Health & Fitness

Κυριόπουλος: Δεν είναι πανάκεια οι ΣΔΙΤ στην Υγεία, αλλά…

Ο κορυφαίος Έλληνας καθηγητής Οικονομικών της Υγείας μιλά στην ATHENS VOICE

Βασίλης Βενιζέλος
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο κορυφαίος Έλληνας καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών της Υγείας, Γιάννης Κυριόπουλος σε μια συνέντευξη στον Βασίλη Βενιζέλο.

Αναγνωρίζει ότι οι συμπράξεις δημοσίου – ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) στο χώρο της Υγείας δεν έχουν αποδώσει διεθνώς και σε όλες τις περιπτώσεις τα αναμενόμενα αποτελέσματα, παραδέχεται ότι το μοντέλο των ΣΔΙΤ στην Υγεία δεν αποτελεί πανάκεια για το ΕΣΥ της χώρας μας, το οποίο δεν πρόκειται να «πεθάνει», εάν δεν εισαχθούν αυτές οι συμπράξεις στο δημόσιο σύστημα Υγείας της Ελλάδας, αλλά θεωρεί, τηρουμένων όλων των προϋποθέσεων, ότι οι ΣΔΙΤ στο χώρο της Υγείας, στην Ελλάδα του σήμερα, θα μπορούσαν να αναγεννήσουν το ΕΣΥ της χώρας μας.

Ο κορυφαίος Έλληνας καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών της Υγείας, Γιάννης Κυριόπουλος, «ξεδιπλώνει» σήμερα στην ATHENS VOICE όλα τα επιχειρήματά του έναντι των αιτιάσεων, οι οποίες προβάλλονται, αυτόν τον καιρό, από διάφορες πλευρές κατά της εισαγωγής των ΣΔΙΤ στο χώρο της Υγείας.

Κύριε καθηγητά, κατά τη γνώμη σας, γιατί η αναβάθμιση των νοσοκομείων του ΕΣΥ της χώρας μας είναι υποχρεωτικό να «περάσει» μέσα από τις ΣΔΙΤ; Γιατί θεωρείτε ως μονόδρομο αυτή τη λύση;
Δεν είναι υποχρεωτική. Είναι ενδεχομένως και κατά περίπτωση προτιμητέα για λόγους αποδοτικής κατανομής και χρήσης των σπάνιων υγειονομικών πόρων. Στις περιπτώσεις εκείνες που αυτή η επιλογή τεκμηριώνεται επιστημονικά, είναι ανεκτή πολιτικά και υποστηρίζει το κοινωνικό συμφέρον. Δεν είναι μονόδρομος οι ΣΔΙΤ ούτε βέβαια η κρατικιστική επιλογή είναι μονόδρομος. Οι συνέργειες και οι συμπράξεις δημόσιου-δημόσιου, δημόσιου-ιδιωτικού και δημόσιου-κοινωνικού είναι επιλεκτικά ευκταίες όταν διασφαλίζεται το κριτήριο της αποδοτικότητας και δεν πλήττεται η αρχή της ισότητας στην πρόσβαση. Υπό την έννοια αυτή πρέπει να επιδιώκονται με σκοπό την πλήρη απασχόληση των συντελεστών παραγωγής. Δηλαδή την πλήρη λειτουργία των νοσοκομειακών μονάδων και των άλλων ιδρυμάτων: 24 ώρες, 7 ημέρες, 365 ημέρες. Η επιδίωξη αυτή δεν μπορεί να επιτευχθεί με τις παραδοσιακές τεχνικές. Συνεπώς τα αποτελέσματα της κοινωνικοοικονομικής αξιολόγησης είναι αυτά που μπορεί να αποφανθούν για το κατάλληλο μείγμα στο μάνατζμεντ των υπηρεσιών υγείας. Στο πλαίσιο αυτό η «ιδεολογικοποίηση» των τεχνικών ΣΔΙΤ προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση συνιστά μια συντηρητική προσέγγιση. Μια πολιτική αγκύλωσης και αδράνειας. Όμως οι ΣΔΙΤ αποτελούν εργαλεία μάνατζμεντ. Δεν συνιστούν πολιτικές προτάσεις. Εξάλλου στον υγειονομικό τομέα κυριαρχούν οι ατέλειες της αγοράς και οι αστοχίες της κρατικής παρέμβασης, όπως έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά και έχει αποδειχθεί εμπειρικά. Ως εκ τούτου, η λύση βρίσκεται στο κατάλληλο μείγμα ώστε το κράτος να εγγυάται την ισότητα και οι αγορές την αποδοτικότητα.

