- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Δίαιτα χαμηλών λιπών ή χαμηλών υδατανθράκων; Η διαφορά στην απώλεια βάρους
Τι δείχνουν τα αποτελέσματα νέας μελέτης
Μια μεγάλη τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή (με την ονομασία DIETFITS) συνέκρινε τις δίαιτες χαμηλών λιπαρών και χαμηλών υδατανθράκων και βρήκε κάποιες διαφορές. Η μέση διαφορά στην απώλεια βάρους ήταν λιγότερο από 1 κιλό στη διάρκεια του 12αμήνου ωστόσο καταγράφηκε μια σημαντική διαφορά στα τριγλυκερίδια νηστείας. Επίσης, καταγράφηκαν μεγάλες ατομικές διαφορές.
Προηγούμενες μελέτες που συνέκριναν δίαιτες χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά και χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες έδειξαν ότι η απώλεια βάρους μπορεί να ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό μέσα στις καθορισμένες ομάδες δίαιτας. Οι αιτίες για αυτό δεν είναι καλά κατανοητές, οδηγώντας τους επιστήμονες να υποθέσουν ότι ίσως η ευαισθησία στην ινσουλίνη ή ορισμένοι κληρονομικοί παράγοντες μπορεί να εξηγούν την επιτυχία ή την αποτυχία των διαφορετικών διαιτολογίων.
Η παρούσα μελέτη εξέτασε αν οι διαφορές στα γονίδια ή την παραγωγή ινσουλίνης θα μπορούσαν να βοηθήσουν να προβλεφθεί η επιτυχία μιας δίαιτας σε συμμετέχοντες που ακολουθούν μια δίαιτα με χαμηλά λιπαρά ή χαμηλούς υδατάνθρακες για 12 μήνες. Η μελέτη αυτή είναι αξιοσημείωτη λόγω της μεγάλης ομάδας των συμμετεχόντων και την προσεκτική παρακολούθηση της διατροφής τους. Περιέλαβε 609 υγιείς συμμετέχοντες που χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Συμμετείχαν 263 άνδρες και 346 γυναίκες. Ο μέσος ΔΜΣ (Δείκτης Μάζας Σώματος) ήταν 33 και η μέση ηλικία ήταν 40±7 έτη.
Τα ποσοστά των μακροθρεπτικών συστατικών στους 12 μήνες ήταν στην ομάδα των υδατανθράκων έναντι της ομάδας λιπών: 48% έναντι 30% για τους υδατάνθρακες, 29% έναντι 45% για το λίπος και 21% έναντι 23% για τις πρωτεΐνες. Κατά τη διάρκεια της μελέτης, κάθε εθελοντής παρακολούθησε 22 συνεδρίες διαιτητικής συμβουλευτικής με πιστοποιημένο διαιτολόγο.
Κατά τη διάρκεια των πρώτων 2 μηνών της μελέτης, η ομάδα των χαμηλών λιπαρών έλαβε οδηγίες να καταναλώνει μόνο 20 γραμμάρια λίπους ανά ημέρα και η ομάδα χαμηλών υδατανθράκων μόνο 20 γραμμάρια υδατανθράκων ανά ημέρα. Ωστόσο, δεν παρέμειναν σε αυτά τα επίπεδα επ’ αόριστον: στο τέλος της περιόδου των 2 μηνών, οι εθελοντές άρχισαν να προσθέτουν λίπη ή υδατάνθρακες στη διατροφή τους. Καμία ομάδα δεν κατάφερε να επιμείνει στις πολύ χαμηλές δόσεις έναρξης: Μέχρι τον τρίτο μήνα, η ομάδα των χαμηλών λιπαρών κατανάλωνε κατά μέσο όρο 42 γραμμάρια λίπους ημερησίως, ενώ η ομάδα των χαμηλών υδατανθράκων κατανάλωνε κατά μέσο όρο 96,6 γραμμάρια υδατανθράκων την ημέρα.
