- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κόκκινα αυγά, τσουρέκια, κουλουράκια, μαγειρίτσες, αρνιά σούβλας ή ταψιού, κοκορέτσια: όλα όσα τρώμε (και μαγειρεύουμε) το Πάσχα.
Έμαθα να καθαρίζω εντεράκια για μαγειρίτσα (όταν ήμουν) τριαντάρα, στο Μεταξοχώρι Αγιάς Λαρίσης, με δύο παλιές αλουμινένιες βελόνες πλεξίματος: βάζεις τη βελόνα στο έντερο και το καθαρίζεις, ενώ ταυτόχρονα το πλένεις. Με ΠΑΓΩΜΕΝΟ νερό, σα να είσαι η Σταχτοπούτα, και με την ελαφριά σκατίλα των εντερακίων στη μύτη σου επί μια ώρα, που ασχολείσαι με το σπορ. Έπειτα ζεματίζεις τα εντεράκια και τη συκωταριά, περιμένεις να κρυώσουν όλα για να μη βγάλεις φουσκάλες, και τα ψιλοκόβεις με σιδερένιο ψαλίδι τοποθετημένο σε καλαθάκι ραπτικής μαζί με τις βελόνες πλεξίματος. Το ψαλίδι, όπως και οι βελόνες, όσο και να πλένονται, διατηρούν μια εσάνς εντερίλας όλο το χρόνο.
Ωραία. Με ψιλοκομμένα συκώτια και έντερα, με μισο-καψαλισμένα χέρια (δικά σου), ψιλοκόβεις τρία-τέσσερα πλυμένα μαρούλια, άνηθο, πολλά κρεμμυδάκια, τα ζεματίζεις κι αυτά στην κατσαρόλα κι έπειτα βράζουν όλα αντάμα μέχρι να γίνουν ωραία, πηχτή σούπα. Την οποία αυγοκόβεις, ή όχι, ανάλογα με τα γούστα της οικογένειας. Μετά την Ανάσταση, τρώμε οικογενειακά τη μαγειρίτσα «της μαμάς», που στην ουσία είναι άλλων μαμάδων, πιο ικανών στην κουζίνα, τις οποίες αντιγράφει η τρέχουσα μαμά χωρίς να σκέφτεται καθόλου το κοπυράιτ…
Όλα τζάμι, μέχρι που μέλος της οικογένειας αποφάσισε να γίνει βετζετέριαν πριν μερικά χρόνια: δεν τρώμε κρέας γενικά, απλώς το να πω «είμαι βετζετέριαν» μου φαίνεται φέηκ – έτρωγα κρέας στις εγκυμοσύνες μου, άρα μπορεί, δεδομένων των συνθηκών, να ξανα-φάω έτσι και με σφίξουν τα ζόρια, κατά το «μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μη λες». Κι άλλο είναι να μην τρως κρέας γενικά, άλλο να μη το τρως ούτε στην Ανάσταση και το Πάσχα, μια φορά το χρόνο. Τέλος πάντων βρήκαμε συνταγή μαγειρίτσας με μανιτάρια, που γίνεται νοστιμότατη αλλά δεν αρέσει στα μισά παιδιά, που επειδή είναι παιδιά, οι προτιμήσεις τους έχουν βαρύτητα. Τη μία χρονιά που έφτιαξα μαγειρίτσα-μανιτάρια ή μανιταρίτσα, χαρακτηρίστηκε χορτόσουπα, χορταρόσουπα, χορταρονερόσουπα, πρασινοχορτόσουπα, και επίσης, μπλιαχ. Παρόλο που την είχα αυγοκόψει, και που κάποιοι από εμάς τη φάγαμε με όρεξη – οι κάποιοι οι οποίοι την έφαγαν είναι αυτοί που δεν μετράνε, όσον αφορά τα οικογενειακά τραπέζια.
Πάμε στην παραδοσιακή μαγειρίτσα: τα δύο μικρότερα παιδιά δεν τρώνε εντεράκια, οπότε έχω γλυτώσει τις βελόνες πλεξίματος και το όλο κέντημα – παίρνω ένα κομμάτι συκώτι ή/και ένα κομμάτι κρέας και φτιάχνω, στην ουσία, κρεατόσουπα με όλα τα λαχανικά της μαγειρίτσας, αυγοκομμένη. Με επιτυχία, τουλάχιστον στους μη-βετζετέριαν της οικογένειας. Το προσφάτως-βετζετέριαν μέλος τρώει δύο-τρία βραστά αυγουλάκια και σαλάτα μαρούλι-κρεμμύδι, διαμαρτυρόμενο σεμνά ότι είναι κακόμοιρο, και θα βολευτεί όπως όπως με ό,τι υπάρχει, δεν πειράζει, είναι βολικό άτομο.
Μόνο που, άλλο μέλος της οικογένειας πέτυχε τυχαία το βετζετέριαν μέλος να σκίζει ένα γύρο μια μέρα, σε τυχαίο γυράδικο, και το έδωσε στεγνά… Άρα δεν είναι το κρέας αυτό που ξενίζει, παρά η μαγειρίτσα: η παραδοσιακή Αναστάσιμη σούπα είναι δύσκολος πελάτης, δεν αρέσει σε πολύ κόσμο, είναι-δεν είναι βετζετέριαν.
