Θεματα

Τι ψάρια πιάνει η Ομόνοια; 4 στέκια που μυρίζουν ιώδιο κι αύρα θαλασσινή

Η Θεμιστοκλέους και τα πέριξ είναι ψαροπιάτσα από τις λίγες, αν κλείσεις τα μάτια θα δεις την παραλία!

Ελένη Ψυχούλη
10’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στα πόδια της Ομόνοιας, η Θεμιστοκλέους έχει τη δική της θάλασσα, και στέκια που μοσχοβολούν χταπόδι στα κάρβουνα, μαρίδα σπαρταριστή και ούζο με μεζέ

Η νηστεία της Μεγάλης Εβδομάδας αποζητά ιώδιο, ακόμη και γι' αυτούς που δεν ψήνονται να νηστέψουν. Είναι που σιγά-σιγά ξυπνά μέσα μας η προσμονή της γιορτής, αυτό το «δεν βαριέσαι» το προεόρτιο, που μυρίζει σκασιαρχείο. Μια γλυκιά ραστώνη που ανακατεύεται με τις μοσχοβολιές της άνοιξης και με το χτύπημα της καμπάνας σαν σουρουπώνει, μια ξεσηκωτική ζάλη και μια λαχτάρα να μαζευτούν οι παρέες και να μετρήσει ανάποδα ο χρόνος της επερχόμενης γιορτής. Να τη φέρεις πιο κοντά, όχι με αμαρτωλά παϊδάκια αλλά με τα θαλασσινά που αυτή την εβδομάδα γιορτάζουν τη δική τους γιορτή.

Η πόλη η μεγάλη κρύβει πολλές θάλασσες κάτω από το τσιμέντο της. Έχει τις Τζιτζιφιές, έχει το Μοσχάτο, έχει τα πολλά πρόσωπα του Πειραιά, έχει και τα διάσπαρτα στέκια της σε κάθε γειτονιά, γενικά είμαστε μια πόλη θαλασσινή με μια αθέατη θάλασσα στα πόδια της. Δυο βήματα από την Ομόνοια, η Θεμιστοκλέους είναι «το Χόλυγουντ των Εξαρχείων», ένα πολύχρωμο κοκτέιλ από γκράφιτι και καλώς εννοούμενη ντεκαντάνς, εδώ που θα κατέβεις για να ψωνίσεις αθλητικά και είδη για κάμπινγκ, ανάμεσα σε μπαράκια, καφενεία και σουβλατζίδικα ή να χαζέψεις παλιά βιβλία, βινύλια, βίντατζ κασέτες και ταινίες. Αν κατέβεις μεσημέρι, θα σε πάρουν από τη μύτη μυρωδιές ιωδιούχες, άρωμα από γλυκάνισο και μια κοσμοθάλασσα, σαν διακοπές στριμωγμένες στα πεζοδρόμια.

Η Θεμιστοκλέους είναι ψαροπιάτσα από τις λίγες, τις εγγυημένες, με τη δική της ιστορία, που έχουν γράψει καλλιτέχνες, πολιτικοί του ΠΑΣΟΚ -Ωραίες Μέρες-, της φωτισμένης και όποιας βάζει ο νους σου-αριστεράς. Μια ιστορία που συνεχίζει να γράφεται καθημερινά, από πιστούς θαμώνες, τους δικηγόρους των γύρω γραφείων, εναλλακτικούς νεολαίους, φοιτητές, αστούς παλαιάς κοπής, εστέτ και διανοούμενους, τουρίστες και γραφικές περσόνες της γειτονιάς. Πιάτσα αδιαπραγμάτευτη, που δίνει τα ραντεβού της κατά προτίμηση το μεσημέρι, τότε που εδώ γίνεται το αλαλούμ και το έλα-να-δεις μαζί, σε ένα από τα γραφικότερα ραντεβού του κέντρου. Πιάτσα με τους δικούς της κωδικούς αλλά παρόλα αυτά ξώχαρη και εξωστρεφής, που από την πρώτη φορά θα σου χαμογελάσει, θα σε κεράσει τα δέοντα καραφάκια και θα κάνει ό,τι μπορεί να σε βάλει στην παρέα της. Μια επιστροφή στην Αθήνα του ΄80, τότε που ακόμη δεν είχε εφευρεθεί η πόζα, η πολιτική ορθότητα και τα παγωμένα βλέμματα. Εδώ, παγωμένες είναι μόνον οι μπίρες!

