Health & Fitness

Ο άνθρωπος ως πρόσωπο και ως ασθενής στη δίνη της πανδημίας

Μια συνομιλία με τον καθηγητή αιματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης Γρηγόρη Γεροτζιάφα

Θανάσης Δρίτσας
17’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Ο καρδιολόγος Θανάσης Δρίτσας συνομιλεί με τον καθηγητή αιματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης Γρηγόρη Γεροτζιάφα

O καθηγητής Γρηγόρης Γεροτζιάφας (*) συνδυάζει την σπουδαία επιστημονική του εμπειρία με μεγάλη παράλληλη ευαισθησία σε κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο. Παρακολουθώ συχνά τελευταία τις αξιόπιστες και ενδιαφέρουσες απόψεις του οι οποίες διατυπώνονται συχνά δημόσια (ΜΜΕ) μέσα από την (σταθερά ενεργή) διπλή σύνδεση του-με την επιστήμη και την κοινωνία-στα πλαίσια της πανδημίας Covid.

Αποφάσισα να μιλήσω μαζί του για τα κρίσιμα ζητήματα που αφορούν την μέχρι σήμερα διαχείριση αλλά και το μελλοντικό πλάνο διαχείρισης της πανδημίας στα πλαίσια μιας δύσκολης (και συχνά προβληματικής) επικοινωνίας μεταξύ πολιτικής, επιστήμης και κοινωνίας όλη αυτή την σκοτεινή περίοδο.

Μιλήσαμε για τις επιπτώσεις του κοινωνικού αποκλεισμού, την θεμελιώδη επιστημονική στρατηγική της αντιμετώπισης, το ρόλο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), τον ρόλο της πρωτοβάθμιας περίθαλψης σε σχέση με την νοσοκομειο-κεντρική αντιμετώπιση αλλά και την υποχρεωτικότητα για τον εμβολιασμό. Η απάντησή του ήταν σαφής και ξεκάθαρη ότι ο εμβολιασμός πρέπει να είναι υποχρεωτικός. Επίσης ο εμβολιασμός κατά του SARS-CoV-2, όπως δηλώνει ο κ. Γεροτζιάφας, πρέπει να είναι υποχρεωτικός για επαγγελματικές κατηγορίες όπως το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό λόγω του υψηλού κίνδυνο νόσησης από COVID-19. Ο καθ. Γεροτζιάφας πιστεύει ότι πρέπει να εναντικοποιηθούν οι προσπάθειες για να αυξηθεί η συναίνεση του πληθυσμού. Αυτό όμως θα πρέπει να γίνεται με πειθώ, με υπευθυνότητα, με φαντασία, με διαφάνεια και κυρίως με επιχειρήματα. Δεν γίνεται με την ατομική ευθύνη. Οι απειλές και η καταστολή έχουν αντίθετο αποτέλεσμα. Τονίζει την μεγάλη σημασία της αισθητικής στην εκστρατεία υπέρ του εμβολιασμού και φέρνει ως παράδειγμα την αισθητική της γαλλικής διαφημιστικής καμπάνιας για τον εμβολιασμό (που απευθύνεται σε νέους και ηλικιωμένους) της Agence Régional de Santé με κεντρικό σύνθημα «Ναι, το εμβόλιο μπορεί να έχει επιθυμητές ενέργειες».

Ακολουθεί αναλυτικά η συνομιλία μου με τον καθηγητή κ. Γρηγόρη Γεροτζιάφα:

Πώς εξηγείται (λόγω πανδημίας Covid) η παγκόσμια αναταραχή και η τεράστια επίδραση των περιοριστικών μέτρων στην οικονομία, στην ψυχολογία των λαών, στην κοινωνική δραστηριότητα για μια νόσο της οποίας η (overall) συνολική θνητότητα είναι πολύ χαμηλή; Δεν είναι η νόσος Covid σε καμία περίπτωση ευλογιά ή πανώλης από πλευράς θνητότητας...

Νομίζω ότι δεν μπορούμε να συγκρίνουμε την θνητότητα του COVID-19 με την θνητότητα των μεταδοτικών νοσημάτων που εμφανίστηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα ή παλαιότερα. Ο λόγος είναι ότι η θνητότητα δεν καθορίζεται μόνο από την λοιμογόνο δύναμη και την μεταδοτικότητα του μολυσματικού παράγοντα. Το επίπεδο κοινωνικής ανάπτυξης των κοινωνιών αλλά και το επίπεδο ανάπτυξης της ιατρικής επιστήμης είναι δύο καθοριστικοί παράγοντες που επηρεάζουν την θνητότητα των νοσημάτων. Σήμερα, το επίπεδο ανάπτυξης της ιατρικής επιστήμης, σε όλο τον κόσμο είναι ασύγκριτα υψηλότερο σε σχέση με αυτό της μεταπολεμικής περιόδου.

