- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η Φωτεινή Τσαλίκογλου μιλάει στην A.V. για τις αυτοκτονίες, την κατάθλιψη και το ναρκισσισμό
«Η ιατρικοποίηση της οδύνης είναι μία πράξη βίας»
Από την «έξαρση» των αυτοκτονιών στην αποσιώπησή τους, την αποδιάρθρωση του συστήματος ψυχικής υγείας όπου ένας μόνο στους τέσσερις ασθενείς έχει σχετικά επαρκή ψυχιατρική φροντίδα, την κατάθλιψη ως συνέπεια της διάρρηξης των κοινωνικών δεσμών και την εξουθενωτική αίσθηση ότι «τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει», η καθηγήτρια Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Φωτεινή Τσαλίκογλου θέτει μια σειρά καίριων ζητημάτων ανοίγοντας το δημόσιο διάλογο για το χώρο της ψυχικής υγείας.
Στα μέσα του ερχομένου Μαρτίου πραγματοποιείται στην Αθήνα ένα πανελλήνιο συνέδριο με διεθνείς συμμετοχές και με θέμα τις αυτοκτονίες. Κυρία Τσαλίκογλου, πόσο κακό έκανε στον ψυχισμό όλων μας το γεγονός ότι κυκλοφορούσαν τα προηγούμενα χρόνια έντονες φήμες περί… 5.000 - 6.000 αυτοκτονιών τον χρόνο στην Ελλάδα, αριθμοί οι οποίοι βρίσκονται πολύ μακριά από την πραγματικότητα;
Στον πόλεμο, όπως λέγεται, το πρώτο θύμα είναι η αλήθεια. Κάπως έτσι, μέσα στην εμπόλεμη συνθήκη ζωής που έφτιαξε τα τελευταία χρόνια η κρίση, ο εικαζόμενος αριθμός αυτοκτονιών άγγιξε τα ουράνια! Η ακριβής καταγραφή των αυτοκτονιών είναι έτσι κι αλλιώς μια υπόθεση δυσχερής. Στίγμα, ντροπή, ενοχές, θρησκευτικές προκαταλήψεις συσκοτίζουν το τοπίο έτσι ώστε ένας όχι ευκαταφρόνητος αριθμός αυτοχειριών να δηλώνεται ως αιφνίδιος θάνατος. Ας συνυπολογίσουμε εδώ τις μεταμφιεσμένες μορφές αυτοχειρίας, όπως π.χ. την αμέλεια ιατρικής φροντίδας, τα θανατηφόρα τροχαία, την αλκοολική μέθη, τις κάθε λογής αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές.
Κι όμως, παρά μια αυξητική τάση των αυτοκτονιών, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει έναν από τους χαμηλότερους δείκτες αυτοκτονιών στην ΕΕ. Οι φήμες για την έκρηξη των αυτοκτονιών που επιστρατεύονται και μέσα από τα ΜΜΕ τροφοδοτούν έναν έμφοβο τρόπο ύπαρξης υποθάλποντας όλα εκείνα τα συναισθήματα που με ένα βίαιο τρόπο έφερε στο προσκήνιο η κρίση: οργή, πανικό, ανημπόρια, μίσος, μισαλλοδοξία.
Από την άλλη μεριά, σκέφτομαι ότι ένα αντίστοιχο κακό στον ψυχισμό μας προκαλεί ίσως και η αποσιώπηση των αυτοχειριών. Τον τελευταίο καιρό έχουν πάψει να αποτελούν είδηση. Περάσανε στα ψηλά. Το δράμα φυσικοποιήθηκε; Δραματοποίηση από τη μία, αποσιώπηση από την άλλη. Οι δύο όψεις ενός ίδιου νομίσματος. Δεν ξέρω τι από τα δυο είναι πιο βλαβερό για τον ψυχισμό. Σε κάθε περίπτωση αξίζει να έχουμε κατά νου ότι το φαινόμενο της αυτοκτονίας είναι πολυπαραγοντικό. Η κατάθλιψη, µαζί µε τη σχιζοφρένεια, είναι ένας από τους –ισχυρούς– παράγοντες που ευνοούν την αυτοκτονία. Εν µέσω οικονοµικής κρίσης οι ψυχικά ευάλωτοι ανήκουν έτσι κι αλλιώς σε οµάδα υψηλού κινδύνου. Όμως κάθε αυτοκτονία είναι µοναδική. Δεν συρρικνώνεται σε µία εξίσωση. Διέπεται από σηµαντική πολυπλοκότητα και πάντως δεν ερµηνεύεται µε µονοαιτιολογήσεις, «το έκανε επειδή…».