4 νόστιμες ψαροταβέρνες στη Θεμιστοκλέους

Μια παλιά «Αθηναϊκόν» ιστορία

Μαρμάρινα τραπεζάκια, χρυσοί καθρέφτες, παλιές λιθογραφίες στους τοίχους, ένα αριστοκρατικό μαυρόασπρο δάπεδο -σκακιέρα, πολυέλαιοι, αντίκες, απλίκες και ψάθινες καρέκλες, το Αθηναϊκόν, δεν προδίδει ούτε την ηλικία αλλά ούτε και την καταγωγή του. Μια γωνιά από Παρίσι ή οτιδήποτε σε Ευρώπη του Άλλοτε, που στήθηκε εδώ το 1984, όταν η επιχείρηση μετακόμισε από την οδό Σανταρόζα.

Στο κατώφλι θα σε υποδεχτεί πάντα ο κύριος Κώστας Παπαδόπουλος, οικοδεσπότης του παλιού, ευγενικού καιρού της αβρότητας. Το Αθηναϊκόν είναι το σπίτι του και κάπως έτσι εξηγείται η επιτυχία μιας ιστορικής επιχείρησης. Στις αρχές του '80, ο Κώστας σπούδαζε οικονομικά και δούλευε γκαρσόνι στο ουζερί της Σανταρόζα, με το φίλο του Αργύρη Πορφυρίου. Αφεντικά του, δυο Σμυρνιοί, που το είχαν ξεκινήσει το 1932. Στην τότε πιάτσα των Δικαστηρίων, ο κύριος Κώστας συνάντησε μορφές της Νομικής και του πνεύματος. Ένας κι αυτός, ανάμεσα στους λευκοντυμένους σερβιτόρους, χόρτασε διανόηση και ευτυχείς συναντήσεις με σημαντικούς ανθρώπους. Το '81, οι δυο φίλοι αποφάσισαν να αγοράσουν την επιχείρηση.

Όταν γκρεμίστηκε το Αθηναϊκόν της Σανταρόζα για να γίνει πλατεία, αλλάζοντας την κοσμογεωγραφία του κέντρου, ήρθαν εδώ, στην πεζοδρομημένη πλέον, Θεμιστοκλέους χαμηλά, με θέα την περαντζάδα της Σταδίου. Η κουλτούρα της εποχής τους ακολούθησε με τα πιο επιφανή τέκνα της, Βασιλικός, Τσαρούχης, Ρασούλης, Βαγγέλης Παπαθανασίου, Μελίνα, Κουγιουμτζής, Ρίτσος, Σειληνός, Κατσαρός, Καρούζος, Μικρούτσικος και βάλε, πλάι τους ο μισός Δικηγορικός Σύλλογος και εμείς, τότε, φοιτητές και φιλοπερίεργοι περί τέχνης και κάθε είδους στοχασμού. Τότε, στα ένδοξα '80ς, ιδρύθηκε εδώ ο «Σύλλογος που δεν είναι σύλλογος» με πρόεδρο τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. Οι «Λευτεριστές» ήταν μια αντροπαρέα με αντιπρόεδρο τον Νίκο Καρούζο και μέλη τον Νταλάρα, τον Κυρ, τον Θανάση Λάλα, τον Αχιλλέα Θεοφίλου, τον Ηλία Μπενέτο και άλλες κορυφές της τέχνης, στον οποίο με το «έτσι θέλω» προσχώρησαν και μερικές κυρίες, όπως η Χαρούλα Αλεξίου, η Ειρήνη Παπά και η Λητώ Κατακουζηνού.

Στο δια ταύτα του Συλλόγου, ουζοποσίες, αδιέξοδες πολιτικές συζητήσεις, πλάκες και ιστορικά καλαμπούρια, ένας διονυσιακός ηδονισμός στα χνάρια της ελληνικής αρχαιότητας. Όταν ο πρόεδρος έπαθε έμφραγμα, με αποτέλεσμα να πίνει μόνο σόδα, με ένα «τέτοια ξεφτίλα δεν την αντέχω», διέλυσε τον Σύλλογο. Εδώ ολόγυρα, όμως, μυρίζεις ακόμα την αύρα του, οι επιζώντες είναι ακόμα εδώ, μαζί με τη φρέσκια πελατεία. Ολόιδιο και το μενού. Και το παλαιάς κοπής προσωπικό, που μετρά πάνω από τέσσερις δεκαετίας σταθερής καριέρας.