Εκείνοι οι οποίοι επικρίνουν τις ΣΔΙΤ στο χώρο του δημοσίου συστήματος Υγείας υποστηρίζουν, και ορισμένες φορές βασίμως, ότι οι ΣΔΙΤ στην Υγεία έχουν αποτύχει να φέρουν τα επιθυμητά αποτελέσματα σε χώρες πολύ πιο προηγμένες από τη δική μας; Γιατί εμείς θα είμαστε η εξαίρεση, λέτε;
Πράγματι μερικές απόπειρες ΣΔΙΤ στον υγειονομικό τομέα έχουν αποτύχει ενώ άλλες έφεραν θετικά αποτελέσματα. Η χώρα μας πρέπει να διδαχθεί από τις εμπειρίες άλλων χωρών και τα αποτελέσματα αυτών που σε αρκετές περιπτώσεις είναι αντιφατικά. Σε κάθε περίπτωση η «θρησκοληψία» ή η «δαιμονοποίηση» για τις ΣΔΙΤ εκφράζουν την αμηχανία του πολιτικού συστήματος απέναντι στα προβλήματα του συστήματος υγείας. Η ρητορική «μαύρο-άσπρο» στενεύει τους διανοητικούς ορίζοντες και ωθεί στην αναβλητικότητα και την καθήλωση. Τα υπέρ και τα κατά των ΣΔΙΤ είναι γνωστά και δεν πρέπει να αγνοούνται. Εξάλλου υπάρχουν ήδη τέτοιες πρακτικές στη χώρα από μακρού. Αυτές και ενδεχομένως και άλλες πρέπει να «μπουν σε τάξη» ώστε τα αποτελέσματά τους να μπορούν να κριθούν με νηφαλιότητα και εντιμότητα.

Για να προχωρήσουν μεταρρυθμίσεις της κλίμακας των ΣΔΙΤ στην Υγεία προϋποτίθεται και πολιτική, αλλά πολύ περισσότερο κοινωνική συναίνεση και ευρύτερη συνεννόηση, αλλιώς ελλοχεύει η γνωστή μας πρακτική του «μεταρρυθμιστικού σαμποτάζ». Υπάρχει, νομίζετε, αυτή συναίνεση;
Είναι αλήθεια ότι η απουσία συναίνεσης δεν εμποδίζει μόνον τις ΣΔΙΤ αλλά το σύνολο των πολιτικών υγείας. Η θεσμική ανωριμότητα και η απουσία ευκρινών κανόνων εμποδίζει την ικανή και αναγκαία συνθήκη της συναίνεσης. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η διαίρεση των πολιτικών δυνάμεων στη περίοδο της σκληρής δημοσιονομικής επιτήρησης σε «μνημονιακές» και «αντιμνημονιακές», πράγμα που επέτρεψε την λήψη μέτρων λιτότητας αλλά απέτρεψε τις διαρθρωτικές αλλαγές. Η εξέλιξη αυτού του φαινομένου οδήγησε στην «τριτοκοσμική» έκπτωση του δημόσιου υγειονομικού τομέα όπως δείχνουν τα σχετικά μεγέθη των διεθνών οργανισμών και στην αμφισβήτηση της βιωσιμότητάς του.

Κύριε καθηγητά, μπορείτε να μας εξηγήσετε διεξοδικά γιατί η εφαρμογή των ΣΔΙΤ στο δημόσιο σύστημα Υγείας προϋποθέτει την αλλαγή του νομικού καθεστώτος για τα νοσοκομεία του ΕΣΥ; Γιατί είναι απαραίτητο αυτά να μετατραπούν σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ);
Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ΣΔΙΤ, ΝΠΙΔ και «ιδιωτικοποίηση» είναι τρία εντελώς διαφορετικά πράγματα. Με τις ΣΔΙΤ θεωρητικά επιχειρείται η ανεύρεση της «χρυσής τομής» για την κινητοποίηση εθνικών πόρων με στόχο την αποδοτικότητα. Οι εφαρμογές αυτής της τεχνικής με προγραμματικές συμβάσεις μπορεί να έχει ως βάση την συνεργασία με τους ιδιώτες γιατρούς και τα εργαστήρια που ήδη γίνεται, σε κάποιο βαθμό, μέσω του ΕΟΠΥΥ . Επίσης στην προσπάθεια επέκτασης της λειτουργίας των υποαπασχολούμενων νοσοκομείων με την καθιέρωση της «ολοήμερης λειτουργίας». Ακόμη στην πρόσληψη εποχιακού επικουρικού προσωπικού και στις επενδύσεις υψηλής δαπανηρής τεχνολογίας με εναλλακτικά σχήματα χρηματοδότησης. Η βασική προϋπόθεση αυτών των επιλογών είναι η τήρηση των κριτηρίων της ιατρικής αποτελεσματικότητας, της οικονομικής αποδοτικότητας και της κοινωνικής ισότητας. Αυτά αποτελούν τον οδηγό των αποφάσεων υποστήριξης του δημόσιου και κοινωνικού συμφέροντος. Ήδη ανεπαισθήτως λειτουργούν τα σχήματα τύπου «ΣΔΙΤ» σε πολλές περιπτώσεις στην ιατρική περίθαλψη συνήθως με ευκαιριακό και αποσπασματικό τρόπο. Απο την άλλη πλευρά τα ΝΠΙΔ συνιστούν το θεσμικό κέλυφος οργανισμών δημόσιου χαρακτήρα που έχουν απαλλαγεί από τις δυσκαμψίες του δημόσιου λογιστικού και την ακαμψία στην διαχείριση των ανθρώπινων πόρων. Σε πολύπλοκα συστήματα παραγωγής όπως είναι τα δημόσια νοσοκομεία μια τέτοια τεχνική είναι αναγκαία για την επιχειρησιακή του απόδοση. Αντίθετα η «ιδιωτικοποίηση» αποτελεί μια μείζονα μεταβολή μετάβασης από τον δημόσιο χαρακτήρα ενός οργανισμού σε ιδιωτικό φορέα, πράγμα που όμως δεν σχετίζεται ούτε με τις ΣΔΙΤ ούτε με τα ΝΠΙΔ. Ο «φετιχισμός» που επικρατεί σχετικά με την έννοια του δημοσίου και του ιδιωτικού συνιστά καταφύγιο των οκνηρών. Μερικά από τα καλύτερα νοσοκομεία στη χώρα στο παρελθόν αλλά και στη παρούσα συγκυρία υπήρξαν και είναι ΝΠΙΔ και να παρέχουν υπηρεσίες υγείας υψηλής ποιότητας με μηδενικές σχετικές τιμές τη στιγμή της ανταλλαγής. Δηλαδή δεν είναι κρατικά, αλλά ούτε ιδιωτικά. Είναι δημόσιου και κοινωνικού συμφέροντος.

