλιάδες ασθενείς στερήθηκαν ένα πολύτιμο όπλο για να έχουν καλή ποιότητα ζωής και κάποιοι για να επιβιώσουν.

Δεύτερη γενική ερώτηση: Υπάρχει συλλογική ψύχωση ως διάρρηξη με την πραγματικότητα ή αυτά τα φαινόμενα περιορίζονται στην ατομική σφαίρα;

Έχουμε δει συχνά αντιδράσεις των μαζών, που θυμίζουν συλλογική τρέλα. Συνήθως η μάζα εμπνέεται ένα σύστημα πίστης, από μια ιδεολογία, την οποία ενσαρκώνει ο αρχηγός της. Η ιστορία βρίθει τέτοιων παραδειγμάτων από απολυταρχικούς ηγέτες που φανάτιζαν τις μάζες για να καταφέρουν τους στόχους τους. Αυτό το φαινόμενο της ψυχολογίας των μαζών περιέγραψε πρώτα ο Γκυστάβ Λε Μπόν και μετά ο Φρόιντ στο βιβλίο του «Ψυχολογία των Μαζών και Ανάλυση του Εγώ». Ο Φύρερ, ο αρχηγός, παίζει το ρόλο του υπνωτιστή. Το άτομο βρίσκεται υπό καθεστώς ύπνωσης, καταστέλλει τη δική του άποψη, τη δική του ιστορία, την δική του ψυχική πραγματικότητα, τα δικά του όνειρα και υιοθετεί την άποψη του αρχηγού. Αλλοτριώνεται παντελώς.

Ποια ανάγκη ωθεί κάποιον σε μία τέτοια αποδοχή;

Η ανάγκη του να ανήκει κάπου, γιατί όταν είναι μόνος του νιώθει μικρός, απομονωμένος, ταπεινωμένος. Ο Τραμπ, π.χ, δεν είναι τόσο αγαπητός στους ανθρώπους της πλούσιας τάξης στην οποία ανήκει. Είναι αγαπητός στους περιθωριοποιημένους, στους φτωχούς, γιατί τους προσφέρει την αυταπάτη- φαντασίωση ότι ανήκουν σε μια μεγάλη οικογένεια. Τους δανείζει έναν κόσμο από τον οποίο νιώθουν αποκλεισμένοι. Αυτή η αλλοτρίωση τροφοδοτείται και από την αδυναμία των ανθρώπων να καθορίζουν οι ίδιοι τις επιθυμίες, τη σκέψη τους. Δειλιάζουν μπροστά στην ψυχική εργασία που απαιτείται για να σταθεί κάποιος απέναντι στον άλλον και κυρίως απέναντι στην εξουσία. Επίσης έχει κόστος να σταθείς με ανοιχτά τα χαρτιά σου απέναντι στην κοινωνία. Μπορεί να δυσκολευτείς να βρεις δουλειά ή να διεκδικήσεις κάτι για τον εαυτό σου εάν τα πιστεύω σου δεν συνάδουν με τα γενικά πιστεύω της κοινωνίας.