Επίσης, αισθάνομαι άβολα να μετρώ θανάτους. Ο θάνατος των ασθενών μας είναι μια τραυματική εμπειρία γιατί σηματοδοτεί, μεταξύ άλλων, την αποτυχία των ενεργειών μας. Εχουμε μάθει να παλεύουμε για να θεραπεύσουμε τους ασθενείς μας και να τους κρατήσουμε στην ζωή με όσο γίνεται καλυτερη υγεία. Αρα, τόσο η δράση του κάθε γιατρού όσο και η αποτελεσματικότητα του συστήματος μέσα στο οποίο λειτουργoύμε είναι καθοριστικής σημασίας στην διαμόρφωση της τελικής θνητότητας του COVID-19 όπως και των άλλων νοσημάτων. Δες την εξέλιξη της θνητότητας των ασθενών με COVID-19 που νοσηλεύθηκαν στις μονάδες εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) στο Παρίσι ή στην Νέα Υορκη μέσα στο πρώτο δίμηνο από την έναρξη της πανδημίας στην Δύση, από 60% έπεσε στο 25%. Αντίστοιχα η κλινική εικόνα των ασθενών με COVID-19 που ερχόταν στο νοσοκομείο τον Μάρτη του 2020 ήταν ασύγκριτα σοβαρότερη σε σχέση με την κλινική τους εικόνα τον Μάρτη του 2021. Αυτός συνέβη επειδή οι πολίτες ενημερώθηκαν και πηγαίνουν νωρίτερα στον γιατρό και οι γιατροί της πρωτοβάθμιας περίθαλψης άρχισαν να αναλαμβάνουν μεγαλύτερο ρόλο στην περίθαλψη των ασθενών στο σπίτι. Εχουμε λοιπόν μπροστά στα μάτια μας το αποτέλεσμα της ταχύτατης προόδου στην ιατρική γνώση σχετικά με το COVID-19 που επετεύχθη μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Αυτή η πρόοδος σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα ήταν αδύνατον να επιτευχθεί το 1950 και βέβαια ήταν αδιανόητη το 1918.

Μην ξεχνούμε ότι η ηθική αξία της κάθε ανθρώπινης ζωής σήμερα είναι ασύγκριτα υψηλότερη σε σχέση με 100 ή 50 χρόνια πριν όταν η ανθρωπότητα έβγαινα από τα σφαγεία του Πρώτου και του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου.

Τέλος σήμερα ένας άνθρωπος 80 χρονών, ένας νέος άνθρωπος με καρκίνο, ένας μεσήλικας με στεφανιαία νόσο, εργάζεται, ερωτεύεται, ταξιδεύει, έχει κοινωνική δράση, αγωνίζεται για την ζωή του και ελπίζει ότι θα ζήσει περισσότερο και καλυτερα. Αυτοί οι άνθρωποι το 1970 ήταν ξεγραμμένοι. Σήμερα, εάν αυτοί οι άνθρωποι προσβληθούν από τον SARS-CoV-2 κινδυνεύουν να πεθάνουν ή να νοσηλευθούν στην ΜΕΘ ή να πάθουν πνευμονική εμβολή και να αποκτήσουν επιπλέον σοβαρά και χρόνια νοσήματα. Την ίδια μοίρα κινδυνεύει να έχει, εάν προσβληθεί από τον κορωναϊο, ένας βιομηχανικός εργάτης, μία κάτοικος των περιβαλλοντικά υποβαθμισμένων περιοχών των μεγαλουπόλεων, μια γυναίκα που ζει σε ορεινό χωριό της Ηπείρου ή σε ακριτικό νησί και δεν έχει κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Υπό το πρίσμα αυτό ο κορωναϊός αναιρεί τις μεγάλες επιστημονικές και κοινωνικές κατακτήσεις της ανθρωπότητας που επιτεύχθηκαν μετά τον πόλεμο και διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες στην υγεία.

Νομίζω ότι εάν συνεκτιμηθούν όλες αυτές οι συνθήκες γίνεται κατανοητό γιατί από την πρώτη μέρα κηρυξης της πανδημίας οι προσπάθειές μας επικεντρώνονται στην διάσωση της ζωής και της υγείας των πολιτών σε όλο τον κόσμο. Εάν πετυχαίνουμε ή όχι τον στόχο μας και ποιο «μείγμα» μέτρων χρησιμοποιούμε είναι αμιγώς πολιτικό ζήτημα.

Τελικά κλείσαμε μέσα ενενήντα-εννέα (99) ανθρώπους για να προφυλάξουμε τον ένα (1) που διατρέχει υψηλό κίνδυνο. Γιατί λοιπόν δεν περιορίσαμε εκείνον τον ένα (1) που διατρέχει τον υψηλό κίνδυνο; Εδώ η κοινή λογική παραμερίζεται....

Από τα προφίλ που περιέγραψα παραπάνω ποιον θα διαλέγες για να κλείσουμε μέσα ώστε να συνεχιστεί απρόσκοπτα η λειτουργία του εμπορίου, του χρηματιστηρίου, της οικονομίας, του τουρισμού, η κοινωνική μας ζωή κλπ; Νομίζω ότι είναι δύσκολη έως αδύνατη η επιλογή. Αρα δεν είναι θέμα παραλογισμού αλλά διαμόρφωσης ενός συστήματος αντιμετώπισης της πανδημίας στην κοινότητα.

Σε ένα άρθρο, που υπογράφεται από 55 συγγραφείς που είναι διεθνώς αναγνωρισμένοι ειδικοί από 32 χώρες από τις 5 ηπείρους (μεταξύ των οποίων ΗΠΑ, Ρωσία, και Κίνα) και δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο επιστημονικό περιοδικό “Thrombosis and Haemostasis” εκτιμάται ότι βρισκόμαστε στην καρδιά μιας μακράς διάρκειας και καταστροφικής κρίσης δημόσιας υγείας. Η γενική εκτίμηση είναι ότι όχι μόνο το 4ο κύμα επίκειται για το φθινόπωρο αλλά ότι η πανδημία θα διαρκέσει. Χρειάζεται λοιπον μια ολοκληρωμένη στρατηγική αντιμετώπισης της πανδημίας η οποία είναι οργανωμένη σε 3 άξονες:

(1) Πρόληψη έναντι της μόλυνσης από SARS-CoV-2, με επίκεντρο το μαζικό και γρήγορο εμβολιασμό

(2) Ανίχνευση και έγκαιρη διάγνωση των ασθενών με αυξημένο κίνδυνο επιδείνωσης της COVID-19, και

(3) Πρόνοια για την έγκαιρη χορήγηση ιατρικης φροντίδας.

