Health & Fitness

Ένα λεπτό

«Μαμά, έχεις έρθει ποτέ τελευταία σε αγώνα;»

Αγγελική Κοσμοπούλου
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τις προάλλες, ο Οδυσσέας συμμετείχε στους πρώτους του αγώνες στο τζούντο. Μπήκε κάπως αδιάφορα το πρωί στην αίθουσα που ήταν γεμάτη παιδιά από ένα σωρό συλλόγους. Μαζί του κι εμείς. Προσπαθούσε να διαχειριστεί το άγχος του για το άγνωστο προτάσσοντας μια δόση αδιαφορίας αντί άλλης αυτοάμυνας. Μα όσο περνούσε η ώρα και τα ζευγάρια σηκώνονταν για να παλέψουν, άρχισε να «ζεσταίνεται» η διάθεσή του.

Το ένα ζευγάρι ανέβαινε μετά το άλλο και τα αποτελέσματα των συμπλοκών έκαναν τον ένα να τερματίζει την προσπάθεια και τον άλλο να συνεχίζει με επόμενο αντίπαλο. Παρακολουθούσαμε όλοι με ενδιαφέρον, αποκωδικοποιώντας τα χαρακτηριστικά των παιδιών που νικούσαν και εκείνα των άλλων που έβγαιναν δεύτερα στον αγώνα. Και, αξιοποιώντας την ευκαιρία, συζητούσαμε πώς είναι να αγωνίζεσαι.

Πίσω μας στεκόταν όρθιος ένας μεγαλόσωμος άντρας κάποιας ηλικίας, δάσκαλος μιας άλλης σχολής, όπως φαινόταν από τα λόγια και τους χειρισμούς του. Ευθυτενής και ιδιαίτερα γοητευτικός, με φυσιογνωμία που παρέπεμπε στην ανατολική Ευρώπη και σε άλλες εποχές. Δεν μιλούσε πολύ. Τα μάτια του ήταν διαρκώς στραμμένα στο τατάμι, παρακολουθώντας με προσοχή όλα τα παιδιά. Από καιρού εις καιρόν τον έβλεπα με κάποιον από τους μικρούς αθλητές που τον αναζητούσαν –να ενθαρρύνει, να σχολιάζει, να δίνει οδηγίες ή απλώς μια αγκαλιά.

Στις πολλές ώρες που μείναμε όρθιοι στην αίθουσα περιμένοντας τη σειρά του Οδυσσέα, ανταλλάξαμε βιαστικά λίγες κουβέντες από εκείνες που πιάνουν οι άγνωστοι που δεν τους μέλλει να ξανασυναντηθούν. «Ωραία λαβή», «αυτός είναι πολύ δυνατός», τέτοια. Τόσα όσα χρειάζονταν για να ζεσταθεί το κλίμα. Κι όταν κάποια στιγμή τον έφτασε ένας μικρός ζητώντας παρηγοριά, δεν μπορούσα να μην κρυφακούσω τα λόγια του.

«Δεν ήσουν εκεί», του είπε. «Δεν ήσουν συγκεντρωμένος. Ήσουν προπονημένος, αλλά μπήκες στον αγώνα για να χάσεις, όχι για να κερδίσεις. Δεν μπήκες με τον αέρα του νικητή, γι΄αυτό δεν τα κατάφερες». Ο μικρός κατάλαβε με αυτό και μόνο. Κι όταν απομακρύνθηκε, γύρισα προς το μέρος του δασκάλου για να του μιλήσω, παραδεχόμενη πως είχα κρυφακούσει τα λόγια του.

«Αυτός ο αγώνας διαρκεί ένα, μόλις, λεπτό. Σ΄αυτό το ένα λεπτό πρέπει να νικήσεις. Δεν έχεις χρόνο να αμφισβητήσεις τον εαυτό σου, να σκεφτείς ή να προετοιμαστείς σε πραγματική συνθήκη, ζυγίζοντας τον αντίπαλο. Μόνον να παλέψεις».

