Θεματα

Στον θρυλικό Κοντοσώρο για τι άλλο; Κουζίνα θεϊκή και σουτ μακάλο

Μια προσκυνηματική επίσκεψη στο πιο γνωστό εστιατόριο της Κεντροδυτικής Μακεδονίας

Στέφανος Τσιτσόπουλος
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Εστιατόριο Κοντοσώρος: Εκδρομή στο Αμύνταιο και στάση στο πιο διάσημο εστιατόριο της περιοχής, στο Ξινό Νερό. 

Στα 550 μέτρα υψόμετρο, το Ξινό Νερό είναι ένα χωριό διάσημο για το ομώνυμο φυσικό μεταλλικό νερό του, που κυκλοφορεί από το 1958. Πλούσιο σε ασβέστιο και μαγνήσιο, το νερό που πηγάζει από εστίες εμπλουτισμένες κατά φυσικό τρόπο με διοξείδιο του άνθρακα, οφείλει την ξακουστή όξινη-ιαματική γεύση σε μοναδικά καθαγιασμένες εντάσεις. Δροσιζόμαστε, ενώ ακριβώς δίπλα από τη βρύση της μικρής πλατείας που σταματήσαμε δεσπόζει επιβλητικά αγέρωχο το κτίριο του Δημοτικού Σχολείου. Σχεδιασμένο πριν το 1880 από γάλλους μηχανικούς και κατασκευασμένο από τεχνίτες από την Πελαγονία, το δημοτικό σχολείο του Ξινού Νερού είναι επίσης μια από τις ατραξιόν ενός τόπου, που μαζί φυσικά με το διάσημο, περιλάλητο και πολυαστεράτα βραβευμένο εστιατόριο Κοντοσώρος, σφύζει από ζωή.

© Λάζαρος Γραικός

Επομένως μια χρήσιμη υπενθύμιση: στον Κοντοσώρο φροντίστε να κάνετε κράτηση από νωρίς, αφού εδώ και τις καθημερινές, αλλά ειδικά τα Σαββατοκύριακα, ολοκληρώνουν την περιήγησή τους στα οινοποιεία της περιοχής ταξιδιώτες από όλη τη χώρα. Αυτοί, άλλωστε, έχρισαν το εστιατόριο νούμερο ένα γαστριμαργικό προορισμό. Και ευτυχώς που ο Νίκος Κοντοσώρος, που έσβησε το 2019, πρόλαβε να δει το όραμά του να μετουσιώνεται από όνειρο και ευγενή επιθυμία σε πράξη. Από το 1989, όταν μαζί με τη σύντροφό του Πετρούλα Σέλτσα έφτιαξαν μια ταβέρνα με απόλυτη προσήλωση στα τοπικά προϊόντα (κρασιά, κρέατα, μαναβική και λοιπές πρώτες ύλες), ο Κοντοσώρος και η οικογένειά του κατάφεραν να ανάγαγουν τη Μακεδονική κεντροδυτική κουζίνα σε γκουρμέ και υψηλή τέχνη. Μεγαλουργώντας μόνο με συνταγές του τόπου του, ο Κοντοσώρος έστησε μια αξεπέραστη εμπειρία γεύσης και φιλοξενίας, αφού μαζί με το εστιατόριο, υπάρχει δίπλα του ακριβώς και ο γραφικός ξενώνας του. 

Όσο για το σουτ μακάλο; Ελάτε τώρα: στο λεξικό της ελληνικής γαστριμαγείας (απείραχτο αφήστε, διορθωτές, το λογοπαίγνιό μου), τα μοσχαρίσια τηγανητά κεφτεδάκια που κολυμπούν μέσα σε χυλό από αλεύρι, ζωμό κότας και σαφράν, από μια τοπική και ταπεινή γεύση, αποτελούν πλέον τιμή και δόξα του Μακεδονικού τσελεμεντέ. 