© ΧΑΣΙΑΛΗΣ ΒΑΙΟΣ / EUROKINISSI

Η κριτική ορισμένων, οι οποίοι μιλούν για προσπάθεια ιδιωτικοποίησης του δημοσίου συστήματος Υγείας, επειδή ορισμένα νοσοκομεία θα μετατραπούν σε ΝΠΙΔ, είναι, καταφανώς, και άστοχη και ακατανόητη… Μπορείτε να μας δώσετε μία απλή εξήγηση και κάποια παραδείγματα γιατί η μετατροπή ενός νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ) σε ΝΠΙΔ δεν έχει καμία σχέση με την ιδιωτικοποίηση;
Προφανώς είναι αβάσιμη και «φοβική» η θέση ότι η μετατροπή των νοσοκομείων σε ΝΠΙΔ κοινωνικού και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα συνιστά «ιδιωτικοποίηση». Πρόκειται για σύγχυση στους όρους. Τα ΝΠΙΔ κινούνται στο δημόσιο χώρο και αποσκοπούν στο κοινωνικό όφελος σε αντίθεση με τους φορείς οι οποίοι έχουν «ιδιωτικοποιηθεί». Εξάλλου μια τέτοια απόπειρα προσκρούει με βεβαιότητα στην απουσία βιώσιμης προοπτικής. Υπό το πρίσμα αυτό, η αντι-ΣΔΙΤ και αντι-ΝΠΙΔ ρητορική θυμίζει την λαϊκή αναφορά «του χωριάτη με το λύκο», ενώ οι ζητωκραυγές για την «αλήθεια» των ΣΔΙΤ και των ΝΠΙΔ παραπέμπουν στους «αλχημιστές του μεσαίωνα».

Τελικά, κύριε καθηγητά, χωρίς ΣΔΙΤ το ΕΣΥ πεθαίνει; Να υποθέσουμε ότι θεωρείτε πως οι ΣΔΙΤ αποτελούν την τελευταία ελπίδα για την αναγέννηση του ΕΣΥ στη χώρα μας;
Όχι. Δεν είναι οι ΣΔΙΤ πανάκεια. Μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να επιτύχουν βελτίωση της αποδοτικότητας και προσέλκυσης επενδύσεων υψηλής τεχνολογίας. Η επιτυχία τους εξαρτάται από την τεκμηρίωση, τη συναίνεση και την διαφάνεια. Όμως είναι αλήθεια ότι η βιωσιμότητα του ΕΣΥ απειλείται από την καταπόνηση της υποχρηματοδότησης και την έλλειψη στρατηγικής. Η αντίστροφη της φθίνουσας πορείας του απαιτεί συνδυασμό πολλών παραγόντων και κυρίως διαρθρωτικών αλλαγών μεγάλης κλίμακας μεταξύ των οποίων είναι η εισαγωγή τεχνικών και μεθόδων σύγχρονου μάνατζμεντ που περιλαμβάνει ΣΔΙΤ, ΝΠΙΔ και «έξυπνες» κρατικές ρυθμίσεις και παρεμβάσεις. Το σύστημα υγείας στη χώρα -υπό τις παρούσες συνθήκες- δεν είναι βιώσιμο επιχειρησιακά και οικονομικά. Επιπροσθέτως είναι και άδικο λόγω των υψηλών ιδιωτικών πληρωμών και παραπληρωμών, του μεγάλου ποσοστού των νοικοκυριών που εκφράζουν ανεκπλήρωτες ανάγκες και καταστροφικές δαπάνες. Αποτελεί πεδίο ανάδυσης μεγάλων ανισοτήτων. Κανείς δεν μπορεί να υπερασπιστεί αυτή την εκδοχή του.