Αφού δεν μπορείς να είσαι ο εαυτός σου, να κατοικείς το δικό σου σώμα, προσπαθείς να γίνεις ο εκλεκτός κάποιου άλλου. Ίσως να γίνεις το αγαπημένο παιδί του Φύρερ, με μόνη παραχώρηση την υποταγή σου. Η ζωή γίνεται πιο εύκολη. Μοιράζεσαι με τον διπλανό σου μία κοινή φαντασίωση. Για κάποιον που βλέπει τα πράγματα απ’ έξω είναι, πέραν πάσης αμφιβολίας, μία τρέλα, αλλά μια «τρέλα»- αυταπάτη καθησυχαστική. Για εκείνους όμως που έχουν ένα σύστημα πίστης που τους εμπνέει και έχουν την πεποίθηση ότι αυτό που πιστεύουν είναι «η αλήθεια», δεν πρόκειται φυσικά για αυταπάτη. Είναι το αποτέλεσμα μιας ψυχικής πραγματικότητας που η ύπνωση του αρχηγού έβαλε σε καλούπια, ακρωτηρίασε. Όμως αυτός ο φανατικός δεν είναι σαν τον ψυχωτικό που ταυτίζει τον εαυτό του με τον μέγα Ναπολέοντα ή τον Χριστό ή πιστεύει ότι καταδιώκεται από την CIA. Ο φυσιολογικός, ψυχικά, άνθρωπος μπορεί να ξεχωρίσει τι είναι ψευδαίσθηση ή όνειρο και τι πραγματική κατάσταση. Και αυτό χάρη σε μία ψυχική λειτουργία που διαθέτει και ονομάζεται «δοκιμασία της πραγματικότητος». Αυτήν την λειτουργία δεν την διαθέτει ο ψυχωτικός. Αλλά συχνά, σε περιόδους φανατισμού και σύγχυσης, και ο φανατικός ιδεολόγος όταν παραμορφώνει ή διαψεύδει την εξωτερική πραγματικότητα, ώστε να ταιριάζει στις δοξασίες του δεν διαθέτει την λειτουργία της “δοκιμασίας της πραγματικότητας”.

Το κεντρικό σημείο αναφοράς στην ταινία του Christopher Nolan, “Inception” - όπου η πλοκή υφαίνεται στο πλαίσιο της τεχνολογίας βιώσεως κοινών ονείρων - είναι η ύπαρξη ενός προσωπικού αντικειμένου ως «άγκυρα επαφής» με την πραγματικότητα. Ο πρωταγωνιστής, ο Leonardo DiCaprio, έχει επιλέξει μια σβούρα. Θα μπορούσαμε να βασιστούμε σε κάτι αντίστοιχο αφού εάν επέλθει η βλάβη δεν έχουμε τη συνείδησή της;

Δεν έχω δει την ταινία. Φαντάζομαι όμως ότι ο ήρωας, όπως ο κάθε άνθρωπος, έχει ανάγκη επαφής με την πραγματικότητα για να μη χαθεί στο όνειρο, στον κόσμο των επιθυμιών, της φαντασίας. Τα αντικείμενα που έχουν οι άνθρωποι ως «άγκυρα επαφής» με την πραγματικότητα παραπέμπουν στη δοκιμασία της πραγματικότητας. Ο πρωταγωνιστής έχει επιλέξει μία σβούρα η οποία τον επαναφέρει στην πραγματικότητα που μοιραζόμαστε όλοι. Η σβούρα συμβολίζει τον άξονα πάνω στον οποίο στηρίζεται η Γη για να περιστραφεί. Έτσι, μπορούμε να σκεφτούμε ότι μέσα στην καθημερινότητα που τόσο αποσταθεροποιεί τον άνθρωπο, ο οποίος ψάχνει διαφυγή στο όνειρο, ο ήρωας θα αναζητεί ένα σταθερό άξονα γύρω από τον οποίο να μπορεί να κινηθεί. Όπως η σβούρα που συμβολίζει την ισορροπία σε ένα σύμπαν σε κίνηση.

Εάν δεν μπορεί κάποιος να έχει κάτι που να τον κρατάει στην πραγματικότητα, τα πράγματα δυσκολεύουν. Θα χαθεί στο όνειρο και δεν θα μπορεί να βγει από αυτό. Αν λοιπόν κάποιος δεν διαθέτει τη λειτουργία της δοκιμασίας της πραγματικότητας -αυτό το αντικείμενο που τον κρατάει συνδεδεμένο με την πραγματικότητα- τότε θα χρειαστεί η παρέμβαση ενός άλλου απέξω. Η παρέμβαση ενός γιατρού που θα προσπαθήσει να το κάνει με τον λόγο. Και αν αυτό δεν επαρκεί θα χορηγήσει και φαρμακευτική βοήθεια.

