- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στο ποτοποιείο Τρικενέ βρίσκεις μπουκάλια κονιάκ από το 1950
Ο Παντελής Τρικενές αφηγείται την ιστορία του ομώνυμου ποτοποιείου
Ποτοποιείο Τρικενέ στο Μεσολόγγι: Ο Παντελής Τρικενές αφηγείται στην ATHENS VOICE την ιστορία του ποτοποιείου της οικογένειάς του.
Με το που περνάς την είσοδο, η μυρωδιά από το φρέσκο ούζο στα καζάνια σε ζαλίζει. Ο χώρος μοιάζει λες και έχεις μπει σε χρονομηχανή. Παλιά ράφια, ρολόγια, ξύλινα πατάρια, βαρέλια, κορνίζες με βραβεία από τη δεκαετία του ‘30 και του ‘50 και σκονισμένα μπουκάλια λικέρ. Βρισκόμαστε στο ιστορικό ουζερί της οικογένειας Τρικενέ στο Μεσολόγγι και έχουμε φτάσει για να συναντήσουμε από κοντά μία από τις τελευταίες ποτοποιίες της Ελλάδας.
Η ιστορία του μαγαζιού κρατά από το 1901. Η οικογένεια Τρικενέ μετακόμισε στο Μεσολόγγι από την Κεφαλονιά στα τέλη του 16ου αιώνα, με μοναδική της προίκα μια συνταγή για ούζο. Όπως εξηγεί ο 70χρονος Παντελής Τρικενές, ο οποίος βρίσκεται κάθε μέρα στο ποτοποιείο για να χαιρετήσει τους πελάτες του, εκείνη την εποχή ήταν πάρα πολλοί οι Επτανήσιοι οι οποίοι έφτασαν στην ιερή πόλη του Μεσολογγίου για εργασία, καθώς λόγω της εύφορης πεδιάδας, υπήρχε άφθονη δουλειά στα αμπέλια, στα ρύζια και στα εργοστάσια. Αρκετοί εξ αυτών παντρεύτηκαν και ρίζωσαν για πάντα εδώ.
Το ουζερί Τρικενέ αποτελεί ζωντανό κομμάτι της ιστορίας της πόλης. Αυτό το αποδεικνύει και ο σπάνιος αρχοντικός πάγκος από μάρμαρο Πεντέλης που βρίσκεται στην είσοδο του μαγαζιού και πάνω σ’ αυτό υπάρχει χαραγμένο το έτος ίδρυσής του και ένα σταφύλι, ο καρπός από το οποίο δημιουργείται το ούζο, σήμα κατατεθέν του χώρου.
Το κατάστημα λειτουργούσε για αρκετά χρόνια ως ουζερί. «Όταν δημιουργήθηκε, στην πόλη υπήρχαν μόνο ταβέρνες που πουλούσαν κρασί από τα τριγύρω αμπέλια. Από δω έχουν περάσει όλοι. Πρωθυπουργοί, ποιητές, γιατροί, καθηγητές, δικηγόροι. Έρχονταν λιμενεργάτες και ψαράδες απ’ τη ψαραγορά που υπήρχε τότε δίπλα. Έκλειναν τα μπακάλικα, τα μανάβικα και τα κρεοπωλεία τους για να πιουν το ουζάκι τους και έπειτα πάνε στα σπίτια τους. Είχαμε όλες τις τάξεις. Πλούσιοι, φτωχοί, μορφωμένοι. Μια μικρή Βουλή» εξηγεί ο κ. Παντελής, ο οποίος ζει το μαγαζί από μικρό παιδί.