Νομίζετε ότι οι ψυχολόγοι και οι ψυχίατροι είναι –και πρέπει να είναι– οι καλύτεροι φίλοι μας στη βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση, η οποία σοβεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας, ή η ιατρικοποίηση των κοινωνικών προβλημάτων έχει λάβει, λανθασμένα, πολύ ευρείες διαστάσεις και στην Ελλάδα και διεθνώς;
Ψυχολόγοι και ψυχίατροι θα ήταν άστοχο και αντιθεραπευτικό να είναι οι καλύτεροι μας φίλοι. Προκειμένου να λειτουργήσει η θεραπευτική συνθήκη χρειάζεται μια αναγκαία απόσταση ασφαλείας που η φιλία, ευτυχώς, συχνά καταργεί. Σε κάθε περίπτωση, η ιατρικοποίηση της οδύνης δεν είναι μια πράξη φιλίας, είναι μια πράξη βίας. Είναι η εύκολη μη-λύση που συρρικνώνει την πολυπλοκότητα του ανθρώπινου ψυχισμού. Αδειάζει τον ψυχικό πόνο από το νόημά του. Μετατρέπει τον ψυχικά πάσχοντα από υποκείμενο της οδύνης του σε ένα σύνολο ανεπιθύμητων συμπτωμάτων.
Ενώ τα αιτήματα για λήψη υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας εκτιμάται ότι έχουν αυξηθεί και διευρυνθεί τα τελευταία χρόνια, το δημόσιο σύστημα Ψυχικής Υγείας είναι αποδιαρθρωμένο και αναξιόπιστο, ενώ ο ιδιωτικός τομέας Ψυχικής Υγείας παραμένει πολύ ακριβός, εάν επιθυμεί, βεβαίως, κανείς να λάβει υψηλού επιπέδου υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας. Διαπιστώνετε και εσείς αυτό το αδιέξοδο; Υπάρχει λύση;
Ένας μόνον στους τέσσερις ασθενείς έχει μια σχετικά επαρκή ψυχιατρική φροντίδα. Οι υπόλοιποι τρεις αφήνονται στο έλεος μιας «μη θεραπευόμενης νοσηρότητας» την ίδια στιγμή που περικόπτονται δραματικά οι πόροι στον χώρο της ψυχικής υγείας. Με αυτό το δεδομένο, τι να πει κάνεις; Τα μεγάλα λόγια περί του αναφαίρετου δικαιώματος στην υγεία, περί της ψυχικής υγείας ως δημόσιου αγαθού και κοινωνικού δικαιώματος, περί της σημασίας της πρόληψης, περί της αναγκαιότητας ενδυνάμωσης του κοινωνικού κρατους, …περί …περί…περί… κ.λπ. κ.λπ. κ.λπ. Όλα αυτές οι πολιτικά ορθές διακηρύξεις χάνουν την καταγγελτική τους δύναμη. Η φλόγα τους σβήνει μέσα στην αβάσταχτη ρητορεία της. Φτωχοποίηση του πληθυσμού αλλά και της αξιοπιστίας του λόγου που αρθρώνεται για την καταπολέμησή της. Οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους και ξεψυχούν. Ίσως ένα άμεσο ανέξοδο βήμα πριν από την επίλυση θα ήταν η συστολή ως προς τον δημόσιο λόγο που αρθρώνεται για την επίλυση του προβλήματος.