Η στρατηγική PDA από τα αρχικά των λέξεων prevention (πρόληψη), detection (ανίχνευση) και anticipation (πρόβλεψη) πρέπει ενσωματωθεί στις εθνικές πολιτικές με στόχο να υποστηρίζει και να επεκτείνει τα Συστήματα Υγείας αξιοποιώντας ψηφιακές λύσεις (π.χ. τηλεϊατρική, ηλεκτρονική υγεία, τεχνητή νοημοσύνη και τεχνολογίες μηχανικής μάθησης) για την διατήρηση της υγείας των πολιτών σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο.

Πιστεύεις ότι o ΠΟΥ (WHO) έπαιξε σημαντικό ρόλο στον συντονισμό των μέτρων και αποφάσεων που ελήφθησαν για την πανδημία; Ακούστηκε ο ΠΟΥ; Ακούγεται σήμερα o ΠΟΥ ή κυριάρχησαν οι πολιτικές αποφάσεις; Είχε ενιαία φωνή η Ευρώπη τελικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας Covid;

Στην πρώτη φάση της πανδημίας ο ΠΟΥ έδωσε τις βασικές κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιμετώπιση του πρώτου κύματος η οποίες που προέρχονται από την παράδοση του «state humanitarian verticalism». Βασιζόταν δηλαδή στην κλασσική μεθοδολογία αντιμετώπισης των πανδημιών που περιλαμβάνει τις λεγόμενες μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις (non-pharmacological interventions (NPI) δηλαδή τους υποχρεωτικούς καθολικούς φυσικούς φραγμούς προστασίας και αποφυγής κοινωνικών επαφών μαζί με την επιδημιολογική επιτήρηση. Το πρόβλημα βέβαια ήταν ότι η επιδημιολογική επιτήρηση ήταν περισσότερο μια επιθυμία παρά μια εφαρμόσιμη πρακτική έως και τον Μάιο, καθώς η μέθοδος PCR είχε αναπτυχθεί τον Φεβρουάριο (δηλαδή δεν είχε αξιολογηθεί, δεν είχαν παραχθεί αντιδραστήρια κλπ). Άρα πρακτικά το μόνο εφαρμόσιμο «όπλο» ήταν το lockdown. Να μην ξεχνούμε ότι τα σκληρά lockdown εφαρμόστηκαν σε μία περίοδο (Μάρτης - Απρίλης 2020) όπου η ανθρωπότητα απειλήθηκε από έναν πρωτοεμφανιζόμενο ιό που προκαλούσε ένα άγνωστο νόσημα.

Από τον Απρίλη ο ΠΟΥ άρχισε να κωδικοποιεί και να επικαιροποιεί τα θεραπευτικά πρωτόκολλα τα οποία εξελισσόταν ραγδαία. Αυτή ήταν μια τεράστια συνεισφορά του ΠΟΥ καθώς κατά την περίοδο εκείνη ο ρυθμός «παραγωγής» θεραπευτικών σχημάτων ήταν φρενήρης. Στην συνέχεια, ο ΠΟΥ ξεκίνησε την καμπάνια για τον μαζικό και γρήγορο εμβολιασμό ώστε να επιτευχθεί το τείχος συλλογικής ανοσίας σε παγκόσμιο επίπεδο, ανέγνωσε σωστά την τάση του εθνικισμού των εμβολίων που απειλεί να τινάξει στον αέρα το διεθνές σχέδιο εμβολιασμού και έθεσε σε λειτουργία τον μηχανισμό η COVAX (COVID-19 Vaccines Global Access Facility), η οποία συνδιοικείται από την GAVI (the Vaccine Alliance), την Coalition for Epidemic Preparedness Innovations και τον ΠΟΥ, έχει ως στόχο την εξασφάλιση δίκαιης και ισορροπημένης πρόσβασης όλων των χωρών του κόσμου στα εμβόλια. Επιπλέον, ο ΠΟΥ προωθεί την μεταφορά τεχνολογίας σε χώρες με χαμηλό ή μεσαίο εισόδημα, με σκοπό την επιτάχυνση της παγκόσμιας παραγωγής των εμβολίων έναντι του COVID-19.

Ο ΠΟΥ επιτελεί την αποστολή του ως διεθνής «οργανωτής» στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Τα κράτη ή οι υπερεθνικές ενώσεις όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση όπως φάνηκε έχουν μια à la carte προσέγγιση στην γενική γραμμή που διαμορφώνεται από τον ΠΟΥ.

Αν δεν κάνω λάθος, μέχρι να έρθουν τα εμβόλια, κανένα αποτελεσματικό επιστημονικό μέτρο δεν υπήρξε στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Αρχικά μάλιστα θεωρήθηκε ότι τα εμβόλια θα αργούσαν να εμφανιστούν, εμφανίστηκαν νωρίτερα από τις αρχικές προσδοκίες. Η καραντίνα και τα lockdown (κάποιες φωνές τα είχαν χαρακτηρίσει ως θρίαμβο της επιστήμης) είναι μέθοδος κοινωνικής απομόνωσης από την εποχή του black death, δεν είναι σύγχρονη επιστήμη η καραντίνα, είναι κοινή λογική.