Άρα ως άτομο δεν μπορείς να περιφρουρήσεις αποτελεσματικά τον εσωτερικό σου κόσμο. Χρειάζεται και κάποιος τρίτος, ένας φύλακας-παρατηρητής. 

Μπορείς να το κάνεις και μόνος σου, εάν προσέχεις να μην σε καταναλώσει ένας κόσμος που καταναλώνει και μαθαίνει τους πολίτες να αναλώνονται.

Αυτό το κάνει συνήθως κάποιος που έχει συγκροτημένο ψυχισμό και είναι ανοιχτός στον κόσμο για επικοινωνία αλλά χωρίς ο κόσμος να τον απορροφά και να τον αλλοτριώνει.

Υπάρχουν όμως καταστάσεις όπου τα άτομα δεν έχουν επίγνωση ότι είναι αλλοτριωμένα από φαντασιώσεις που δεν αντιλαμβάνονται. Γιατί υπάρχουν και τέτοιες ασυνείδητες φαντασιώσεις που σε ωθούν να δράσεις αγνοώντας για ποιο λόγο το κάνεις.

Κάποιες φορές υπάρχει ανοσογνωσία, δηλαδή το άτομο αγνοεί ότι νοσεί. Ένα τέτοιο άτομο μπορεί να αισθανθεί ότι και το πιο αγαπημένο του πρόσωπο δεν είναι με το μέρος του και συνεπώς ενδέχεται να το κατατάξει στους διώκτες του. Υπάρχουν συνάδελφοι, ψυχίατροι–ψυχαναλυτές, που εκδήλωσαν άνοια ή κάποιο άλλη ψυχική διαταραχή, δηλαδή καταστάσεις που δεν τους επιτρέπουν να ασκούν τις επαγγελματικές τους δραστηριότητες και όμως αυτοί συνεχίζουν γιατί δεν συνειδητοποιούν την υπαρξιακή τους κατάσταση. Σε ένα τέτοιο άτομο θα πρέπει να μιλήσει κάποιος φίλος και συνάδελφος, για να το προστατεύσει ώστε να φροντίσει καλύτερα τον εαυτό του βοηθώντας να μην εκτεθεί σε κινδύνους ο ίδιος και κυρίως οι ασθενείς του.

Πιστεύεις ότι η γενική παιδεία πρέπει να περιλαμβάνει έναν τέτοιο προσανατολισμό;

Έχω τη γνώμη ότι η γενική παιδεία πρέπει να διδάσκει πάνω απ’ όλα τον σεβασμό και την αγάπη στους άλλους, ωθώντας τους ανθρώπους σε σχέσεις συνεννόησης και, αν είναι δυνατόν, σε σχέσεις εμπιστοσύνης. Στο παραπάνω παράδειγμα, για να ακούσει κάποιος ψυχαναλυτής ότι έχει πρόβλημα από έναν συνάδελφό του, προϋποτίθεται μια σχέση εμπιστοσύνης.

Οι καλλιτέχνες και οι συγγραφείς αποκαλύπτουν κρυφές πλευρές των ανθρωπίνων σχέσεων, των προβλημάτων τους και των ονείρων τους. Συχνά μας μαθαίνουν πώς είναι ο κόσμος, πολλές φορές καλύτερα απ’ ό,τι το κάνουν τα σχολεία. Παίζουν το ρόλο εκείνου του τρίτου που δίνει νόημα στα πράγματα που ζούμε.

Η ναρκισσιστική διάσταση του πολιτισμού μας έχει κάνει τον κόσμο πιο ρευστό, πιο ανασφαλή. Ο άνθρωπος απομονώνεται από τον εαυτό του, από τους άλλους, ρομποτοποιείται και αποσυνδέεται από το ιστορικό του περιβάλλον. Αυτός ο τύπος ανθρώπου ονομάζεται, στον αγγλοσαξονικό κόσμο, αλεξιθυμικός. Ή, όπως το ονομάζουν στον γαλλόφωνο κόσμο: μηχανιστικός, χρηστικός. Χάνει την επαφή με το παρελθόν και είναι αποκλειστικά προσκολλημένος στην τρέχουσα πραγματικότητα.

