Health & Fitness

Η Ζωή στα Χρόνια και τα Χρόνια στη Ζωή

Η προοπτική της μακροζωίας και η δαιμονοποίηση του γήρατος

Θανάσης Δρίτσας
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο καρδιολόγος, συνθέτης και συγγραφέας Θανάσης Δρίτσας σχολιάζει τις μεθόδους υποστήριξης της παράτασης ζωής στον μελλοντικό άνθρωπο.

Η μακροζωία των ανθρώπων του μέλλοντος, όπως δήλωσε πρόσφατα ο κορυφαίος επιστήμονας κ. Νίκολας Νεγρεπόντε (ιδρυτής του περίφημου Medial Lab του ΜΙΤ), θα αγγίξει τα 200 χρόνια. Την ίδια προσδοκία και πεποίθηση είχαν από καταβολής κόσμου οι πλούσιοι της γης, οι βασιλείς και οι ολιγάρχες. Πως άραγε θα φτάσουν οι άνθρωποι σε αυτή την διάρκεια ζωής; Με τεχνητά όργανα, με εγκέφαλο λογισμικό αλληλομεταφοράς δεδομένων μέσω συσκευών τεχνητής νοημοσύνης, με τροποποιημένο γενετικό υλικό και μια εκδοχή μελλοντικής βιολογικής ύπαρξης τύπου εργαστηριακού πειραματόζωου  όπως τα Hamsters;

Η παράταση του χρόνου ζωής δεν μπορεί να είναι γραμμική, κάποια στιγμή όλα τα βιολογικά μεγέθη φτάνουν σε μια επίπεδη κορύφωση (plateau) και μετά (εφόσον παραμείνουν οι ίδιες εξωτερικές συνθήκες και πιέσεις στο σύστημα) αρχίζει συνήθως μια καθοδική πορεία. Ήδη η ιογενής λοίμωξη Covid-19 μας υπενθυμίζει ότι ένα απρόβλεπτο συμβάν (πχ μια νέα πανδημία) μπορεί να γκρεμίσει την διαρκούσα ευδαιμονία αλλά και το προσδόκιμο επιβίωσης. Από αυτές τις υποσχέσεις περί αθανασίας του ανθρώπου στο μέλλον ωφελείται η φαρμακοβιομηχανία, το εμπόριο των ειδών αισθητικής-καλλυντικών και πλείστες άλλες επαγγελματικές τάξεις που υπόσχονται κατάργηση του γήρατος και αιωνιότητα. Οι απόψεις-προφητείες του κ Νεγρεπόντε συμβαδίζουν με εκείνες των ψηφιακών ουτοπιστών, του Ellon Musk περί εποικισμού του Άρη και της επανέναρξης του πολιτισμού των σπηλαίων, των οπαδών μιας νέας «ευγονικής» φιλοσοφίας περί ψηφιακής-γενετικής αναβάθμισης του ανθρώπου. Άλλωστε τα δεδομένα δείχνουν ότι η παράταση του χρόνου ζωής του ανθρώπου καταστρέφει τον πλανήτη και η καταστροφή του πλανήτη θα περιορίσει στη συνέχεια το προσδόκιμο ζωής του ανθρώπου. Καλύτερα θα ήταν όλες οι «ιδιοφυΐες» της ψηφιακής εποχής να ασχοληθούν περισσότερο με το πως θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής του ανθρώπου πάρα την διάρκεια της ζωής. Αλλά βλέπετε η παράταση της ζωής ως προιόν πουλάει πάντα πολύ καλύτερα, έχει πολύ μεγαλύτερη εμπορική αξία, σε σχέση την έννοια της ποιότητας ζωής. Άλλωστε ακόμη και μεταξύ των επιστημόνων υπάρχουν διαφωνίες ως προς τις μεθόδους μέτρησης και τον καθορισμό της ποιότητας ζωής.

Έχω την εντύπωση ότι στους κοινωνικά και οικονομικά ισχυρούς, μετά την επιβολή τους στις ανθρώπινες κοινωνίες, δημιουργείται μια ψευδαίσθηση, μια φρενήρης παρόρμηση, ότι μπορούν να κυριαρχήσουν και στην Φύση. Αρχαιότατο παράδειγμα ο Ξερξης, ο οποίος πίστευε ότι μαστιγώνοντας την θάλασσα θα σταματούσαν τα κύματα έτσι ώστε ο στόλος του να διαβεί τον Ελλήσποντο. Ο Μαθουσάλας έζησε πολλές εκατονταετίες σε βιβλικές εποχές και θεωρήθηκε ευλογημένος από το Θεό. Όλοι οι πλούσιοι και ισχυροί άνθρωποι ανά τους αιώνες προσπάθησαν να βρουν το ελιξήριο της νεότητας αλλά δυστυχώς χωρίς επιτυχία αφού ο πλούτος και η υλική ευμάρεια μπορεί μεν να συντελούν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής αλλά δεν μπόρεσαν να επιμηκύνουν σημαντικά τη διάρκεια του βίου.  Επίσης ο σύγχρονος καπιταλισμός και η καταναλωτική κοινωνία μπορούν σήμερα να κολακεύουν τους υπερήλικες χαρίζοντας παροδικές ψευδαισθήσεις νεότητας μέσα από τις πλαστικές και αισθητικές επεμβάσεις, τη χορήγηση ορμονών, τη διάθεση των νέων φαρμάκων για τη βελτίωση της σεξουαλικής, την εμφύτευση δοντιών και τριχών και πλείστα άλλα. Όμως ακόμη η μέση διάρκεια ζωής στο δυτικό κόσμο δεν μπορεί να ξεπεράσει τα 75 περίπου χρόνια (ως μέσον όρο) και πολύ λίγοι άνθρωποι στον πλανήτη ξεπερνάνε σήμερα τα 95 τους χρόνια ακόμη και σε αναπτυγμένες χώρες.