Όταν ξεκίνησε η πανδημία το πρόβλημα ήταν τεράστιο και οι παράμετροί του άγνωστοι όπως άγνωστος ήταν ο ιός και το νόσημα που προκαλεί. Η απάντηση ήταν αυτή που έπρεπε, κλείνουμε για να σώσουμε ανθρώπους και να κερδίσουμε χρόνο.

Από τον Ιούνιο το 2020 η γνώση μας εξελίχθηκε. Προτάθηκαν ευέλικτα σχήματα αντιμετώπισης της πανδημίας που περιλαμβάνουν εντατική και στοχευμένη επιδημιολογική επιτήρηση. Ατομική και περιοχική (πχ μέτρηση των επιπέδων του ιού στα λήμματα), ενημέρωση των πολιτών που παρουσιάζουν προφίλ υψηλού κινδύνου σοβαρού COVID-19, εκπαίδευση των γιατρών που εργάζονται στην κοινότητα (ιδιώτες, οργανισμούς ή κέντρα υγείας) για έγκαιρη αντιμετώπιση των ασθενών με COVID-19 και αναγνώριση των ασθενών που βρίσκονται σε κίνδυνο σοβαρού COVID-19, οργάνωση δικτύου πρωτοβάθμιας περίθαλψης κλπ.

Γιατί δεν εξελίχθηκε αντίστοιχα η μεθοδολογία αντιμετώπισης της πανδημίας - κυρίως στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης - είναι πολιτικό ερώτημα. Είναι γεγονός ότι οι κοινωνίες μας εγκλωβίστηκαν με πολιτική επιλογή των ηγεσιών στην διαχείριση stop and go (ή ακορντεόν): όταν γεμίζουν τα νοσοκομεία με αρρώστους COVID-19 (οι οποίοι εκτοπίζουν όλους τους άλλους) κλείνουμε την χώρα και ξανανοίγουμε (μερικώς ή ολικώς ανάλογα με τις εμπορικές ανάγκες και τους τουριστικούς στόχους) όταν το επιδημικό κύμα μπει σε ύφεση περιμένοντας το εμβόλιο το οποίο αντιμετωπίστηκε από την αρχή ως πανάκεια.

Η προσωπική μου γνώμη είναι ότι η εμμονή στα lockdown, είναι στην πραγματικότητα η εκδήλωση της αποτυχίας διαχείρισης της πανδημίας από τις πολιτικές ηγεσίες και προκύπτει από το νεοφιλελεύθερο «λογισμικό» των κυβερνήσεων στην ΕΕ.

Το lockdown είναι μια κατασταλτική πολιτική και τα κράτη ξέρουν καλά να εφαρμόζουν την καταστολή. Η εφαρμογή μέτρων ατομικής προστασίας είναι ατομική ευθύνη-ο καθένας για τον εαυτό του και ο καλύτερος πετυχαίνει (δεν αρρωσταίνει, δεν μεταδίδει).

Ο τρόπος που τα κράτη της ΕΕ έχουν διαχειριστεί το εμβόλιο εγγράφεται στο ίδιο νεοφιλελεύθερο ιδεολογικό πλαίσιο. Το κράτος κάνει ό,τι χρειάζεται για να προμηθευτεί και να διαθέσει το εμβόλιο το οποίο σε μια διαδικασία «ψεκάστε-σκουπίστε-τελειώσατε» θα εξαφανίσει την πανδημία.

Από τον Σεπτέμβρη όμως ενημερώναμε τους policy makers σχετικά με τα προβλήματα του εμβολιαστικού πλάνου και ότι έπρεπε να επεξεργαστούν σχέδιο Β. Ήταν γνωστό ότι θα υπάρξει πρόβλημα 1. στην παραγωγή (3 εταιρείες, εκ των οποίων οι 2 αμερικάνικες) θα πρέπει να καλύψουν την ζήτηση σε ΗΠΑ, ΕΕ, ΗΒ και στην παγκόσμια αγορά, 2. στην διάθεση των προϊόντων (π.χ. όταν άρχισε ο μαζικός εμβολιασμός στις ΗΠΑ είχαμε έλλειψη εμβολίων στην ΕΕ), 3. Στον κίνδυνο εμφάνισης μεταλλαγμένων στελεχών με υψηλότερη μεταδοτικότητα που θα ανεβάσουν το κατώφλι του τείχους ανοσίας στην κοινότητα 4. Στην εμφάνιση στελεχών του ιού με αυξημένη ανθεκτικότητα στα υπάρχοντα εμβόλια. 5. Στην κινητοποίηση του συνόλου του πληθυσμού για τον εμβολιασμό ώστε να επιτευχθούν γρήγορα τα υψηλά ποσοστά που χρειάζονται για την οικοδόμηση αποτελεσματικού τείχους ανοσίας. 6. Στην ανισότητα διάθεσης εμβολίων μεταξύ πλουσιότερων και φτωχότερων χωρών αλλά και μεταξύ πλουσιότερων και φτωχότερων πολιτών μέσα στην ίδια χώρα (πάντα υπέρ των πλουσίων). Στο σημείο αυτό, σημειώνω ότι το ζήτημα δεν είναι μόνο ανθρωπιστικό αλλά και πολύ πρακτικό καθώς το τείχος ανοσίας πρέπει να χτιστεί σε επίπεδο παγκόσμιου πληθυσμού προκειμένου να ελεγχθεί η πανδημία.

Οποιοσδήποτε επιστήμονας έχει ζητήσει χρηματοδότηση για ένα τουλάχιστον project στην καριέρα του γνωρίζει ότι υπάρχει ένα ειδικό κεφάλαιο όπου πρέπει να περιγράφουν οι περιορισμοί και οι αδυναμίες του project (limitations and weaknesses) καθώς επίσης και τα διορθωτικά μέτρα που προβλέπονται.