«Το ούζο πίνεται πριν από το φαγητό, γι’ αυτό και εμείς συνηθίζαμε να το αποκαλούμε απεριτίφ. Τώρα έχουν μετατραπεί όλα τα ουζερί σε φαγάδικα» προσθέτει. Όπως θυμάται ο ίδιος, οι μεζέδες του μαγαζιού έβγαιναν από το μαρμάρινο πάγκο, ο οποίος έχει ακόμη τα βαθουλώματα από τα ουζοπότηρα. Οι πιο συνηθισμένοι ήταν πατάτα βραστή με χοντρό αλάτι και ξύδι, ντομάτα, λάχανα, γαύρος ξυδάτος, παστά, χέλι και αυγοτάραχο που αποτελούσε, ωστόσο, είδος πολυτελείας.
Το κατάστημα, ωστόσο, σταμάτησε να λειτουργεί ως ουζερί την δεκαετία του 1970 και σήμερα είναι αποκλειστικά ποτοποιία. Τα παραδοσιακά ποτά που φτιάχνει από την πρώτη μέρα είναι το ούζο, το κονιάκ και το λικέρ με κάθε γεύση: μπανάνα, τριαντάφυλλο, μέντα, μαστίχα και κουαντρό. Μερικά, μάλιστα, απ’ αυτά τα μπουκάλια βρίσκονται εδώ και 70 χρόνια στα σκονισμένα ράφια του μαγαζιού, τα οποία δε λέει να τα μετακινήσει κανείς.
Ο κ. Παντελής σηκώνει το χέρι του και πιάνει ένα απ’ αυτά τα μπουκάλια το οποίο έχει μια πολύ ιδιαίτερη ιστορία. «Το κονιάκ όπως και το ούζο έχει προστατευμένη ονομασία προέλευσης. Το συγκεκριμένο όνομα μπορούν να το χρησιμοποιούν μόνο τα ποτοποιεία από την πόλη Κονιάκ στη Γαλλία που φτιάχτηκε για πρώτη φορά το ποτό. Εμείς δεν μπορούσαμε να το κάνουμε και έτσι πάνω στα μπουκάλια γράφαμε “Eau-de-vie de vie” το οποίο σημαίνει “Νερό της ζωής”».
Όπως εξηγεί ο ίδιος, τα μπουκάλια αυτά είναι πολύ σπάνια και αρκετοί τουρίστες φτάνουν κάθε χρόνο και του δίνουν όσα όσα για να τα αγοράσουν. Ο ίδιος, όμως, δεν πρόκειται να τα βγάλει ποτέ από τα ράφια του μαγαζιού. «Αν αποφασίζαμε να δίνουμε, τότε δεν θα είχε μείνει κανένα. Είμαι παλιός και το κρατήσαμε έτσι. Είναι ντεκόρ του καταστήματος. Ο κόσμος το εκτιμάει».
Πέρα από τα μπουκάλια, όμως, ο χώρος θυμίζει μουσείο του Μεσολογγίου, καθώς όπου κι αν γυρίσεις θα δεις ημερολόγια, ξύλινες βιβλιοθήκες γεμάτες συγγράμματα από την ιστορία της περιοχής και φωτογραφίες που απεικονίζουν τη ζωή της πόλης τους προηγούμενους αιώνες.
Σήμερα τα ηνία του μαγαζιού έχουν αναλάβει τα δύο παιδιά του κ. Παντελή, τα γραφεία των οποίων βρίσκονται κάτω από το ξύλινο πατάρι και μπροστά από τα ντουλάπια με τα παλαιωμένα μπουκάλια. Και οι δύο έφυγαν από το Μεσολόγγι για σπουδές, ωστόσο, αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω για να συνεχίσουν την οικογενειακή επιχείρηση και να κρατήσουν ζωντανό ένα κομμάτι της κοινωνικής ζωής της πόλης.
Η ώρα πια έχει περάσει και οι μυρωδιές από τα καζάνια με ούζο που δουλεύουν από βραδύς, μας έχει ανοίξει την όρεξη. Χαιρετιόμαστε και εκείνος, φεύγοντας, με κερνά από μπουκάλι ούζο. «Να περνάς και χωρίς να ψωνίζεις τίποτα. Έχει κουβέντα το μαγαζί».