Θεματα

Τι τρώμε μετά τις γιορτές;

Κανένας δεν έχει πολλή όρεξη να φάει την γαλοπούλα που περίσσεψε, και ποτέ δεν περισσεύει κάτι το οποίο έχει πολλή όρεξη να φάει κανένας, άλλος ή ο ίδιος

Μανίνα Ζουμπουλάκη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πόσες μέρες μπορείς να τρως τα αποφάγια του γιορτινού τραπεζιού;

Τα οικογενειακά ή γιορταστικά γεύματα συνήθως καταλήγουν με ταπεράκια, για παιδιά, συγγενείς και φίλους: υπόλοιπα γέμισης και γαλοπούλας, σαλάτα, πατάτες, ό,τι άλλο ξέμεινε στο τραπέζι τέσσερεις-πέντε ώρες χωρίς να φαγωθεί… άρα, ό,τι δεν είχε πολύ σουξέ. Μια πατατοσαλάτα λίγο λιωμένη, ένα ρύζι που βγήκε μπόλικο και κάπως στέγνωσε, οτιδήποτε σε βραστό λαχανικό, το καταραμένο στήθος της γαλοπούλας που είναι σα γομολάστιχα από τη μάνα του.

Δεν αναφέρομαι μόνον, ούτε καν κυρίως, σε πράγματα που μαγειρεύω με τα χεράκια μου, λέω για τα τραπέζια γενικά, τα γιορταστικά μαζέματα, τα φαγητά στην διάρκεια των Εορτών. Και το «κατόπιν εορτής» διάστημα, που ανοίγεις το ψυγείο, το κοιτάς με ελαφριά απόγνωση και δεν ξέρεις τι να φας.

Τρως οπωσδήποτε τα ταπεράκια για μερικές μέρες, να μη πάνε χαμένα που είναι κρίμα – αλλά η γαλοπούλα ειδικά, μετά τη δεύτερη μέρα χάνει όλη της τη γοητεία. Τα ίδια παθαίνει και το κοτόπουλο, που ήταν καμαρωτό την ημέρα της γιορτής, γεμιστό με κάστανα, ρύζι, κουκουνάρια και τα σχετικά: η γέμιση «κοτοπουλίζει», την κοιτάς ανόρεχτα όταν την ξαναζεσταίνεις και σου φαίνεται περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις.

Αν το γεύμα ήτανε χοιρινό στο φούρνο, δείχνει μελαγχολικό όταν το βγάζεις από το ψυγείο, οι πατάτες του παπαριασμένες, η πετσούλα του στεγνή σα δερμάτινη τσάντα. Για λόγους οικιακής οικονομίας και επειδή είναι όλα κλειστά, βολεύεσαι κάποιες μέρες με γιορτινά αποφάγια. Μια χαρά, και πάλι καλά να λέμε, και ευτυχώς που υπάρχουν. Αν είσαι μεγαλούτσικο άτομο, νοσταλγείς την μαγειρική της γιαγιάς, της μαμάς ή του μπαμπά σου, που ήξεραν από κομπλικέ παραδοσιακά πιάτα, ή δεν ήξεραν, πάντως έστηναν τραπέζια με ποικιλία εδεσμάτων για όλα τα γούστα. Όποια κι αν είναι η ηλικία σου, ξυπνάς μια μέρα και σκέφτεσαι «πωωω δε θέλω να φάω ούτε κουκούτσι σήμερα!»

© Freepik

Τι τρως λοιπόν, όταν τελειώνουν τα περισσεύματα των εορταστικών γευμάτων, όταν το ψυγείο σου δεν είναι τίγκα στα τάπερ, όταν έχεις τελειώσει ή/και πετάξει το χούμους που βρήκες σε προσφορά και αγόρασες 3 κουτιά με καλό σκοπό αλλά ξέμεινε, όταν έχεις πρώτα μετατρέψει σε παξιμάδια και αργότερα (έχεις) ξεφορτωθεί το ψωμί που περίσσεψε; Τι διαλέγεις για να στρώσει το στομάχι σου ενώ ταυτόχρονα θα βγεις από την κουζίνα; Ή έστω, θα μείνεις στην κουζίνα για όσο γίνεται λιγότερο χρόνο;

Οι ειδικοί συστήνουν σαλάτες με φρέσκα λαχανικά, αλλά η αλήθεια είναι ότι έχεις φάει σαλάτες μέσα στις Γιορτές και τις έχεις βαρεθεί (εκτός που έτρωγες επί δύο μέρες μια μαραγγιασμένη Καπριτσιόζα για να μην την πετάξεις). Διαβάζω τις οδηγίες και παραινέσεις για Φαγητό Μετά Τα Τραπέζια, αλλά ποτέ δεν προτείνει κάποιος ειδικός το μαγικό τοστάκι, το απλό, με κασέρι, χωρίς καν ζαμπόν ή γαλοπούλα.

Κανείς δεν προτείνει τον τραχανά, σκέτο αν δεν έχει μείνει τυράκι, όχι πολύ πηχτό αλλά ζεστούλικο και με μπόλικο πιπέρι. Και βασικά, εδώ τελειώνουν οι δικές μου προτάσεις, γιατί αυτά τα δύο τρώω τις ημέρες μετά τα μεγάλα ή μικρά τραπέζια. Τις μέρες που η κουζίνα δεν είναι το καλύτερό μου και μυρίζει ακόμα κοτοπουλίλα/γαλοπουλίλα, τις μέρες που κανένας δεν θέλει να φάει-φάει, που όλοι βολευόμαστε με «κάτι τις».

Οι πίτες, κατεψυγμένες σπανακόπιτες, κοτόπιτες και τυρόπιτες, είναι μια καλή λύση – ιδανικά θα έπρεπε να τις φτιάχνω μόνη μου αλλά υπάρχουν τέλειες έτοιμες, και εκτός που βαριέμαι, δεν έχω ανοίξει ποτέ φύλλο, ούτε της προκοπής ούτε της ανεπρόκοπης. Μια φίλη μου τρώει μπαγιάτικο ψωμί με τυρί και ντομάτα, και το τοστ με φέτα ντομάτας εκτός από τυρί είναι η καλύτερη παραλλαγή στην κλασική συνταγή του τοστ. Καλά, κάποια άλλη φίλη μου τρώει γκοφρέτες με σοκολάτα (για μεσημεριανό-βραδινό). Είναι κι αυτό μία λύση.

Το «τραπέζι», το φαγητό των Εορτών, βαραίνει λίγο από μια κάποια υποχρεωτικότητα – να φάμε καλά, σωστά, πολιτισμένα, με άλλους ανθρώπους γύρω μας. Όταν περνάνε οι Γιορτές και τα πανηγύρια, μένει η νοσταλγία του τραπεζιού του ίδιου, αλλά και μια (μικρή) ανακούφιση: μπορούμε να φάμε μπούρδες για μερικές μέρες, να τη βγάλουμε με ακρίδες και τσιπς, να τσιμπολογήσουμε σαν έφηβοι που λείπουν οι γονείς από το σπίτι. Και αφού ξεπετάξαμε τα περισσεύματα των σωστών γευμάτων, το ρίχνουμε στο ελαφρύ ρεπερτόριο… μέχρι το επόμενο γεύμα, οικογενειακό, φιλικό, επαγγελματικό ή ό,τι να΄ναι. Που θα είναι ευπρόσδεκτο επειδή την έχουμε ανάγκη την αλλαγή, όπως και την πρωτεΐνη…