- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στρες και έρπητας ζωστήρας: Υπάρχει σύνδεση;
Μείωση των επιπλοκών με έγκαιρη διάγνωση
Και το στρες στους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση έρπητα ζωστήρα
Σύμφωνα με όσα διαπίστωσε πρόσφατα μια μελέτη από τη Δανία, τα υψηλά επίπεδα του αντιλαμβανόμενου ψυχολογικού στρες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης έρπητα ζωστήρα. Η πάθηση προκαλείται από τον ιό της ανεμοβλογιάς, ο οποίος εξακολουθεί να κρύβεται στο σώμα και να ενεργοποιείται ακόμα και δεκαετίες μετά από την πρώτη λοίμωξη.
Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε ότι επανεμφανιζόταν όταν το ανοσοποιητικό σύστημα είναι εξασθενισμένο, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στους καρκινοπαθείς, ασθενείς με HIV και AIDS, ανοσοκατασταλμένους και ηλικιωμένους. Η πρόσφατη μελέτη από τη Δανία, που δημοσιεύθηκε στο The British Journal of Dermatology, συμπεριλαμβάνει πλέον και το στρες στους παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση έρπητα ζωστήρα.
«Όταν ο ιός εισέρχεται στο σώμα, μέσω του αναπνευστικού συστήματος, και αφού περάσουν περίπου 11-13 ημέρες ο άνθρωπος εμφανίζει εξανθήματα μαζί με συστηματικά συμπτώματα. Μπορεί να θεωρηθεί παιδική ασθένεια, γιατί είναι πιο συχνή μεταξύ των παιδιών και εφήβων, αλλά μπορεί νοσήσουν και ενήλικες. Μετά από την πρώτη λοίμωξη, ο ιός μετακινείται στους νευρικούς ιστούς κοντά στον νωτιαίο μυελό και τον εγκέφαλο, όπου και παραμένει αδρανής. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που ο ιός ενεργοποιείται ξανά, ταξιδεύει κατά μήκος των νευρικών ιστών στο δέρμα, οπότε προκαλεί έρπητα ζωστήρα (και όχι ανεμοβλογιά), συνηθέστερα μόνο μια φορά στη ζωή, χωρίς να αποκλείεται ωστόσο να εκδηλωθεί και περισσότερες», μας εξηγεί ο Δερματολόγος - Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου (https://mcmc.gr/).
Η εξανθηματική αυτή νόσος εκδηλώνεται συνήθως με φυσαλίδες που περιέχουν υγρό σε μορφή ζώνης, λωρίδας ή μικρής περιοχής στη μία πλευρά του προσώπου ή του σώματος κατά μήκος ενός νευροτομίου – αισθητικού νεύρου. Συνυπάρχει ερυθρότητα. Αργότερα οι φυσαλίδες σπάνε και δημιουργείται κρούστα και επουλώνονται σε λίγες εβδομάδες. Στα αρχικά συμπτώματα περιλαμβάνεται ο πυρετός, τα ρίγη και ο πονοκέφαλος. Ο ασθενής υποφέρει από έντονο κνησμό και τοπικό πόνο. Παράλληλα νιώθει κόπωση, έχει πρησμένους λεμφαδένες και αναστατωμένο στομάχι. Η ένταση αυτών κυμαίνεται από ήπια έως πολύ σοβαρή.
Η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση του έρπητα ζωστήρα μπορεί να μειώσει την πιθανότητα επιπλοκών, συμπεριλαμβανομένου του πόνου που διαρκεί μετά την υποχώρηση του εξανθήματος, που ονομάζεται μεταερπητική νευραλγία, η οποία αφορά 1 στα 5 άτομα που προσβάλλονται.
Η θεραπεία είναι φαρμακευτική και περιλαμβάνει αντιικά σκευάσματα, τα οποία είναι αποτελεσματικότερα να ληφθούν 24-72 ώρες μετά την ανάπτυξη του εξανθήματος και αναλγητικά για την αντιμετώπιση του πόνου, που σε ορισμένους ανθρώπους είναι ανυπόφορος. Μερικοί ασθενείς δεν ανταποκρίνονται στις συνηθισμένες θεραπείες πόνου και μπορεί να χρειαστεί να παραπεμφθούν σε ειδικό ιατρό διαχείρισης πόνου.