Στη χώρα μας, λείπει μια παιδεία που θα ευνοούσε την καλύτερη επικοινωνία ανάμεσα στους επαγγελματίες υγείας και τους χρήστες των υπηρεσιών υγείας.

Όταν σπούδαζα στην Ιατρική Σχολή Αθηνών δεν είχα ακούσει ποτέ την έννοια «Ιατρική ψυχολογία». Ακόμα και τώρα δεν έχω ακούσει στις Ιατρικές Σχολές της χώρας μας να διδάσκεται σαν ιδιαίτερη θεματική. Μακάρι να σφάλλω. Όμως ένας γιατρός απαιτείται να γνωρίζει το πώς νιώθει ο ασθενής του και αυτό να λαμβάνεται υπόψη στη σχέση μαζί του. Ο ασθενής πρέπει να νιώθει τον σεβασμό του γιατρού σε όποια κατάσταση και να βρίσκεται. Μάλιστα όσο σε χειρότερη κατάσταση βρίσκεται, τόσο ο γιατρός είναι υποχρεωμένος να τον περιθάλψει με ευαισθησία. Η ιατρική ψυχολογία μαθαίνει στο γιατρό πώς να προσεγγίζει τον ασθενή, πώς να τον κατανοεί, πώς να του συμπεριφέρεται ως πρόσωπο που, επιπλέον, υποφέρει λόγω κάποιας παθολογικής κατάστασης.

Ποιος όμως θα φέρει τον αλεξιθυμικό, μηχανιστικό άνθρωπο μπροστά στη συνείδηση και αντιμετώπιση της ψυχώσεώς του;

Συνήθως, στο άτομο με μηχανιστική σκέψη τα ψυχικά προβλήματα οδηγούν σε σωματοποίηση. Με την εμφάνιση π.χ. ενός αυτοάνοσου νοσήματος ο ασθενής επισκέπτεται τον γιατρό, χωρίς να έχει συνείδηση ότι υπάρχουν ψυχικά προβλήματα που ίσως παίζουν κάποιο ρόλο στην εμφάνιση της σωματικής νόσου. Ένας τέτοιος ασθενής δεν συσχετίζει την νόσο που ανέπτυξε με την ιστορία του, με τις βιωματικές καταβολές και την απόσταση που έχει πάρει από τον εαυτό του. Στον ψυχαναλυτή έρχεται συνήθως γιατί τον έστειλε άλλος γιατρός που συνήθως είναι και εξειδικευμένος στο ζήτημα που πάσχει . Το ρόλο του διαμεσολαβητή της πραγματικότητας τον παίζει ο ειδικός όπως παλιά τον έπαιζε ο σοφός ή ο μάγος. Η οικογένεια δεν μπορεί να παίξει αυτό τον ρόλο. Αλλά ακόμα και τον ειδικό δεν τον εμπιστεύεσαι εάν απαρνιέσαι την ψυχική και την σωματική σου κατάσταση. Εμπιστεύεσαι την πλάνη σου αν αυτή θρέφει την ναρκισσιστική σου αυτάρκεια. Αυτό φαίνεται παραδειγματικά στις “Βάκχες” του Ευριπίδη. Ο θεός Διόνυσος τρελαίνει τον Πενθέα γιατί αμφισβήτησε τη σημασία του, εμπόδισε τους ανθρώπους να λατρέψουν τον νεοφερμένο θεό. Ο Πενθέας καθοδηγείται ψυχικά από τον θεό και δεν αντιλαμβάνεται ότι τον σπρώχνει στο χαμό του: Τον σκοτώνει η μάνα του, η Αγαύη, η οποία, μέσα στη διονυσιακή μανία της αντιλαμβάνεται τον γιο της ως ζώο και τον θυσιάζει. Ο Κάδμος, ο παππούς του Πενθέα και ο μάντης Τειρεσίας είχαν προσπαθήσει να τον μεταπείσουν να δεχτεί τον ξένο θεό και τα διονυσιακά τελετουργικά. Ο Πενθέας παραμένει αρνητικός παραθέτοντας μια σειρά λογικών επιχειρημάτων. Οι δύο ηλικιωμένοι σοφοί του επισημαίνουν ότι «λογικευόμενος παραλογίζεσαι». Ο Διόνυσος εκπροσωπεί στο άτομο το κομμάτι του πάθους, της στοματικής ενσωμάτωσης του θεού (θυσία), της γιορτής των ενορμήσεων. Εάν δεν ζήσεις αυτό το κομμάτι μέσα στην προσωπική ζωή και συλλογικά μέσα από τελετουργικά και το απαρνηθείς, δεν αποκλείεται αυτό να επιστρέψει επιτακτικά και να απαιτήσει να ικανοποιηθεί μέσα από την τρέλα. Εάν είσαι π.χ. άντρας και δεν μπορείς να κατανοήσεις και να αποδεχτείς την παθητικότητά σου ή την θηλυκότητα μέσα σου, δεν θα είναι παράδοξο να οδηγηθείς στην ψύχωση, στην παράνοια ή σε ψυχοπαθητική βίαιη συμπεριφορά. Πάντα μπορούν να εμφανιστούν συνθήκες που θα ευνοήσουν κάτι τέτοιο.