Η απάντηση των κυβερνήσεων ήταν η σιγή σχετικά με τα αναμενόμενα προβλήματα και ο καθησυχασμός των πολιτών «λίγο ακόμη υπομονή στο lockdown και τελειώνουμε με την πανδημία». Για μια ακόμη φορά βλέπουμε ότι η διαχείριση Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (μιλώ για αυτά που γνωρίζω και για τον λόγο αυτόν δεν αναφέρομαι σε χώερες της Αμερικής, της Ασίας ή της Αφρικής) γίνεται με όρους ιδεολογικής προσέγγισης: ο εμβολιασμός των πολιτών αντιμετωπίζεται ώς θέμα ατομικής ευθύνης και marketing. Αντίθετα ο εμβολιασμός, όπως και οι άλλες ενέργειες για την αντιμετώπισης της πανδημίας είναι θέμα πολιτικής δημόσιας υγείας, δημόσιας επικοινωνίας και πειθούς. Η επιτυχία δηλαδή του εμβολιαστικού προγράμματος είναι υπόθεση του κράτους και της κοινότητας.

Στη χώρα μας κατά τη διάρκεια της πανδημίας ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης είναι το δίπολο σπίτι-νοσοκομείο. Η πρωτοβάθμια περίθαλψη υπήρξε πλήρως αδρανής. Θεωρώ ότι πήγαν στο νοσοκομείο πολλοί περισσότεροι ασθενείς από όσους έπρεπε να πάνε, αν υπήρχε το φίλτρο της πρωτοβάθμιας περίθαλψης. Δεν γνωρίζω τι έγινε στην υπόλοιπη Ευρώπη  όσον αφορά τον ρόλο της πρωτοβάθμιας περίθαλψης κατά την πανδημία αλλά στην Ελλάδα είναι γνωστό ότι πρωτοβάθμια περίθαλψη δεν υπάρχει επι της ουσίας. Αλλωστε πριν από μερικά χρόνια η τότε κυβέρνηση είχε κλείσει όλες τις στοιχειώδεις δημοσιες μονάδες πρωτοβάθμιας υγείας επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο τα νοσοκομεία. Θα ήθελα έναν σχολιασμό πάνω σε αυτό.

Η οργάνωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας στην χώρα είναι νοσοκομειοκεντρική - με εξαίρεση την προσπάθεια οργάνωσης των Κέντρων Υγείας κατά την δεκαετία του 1980 και τα ΤΟΜΥ από την προηγούμενη κυβέρνηση. Λόγω των περιοριστικών οικονομικών πολιτικών στα πλαίσια των μνημονίων η οργάνωση των ΤΟΜΥ ήταν μια αναιμική προσπάθεια παρέμβασης στον χώρο της πρωτοβάθμιας περίθαλψης η οποία πρακτικά ανακόπηκε από την σημερινή κυβέρνηση. Ωστόσο, το φαινόμενο αυτό δεν είναι ελληνική ιδιαιτερότητα. Η υποβάθμιση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης, λόγω υποχρηματοδότησης, είναι γενικό φαινόμενο στην ΕΕ. Το ίδιο πρόβλημα έχουμε και στην Γαλλία. Βέβαια οι συνέπειες στην Γαλλία είναι λιγότερο δραματικές σε σχέση με την Ελλάδα καθώς η πρωτοβάθμια περίθαλψη στην Γαλλία ήταν ισχυρή και οργανωμένη στο παρελθόν και ακόμη υπάρχουν δίκτυα που λειτουργούν.

Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι στην Ελλάδα η πρωτοβάθμια περίθαλψη παρέχεται κατά κύριο λόγο από τον μεμονωμένο ιδιώτη γιατρό που συνήθως πληρώνεται άμεσα από τον ασθενή. Όμως οι ασθενέστεροι οικονομικά πολίτες δεν μπορούν να πληρώσουν την δαπάνη ιατρικής επίσκεψης για ένα νόσημα που εμφανίζεται αρχικά με συμπτωματολογία κρυολογήματος. Επίσης είναι σπάνιο να σταματά κανείς την δουλειά του όταν έχει συμπτωματολογία κρυολογήματος. Από την άλλη πλευρά ο ιδιώτης γιατρός, ασκώντας μόνος του τη ιατρική φοβάται την λοίμωξη από τον ιό και τις συνέπειες που θα έχει στην υγεία του, στην συνέχιση της δουλειάς του κλπ. Άρα η υπάρχουσα κατάσταση δημιουργεί συνθήκες «βραχυκυκλώματος» στο πρωτοβάθμιο επίπεδο. Κατά την έξαρση της επιδημίας στην Θεσσαλονίκη τον Οκτώβρη αναφέρθηκαν πολλές περιπτώσεις ασθενών που δεν έβρισκαν γιατρό να τους εξετάσει στο σπίτι και πήγαιναν καθυστερημένα (συνήθως σε βαριά κατάσταση) στο νοσοκομείο ή πήγαιναν στο νοσοκομείο σε ήπια κατάσταση (άρα δημιουργούνταν συνθήκες κορεσμού. Επίσης σε πολλές περιοχές της χώρας υπάρχει σοβαρό πρόβλημα προσβασιμότητας στις ιατρικές υπηρεσίες λόγω γεωγραφικών συνθηκών που συχνά συνδυάζεται με την απειρία ή την ελλιπή εκπαίδευση του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού. Το πρόβλημα λοιπόν γίνεται εξαιρετικά περίπλοκο και δύσκολο να επιλυθεί σε συνθήκες υγειονομικής κρίσης εκτός αν η κυβέρνηση έχει την πολιτική επιλογή να επιβάλει έγκαιρα του κανόνες και τους τρόπους λειτουργίας της πρωτοβάθμιας περίθαλψης χρησιμοποιώντας τις δυνατότητες που παρέχει η ψηφιακή τεχνολογία (τηλεϊατρική e-Health κλπ). Όπως αποδείχθηκε εκ των πραγμάτων η κυβέρνηση μέχρι σήμερα δεν έχει κάνει αυτή την επιλογή αλλά παραμένει προσκολλημένη στο δόγμα του εμβολίου-πανάκεια.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δύο είναι οι επιλογές των ασθενών: ή μένουν σπίτι και κάποιοι από αυτούς δυστυχώς πεθαίνουν στο σπίτι αβοήθητοι ή φτάνουν στο νοσοκομείο αργά σε σχέση με την εκδήλωση της COVID-19 και συνήθως σε βαριά κλινική κατάσταση.

