Θεματα

Αυτό το καλοκαίρι οι μισοί φάγαμε σεβίτσε και οι άλλοι μισοί σουβλάκι

Μάλλον τη θέση της γιαγιάς στην κουζίνα πήρε φέτος ο νεαρός εγγονός

Νενέλα Γεωργελέ
ΤΕΥΧΟΣ 927
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Όσα φάγαμε φέτος το καλοκαίρι στις ταβέρνες και τα εστιατόρια των ελληνικών νησιών

Βρέθηκα πέρσι στο Κολοκοτρωνίτσι Αργολίδας σ’ εκείνη την «ταβέρνα της γιαγιάς» (στο πουθενά) που είχα να πάω από τα πολύ νιάτα μου (αιώνες) και εντύπωση μεγάλη μου έκανε που αντί για τα αυγά με τις πατάτες, άντε και καμιά μαρίδα, έφαγα γαλοτύρι με μαρμελάδα ντομάτας, ταραμοσαλάτα μαύρη με μελάνι σουπιάς και λαυράκι σεβίτσε. Εγώ στραβομουτσούνιασα, οι υπόλοιποι πολύ που τους ένοιαξε, ίσα ίσα που ανενόχλητοι τα καταβρόχθισαν έχοντας μάλιστα κι ένα καυτό πιρούνι λιγότερο στην παρέα. Είπα, μπα, τυχαίο το γεγονός, μάλλον τη θέση της γιαγιάς στις κατσαρόλες της κουζίνας θα την πήρε νεαρός φέρελπις εγγονός, σπουδαγμένος μάγειρας και μας κάνει τα δικά του.

Ξύγαλο τυρί και βούτες με τηγανητές πατάτες στην ταβέρνα Θέα στην Ιεράπετρα

Φέτος όμως κι έχοντας και πάλι γυρίσει από έναν μήνα περιπλάνησης σε λόγγους, βουνά και ακρογιάλια, και ακούγοντας όλους μας στο γραφείο, αντιλαμβάνομαι πως νεαροί φερέλπιδες μάγειροι έχουν κατακτήσει και εξαπλωθεί σχεδόν παντού στις περιφερειακές ταβέρνες της χώρας κάνοντας τα δικά τους – είναι δεν είναι εγγόνια της παλιάς ιδιοκτήτριας γιαγιάς.

Τι γίνεται με το σεβίτσε στα ελληνικά νησιά;

Σεβίτσε με μάνγκο και φύτρες φασολιού στο Ουζερί του ψαρά, Πόρτο Χέλι

Το οποίον, φέτος το καλοκαίρι ξέρω ότι και πολύ σεβίτσε φάγαμε και μαρμελάδα ντομάτας τιμήσαμε, και πολύ χορτάσαμε από αυτά που μας χορταίνουν όλον τον χρόνο στην Αθήνα, τα λεγόμενα «αθηναϊκά» και «έντεχνα». Η αλήθεια, λοιπόν, είναι πως αυτό που τα τελευταία χρόνια συζητάγαμε (και αρκετοί το φοβόμασταν), πως δηλαδή τα αθηναϊκά γαστρονομικά τρεντς με τέτοιο σουξέ που γνωρίζουν (και με τόσους νέους σεφ που βγαίνουν από τις σχολές και ψάχνουν για δουλειά) θα μεταφερθούν και στο τελευταίο νησί-χωριό-ραχούλα της επικράτειας, είναι πια γεγονός. Και δεν μιλάω για τα «συνήθως ύποπτα» εστιατόρια υπερπαραγωγές των κοσμικών, ας πούμε, νησιών… Σεβίτσε φέτος κοντέψαμε να φάμε και στο πιο απροσδόκητο και απομονωμένο χωριό της παραθαλάσσιας Ελλάδας!

Μακαρούνες με σφυρίδα στο Vassilenas Blue στην Αντίπαρο
Καταπληκτικά χόρτα τσιγαριαστά με νιώτικο τυρί στην Αρακλειά του Γιάννη Γαβαλά, Ηρακλειά

Από την άλλη, στις φετινές διακοπές, πολύ δούλεψε και το «σουβλάκι-παγκάκι», ενδεικτικό πως τα αθηναϊκά τρεντς για να τα απολαύσεις στο νησί τα χρειάζονται κάτι ευρώ παραπάνω, ευρώ που πολλοί από τους διακοπευτές δεν διέθεταν για να τα δώσουν στον εγγονό σεφ της γιαγιάς να τους «σεβιτσάρει» το λαυράκι. Γιατί, μη μου πείτε, όλοι μας γυρνώντας το σημειώσαμε πως το «κατ’ άτομον» ήταν πολύ πιο πάνω από ό,τι πιο παλιές χρονιές στα εστιατόρια των διακοπών μας, το 40-50 ευρώ το κεφάλι ήταν πια συνηθισμένο στ’ αυτιά και στο πορτοφόλι μας, όταν μάλιστα ακόμα και στο σουβλατζίδικο εύκολα το ήθελες το εικοσάευρο.