Και μόνο η σπιτική λακέρδα, ένα βούτυρο με άρωμα από ιώδιο, μαζί με το εξαιρετικό ελαιόλαδο που δεν τσιγκουνεύεται κανένα πιάτο, αξίζουν να σε φέρουν ως εδώ. Οι θρυλικές σπεσιαλιτέ, όπως η πατσάγκα, η ολοτράγανη παστουρμαδόπιτα, το αχνιστό σαλάχι, η βελουτέ ψαρόσουπα με σφυρίδα που φτιάχνεται με ζωμό από γαρίδα και καραβίδα αλλά και οι μαγικές καραβιδοκροκέτες -συμπυκνωμένη νοστιμιά από όσο πρέπει ψημένη καραβίδα-, είναι εκεί, ίδιες, μαγικές και απαράλλαχτες. Να προσθέσεις στην παραγγελία και τις ψητές, φιλεταρισμένες σαρδέλες πάνω σε φρυγανισμένο προζυμένιο ψωμί με ντοματούλα και θυμάρι, τον λευκό ταραμά, την σος πικάντ που πάει με όλα τα τηγανητά, ρετρό νοστιμιά από μαγιονέζα, κέτσαπ, ουίσκι, μπράντι και λεμόνι. Φρέσκια σουπιά στη σχάρα, μύδια τηγανητά με σος ταρτάρ, ψαράκι λαχταριστό, τηγανητά καραβιδάκια, νοστιμιές άλλης εποχής, που κρατούν ολοζώντανη τη νοστιμιά και τη φρεσκάδα τους. Και αν αντέχεις, κλείνεις τη θαλασσινή τσιπουροποσία με ταντίρ κεμπάπ, με τυράκι τυλιγμένο στη μπόλια. Όπως έκαναν οι παλιοί Πολίτες. Θεμιστοκλέους 2, 2103838485

«Ανδρέας», μια ιστορία... της προκοπής

Τη δεκαετία του '90, στα χρόνια της χλιδής, μεσοτοιχία στον Ανδρέα, είχε ανοίξει λουσάτο ψαροεστιατόριο. Η σκόνη και η σιωπή σκέπαζαν τα κολονάτα ποτήρια του, ενώ πίσω ακριβώς, στο σκεπασμένο στενάκι της στοάς, όλοι παρακαλούσαμε για μια καρέκλα πλάι στη μικρή ψησταριά, που έψηνε τα θαλασσινά της ημέρας, στήνοντας γλέντια και κέφια με αφορμή μια σαρδέλα στα κάρβουνα. Τη δεκαετία του '50, εδώ ήταν ένα καφενεδάκι, στέκι των Μυτιληνιών της πόλης. Ο Ανδρέας Κουγκουλιός, ήρθε από το νησί το 1958, αγάπησε τον καφενέ, το '70 τον πήρε στα χέρια του. Μυτιληνιός γαρ, δεν μπορούσε να μην παντρέψει τα ουζάκια με μεζέ, άσε που είχε μεγαλώσει στην ταβέρνα του πατέρα του, στα Βατερά. Ένα μικρό ψαράδικο μέσα στη στοά έφερνε την ψαριά της ημέρας, μια φουφού και τα μυτιληνιά ούζα ολοκλήρωναν τη μυσταγωγία.

Το '98, αναλαμβάνει ο γιός, ο Μπάμπης. Από στενάκι μια σταλιά το μαγαζί επεκτείνεται, αγοράζει το δίπλα και το παραδίπλα, μεταμορφώνεται στον λαβύρινθο που θα συναντήσεις σήμερα. Λευκά τραπεζομάντιλα, γωνιές για τα μάτια σου μόνο, άλλες πιο εξωστρεφείς, το μέσα και το έξω σφιχταγκαλιάζονται και μπερδεύονται. Μοναχικοί της γειτονιάς και φασαριόζικες παρέες, οι γνωριμίες γίνονται στο λεπτό, μπλέκονται οι άνθρωποι, τα γέλια και οι κουβέντες. Μπροστά στην ανοιχτή κουζίνα, η μόστρα με το φρέσκο ψάρι, τα όστρακα και τα θαλασσινά-σαράντα χρόνια ο ίδιος προμηθευτής στην κεντρική αγορά, η ποιότητα εγγυημένη. Λάδι από τη Μεσσηνία, τσίπουρο και παστά από το νησί, το κάρβουνο που κάνει τη διαφορά στο ψήσιμο, τηγάνι αλάδωτο και έμπειρο. Ο Ανδρέας φημίζεται για το σαγανάκι με γαρίδες, από τους πρώτους που το μαγείρεψαν στην Αθήνα και για τους χταποδοκεφτέδες του. Αλλά φτιάχνει εξαιρετικά και τα νηστίσιμα μαγειρευτά, τις σουπιές με σπανάκι, το μοσχοχτάποδο με το κοφτό μακαρονάκι. Άμα είσαι τυχερός θα βρεις και αχινό, το σταμναγκάθι ταιριάζει ταμάμ με την ωραία ταραμοσαλάτα και με την αθερίνα που τρώγεται σαν τσιπς, άψογο και το θράψαλο στη σχάρα, το χταποδάκι. Αμαρτία στεριανή, ο κεφτές με την τηγανητή πατάτα για τους γήινους της παρέας. Θεμιστοκλέους 18, 2103821522