Τα νοσοκομεία όμως είναι υποστελεχωμένα κυρίως σε νοσηλευτικό και κατά δεύτερο λόγο σε ιατρικό προσωπικό λόγω επίσης των δεκαετών μνημονιακών περικοπών στον χώρο της υγείας και με σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα (που είναι χρόνιο πρόβλημα). Αυτό το φαινόμενο είναι δραματικό στην Ελλάδα αλλά είναι επίσης γενικό φαινόμενο στις χώρες της ΕΕ. Σήμερα στα νοσοκομεία του Παρισιού και ενώ ετοιμαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε το 4ο επιδημικό κύμα μαζί με τις συνέπειες της παραμέλησης ασθενών με άλλα νοσήματα, το προγραμμα της κυβέρνησης για μείωση του ιατρικο-νοσηλευτικού προσωπικού συνεχίζεται απρόσκοπτα. Σαν να μην έγινε τίποτα εδώ και ένα χρόνο.

Η αντιμετώπιση του συστήματος υγείας από τις κυβερνήσεις είναι η σταθερή απαξίωσή του. Ακόμη και η επείγουσα αποκατάσταση των ανεπαρκειών στο προσωπικό και της υποδομές των νοσοκομείων έχει γίνει μέσα στο πνεύμα της βραχυχρόνιας αντιμετώπισης μιας παροδικής κρίσης που βασίζεται στην απλουστευτική αντίληψη ότι η πανδημία είναι πρόβλημα που θα διαρκέσει λίγους μήνες που απαντάται σε ατομικό επίπεδο (όποιος δεν προσέχει και κολλήσει τον ιο, δεν έχει να πληρώσει ή δεν έχει εμβολιαστεί ας πρόσεχε). Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αντίληψης στην Ελλάδα είναι η γρήγορη ανάπτυξη νέων κλινών στις μονάδες εντατικής θεραπείας που θεωρήθηκε ότι θα έδινε την λύση στον κορεσμό των ΜΕΘ και διαφημίστηκε αρκούντως. Όμως γνωρίζουμε καλά ότι η μονάδα εντατικής θεραπείας δεν είναι αριθμός  κρεβατιών με αναπνευστήρες και κάποιους γιατρούς και νοσηλευτές/τριες. Το αποτέλεσμα αυτής της απλουστευτικής αντίληψης το είδαμε στην Ελλάδα με την υψηλή θνητότητα στις ΜΕΘ που είναι συγκρίσιμη με εκείνη που είχαμε στην Γαλλία στην αρχή της πανδημίας. Η διαφορά είναι ότι στην Γαλλία υπάρχει (προς το παρόν) κεντρική κρατική διαχείριση, γνώση από την πολιτική ηγεσία ότι ΜΕΘ είναι μια συνολική φιλοσοφία κλπ.

Η ΜΕΘ είναι ολόκληρη φιλοσοφία στην άσκηση ίσως της πιο δύσκολης ιατρικής. Δεν γίνεται αποτελεσματική ΜΕΘ από την μία μέρα στην άλλη. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική η νέα «ΜΕΘ» που στήνεται για τους ασθενείς με COVID-19 που χρειάζονται πολύ παρατεταμένη νοσηλεία, άρα είναι εκτεθειμένοι στον κίνδυνο ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων. Η Ελλάδα βρίσκεται στην κορυφή της κατάταξης των χωρών με ενδονοσοκομειακά στελέχη μικροβίων που είναι ανθεκτικά στα αντιβιωτικά. Για να καταλάβετε το μέγεθος του προβλήματος των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων με μικρόβια ανθεκτικά στα πιο σύγχρονα αντιβιωτικά, σας ενημερώνω οτι οι ασθενείς που νοσηλεύονται σε γαλλικά νοσοκομεία τίθενται σε καραντίνα εάν έχουν νοσηλευθεί προηγουμένως σε ελληνικό νοσοκομείο.

Η εμπειρία της χρονιάς που πέρασε δείχνει το αδιέξοδο της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης της δημόσιας υγείας. Από την έλλειψη των μασκών στις χώρες της ΕΕ, η Ελλάδα δεν είναι εξαίρεση σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ. Είναι το πιο ακραίο παράδειγμα της αποτυχίας των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων όχι μόνο να διαχειριστούν την υγειονομική κρίση που πυροδοτήθηκε από την πανδημία αλλά κυρίως να διαχειριστούν συνολικά την δημόσια υγεία. 