Είναι πιθανό κάποιοι εθελοντές στην ομάδα των χαμηλών υδατανθράκων να παρουσίασαν κέτωση (παραγωγή κετονών πάνω από το σύνηθες) κατά τη διάρκεια των πρώτων 2 μηνών λόγω της πολύ χαμηλής πρόσληψης υδατανθράκων. Ενώ η ομάδα των χαμηλών υδατανθράκων ήταν σε θέση να επιτύχει μειωμένη πρόσληψη υδατανθράκων σε όλη τη διάρκεια της μελέτη (≈115 g / ημέρα), μόνο μια πολύ μικρή μειονότητα ανέφερε κατανάλωση κάτω από 50 γραμμάρια την ημέρα – το όριο πρόσληψης που θεωρείται τυπικό για να σημειωθεί κέτωση.
Ενώ δεν δόθηκαν στόχοι για τη πρόσληψη θερμίδων ανά ημέρα, οι δύο ομάδες ενθαρρύνθηκαν να καταναλώνουν ολόκληρα τρόφιμα υψηλής ποιότητας. Συγκεκριμένα, τους δόθηκαν οδηγίες να μεγιστοποιηθεί η πρόσληψη λαχανικών, να ελαχιστοποιηθεί η πρόσληψη προστιθέμενων σακχάρων, επεξεργασμένων αλεύρων και τρανς λιπαρών.
Πραγματοποιήθηκαν συνολικά 12 τυχαίες και απροειδοποίητες αξιολογήσεις της διατροφής των εθελοντών. Με αυτή τη μέθοδο, ένας ερευνητής ζητά από τα άτομα να ανακαλέσουν όλα τα τρόφιμα και ποτά που κατανάλωσαν τις προηγούμενες 24 ώρες. Η διατροφική συμμόρφωση επιβεβαιώθηκε επίσης από τις μεταβολές στα λιπίδια του αίματος και την αναλογία των εκπνεόμενων αερίων (αυτό δείχνει πόσο λίπος ή υδατάνθρακες καίει κάποιος).
Όλοι οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε εξέταση για τον γονότυπο «χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά» (υποτίθεται ότι σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει κάποιος να κάνει δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά) και για το γονότυπο «χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες». Άλλα μετρούμενα αποτελέσματα περιελάμβαναν μεταβολές στη σύνθεση του σώματος, τα επίπεδα χοληστερόλης, η αρτηριακή πίεση, τα τριγλυκερίδια νηστείας, τα επίπεδα γλυκόζης νηστείας, η ινσουλίνη, ο βασικός μεταβολισμός και ο συνολικός μεταβολισμός.
Τα αποτελέσματα
Συνολικά, 481 συμμετέχοντες ολοκλήρωσαν ολόκληρη τη δοκιμή, γεγονός που μεταφράζεται σε ποσοστό εγκατάλειψης 21%.
Ενώ δεν υπήρχαν σημαντικές διατροφικές διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων πριν ξεκινήσουν οι διαιτητικές παρεμβάσεις, υπήρξαν σημαντικές διαφορές στους μήνες 3, 6 και 12 όσον αφορά την πρόσληψη υδατανθράκων, λιπών, πρωτεϊνών, φυτικών ινών και προστιθέμενων σακχάρων. Επιπλέον, η πρόσληψη κορεσμένου λίπους μειώθηκε σημαντικά στην ομάδα των χαμηλών λιπαρών, ενώ ο γλυκαιμικός δείκτης ήταν χαμηλότερος στην ομάδα των χαμηλών υδατανθράκων.
Η μελέτη δεν έδειξε σημαντικές διαφορές απώλειας βάρους μεταξύ των δύο ομάδων. Μετά από 12 μήνες, η ομάδα με τα λίγα λιπαρά είχε χάσει 5,3 κιλά και η ομάδα με τους λίγους υδατάνθρακες είχε χάσει 6,0 κιλά. Αυτή η διαφορά δεν ήταν στατιστικά σημαντική.