Μια «Στοά Αλλιώς»

Από την παλιά Στοά, θα θυμάμαι πάντα το αστραφτερό μωσαϊκό στα δάπεδα, τη θαλπωρή στα κεφάτα μικρά τραπεζάκια, την ατμόσφαιρα του καφενέ που δεν ήταν εκεί για να σε χορτάσει αλλά για να σου γεμίσει την καρδιά ζεστασιά και συνεύρεση, μια στάση από νησί ή παλιά Αθήνα, ανάμεσα σε δυο δουλειές στο κέντρο. Σήμερα, η παλιά στοά ανασκευάζεται πίσω από σκούρα πλαστικά, κάτι καινούργιο μαγειρεύεται στα σωθικά της. Ψάχνοντας το παλιό ουζερί, μπορεί να απογοητευτείς, να νομίσεις πως άλλο ένα κομμάτι ιστορίας στην πόλη κοιμήθηκε τον ύπνο της αιωνιότητας. Αρκεί, όμως, απλά να στρίψεις στροφή δεξιά, για να προβάλλει μπροστά σου η φρέσκια, ανακαινισμένη Στοά Αλλιώς, στον πεζόδρομο της Γαμβέττα.

Στο εσωτερικό, ένα κομψό, νέας γενιάς, ψαροεστιατόριο, με το παρκέ του, τα λευκά τραπεζομάντιλα, τους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς. Στα τραπεζάκια έξω, κατοικεί άλλος Θεός. Σε έναν από τους πιο όμορφους πεζόδρομους του κέντρου, άπλα και ευρυχωρία και άφθονο κυανόλευκο χρώμα. Αν δεν ήταν και τα σπίτια απέναντι, θα νόμιζες πως μόλις διακτινίστηκες στο λιμανάκι της Αιγαιοπελαγίτικης Νάουσας. Τα τραπέζια σε απόσταση, να νομίζεις πως το νησί καταμεσής του κέντρου έστρωσε για τα μάτια σου μόνο, τους μεζέδες του.

Η Στοά, είναι απολύτως κλασική. Και διαθέτει τα άπαντα της παραδοσιακής ψαροφαγίας, ολόφρεσκα και καλομαγειρεμένα. Εσύ, τη χρησιμοποιείς όπως νομίζεις: σαν μεζεδοκατάσταση με αποστάγματα από όλη την Ελλάδα ή σαν χόρταση για μια πείνα που λαχταρά μυδοπίλαφο, κριθαρότο ή μια γενναία θαλασσινή μακαρονάδα. Η απόλαυση, όμως, κυλά πιο αργά με μια ρακή που θα πάρεις παρέα με τον εξαιρετικό, βουτυράτο και διόλου όξινο μαρινάτο γαύρο, μαζί με μια σαλάτα που έχει όλα τα βραστά της εποχής. Ένθερμα θα σου συστήσω τα αχνιστά μύδια με το μελωμένο, αρωματικό, ένα τσακ καυτερούλι ζουμάκι -ζητάς κουτάλι και το απολαμβάνεις σαν την πιο εξαίρετη ψαρόσουπα. Σαρδέλα ζουμερή, γαυράκι τραγανό και αλάδωτο, φρέσκο ψαράκι ανάλογα με την ημέρα και ωραιότατη σαρδέλα στο φούρνο. Φεύγοντας, μια αύρα από νησί θα σε ακολουθεί. Γαμβέτα 14, 2103825961