Η άποψή μου είναι ότι δεν έχουν γίνει αποτελεσματικές οι ενημερωτικές εκστρατείες για την αξία του εμβολιασμού μέσω της πειθούς. Δεν αντιλαμβάνομαι βέβαια την άρνηση εμβολιασμού ατόμων που ανήκουν σε ομάδες οι οποίες θα έπρεπε να έχουν 100% ανταπόκριση (π.χ. στελέχη υγείας). Ο υποχρεωτισμός όμως όσον αφορά το εμβόλιο ανοίγει μια πολύ επικίνδυνη και σκοτεινη καταπακτή για το μέλλον (π.χ. θα μπορούν πολίτες να υποχρεωθούν μελλοντικά να λαμβάνουν στατίνες αν έχουν υψηλή χοληστερόλη ή να απολυθούν αν είναι καπνιστές ή υπέρβαροι). Ποια είναι η δική σου άποψη περί υποχρεωτικών υγειονομικών παρεμβάσεων; 

Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού δεν είναι καινούργια έννοια. Στην ιστοσελίδα του γαλλικού υπουργείου υγείας βρίσκουμε την επικαιροποιημένη λίστα 11 υποχρεωτικών εμβολίων. Για να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε πρέπει να συμφωνήσουμε σε τρία πράγματα 1. Υπάρχει η πανδημία; 2. Είναι σοβαρό νόσημα το COVID-19; 3. Είναι αποτελεσματικά και ασφαλή τα εμβόλια; Από τα δεδομένα που έχουμε η απάντηση είναι θετική και στα τρία ερωτήματα. Αρα επί της αρχής η απάντηση πρέπει να είναι σαφής και ξεκάθαρη. Ναι ο εμβολιασμός πρέπει να είναι υποχρεωτικός. Επίσης ο εμβολιασμός κατά του SARS-CoV-2 πρέπει να είναι υποχρεωτικός από σήμερα για επαγγελματικές κατηγορίες όπως το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό που εκτίθενται σε υψηλό κίνδυνο νόσησης από COVID-19.

Το επόμενο ερώτημα είναι πότε και γιατί πρέπει να γίνει υποχρεωτικός ο εμβολιασμός. Ας ξαναπώ ότι το εμβόλιο δεν είναι πανάκεια για την αντιμετώπισης της πανδημίας αλλά είναι μέρος μια συνολικής στρατηγικής που περιγράφεται με λεπτομέρεια στο άρθρο που ανέφερα προηγουμένως. Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας σύμφωνα με την ανάλυση PDA που ανέφερα προηγουμένως η στρατηγική είναι ενιαία και περιλαμβάνει την ταυτόχρονη ανάπτυξη (α) προγράμματος για μαζικό και γρήγορο εμβολιασμό, (β) επιδημιολογική επιτήρηση και ιχνηλάτηση και (γ) έγκαιρη παροχή περίθαλψης στο σπίτι μαζί με την ενίσχυση του συστήματος υγεία. Οι τρείς άξονες είναι υποχρεωτικοί για την αποτελεσματική αντιμετώπιση πανδημίας και την προστασία της δημόσιας υγείας.

Επίσης, η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού προϋποθέτει να έχει γίνει σοβαρή δουλειά για την αύξηση της συναίνεσης του πληθυσμού ή ανακύπτει ως επείγον μέτρο όταν έχουμε φτάσει στο πλαφόν του εμβολιασμού χωρίς να έχουμε επιτύχει το αναγκαίο επίπεδο για την ανοσία στην κοινότητα. Κατά συνέπεια σήμερα πρέπει να δει κανείς εάν η καμπύλη του εμβολιασμού έχει αρχίσει να «πιάνει ταβάνι». Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Σχετικά με το ποσοστό του πληθυσμού που χρειάζεται να εμβολιαστεί για να επιτευχθεί το τείχος ανοσίας, σήμερα βρίσκεται στο 70% - 80%. Αρα πρέπει να εναντικοποιηθούν οι προσπάθειες για να αυξηθεί η συναίνεση του πληθυσμού. Αυτό γίνεται με πειθώ, με υπευθυνότητα, με φαντασία, με διαφάνεια και κυρίως με επιχειρήματα. Δεν γίνεται με την ατομική ευθύνη. Οι απειλές και η καταστολή έχουν αντίθετο αποτέλεσμα. Το  μοίρασμα χαρτζιλικιού στους νέους για να κάνουν την πρώτη δόση είναι ηθική έκπτωση για μια πράξη που έχει στον πυρήνα της την έννοια της χαράς της ζωής και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Δες την αισθητική της διαφημιστικής καμπάνιας για τον εμβολιασμό που απευθύνεται στους νέους και στου ηλικιωμένους της Agence Régional de Santé με κεντρικό σύνθημα «Ναι, το εμβόλιο μπορεί να έχει επιθυμητές ενέργειες» και θα καταλάβεις την διαφορά με την πολιτική της καταστολής και του μπαχτσισιού. 

Ένα άλλο ζήτημα που προέκυψε σχετικά με τον εμβολιασμό είναι τα λεγόμενα προνόμια των εμβολιασμένων. Καταρχήν να προσδιορίσουμε το θέμα για το οποίο συζητάμε. Το κράτος παρέχει προνόμια σε κάποιον και τιμωρεί κάποιον άλλο με βάση το αν δέχθηκε ή όχι τον εμβολιασμό που του προσφέρθηκε. Σήμερα όμως δεν ισχύει αυτό. Δεν υπάρχει άρνηση του πληθυσμού να εμβολιαστεί. Αντιθέτως, καθήκον μας είναι να ενισχύσουμε την διάθεση των πολιτών να εμβολιαστούν. Αρα αν ο διαχωρισμός και τα προνόμια εφαρμοστούν τώρα καταρχήν προκύπτει θέμα ισότητας των πολιτών και δεύτερον ενισχύεται η καχυποψία και το αντιεμβολιαστικό ρεύμα. Δηλαδή στρώνεται το έδαφος για να αναπτύξουν την επιρροή τους οι σκοταδιστικοί κύκλοι που προωθούν νεοσυντηρητικές και ολοκληρωτικές πολιτικές.