Αν εξετάσει κανείς επιστημονικά το ζήτημα της μακροζωίας θα ανακαλύψει ότι η παράταση της ζωής του ανθρώπου συνδέεται με ένα σύνολο αρνητικών παραμέτρων που πιθανά την καθιστούν μη εφικτή σε πολύ μακροπρόθεσμο επίπεδο. Αν εξετάσει κάποιος για παράδειγμα το πρόβλημα της αύξησης του πληθυσμού των ανθρώπων πάνω στον πλανήτη θα διαπιστώσει τα εξής. Έχουμε συνηθίσει να χωρίζουμε τον κόσμο σε δύο ζώνες, τις αναπτυγμένες και τις αναπτυσσόμενες (υποκριτικός όρος για να μην τις λέμε υπανάπτυκτες). Θα παρατηρήσουμε λοιπόν ότι το ακαθάριστο εθνικό προιόν αυξάνει ταχύτερα από τον πληθυσμό στις αναπτυγμένες ζώνες ενω το αντίστροφο συμβαίνει στις υπανάπτυκτες ζώνες του πλανήτη. Έτσι οι πλούσιες χώρες γίνονται πλουσιώτερες και οι φτωχές φτωχότερες η δε αύξηση του πληθυσμού στις φτωχές χώρες είναι ταχύτατη.

Στη Νότια Αμερική για παράδειγμα ο χρόνος διπλασιασμού του πληθυσμού είναι 25 χρόνια ενώ σε πλανητική κλίμακα κυμαίνεται πάνω από 100 χρόνια, μάλιστα πριν από 300 χρόνια ο χρόνος διπλασιασμού του πληθυσμού ήταν περίπου 1500 χρόνια. Να προσθέσει μάλιστα κανείς ότι το 80% του γήινου πληθυσμού ζει σε υπανάπτυκτες περιοχές ενώ μόλις το 20% ζει σε αναπτυγμένες περιοχές. Αντίστροφα το 75% του παγκόσμιου εισοδήματος παράγεται στις αναπτυγμένες χώρες και το 25% στις υπανάπτυκτες περιοχές. Έτσι αντιλαμβάνεται κάποιος πολύ εύκολα ότι η πληθυσμική έκρηξη σε δυσαναλογία με την παραγωγή εισοδήματος θα οδηγήσει σε τρομακτική εξάντληση των φυσικών πόρων και θα δημιουργήσει ανάγκη για περισσότερα αγαθά ιδιαίτερα στις πόλεις (είναι δεδομένη η μελλοντική σημαντική αύξηση των αστικών πληθυσμών και η επίταση της αστυφιλίας). Αν τώρα επανέλθουμε στο ζήτημα της μακροζωίας θα αντιληφθούμε ότι θα επιτείνει το πληθυσμικό πρόβλημα και επίσης το πρόβλημα της σίτισης των λαών της γης που είναι ήδη σήμερα υπαρκτό. Δεύτερον θα επιμηκύνει τα όρια συνταξιοδότησης και θα πολλαπλασιάσει τις ανάγκες για κοινωνικές και βιομηχανικές υποδομές. Τρίτον θα επιτείνει ακόμη περισσότερο το φαινόμενο της αστυφιλίας δημιουργώντας περαιτέρω καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος και μεγαλύτερη υποβάθμιση της ποιότητας ζωής. Τέταρτον το κόστος ζωής θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο και θα μαζικοποιηθεί η φτώχεια.

Ας υποθέσουμε ότι η ανθρώπινη ζωή παρατείνεται μέχρι τα 200 χρόνια αλλά όπως σήμερα παίρνουμε σύνταξη στα 65-67 χρόνια τότε θα δημιουργηθεί μια κοινωνία γερόντων που θα οδηγήσει στην εξάλειψη κάθε μορφής ασφαλιστικού συστήματος (σε συντάξεις και περίθαλψη). Επίσης αυτή η μακρόβια κοινωνία γερόντων θα πάσχει από ανία, κατάθλιψη και τρομακτικό άγχος αφού δεν θα γνωρίζει πως να διαχειρισθεί ένα ατελεύτητο βίο 100 ετών μετά την σύνταξη. Ακόμη και στην περίπτωση που καταφέρει η ανθρωποβιολογία να δημιουργήσει ένα ενεργό βίο μέχρι (πχ 180 χρόνια) τότε θα επιλυθεί μεν το ασφαλιστικό πρόβλημα αλλά θα υπάρχουν έντονα ψυχολογικά προβλήματα και άγχος των εργαζομένων (φανταστείτε την απάντηση στην ερώτηση πότε θα πάρω σύνταξη; Όταν γίνω 180 ετών!).