© Λάζαρος Γραικός

Ξεκινάμε μόλις η κυρία Πετρούλα μαζί με την κόρη της Ιλιάνα, μας υποδέχονται με μια αριστουργηματική βελουτέ σούπα κουνουπιδιού που τα μπαχαρικά της μεγεθύνουν υπερθετικά την αποπλάνηση. Δεν είναι η πρώτη μου φορά εδώ. Είναι η πέμπτη ή η έκτη φορά που μια εκδρομή στην Έδεσσα με ξενιτεύει ακόμα παραπέρα από τη λίμνη Βεγορίτιδα και τον Άγιο Παντελεήμονα, είμαι παλιός πελάτης. Όμως, κάθε φορά που δοκιμάζω την κουζίνα των δυο κυριών, που ευτυχώς μετά τον θάνατο του Νίκου δεν άφησαν το έργο του να πάει χαμένο, νιώθω την ίδια ευγνωμοσύνη.

© Λάζαρος Γραικός
© Λάζαρος Γραικός

Η φλωρινέλα, το ντόπιο μαγικό μαστιχωτό ψημένο τυρί με τσάτνεϊ, και οι ταλτσένες, κοπανιστό δηλαδή μείγμα κόκκινης πιπεριάς που ψήνεται μαζί με μελιτζάνα και ντομάτα στο φούρνο ανακατεμένο με σκορδάκι, ξύδι και ελαιόλαδο, αποτελούν επίσης μια στάνταρ μερακλίδικη επιλογή μου. Για σαλάτα, επιλέγουμε παντζάρι με ξινοτύρι, ρόκα και πορτοκάλι.

© Λάζαρος Γραικός
© Λάζαρος Γραικός
© Λάζαρος Γραικός

Με την παρέα, δε, σε κατάσταση let’s share, μοιραζόμαστε ένα μούρλια λαχανόρυζο με λουκάνικο χωριάτικο και τα υπέρτατα λουκουμοειδώς ψημένα χοιρινά μάγουλα με ρεβύθια. Λιώνουν. Εύγε και στο μαγείρεμα του καπνιστού χοιρινού λαιμού, με μανιτάρια σε πουρέ καρότο, ενώ στα ποτήρια μας κάνει παιχνίδι ένα Syrah του Κτήματος Άλφα, ετικέτα - κόσμημα για την περιοχή του Αμυνταίου. 

© Λάζαρος Γραικός
© Λάζαρος Γραικός
© Λάζαρος Γραικός

Τα γλυκά-ευχές για καλή επιστροφή στην Έδεσσα που καταφθάνουν είναι μια τόσο όσο γλυκιά πατσαβουρόπιτα με την κρέμα λεμόνι να συντελεί σε ένα καταπληκτικό twist and shout και ένας παραδοσιακός χαλβάς που μοσχοβολά φρέσκο βούτυρο με το γλυκό κυδώνι στην κορυφή να παιανίζει επικά. 

© Λάζαρος Γραικός
© Λάζαρος Γραικός

Αναχωρώ ασπαζόμενος την κυρία Πετρούλα Σέλτσα, αποχαιρετώ την Ιλιάνα και, κρυφοκοιτάζοντας κατά το κελλάρι, αναρωτιέμαι πώς θα αισθανθώ, αν κατέβω. Δεν τολμώ περισσότερη συγκίνηση, μια και την τελευταία φορά που έφαγα εδώ, μετά το γεύμα μας, ο Νίκος Κοντοσώρος με κατέβασε και δοκιμάσαμε στα κρυφά οι δυο μας ένα ντόπιο κρασί-θησαυρό, που ερχόταν από τα βάθη του 1905. Ήταν, θυμάμαι, 2015, δυο χρόνια πριν κατεβώ στην Αθήνα και είχα τη συνήθεια να αλωνίζω την ενδοχώρα. Τότε ο δρόμος με έβγαλε στα μέρη του. Και οι δυο μας ήμασταν τρελοί και ευτυχισμένοι και στην Άθενς Βόις είχα γράψει κάτι που πολύ τον είχε συγκινήσει, όπως μου δήλωσε, και θέλησε να ανταποδώσει τη φιλία με τον μοναδικό του τρόπο. Συγχωρέστε μου τη συγκίνηση αλλά και το ανάθεμα, επομένως: στα αλήθεια, πουθενά αλλού στην Κεντροδυτική Μακεδονία δε βρήκα πιο φιλόξενους, πράους και ευγενικούς ανθρώπους από τον Νίκο (αιωνία του) και την οικογένειά του - δόξα τους!

Εστιατόριο Κοντοσώρος, Ξινό Νερό, 2386081256