Είχε δίκιο. Αυτό που έλεγε το ήξερα καλά από τους δρόμους, από τους αγώνες. Προπονείσαι καιρό, προσπαθείς και ιδρώνεις, πασχίζεις να τιθασεύσεις τα χιλιόμετρα και να αγγίξεις τον επιθυμητό χρόνο. Το κάνεις και το ξανακάνεις, σε επανάληψη. Δοκιμάζεις και άλλοτε πετυχαίνει, άλλοτε όχι. Μα όταν φτάνεις στην αφετηρία, όταν ο πραγματικός αγώνας ξεκινά, πρέπει να αφήσεις πίσω σου την προπόνηση. Το καπέλο του αθλητή που αγωνίζεται δεν είναι ίδιο με εκείνο του αθλητή που προπονείται. Στην αφετηρία δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς, δεν έχεις ευκαιρία να «ζεσταθείς». Βρίσκεσαι έτοιμος, με όπλα την προετοιμασία σου και την ικανότητα να προσανατολιστείς στο στόχο. Στον χρόνο ή στην απόσταση. Όποιος και να είσαι, όσο μεγαλεπήβολος ή ταπεινός κι αν είναι ο στόχος που έθεσες, δεν θα τον φτάσεις αν δεν μπεις στον αγώνα συνειδητά, με προσήλωση στη δική σου επιδίωξη. Αν μπεις για να πετύχεις, μπορεί να τα καταφέρεις. Αν μπεις χωρίς να διακρίνεις τον αγώνα από την προπόνηση, δύσκολα. Θα σου λείπουν η συγκέντρωση των δυνάμεων, το βλέμμα στο τέρμα, η υπέρβαση που απαιτεί κάθε νίκη, έστω αφανής στους έξω από εσένα.

Όταν ήρθε η ώρα του Οδυσσέα να παλέψει, ήταν ανήσυχος αλλά έτοιμος να προσπαθήσει. Μπήκε στον πρώτο αγώνα με μαχητικότητα που του έδωσε τη νίκη. Στον δεύτερο, ο επόμενος αντίπαλος, φορμαρισμένος και εμφανώς προσανατολισμένος σε θετικό αποτέλεσμα, «καθάρισε» το παιχνίδι από την αρχή. Ο τρίτος και καθοριστικός για το μετάλλιο ήταν άδικος. Οι παίκτες ήταν ισόπαλοι και, βάσει κανονισμού, τον νικητή θα επέλεγε ο κριτής που ένευσε προς την άλλη κατεύθυνση, αυθαίρετα πιστεύω.

Μαζέψαμε τα πράγματα και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Στην άνοδο, διασχίζοντας τον Κήπο, συζητούσαμε το αποτέλεσμα, με ανάμικτα συναισθήματα: χαρά για τη συμμετοχή, λύπη για το αποτέλεσμα, απογοήτευση για τη φαινομενική αδικία που του στέρησε το μετάλλιο, πείσμα για τη συνέχεια.

«Μαμά, έχεις έρθει ποτέ τελευταία σε αγώνα;», με ρώτησε. Του είπα την ιστορία του πρώτου μου αγώνα, πάνω από είκοσι χρόνια πριν, που φοβόμουν τόσο πως θα τερμάτιζα τελευταία και ήρθα ακριβώς προτελευταία, νικώντας μόνον έναν ηλικιωμένο καρδιοπαθή. Περνώντας τη γραμμή εκείνου του πρώτου τερματισμού ήξερα ήδη πως δεν ήταν οι δυνάμεις μου που με κράτησαν πίσω αλλά η προδιαγεγραμμένη αίσθηση που είχα για το αποτέλεσμα, η καταλυτική επίδραση του φόβου μου. Έμαθα γρήγορα, και με τα χρόνια πέρασα από τις τελευταίες θέσεις στις μεσαίες και, κάποτε, στις πρώτες της κατηγορίας μου. Όσο για τις συνθήκες που έφερναν τη νίκη, ήταν τόσο η καλή προπόνηση όσο ο σταθερός προσανατολισμός.

Μαζί με τη δική μου ιστορία, του μετέφερα τα λόγια του καλού προπονητή για το ένα λεπτό στο τζούντο. Το ένα λεπτό που στο δρόμο μετριέται αλλιώς: με απόσταση αντί με χρόνο. Όσο τη διασχίζεις χρειάζεται να μένεις ανοιχτός στις συνθήκες της στιγμής μα να κρατάς το βλέμμα σου σταθερό εκεί που θέλεις να πας. Το ένα καθοριστικό λεπτό που υπάρχει παντού στη ζωή: σε προθεσμίες των σχέσεων, της δουλειάς, των αγώνων. Το ένα λεπτό που σου ζητά να είσαι ο πιο καλός σου εαυτός. Προσανατολισμένος σε αυτό που εσύ αποφάσισες.«Μαμά, έχεις έρθει ποτέ τελευταία σε αγώνα;»