Τρίτη γενική ερώτηση: Υπάρχει «σωστή» και «λάθος» σχέση με την πραγματικότητα;

Νομίζω πως ναι, υπάρχει «σωστή» και «λάθος» σχέση με την εξωτερική και την εσωτερική πραγματικότητα. Αυτή η σχέση καθορίζεται από το κατά πόσο αξιόπιστο είναι το όριο, αφενός ανάμεσα στο άτομο και την εξωτερική πραγματικότητα και αφετέρου, ανάμεσα σ’ αυτό που σε κάποιον είναι συνειδητό και σ’ αυτό που είναι ασυνείδητο.

Στο πρώτο σκέλος το άτομο θα πρέπει να ξεχωρίζει τον εαυτό του από τον άλλον με τρόπο σαφή και να αποδέχεται την ξεχωριστή ύπαρξη του καθενός. Να μπορεί να ξεφύγει από την επιθυμία για συμβίωση όπως υπήρξε στην ενδομήτρια ζωή του ή στα πρώτα παιδικά του χρόνια. Ένα τέτοιο άτομο είναι ικανό να αναγνωρίσει τα ερεθίσματα που προέρχονται από τον εξωτερικό κόσμο και να τα ξεχωρίζει από τα ερεθίσματα και τις φαντασίες που προέρχονται από την εσωτερική του πραγματικότητα.

Στο πλαίσιο της εσωτερικής πραγματικότητας, το άτομο θα πρέπει να διαθέτει ένα όριο που προστατεύει τον εαυτό από τις ενορμητικές, τις ενστικτώδεις κινήσεις, οι οποίες αν εισχωρήσουν στο χώρο της συνείδησης μπορούν να διαταράξουν την ψυχική ισορροπία του ατόμου.

Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο σε σχέση με το ερώτημα «σωστό και λάθος» είναι το αν είναι κάποιος ικανός να ξεχωρίσει στην ψυχική του πραγματικότητα, τι είναι δικό του και τι είναι φυτευτό από τους γεννήτορες του, γενικότερα από τους προγόνους του. Και αν είναι αλλοτριωμένος από αυτές τις ταυτίσεις. Αν η πιο προσωπική του επιθυμία είναι σε άλλη κατεύθυνση, τότε θα πρέπει να αποταυτιστεί από την επιθυμία και το όνειρο του γονιού του και να παλέψει για την δική του.

Ή, τέλος πάντων, να έχει την επίγνωση της ταυτίσεως...