Ένα ακόμη βασικό και δισεπίλυτο πρόβλημα που συνδέεται με την μακροβιότητα και τη δημιουργία κοινωνίας γερόντων είναι ότι οι κοινωνίες υπερηλίκων αντιστέκονται στις καινούργιες ιδέες και γίνονται πολύ συντηρητικές. Είναι ξεκάθαρο ότι οι επαναστατικές και φρέσκιες ιδέες στη ζωή, στην κοινωνία, την επιστήμη την τέχνη γίνονται πάντα από πολύ νέους ανθρώπους και μια κοινωνία γερόντων θα αντιστέκεται στην πρόοδο και την αλλαγή. Μάλιστα το πρόβλημα είναι οξύτερο σε κοινωνίες όπως η ελληνική, εδω οι γεροντότεροι δεν παραχωρούν εύκολα τα σκήπτρα στους νεότερους και αυτό είναι δεδομένο σε οικογενειακό, κοινωνικό, επιστημονικό και πολιτικό επίπεδο (αυτό που λέει ο λαός ότι ο έλληνας δεν αφήνει εύκολα την καρέκλα του).

Η έννοια του γήρατος και της φθοράς δεν είναι πλέον εύκολα αποδεκτή από την κοινωνία μας. Χαρακτηριστικά θα αναφέρω ότι, σχετικά πρόσφατα, κατά τη διάρκεια λήψης ιατρικού ιστορικού από μορφωμένη κυρία (ηλικίας 67 ετών), η ασθενής αντέδρασε με έκδηλη δυσφορία στην καλοπροαίρετη ερώτηση μου «μήπως έχετε και εγγόνια» αφού με είχε βέβαια πληροφορήσει προηγουμένως ότι έχει παιδιά μεγάλης ηλικίας. «Όχι και γιαγιά γιατρέ μου! Είμαι νέα ακόμη!». Έβγαλε θυμό επειδή...τόλμησα να εκφέρω τέτοια ερώτημα! Της εξήγησα ότι έχω γνωρίσει αρκετές κυρίες αυτής της ηλικίας οι οποίες έχουν γίνει γιαγιάδες και δεν θεωρώ ότι είναι τόσο αφύσικο στην ηλικία των 67 ετών να είναι μια γυναίκα γιαγιά. Άλλωστε της εξέφρασα και την άποψη μου ότι οι όροι «παππούς» και «γιαγιά» είναι μάλλον τίτλοι τιμής. Τέτοια φαινόμενα παρουσιάζονται όλο και συχνότερα πλέον στην κοινωνία του ευδαιμονισμού και της κατανάλωσης. Ο θάνατος, η ασθένεια, η φθορά και το γήρας  έχουν πλέον δαιμονοποιηθεί και θεωρούνται ως μη-συμβατά γεγονότα με τη ζωή μας. Μέσα στα τόσα σκοτεινά και δύσκολα που μας έφερε η τρέχουσα πανδημία Covid-19 ίσως όμως μας προσέφερε παράλληλα την ευκαιρία να στοχαστούμε σοβαρά πάνω στη βεβαιότητα της θνητότητας και της φθοράς μας.

Ο ευδαιμονισμός του καταναλωτικού μοντέλου ζωής καλλιεργεί το διπλό όραμα παράλληλης διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης και μακροζωίας. Με βάση όμως τα αντικειμενικά επιστημονικά δεδομένα το διπλό αυτό «παρήγορο» όραμα συνδέεται με καταστροφή του περιβάλλοντος, περαιτέρω ελάττωση των φυσικών πόρων, μαζικοποίηση της φτώχειας, επιδείνωση της κοινωνικής στήριξης, αύξηση της οικονομικής ανισότητας και πτώση της ποιότητας ζωής. Μάλιστα αυτές οι αρνητικές επιπτώσεις φαίνεται ότι θα πλήξουν περισσότερο τους νέους ανθρώπους. Οι εγκέφαλοι του κόσμου αντί να ερευνούν μεθόδους παράτασης της ανθρώπινης ζωής θα έπρεπε ίσως να απασχοληθούν σοβαρότερα με το πως θα σταματήσουν την αυξανόμενη οικονομική ανισότητα σε παγκόσμιο επίπεδο, πως θα διαφυλάξουν καλύτερα το φυσικό περιβάλλον και πως τελικά θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής του ανθρώπου. Θα πρέπει να μας προβληματίσει περισσότερο το ουσιώδες ερώτημα «Ζωή στα Χρόνια ή Χρόνια στη Ζωή;».

Πρωτότυπο εικαστικό του Θανάση Δρίτσα που σχολιάζει τις μεθόδους υποστήριξης της παράτασης ζωής στον μελλοντικό άνθρωπο