Το ψυχολογικό στρες είναι γνωστό ότι μπορεί να μειώσει την κυτταρική ανοσία, και ερευνητές απ’ όλον τον κόσμο κατά καιρούς διεξάγουν μελέτες, προκειμένου να διαπιστώσουν την επίδρασή του στην πρόκληση έρπητα ζωστήρα. Παλαιότερες μελέτες είχαν αναφέρει αντικρουόμενα αποτελέσματα.
Δύο μεγάλες μελέτες δεν διαπίστωσαν αύξηση του κινδύνου μετά από την απώλεια του συντρόφου, η οποία αποτελεί σοβαρό στρεσογόνο παράγοντα, ενώ πέντε μικρότερες μελέτες παρατήρησαν αύξηση του κινδύνου κατά 40% ή περισσότερο στα άτομα που βίωσαν ένα ευρύ φάσμα αρνητικών γεγονότων στη ζωή τους, συγκριτικά με εκείνα δεν έζησαν θλιβερά συμβάντα. Μόνο μία μικρή μελέτη από την Ιαπωνία εξέτασε τον κίνδυνο εμφάνισης έρπητα ζωστήρα εξαιτίας της ύπαρξης στρες στην καθημερινή ζωή.
Η μελέτη αυτή διαπίστωσε ότι οι άνδρες με πολύ υψηλά επίπεδα άγχους είχαν περίπου διπλάσιο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου, σε σύγκριση με εκείνους που δεν αγχώνονταν τόσο πολύ.
Οι ερευνητές από τη Δανία θέλησαν να ξεκαθαρίσουν το τοπίο. Παρακολούθησαν 77.310 άτομα ηλικίας 40 ετών και άνω που συμμετείχαν στην Εθνική Έρευνα Υγείας της Δανίας του 2010, από την 1η Μαΐου 2010 έως τη διάγνωση του έρπητα ζωστήρα, ή το θάνατό τους, ή τη μετανάστευσή τους ή την 1η Ιουλίου 2014, όποιο από όλα συνέβη πρώτο.
Οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ένα ερωτηματολόγιο με 52 ερωτήσεις που αφορούσαν κοινωνικοδημογραφικά χαρακτηριστικά, ποιότητα ζωής που σχετίζεται με την υγεία, συμπεριφορά υγείας, νοσηρότητα, συνέπειες της ασθένειας και κοινωνικές σχέσεις.
Οι ερευνητές μέτρησαν το ψυχολογικό στρες χρησιμοποιώντας τη δανέζικη έκδοση 10 σημείων της Κλίμακας Αντιλαμβανόμενου Στρες του Cohen, η οποία περιλαμβάνει ερωτήσεις σχετικά με το αν ένα άτομο αντιλαμβάνεται διάφορες καταστάσεις της καθημερινής ζωής (π.χ. απροσδόκητα γεγονότα, εκνευρισμούς της καθημερινότητας, προσωπικά προβλήματα) ως απρόβλεπτες, ανεξέλεγκτες ή συντριπτικές κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα.
Εκτός από την ηλικία και το φύλο, οι παράγοντες κινδύνου περιελάμβαναν ανοσοδιαμεσολαβούμενες και ανοσοκατασταλτικές χρόνιες νόσους, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο ερυθηματώδης λύκος, η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, το άσθμα, ο σακχαρώδης διαβήτης, η χρόνια νεφρική νόσος, η σοβαρή ανοσοκαταστολή, η κατάθλιψη, κ.ά. Προσμέτρησαν και άλλους παράγοντες όπως το κάπνισμα, την κατανάλωση αλκοόλ, τον Δείκτη Μάζας Σώματος και τη σωματική δραστηριότητα.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το αντιλαμβανόμενο ψυχολογικό στρες αποτελεί δυνητικό τροποποιήσιμο παράγοντα κινδύνου για εμφάνιση έρπητα ζωστήρα σε ενήλικες ηλικίας 40 ετών και άνω. «Δεδομένου ότι ο έρπητας ζωστήρας εμφανίζεται σε σημαντικό μέρος κυρίως του ηλικιωμένου πληθυσμού και από στρες υποφέρουν τουλάχιστον 2 στους 10 ανθρώπους, ο εντοπισμός των ανθρώπων που έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν την πάθηση αυτή και η προτροπή τους να εμβολιαστούν και να βρουν τρόπους ελέγχου του στρες θα μπορούσε να μειώσει τα περιστατικά και κυρίως να προστατεύσει τους ευάλωτους πληθυσμούς από τις επιπλοκές που μπορεί να προκαλέσει, όπως εγκεφαλίτιδα, παράλυση του προσώπου, προβλήματα στα μάτια και απώλεια όρασης», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.