Ναι, να ξέρεις ότι τα όνειρα των δικών σου είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που είσαι εσύ, ακόμα και αν τα υιοθετείς. Και να ξέρεις ότι μπορείς να αλλάξεις αυτά τα όνειρα, αν στο μεταξύ η ζωή σου έχει διδάξει πράγματα που γεννούν νέες επιθυμίες. Τότε ίσως αυτές θα πρέπει να διεκδικήσεις.

Τέταρτη γενική ερώτηση: Η σχέση με την πραγματικότητα καθορίζει την ψυχική υγεία;

Σίγουρα ναι. Πάρτε παράδειγμα την ψύχωση για την οποία μιλήσαμε. Ο ψυχωτικός δεν διαθέτει την λειτουργία της «δοκιμασίας της πραγματικότητας», έτσι είναι πιθανόν να μην αναγνωρίσει το πράγμα Α στην εξωτερική πραγματικότητα ως το πράγμα Α αλλά ως το πράγμα Β. Όπως ο ασθενής που εκδήλωσε σχιζοφρένεια εξέλαβε έναν οικοδόμο για το σατανά. Εδώ η απώλεια της επαφής με την πραγματικότητα, όπως και στη μανία, είναι στοιχεία που καθορίζουν και τα φαινόμενα αυτών των ψυχώσεων.

Σε ένα κείμενο του 1911, ο Φρόιντ επισήμανε τις δύο βασικές αρχές της ψυχικής λειτουργίας του ανθρώπου. Η μία τάση είναι αυτή της αρχής της ηδονής, η οποία ωθεί το άτομο στο να ικανοποιεί όλες τις επιθυμίες του. Αυτό αρχικά απαιτεί το Εγώ του μικρού παιδιού, το οποίο είναι ένα Εγώ – ευχαρίστηση. Όμως κάτω από το καθεστώς των ηθικών επιταγών που έχει εσωτερικεύσει και των απαιτήσεων της εξωτερικής πραγματικότητας και των νόμων της κοινωνίας στην οποία ζει, το άτομο οδηγείται στο να αποδεχθεί την αρχή της πραγματικότητας. Όταν ωριμάσει -όσο και να έλκεται από την αρχή της ηδονής- καταλαβαίνει ότι θα πρέπει να σεβαστεί την αρχή της πραγματικότητας και να επιδιώξει να ικανοποιηθεί μέσα από διαδικασίες και σχέσεις που δεν βλάπτουν ούτε τον ίδιο ούτε τον άλλο.

Βέβαια η πραγματικότητα έχει ένα παρασκήνιο. Αυτό που βλέπει κάποιος δεν ξέρει πώς έχει συντελεστεί. Επομένως νομιμοποιείται να αναρωτιέται π.χ για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων όταν η ανάγκη που τα έχει δημιουργήσει τίθεται σε αμφισβήτηση. Για να δεχτείς την ανάγκη πρέπει να εμπιστευτείς τους ανθρώπους που την χειρίζονται. Ο ιός covid είναι αόρατος.

Ο κοινωνικός και ο ψυχολογικός παράγοντας είναι αναμφισβήτητα σημαντικός, όμως η αλήθεια υπάρχει ανεξαρτήτως αυτών. Μπορεί η σκληρότητα των εκκλησιαστικών και πολιτικών θεσμών της εποχής του και ο φόβος, να οδήγησαν τον Γαλιλαίο να αρνηθεί μπροστά στην Ιερά εξέταση την αλήθεια για την κίνηση της Γης, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η κίνηση της Γης δεν είναι πραγματικότητα. Ανεξαρτήτως εάν η NASA σου αποδείξει ότι οι άνθρωποι πήγαν στο φεγγάρι δεν θα πάψουν να υπάρχουν κάποιοι, όχι ευκαταφρόνητοι αριθμητικά, που θα το αμφισβητήσουν ή θα αμφισβητήσουν ότι η Γη είναι στρογγυλή.