Τελικά, τι συμβαίνει; Η κατάθλιψη ανέρχεται σιγά-σιγά, πράγματι, σε κυρίαρχη νόσο διεθνώς, αλλά και στην Ελλάδα, ή πρόκειται απλώς για τη γνωστή ευκολία με την οποία συνυπογράφουν μαζικά οι ψυχίατροι τα αντικαταθλιπτικά;
Οι λόγοι αύξησης των καταθλίψεων είναι ορατοί. Αν η απώλεια βρίσκεται στην καρδιά της κατάθλιψης, οι κάθε λογής απώλειες που μας κυκλώνουν είναι εύλογο να ευνοούν την ανάπτυξή της: αποεπένδυση του μέλλοντος, διάρρηξη των κοινωνικών δεσμών, εξουθενωτική αίσθηση ότι «τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει» δημιουργούν την ευθραυστότητα μιας «καταθλιπτικής απόσυρσης» και τροφοδοτούν την οδύνη. Μια παραλυτική για τη λειτουργία του ατόμου ψυχική και κοινωνική οδύνη. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο η μαζική συνταγοράφηση ενός χαπιού, μια κίνηση σπασμωδική, αποκομμένη από ένα ανύπαρκτο διευκολυντικό περιβάλλον, και μια απούσα ψυχοθεραπευτική στήριξη, συνδέονται με ένα σχεδόν βρεφικό αίτημα: Nα σταματήσεις με μια αραχνοΰφαντη γάζα μια ακατάσχετη αιμορραγία.
Υπάρχουν δομικά τραύματα για τους νέους με παρατεταμένη εφηβεία, εξαιτίας της κρίσης, οι οποίοι, μάλιστα, μπορεί να μεγαλώνουν επίσης με μία μητέρα-νάρκισσο;
O ναρκισσισμός, η εμμονική αγάπη του εαυτού, πέραν της ατομικής παθολογίας αφορά και σε μια τάξη πραγμάτων. Ευνοείται και από τις ιδιαιτερότητες μιας εποχής, από ένα κυρίαρχο ήθος, μια κουλτούρα κενού που καλλιεργεί το «φαίνεσθαι» σε βάρος του «είναι» θυμίζοντας λίγο το κακό που μπορεί να κάνει μια ναρκισσιστική μητέρα στο παιδί της: την υπονόμευση της αυτονομίας του, την απώλεια της εσωτερικής του συνοχής, τη γέννηση ενός ψεύδους εαυτού.
Σε τέτοιες περιπτώσεις, λοιπόν, τι θα μπορούσε να κάνει ένας νέος ώριμος άνδρας ή μια γυναίκα για να γιατρέψει τις πληγές που προκλήθηκαν από την τοξική σχέση του με τη μητέρα-νάρκισσο;
Να μην κουκουλώσει τις πληγές, να τις αναγνωρίσει, και παράλληλα να μην ταυτισθεί μαζί τους, να μην αντιλαμβάνεται δηλαδή τον εαυτό του μέσα από αυτές. Δεν είναι το παιδί μιας πληγής. Δεν είναι η πληγή του. Είναι αυτό που συνεχώς και ακατάπαυστα γίνεται… Δεν είναι δέσμιος ενός αρχικού τραύματος. Είναι μαζί η πληγή και η επούλωση της. Είναι η πληγή και η διαδικασία επούλωσης της πληγής. Στην επεξεργασία από «αυτό-που-δεν-υπάρχει-ακόμα» ο νέος θα αντλήσει ελπίδα και ανάσα.
Στον μύθο του Νάρκισσου, ο ερωτευμένος με τον εαυτό του νέος είναι τόσο απορροφημένος από το εγώ του ώστε δεν ακούει τη νύμφη Ηχώ η οποία, απελπισμένη καθώς ήταν με τον έρωτά της γι’ αυτόν, τον καλούσε συνεχώς έως ότου η φωνή της έσβησε. Θα φανταστώ μια ιδεατή άλλη εκδοχή του μύθου: Ο Νάρκισσος λίγο πριν την καταστροφή, λίγο πριν δηλαδή πνιγεί από το είδωλό του στο ποτάμι, ακούει τη φωνή της ερωτευμένης νύμφης, εγκαταλείπει το είδωλό του και στρέφεται στη σχέση, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για τη συνέχεια της ιστορίας.
