Health & Fitness

Γυναικείοι άθλοι

Όλο και περισσότερα κορίτσια βγαίνουν στο δρόμο για να τρέξουν, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι

Αγγελική Κοσμοπούλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κυριακή και στο timeline μου βλέπω, ανάλογα με την ώρα, τους φίλους δρομείς να ανακοινώνουν τα προπονητικά σχέδια της μέρας κι έπειτα να ανεβάζουν φωτογραφίες από αγώνες και εξορμήσεις. Τα τελευταία χρόνια, ανάμεσά τους βλέπω όλο και περισσότερα κορίτσια. Και καμαρώνω, και χαίρομαι για το γυναικείο άθροισμα.

Είκοσι χρόνια πριν που άρχισα να τρέχω, ήταν λίγα τα κορίτσια στο δρόμο, λιγότερα στους αγώνες. Γνωριζόμασταν μεταξύ μας –και τις προπονήσεις τις κάναμε μαζί με τα αγόρια, καθένας στον ρυθμό του. Τώρα, τα στατιστικά στοιχεία του μαραθωνίου της Αθήνας καταγράφουν όλο και περισσότερες γυναίκες δρομείς, σε μικρές ή μεγάλες αποστάσεις. Από αυτές, κάποιες θα μείνουν πιστές στο τρέξιμο, άλλες θα εγκαταλείψουν, άλλες θα αρχίσουν και θα σταματήσουν ξανά, ακολουθώντας τον ρυθμό της ζωής και της βιολογίας, ιδίως της μητρότητας. Μα σημασία έχει πως βγαίνουν στο δρόμο και δοκιμάζουν τη δύναμή τους, γνωρίζουν την άλλη όψη της ελευθερίας τους και βουτούν σε μια μοναδική χαρά.

Δεν ήταν πάντα έτσι. Μια ματιά στην ιστορία των σπορ, το φανερώνει. Στην αρχαιότητα οι γυναίκες δεν είχαν πρόσβαση στους Ολυμπιακούς Αγώνες, ούτε καν ως θεατές. Ναι, είχαν τους δικούς τους αγώνες, όπως τα Ηραία, μα τα λιγοστά μνημεία και οι ακόμα λιγότερες πηγές δεν επιτρέπουν την αξιολόγηση της γυναικείας ικμάδας στην άθληση. Και δεν είναι μόνον η αρχαιότητα.

Στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες, το 1896, δεν συμμετείχαν επίσημα γυναίκες. Οι αγώνες ήταν αποκλειστικά ανδρικοί. Ο εμπνευστής τους Βαρώνος ντε Κουμπερτέν πίστευε πως η συμμετοχή των γυναικών θα ήταν "πρακτικά ασύμφορη, αδιάφορη για το κοινό, αντιαισθητική και γενικώς μια λανθασμένη επιλογή. "

Στους επόμενους, στο γύρισμα του 20ού αιώνα στο Παρίσι, εντάχθηκαν τα πρώτα γυναικεία αθλήματα: τένις και γκολφ. Η κολύμβηση προστέθηκε το 1912, με την απουσία αμερικανίδων αθλητριών, καθώς η συμμετοχή σε αθλητικούς αγώνες απαγορευόταν ακόμα. Οι πρώτοι αγώνες στίβου γυναικών έγιναν το 1928. Ήταν τόσες οι συμμετέχουσες που κατέρρευσαν στο τέλος της κούρσας των 800 μέτρων, που το άθλημα απαγορεύτηκε ως το 1960.

Το μακρινό 1967, η Katherine Switzer ήταν η πρώτη γυναίκα που πήρε μέρος στον ιστορικό μαραθώνιο της Βοστώνης. Δήλωσε συμμετοχή στον ανδρικό αγώνα με τα αρχικά “Κ.V.Switzer”, έτρεξε μαζί με συναθλητές της από τον δρομικό όμιλο, αλλά στη διάρκεια της κούρσας έγινε αντιληπτή από έναν οργανωτή που προσπάθησε βίαια να τη σταματήσει. Χάρη στις παρεμβάσεις των συναθλητών της κατάφερε να τερματίσει, αλλά οι φωτογραφίες της που έκαναν τον γύρο του κόσμου άλλαξαν την αντίληψη για το γυναικείο τρέξιμο, ανοίγοντας τον δρόμο στις γυναίκες, στη Βοστώνη και αλλού. 