Όλα όσα φάγαμε φέτος στα ελληνικά νησιά

Γαύρος, πατατούλες, λημνιώτικο τυρί σαγανάκι στον Γλάρο στη Μύρινα της Λήμνου

Παρ’ όλα αυτά, και ψάχνοντας, τα βρήκαμε όλα: ναι, φάγαμε πολύ σεβίτσε, κριθαρότα γαρίδας-καραβίδας-αστακού, ροφομακαρονάδα, καλαμάρι-κρέμα τυριών, χόρτα στη σχάρα και φασολάκια ψητά (3, και ολογράφως τρία, κομμένα σε 4 ισομεγέθη κομματάκια τσαουλιά, ψημένα στη σχάρα, από πάνω τους τυρί, ευρώ 14), να μη μιλήσω για εκείνον τον πολύ τρέντι συνδυασμό ψάρι όσπριο – άλλο ένα σκουμπρί με ροβίτσα να φάω και θα λαλήσω. Μαζί όμως βρήκαμε και τέλειους κεφτέδες, την πατάτα της Νάξου την τηγανητή και πάλι την αποθεώσαμε, κάποια γιαγιά πετύχαμε και αξιωθήκαμε κι έναν σωστό κόκορα με χοντρό μακαρόνι, ακόμα κι εκεί όλα ήταν όμορφα τοποθετημένα στο πιάτο και έτοιμα για φωτογράφιση, στο πρεζεντέισον θαύματα κάνει πια και η γιαγιά, έναν άνιθο, μια κορφή κόλιανδρο, ένα κρίταμο σε ζύμωση το κοτσάριζε σε κάθε της πιάτο.

Στο Μαϊστράλι για αχτύπητους κεφτέδες, στην Πλάκα της Νάξου
Γιουβετσάκι στον ταβά στη Χορεύτρα, Τήνος

Μικρό θέμα συναντήσαμε με τα κρασιά, οι περισσότεροι είχαν πια ωραία ελληνικά –ίσως και όχι μόνο– εμφιαλωμένα κρασιά που πολύ μας ενθουσίασαν, την άλλη μέρα είχαμε καθαρό κεφάλι αλλά και πορτοφόλι που μας έσπρωχνε κι εμάς να συνδειπνήσουμε με την –πολύ την καταλαβαίνουμε– κατηγορία «σουβλάκι-παγκάκι». Οι υπόλοιποι που δεν είχανε την εμφιαλωμένη ετικέτα, παραδοσιακά και αβάδιστα μας πρόσφεραν το γνωστό καφέ κονιακί ρουστίκ κρασί από το αμπέλι τους, την άλλη μέρα δεν είχαμε καν κεφάλι, είχαμε όμως πορτοφόλι, κάτι είναι κι αυτό…

Φημισμένα κασπακιανά ντολμαδάκια στην ταβέρνα Το Εξοχικό στον Κάσπακα της Λήμνου
Για γαλακτομπούρεκο στο Καφενείο του Γαλάνη στο Χαλκί της Νάξου

Δεν είναι ότι δεν μ’ αρέσει το σεβίτσε, πολύ το εκτιμώ και λιγουρεύομαι, αλλά, βρε παιδί μου, δεν είναι ωραίο να πας σε έναν τόπο και να τα βρεις όλα όπως τα ήξερες: νόστιμα, απλά και ντόπια, όπως από πάντα τα είχανε ή τα κάνανε; Το να ζητάς σεβίτσε στο μικρό ακρογιάλι του νησιού (και μαρμελάδα ντομάτας και αυγά χελιδονόψαρου στην ταραμοσαλάτα) εμένα μου μοιάζει σαν να κολυμπάω στη συγκλονιστική θάλασσα της Μικρής Βίγλας και εσύ δίπλα να μου λες «ωραία είναι εδώ... αλλά, μωρέ, πεθύμησα λίγο το Σύνταγμα και τα γεμάτα κόσμο στενά του». Καλή επιστροφή σε όλους μας.