Αν υποθέσουμε ότι η έννοια της ωριμότητας έχει ένα αντίκρισμα θα σας έλεγα ότι ένας «ώριμος/η» άνδρας ή γυναίκα για να γιατρέψει τις πληγές του θα πρέπει να επιθυμήσει και να οργανώσει τη μετάβαση από τον ναρκισσισμό στη σχέση.
Κυρία Τσαλίκογλου, πόσο έχει επηρεάσει η εποχή που ζούμε την εκδήλωση ναρκισσιστικών συμπεριφορών, γενικότερα;
Η εντελώς απομαγεμένη εποχή της ρευστής νεωτερικότητας δυσκολεύεται να προσφέρει στον σημερινό άνθρωπο νόημα ζωής και νόημα θανάτου. Η κατανόηση του Άλλου χάνεται μαζί με την αναπαράστασή του. Μένουμε απορροφημένοι στην αντανάκλαση ενός ειδώλου. Ενός εαυτού έμμονα προσηλωμένου στον εαυτό του. Το εγώ χωρίς το εσύ, όμως, είναι ένα μελλοθάνατο πλάσμα που κάποια στιγμή θα πνιγεί μέσα στον αντικατοπτρισμό του.
Ποια είναι η Φωτεινή Τσαλίκογλου
Καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης με καθηγητή τον Ζαν Πιαζέ και ειδικεύτηκε στην Κλινική Ψυχολογία. Είναι συγγραφέας επιστημονικών βιβλίων και δοκιμίων. Εχει επιμεληθεί σειρές εκπομπών στη δημόσια τηλεόραση γύρω από θέματα ψυχικής οδύνης και δημιουργικότητας. Τα μυθιστορήματά της μεταφράζονται σε πολλές γλώσσες και κυκλοφορούν στην Ευρώπη και την Αμερική. Ανάμεσα τους Η κόρη της Ανθής Αλκαίου, Εγώ, η Μάρθα Φρόυντ, Έρως φαρμακοποιός, Ονειρεύτηκα πως είμαι καλά, Το χάρισμα της Βέρθας, Όλα τα ναι του κόσμου, Το Ευτυχισμένο Νησί, το διαλογικό έργο Μήπως; (με τη Μαργαρίτα Καραπάνου), Δεν μ’ αγαπάς, μ’ αγαπάς: Τα παράξενα της μητρικής αγάπης, 8 ώρες και 35 λεπτά (The Secret Sister) Πρόσφατα κυκλοφόρησε το τελευταίο της μυθιστόρημα Η Μετακόμιση. Υπο έκδοση το δοκίμιο Μαθήματα θανάτου και ζωής: O Γιάλομ στην Αθήνα.
Με την εισήγηση της Φωτεινής Τσαλίκογλου θα ξεκινήσει το Σάββατο 3 Φεβρουαρίου ο κύκλος ομιλιών που πραγματοποιούν οι εκδόσεις Πορφύρα στο Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη.
Με γενικό τίτλο «Υπάρχει χώρος για μένα;», η φετινή διοργάνωση επιχειρεί να ρίξει φως στη σχέση μεταξύ ναρκισσιστικού γονιού και παιδιού. Ένα θέμα με πολλές προεκτάσεις που παραμένει -δυστυχώς- πάντα επίκαιρο. Στην εισήγησή της η κυρία Τσαλίκογλου, η οποία έχει τη συνολική επιμέλεια του κύκλου ομιλιών, θα εστιάσει στο δεσμό μητέρας-παιδιού. Η ίδια θέτει το εξής εύστοχο ερώτημα: «Σε ποιο βαθμό και με πιο τρόπο η εποχής μας, εποχή ρευστής αβεβαιότητας και ναρκισσιστικής έξαρσης, δυσχεραίνει τη διά βίου σχέση μητέρας παιδιού;».
Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη, Β. Σοφίας 9 & Μέρλιν 1, 210 3611206, www.thf.gr
Σάββατο 3 Φεβρουαρίου, 18:00-20:00