Όσα, στον καιρό της πανδημίας, καταλογίζονται από συμπολίτες μας εναντίον των εμβολίων κατά του κορωνοϊού έχουν ειπωθεί και στο παρελθόν- προσαρμοσμένα στα τότε επιστημονικά και πολιτισμικά δεδομένα- και για άλλα εμβόλια εναντίων νοσογόνων παραγόντων όπως αυτά της ευλογιάς, της ιλαράς του ιού HPV κλπ. Πάντοτε υπήρχαν άνθρωποι που ένιωθαν τρόμο γι’ αυτό που θα έμπαινε στο σώμα τους και στο οποίο προβάλλουν τους χειρότερους εφιάλτες. Πολλοί άνθρωποι προτιμούσαν να κινδυνέψουν να πεθάνουν, παρά να βιώσουν τη διείσδυση στον οργανισμό τους ενός προϊόντος που στον ψυχισμό τους έχει δαιμονοποιηθεί.

Αντίθετα, υπάρχουν άνθρωποι που, χωρίς να έχουν κάποια συγκεκριμένη ενημέρωση, μόνο και μόνο επειδή εμπιστεύονται τις αρχές της χώρας τους και την επιστήμη, δέχονται πολύ ευχαρίστως το εμβόλιο. Βλέπουν σ’ αυτό ένα καλό αντικείμενο που θα τους βοηθήσει αν έρθει η αρρώστια. Το εμβόλιο για αυτούς γίνεται ένα είδος φυλαχτού.

Το γνωσιακό μας εργαλείο, ο νους, δεν φαίνεται ικανός να μας συνδέσει με την πραγματικότητα. Χρειαζόμαστε και τη μαρτυρία, την εμπιστοσύνη των άλλων…

Ναι, χρειαζόμαστε έναν αξιόπιστο τρίτο. Στην αρχή είναι οι γονείς μας που επιβεβαιώνουν ότι αυτό που βλέπω εγώ είναι το ίδιο με αυτό που βλέπουν εκείνοι. Είναι οι γονείς μου που γίνονται ο καθρέφτης για να αναγνωρίσω τον εαυτό μου στα μάτια τους. Και εγώ θα διαμορφωθώ όχι σύμφωνα με εκείνο που είμαι, αλλά με εκείνο που βλέπω στα μάτια τους. Αν με δουν σαν άξιο, θα νιώσω άξιος, αν με δουν σαν ανάξιο, ένα υποτιμημένο πλάσμα, θα νιώσω υποτιμημένος. Γι’ αυτό και πάντα ψάχνουμε να βρούμε επιβεβαίωση στους άλλους. Όπως ψάχναμε την επιβεβαίωση των γονιών αναζητούμε τώρα να είμαστε σύμφωνοι με τον θεό, την επιστήμη ή τον διάβολο, με το σύστημα πίστης μας, την ιδεολογία μας. Θα πρέπει κάποιος να έχει νιώσει μεγάλη εμπιστοσύνη στη σχέση του με τον άλλον, στη σχέση με τον εαυτό του για να νιώσει ότι στέκεται καλά στα πόδια του. Όμως ακόμα και τότε, δεν θα πρέπει να αφεθεί στην ύβρη της ναρκισσιστικής αυτάρκειας. Το δηλητήριο της αυτοπεποίθησης πολύ συχνά έχει στείλει ισχυρούς ανθρώπους στον όλεθρο επειδή δεν ζήτησαν τη γνώμη του άλλου. Ήταν σίγουροι για την ευθυκρισία τους και δεν κατάλαβαν καν το τέλος τους. Δεν έχει παρά να σκεφτεί κανείς το τέλος κάποιων πανίσχυρων αρχηγών κρατών που κυβερνούσαν για δεκαετίες και η εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, τους κατέστρεψε.