Μα υπάρχει και μια παλιότερη ελληνική ιστορία, λιγότερο γνωστή. Τον Απρίλιο του 1896, ο Σπύρος Λούης κέρδισε τον πρώτο ολυμπιακό μαραθώνιο, τερματίζοντας σε 2:58:50 στο κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο. Η ιστορία κατέγραψε επίσης τον άθλο του Χαρίλαου Βασιλάκου. Αυτή που ίσως δεν ξέρουμε είναι η ιστορία της γυναίκας που την επομένη του Ολυμπιακού Μαραθωνίου, στον απόηχο της μεγάλης ελληνικής νίκης, τερμάτισε την ίδια διαδρομή έξω από το Παναθηναϊκό Στάδιο.

Η πρώτη γυναίκα μαραθωνοδρόμος λεγόταν Σταμάτα Ρεβύθη και καταγόταν από τη Σύρο. Σχεδόν 30 χρόνων, φτωχή και μάλλον χήρα, ζούσε στον Πειραιά αλλά συχνά αναγκαζόταν να περπατά 9 χιλιόμετρα ως την Αθήνα για να δουλέψει. Σύμφωνα με τις λιγοστές μαρτυρίες, η Ρεβύθη αποφάσισε να λάβει μέρος στον αγώνα τυχαία. Κάποιες μέρες νωρίτερα, στο δρόμο για την Αθήνα, με το μωρό της στην αγκαλιά, συνάντησε έναν δρομέα που προπονούνταν. Κοντοστάθηκε να της μιλήσει, τη βοήθησε με λίγα χρήματα και απάντησε στο ενδιαφέρον της για το τρέξιμο προτείνοντάς της να τρέξει κι εκείνη στον αγώνα, για να κερδίσει χρήματα και να βραβευτεί από τον βασιλιά.  

Το αποφάσισε. Την παραμονή του Ολυμπιακού αγώνα, έφτασε στον Μαραθώνα, μαζί με τους υπόλοιπους δρομείς. Το ενδιαφέρον της να τρέξει είχε γίνε γνωστό. Ο κόσμος περίμενε να τη γνωρίσει και οι δημοσιογράφοι της απηύθυναν ερωτήσεις. Δεν έλειπαν τα κοροϊδευτικά λόγια, στα οποία απαντούσε σίγουρη και ετοιμόλογη. Τη μέρα του αγώνα, ζήτησε από τον παπά της ενορίας την ευλογία του, όπως και οι υπόλοιποι δρομείς. Όμως ο παπάς αρνήθηκε, με τη  δικαιολογία ότι δεν ήταν επισήμως εγγεγραμμένη στον αγώνα. Ούτε οι διοργανωτές δέχτηκαν να συμμετέχει. Απογοητεύτηκε, πείσμωσε και όταν αργότερα έμαθε για τον θρυλικό τερματισμό του Σπύρου Λούη αποφάσισε να δοκιμάσει και η ίδια.

Την επομένη της νίκης του Σπύρου Λούη, ξεκίνησε μόνη της να τρέχει τη μαραθώνια διαδρομή. Μετά από 5:30 ώρες έφτασε στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Οι αστυνομικοί δεν της επέτρεψαν να μπει, κι εκείνη ζήτησε και πήρε μια υπεύθυνη δήλωση που απλώς αποδείκνυε ότι είχε ολοκληρώσει τον αγώνα, για να την προσθέσει στους άλλους μάρτυρες που είχε στη διαδρομή. Τους είπε πως θα πήγαινε κατευθείαν στον Τιμολέοντα Φιλήμονα, διακεκριμένο μέλος της οργανωτικής επιτροπής των αγώνων, για να του εξιστορήσει το κατόρθωμά της και να ζητήσει δουλειά για την ίδια ή κάποιο βοήθημα για το παιδί της.

Η συνέχεια της ιστορίας δεν είναι γνωστή. Αυτό που είναι βέβαιο είναι πως φέτος, 120 χρόνια μετά, εκτός από μια λαμπρή ελληνική ολυμπιακή νίκη στον πρώτο μαραθώνιο θα πρέπει να μην ξεχνάμε αυτήν την άγνωστη αθλήτρια που, δεκαετίες πριν θεσμοθετηθεί η γυναικεία συμμετοχή στο κορυφαίο αγώνισμα, έτρεξε μόνη της, κόντρα στη χλεύη και στις προκαταλήψεις της εποχής, διεκδικώντας ισότητα και μια καλύτερη μέρα.