Μια «Τράτα» στα Εξάρχεια

Στη δεκαετία του '90, η Τράτα της Καισαριανής ήταν από τα μαγαζιά που όλοι εμπιστευόμασταν για το φρέσκο ψάρι και τα κέφια τους. Εκείνη την Τράτα όλοι μαζί τη χτίσαμε, με γλέντια και εορταστικές μαζώξεις αλλά και με κείνη τη λαχτάρα μιας καθημερινής για ένα γαύρο με τσιπουράκια στην πλατεία. Της ιδίας οικογενείας και η Τράτα της Θεμιστοκλέους αλλά σε μοντέλο και σκαρί διαφορετικό. Μαγαζί γωνία με τα τραπεζάκια του σε δυο πεζοδρόμια, γαλάζιο και λευκό, κάθε καρέκλα και ένα νησί χαραγμένο με λευκή μπογιά στην πλάτη της, πού να αράξω άραγε, Σκόπελο ή Αμοργό; Διαλέγεις ταξίδι και σαλπάρεις, με καπετάνιο τον υπέροχο κύριο Αριστοτέλη Κούτουλα, άνθρωπο κεφάτο και κιμπάρη, από κείνους που κάνεις φίλους στο φτερό.

Από τα υπόλοιπα ψαρομάγαζα της πιάτσας, η Τράτα διαφέρει. Τα άλλα είναι παραδοσιακά και κλασικά, δεν ρωτάς ποιός μαγειρεύει στην κουζίνα και πώς τον λένε. Το πολύ να τσουγκρίσεις στην υγειά του ανώνυμου ψήστη που ξέρει από κάρβουνο. Η Τράτα, όμως, έχει σεφ. Ένα νέο κορίτσι, τη Μαριέτα Καραμαρίτη. Δεν γνωρίζω ποιό είναι το μαγειρικό όραμα της Μαριέτας, όμως εδώ, φέρνει μια ευχάριστη αύρα ανανέωσης, που όμως, με τίποτα δεν κλέβει τη γεύση της παράδοσης και ούτε έχει διάθεση να την προσπεράσει.

Οι μικρές διαφορές που κάνουν τη διαφορά στο τέλος σου σερβίρουν μια πεντανόστιμη παράδοση, που διαφέρει στην επιλογή του σκεύους, στην αφρό λευκή ταραμοσαλάτα, στην όνειρο ψητή σαρδέλα που έρχεται στοιχισμένη και ωραία σερβιρισμένη, με μια ωμή σάλτσα από ψιλοκομμένη ντομάτα, μαϊντανό και ξύσμα λεμονιού, στους πρωτότυπους λαχανοντολμάδες με καραβίδα ή σε έναν διαφορετικό μουσακά με μπολονέζ γαρίδας. Ως εκεί. Εσύ αν επιθυμείς, μπορείς να διαλέξεις το μονοπάτι της σιγουριάς, με το τραγανοτηγανισμένο καλαμαράκι, ένα πεντανόστιμο σκουμπρί-πετάλι στη σχάρα, ζουμερό και βουτυράτο, με κρεμμυδάκι, ψιλοκομμένη κάπαρη και ντομάτα, ονειρεμένη τηγανητή πατάτα και ολόσωστα τηγανισμένο μπαρμπουνάκι ή όποιο ψαράκι της ημέρας.

Και μόνο για το απίθανο, προζυμένιο ψωμί που έρχεται από κάποιο φούρνο στον Κολωνό, θα ερχόσουν ως εδώ. Να το βουτήξεις στη χωριάτικη, να το βουτήξεις στην πικάντικη μελιτζανοσαλάτα ή στη μους από τζατζίκι. Τριγύρω πολιτικοί κάθε παράταξης, η εκστρατεία ένεκα των εκλογών συνεχίζεται με ούζα ως αργά το βράδυ, πλάι στους τουρίστες και το κλασικό κοινό της γειτονιάς. Στο τέλος, μια πιατέλα θα σου σερβίρει ένα γενναιόδωρο γλυκό τελείωμα, με τρίγωνα Πανοράματος, ωραίο μπακλαβά και τούρτα σοκολάτα. Αν στο δια ταύτα του ρεπορτάζ, αναρωτηθείς πού θα επιστρέψεις άμεσα, η Τράτα ασυνείδητα θα σου έρθει πρώτη στο νου. Θεμιστοκλέους 8, 2103838531