Τέλος υπάρχει το ζήτημα των μέτρων διαχωρισμού εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων για λόγους «δημόσιας υγείας». Εδώ τα όρια είναι δυσδιάκριτα. Όπως αναφέρει σε μια ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο δικηγόρος κ. Θανάσης Καμπαγιάννης θα πρέπει να απαντηθεί μέχρι πού φτάνει αυτή η απαίτηση. Τα μέτρα διαχωρισμού που ανακοίνωσε η κυβέρνηση αφορούν αποκλειστικά κάποιες πλευρές της ανθρώπινης δραστηριότητας (εστίαση, ψυχαγωγία, επιλεγμένες μεταφορές, κλπ). Όμως υπάρχουν πολλαπλάσιες ανθρώπινες δραστηριότητες στις οποίες εμβολιασμένοι και ανεμβολίαστοι θα αλληλεπιδρούν: στα λεωφορεία πηγαίνοντας για δουλειά, στη δουλειά, στον δημόσιο χώρο, κοκ. Πού τελειώνει λοιπόν η απαίτηση διαχωρισμού;


(*) Ο Γρηγόρης Γεροτζιάφας είναι καθηγητής Αιματολογίας στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, στο Παρίσι και επισκέπτης καθηγητής στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου Loyola του Σικάγο, την Ιατρική Σχολή Hofstra/Northwell της Νέας Υόρκης και το Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Κύπρου. Συν-διευθύνει την ερευνητική ομάδα “Cancer, Biology and Therapeutics” και ηγείται της ομάδας “Cancer-Haemostasis-Angiogenesis” του INSERM UMRS-938. Επίσης στο πλαίσιο της ερευνητικής του δραστηριότητας ηγείται της Ομάδας Κλινικής Αιμόστασης του Tenon-Saint Antoine Hospital AP-HP.6. Είναι υπεύθυνος του μεταπτυχιακού προγράμματος «Θρόμβωση και Αιμόσταση στην Αιματολογία» της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Σορβόννης.

Ο καθηγητής Γεροτζιάφας συντονίζει μια διεθνή ομάδα ειδικών που ανέπτυξε στην κλίμακα COMPASS-CAT για την ταξινόμηση του κινδύνου θρόμβωσης περιπατητικών ασθενών, την κλίμακα COMPASS-COVID-19 για την αξιολόγηση του κινδύνου επιδείνωσης των ασθενών με νόσο COVID-19 και την κλίμακα COMPASS-COVID-19-ICU για τον κίνδυνο διασωλήνωσης των ασθενών με σοβαρή COVID-19.

Ηγείται επίσης του προγράμματος ROADMAP-Thrombosis που διερευνά κλινικά σχετικούς βιοδείκτες για την κυτταρική υπερπηκτικότητα σε ασθενείς με συμπαγείς όγκους, αιματολογικές κακοήθειες, COVID-19. Και τις αγγειακές επιπλοκές της κύησης και της υπογονιμότητας. Εκ μέρους του διοικητικού συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος VAS για την Αγγειολογία και την Αγγειακή Ιατρική, ο Δρ Γεροτζιάφας ηγείται του Διεθνούς Προγράμματος για την Καθοδήγηση της διαχείρισης των αγγειακών ασθενών με νόσο COVID-19.

Επίσης ηγείται της Διεθνούς Ομάδας για την για Ολοκληρωμένη και Δίκαιη Στρατηγική κατά της Πανδημίας COVID-19.

Ο καθηγητής Γεροτζιάφας έχει ηγηθεί ή εισφέρει ως ειδικός στην ανάπτυξη διάφορων διεθνών και εθνικών κατευθυντήριων οδηγιών για την πρόληψη και θεραπεία φλεβικών θρομβοεμβολικών παθήσεων και της αρτηριακής θρόμβωσης. Επίσης, είναι μέλος της Διεθνούς Εταιρείας για τη Θρόμβωση και Αιμόσταση (ISTH), της Επιστημονικής Επιτροπής για την Αιμόσταση και τη Κακοήθεια και τον Έλεγχο της Αντιπηκτικότητας, του Διεθνούς Συνεδρίου για τη Θρόμβωση και Αιμόσταση στον Καρκίνο (ICTHIC) και την Ευρωπαϊκή Συμμαχία για την Θρόμβωση και την Αιμόσταση (ETHA). Τέλος, είναι ο Πρόεδρος της Επιτροπής Θεραπευτικών Πρωτοκόλλων για την Πρόληψη και Θεραπεία της Φλεβικής Θρομβοεμβολής, υπό την αιγίδα του ελληνικού Υπουργείου Υγείας. Προεδρεύει της επιστημονικής επιτροπής του Ανεξάρτητου Αγγειακού Οργανισμού (VAS) και είναι μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής και Μεσογειακής Λίγκας κατά της Θρομβωτικής Νόσου. Έχει δημοσιεύσει μελέτες σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και έχει υπογράψει πολλά κεφάλαια στην επιστημονική βιβλιογραφία. Διατηρεί θέση στα διοικητικά συμβούλια πολλών διεθνών περιοδικών και είναι μέλος διάφορων επαγγελματικών κοινοτήτων.