Θεματα

Πιάτο τυριών και αλλαντικών, αυτή η μάστιγα

Μα πόσο μας ενοχλεί που είναι τόσο αφρόντιστο!

Μανίνα Ζουμπουλάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα κακά πιάτα τυριών–αλλαντικών που τόσο συχνά συναντάμε στα αθηναϊκά εστιατόρια

Με τέσσερεις φίλες, σε ωραίο, σχεδόν ακριβού τύπου μπαρ-ρεστοράν, και αφού είχαμε πιεί τον Βόσπορο, παραγγείλαμε το αναπόφευκτο «πιάτο τυριών». Καμία δεν πεινούσε άγρια αλλά το κρασί/ποτό σηκώνει τυρί, μαζί με κάτι ψωμο-ειδές ή κρακερο-ειδές, ίσως και αλλαντικό… οπότε πήραμε και «πιάτο αλλαντικών». Τα κοίταζα με ψιλή αγανάκτηση αυτά τα δύο «πιάτα», που χρεώθηκαν έκαστο γύρω στο 20άρικο – το οποίο, τι ψυχή έχει, μέχρι να χαλάσεις το 50άρικο σε δύο γαλάζια 20άρικα έχει φύγει το ένα 20άρικο, το περισσευάμενο δεκάρικο κανείς δεν ξέρει πού πήγε, και με ένα 20άρικο που απέμεινε δεν πιάνεις πολλά πουλιά. Για την ακρίβεια πιάνεις ένα στρόγγυλο πιάτο με δύο κομμάτια κασέρι, ένα κομμάτι ανθότυρο ή μανούρι, ένα κομμάτι γραβιέρα ή παρμεζάνα, πέντε καρύδια, ένα μάτσο μαρουλόφυλλα, τρία ξερά δαμάσκηνα και αν είσαι τυχερός, τρία σύκα. Στο πλάι του πιάτου βολεύονται πέντε-έξι κριτσίνια εμπορίου, από τα χάλια/φτηνά, αυτά που δεν παίρνεις στο σπίτι επειδή είναι σα να μασάς τσόπστικς και μάλιστα σκέτα, χωρίς σάλτσα, ξερομπούκια.

Το «πιάτο αλλαντικών» ήταν αντίστοιχο, με πέντε φέτες σαλάμι, τέσσερεις καπνιστή γαλοπούλα, τρεις παστράμι (όσο ανεβαίνει η τιμή του αλλαντικού τόσο μειώνεται η ποσότητά του), και μία κακόμοιρη φέτα, διακοσμητική, προσούτο. Όχι το εξαιρετικό προσούτο παρά το συσκευασμένο, που έχει πιο πολύ λίπος παρά προσούτο, και την πλαστική γεύση που αποκτάει το καπνιστό κρέας όταν μένει πολλά τέρμινα σε συσκευασία-καπότα. Έπρεπε δηλαδή να σφαχτούμε, πέντε φίλες, ποια θα αρπάξει τη φέτα προσούτο, κι έπειτα να μοιραστούμε τις άλλες φέτες, με το σαλάμι αέρος τελευταίο και καταϊδρωμένο.

Μερικά καρύδια από το «πιάτο τυριών» είχανε κουρδουκυλίσει στο «πιάτο αλλαντικών», μαζί με τρεις ελιές και το απαραίτητο μαρούλι. Κανένας δεν θέλει να φάει μαρουλόφυλλα με το κρασί του εκτός κι αν είναι τράγος, απορώ γιατί σερβίρεται το μαρουλόφυλλο τόσο πρόθυμα – ή μάλλον, δεν απορώ, μια και είναι το φθηνότερο. Τα κριτσίνια τελευταίας κατηγορίας υποψιάζομαι ότι στα δίνουν τζάμπα σε κάποια σουπερμάρκετ μαζί με το μαρούλι, που δεν έχει ούτε αυτό μια σταγόνα λάδι απάνω του, ή ένα ντρέσινγκ, ώστε να μη σου φαίνεται γαρνιτούρα Μαγιάτικου στεφανιού…

Είναι κάποια πιάτα που θα μπορούσαν να γίνουν τέλεια, με λίγα παραπάνω ευρώπουλα από την μεριά του καταστηματάρχη, και με λίγη περισσότερη προσοχή. Το φθηνό τυρί δεν σώζεται με τίποτα – ειδικά το κακό ανθότυρο/μανούρι,είναι σα να μασάς ασβέστη. Το σαλάμι αέρος θα έπρεπε να έχει συμμαζεμένη και όχι κύρια θέση σε πιάτο αλλαντικών, οι φέτες πρέπει να είναι τουλάχιστον όσοι και οι άνθρωποι που χαριεντίζονται γύρω από το τραπέζι… σόρι, σιχαίνομαι τη λέξη «συνδαιτυμόνες»,  μου φέρνει στο νου ψωνισμένους δήθεν επιστήμονες που κάθισαν με περισπούδαστο ύφος να φάνε μπιτόκ-αλα-ρους, δεν παραπέμπει καθόλου σε πέντε φίλες που αποφάσισαν ένα βράδυ να γίνουνε ντίρλες σχολιάζοντας άντρες, δουλειές, παιδιά και τα πάντα όλα με πολύ κέφι όπως κάνουμε οι φίλες.

Όταν έχουμε μπροστά μας αξιοπρεπή «πιάτα αλλαντικών και τυριών», παραγγέλνουμε περισσότερα κρασιά/ποτά, εξομολογιόμαστε περισσότερα μυστικά, περνάμε πολύ καλύτερα και κυρίως, αυτό που αφορά τον εκάστοτε καταστηματάρχη: κάνουμε μεγαλύτερο τζίρο. Επειδή, χελόου; Δεν είμαστε «συνδαιτυμόνες», είμαστε μια ωραία παρέα λίγο ζουρλές φιλενάδες που ΚΙ ΑΝ έχουμε δοκιμάσει «πιάτα τυριών και αλλαντικών» στην καριέρα μας, και δεν ξεγελιόμαστε έτσι εύκολα με τρία λαστιχωτά δαμάσκηνα.