Πέμπτη γενική ερώτηση: Μπορούμε να πούμε ότι η κουλτούρα ενός έθνους επηρεάζει τη σχέση του καθενός από εμάς με την πραγματικότητα; Εάν ναι, πώς αντιμετωπίζεται αυτό από την ψυχανάλυση; Μπορεί ένας Γερμανός ψυχαναλυτής να ψυχαναλύσει έναν Έλληνα;

Σίγουρα η κουλτούρα μας, η μητρική μας γλώσσα χρωματίζει τις πρώτες σχέσεις με τους γονείς μας, με το περιβάλλον μας. Έτσι, μια ψυχαναλυτική θεραπεία έχει πολλά θετικά όταν βρίσκει τις λέξεις- σημαίνοντα που έμαθε ο αναλυόμενος στα πρώτα βήματα της ζωής του. Όμως αν αυτό δεν είναι εφικτό, η ψυχανάλυση σε μια άλλη γλώσσα είναι κάτι που μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά. Επιπλέον ίσως και ο αναλυόμενος να εμπλουτιστεί από τον αναλυτή που έχει άλλη κουλτούρα, άλλη μητρική γλώσσα.

Και μπορεί να λειτουργήσει γιατί όλοι οι άνθρωποι έχουν κοινό ενεργειακό δυναμικό: τις ενορμήσεις τους (σεξουαλικές και επιθετικές). Αλλά και κάθε κουλτούρα έχει ίδιες βασικές αρχές: να προστατεύσει την κοινότητα από τις εγωιστικές ενορμήσεις του ατόμου που επιδιώκουν μόνο την ικανοποίησή τους. Δεν μπορεί κανείς να συνευρίσκεται σεξουαλικά ή να σκοτώνει όποιον και όποτε θέλει. Η φυσική σεξουαλική και επιθετική τάση του ανθρώπου, από την γέννηση του ακόμα, πρέπει να περιοριστεί για να ζήσουμε κοινωνικά.

Οι πρωτογενείς φαντασιώσεις είναι κοινές σε όλους. Μας έχουν μεταδοθεί φυλογενετικά από τις αμέτρητες γενιές προγόνων μας. Αυτές οι φαντασιώσεις καθορίζουν το πλαίσιο στο οποίο θα σχετιστούμε με τους άλλους. Αυτές οι φαντασιώσεις είναι σχήματα σχέσεων με τους άλλους που κληρονομούμε αλλά δεν έχουν συμβολοποιηθεί. Αυτό θα πρέπει να συμβεί κατά την ανάπτυξη του ατόμου, την ωρίμανσή του, ενορμητικά και ψυχικά.

Στη φαντασίωση της πρωταρχικής σκηνής, το παιδί φαντασιώνει πώς συνευρίσκονται οι γονείς του όταν αυτό απουσιάζει. Πώς θα μπορέσει να διαχειριστεί ψυχικά, δηλαδή να κάνει ψυχική εικόνα, αναπαράσταση, το γεγονός ότι η μητέρα και ο εραστής της, που μπορεί να είναι ο πατέρας, συνευρίσκονται. Η δεύτερη φαντασίωση είναι εκείνη της σαγήνης. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο η μητέρα θα σαγηνεύσει το παιδί της ώστε να του ξυπνήσει την ενορμητική ζωή, ιδιαίτερα τη λίμπιντο, που θα το κάνει να ενδιαφερθεί και να επιθυμήσει τον άλλο. Ωστόσο η σαγήνη δεν θα πρέπει να γίνει κακοήθης αποπλάνηση του παιδιού. Τέλος η τρίτη πρωταρχική φαντασίωση είναι αυτή του ευνουχισμού: Εάν κάνω κάτι απαγορευμένο θα τιμωρηθώ. Αυτές οι φαντασιώσεις είναι οικουμενικές και σε όλη μας τη ζωή εργαζόμαστε για να μπορέσουμε να τις συμβολοποιήσουμε, ώστε να ωριμάσουμε ψυχικά και να σχετιστούμε όσο γίνεται καλύτερα με τους άλλους.

Αυτά είναι τα βασικά θέματα σε όλες τις κουλτούρες. Οι διαφορές των ανθρώπων ανεξαρτήτως κουλτούρας, είναι ελάχιστες σε σχέση με τα κοινά που έχουν.