Πράγμα που δεν ισχύει για το κοκορέτσι και το αρνί ή κατσίκι στη σούβλα: αρέσει στον περισσότερο κόσμο, ακόμα και στο προσφάτως-βετζετέριαν μέλος, που «δίνει άδεια» στον εαυτό του το Πάσχα. Ακόμα κι αν είσαι Αμερικάνος και φρικάρεις με το σουβλιστό αρνί, δεν μπορεί, θα σε τουμπάρει το κοκορέτσι. Ειδικά αν είναι φτιαγμένο με μεράκι, σωστό στο αλάτι και στο ψήσιμο, με καλό καιρό και σαλάτα στο πλάι…
Πάμε παρακάτω: αυγά βάφουμε κάθε Μεγάλη Πέμπτη, χωρίς διάλειμμα από τις αρχές δεκαετίας ’90 μέχρι σήμερα. Φέτος έκανα λάθος και πήρα κίτρινη-πράσινη-μπλε βαφή («Τζήζας, μαμά!») αντί για κόκκινη, και θα ξαμοληθώ τελευταία στιγμή, και θα σπάσουμε τα 10-12 από τα 24 αυγά, παρά το ξύδι, την προσοχή και την επιμέλεια (ΝΟΤ) με την οποία θα τα βάψουμε, η κόρη μου κι εγώ. Πάλι η κόρη μου κι εγώ, θα φτιάξουμε Κουλουράκια Λαμπριάτικα Χρύσας Παραδείση σε διάφορα σχήματα – ήδη ψήσαμε μια παρτίδα την οποία μοιράσαμε σε γιαγιάδες ή/και φάγαμε. Τα Μπισκότα με Φυστικοβούτυρο συνταγής κάποιας τικ-τοκερ μας άρεσαν περισσότερο και μάλλον θα τα βαφτίσουμε Λαμπριάτικα να ξεμπερδεύουμε, είναι πιο αφράτα.
Στην κουζίνα δουλεύουν περισσότερο τα αγόρια, ο μεγάλος κι ο μικρός μου γιος - η κόρη μου ενδιαφέρεται μόνο για το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα, όπως και για το εποχιακό εορταστικό μενού, που είναι πιο φανταιζί από το καθημερινό και σηκώνει (μερικούς) αυτοσχεδιασμούς. Σκασίλα της να βράσει μακαρόνια ή να ψήσει κοτόπουλα, και καλά κάνει. Δε θέλω να της μεταφέρεται καθημερινά το μήνυμα «η θέση της μαμάς είναι στην κουζίνα», παρόλο που η μαμά δουλεύει (=γράφει!) στην κουζίνα πολλές ώρες ημέρας και νύχτας. Ας γράφει κι αυτή, ή ας ζωγραφίζει, κεντάει, σχεδιάζει, τραγουδάει, γουατέβερ: μη θεωρεί τη δουλειά κουζίνας, δηλαδή τα οικοκυρικά, βασική της υποχρέωση, αυτό με κόφτει.
Τσουρέκια, που είναι η ΠΟΛΛΗ δουλειά, τσουρέκια λοιπόν φτιάχνει η μεσαία αδερφή μας με τρελή επιτυχία, κάθε χρόνο και καλύτερα. Τα γεμίζει με καρύδια, ζάχαρη, κουκουνάρι και σταφίδες και είναι καταπληκτικότερα των καταπληκτικών, μας δίνει ένα τσουρέκι κάθε Πάσχα - μοσχοβολάει το σπίτι, φανταστείτε το δικό της, όπου και ψήνονται. Όταν μου αναλύει τη διαδικασία, μου φαίνεται βουνό, δε θέλω να ξέρω, προτιμάω να τρώω τα δικά της, έτοιμα, χωρίς να ζυμώνω και να περιμένω να φουσκώσει η ζύμη και να σκοτώνομαι και να κουράζομαι, που δεν λέει.
Παρόλο που γενικά είμαι τεμπελχανείο στα οικοκυρικά… μία στις τόσες, ψιλοκόβω και τσιγαρίζω και βράζω και αυγοκόβω και κοπανιέμαι στην κουζίνα, με όχι-λαμπρά πλην όμως ικανοποιητικά αποτελέσματα. Το πασχαλινό αρνί και κοκορέτσι σούβλας το αναλαμβάνει ευτυχώς ο Νονός, και είναι πάντα σούπερ-ντούπερ, το σκίζεις, δε πα να είσαι και βετζετέριαν με τη βούλα. Στο Κυριακάτικο Πασχαλινό τραπέζι, τη μελιτζανοσαλάτα την έχει πατεντάρει η κυρία Μαργαρίτα και τη φτιάχνει αριστούργημα, με καπνισμένες μελιτζάνες και ένα σωρό μπαχαρικά που την κάνουν ξεχωριστή. Στο τραπέζι της Ανάστασης είμαστε εμείς-κι-εμείς, με την ερζάτς ή ορίτζιναλ μαγειρίτσα μου, τα αυγά που βάψαμε όλο βούλες, ραγίσματα και σημαδάκια, τη μαρουλοσαλάτα του κατακαημένου βέτζι, κι ένα μπουκάλι κρασί. Την Κυριακή του Πάσχα συνήθως απλωνόμαστε με περισσότερους νοματαίους, σε εξοχή αν μας παίρνει. Μια χρονιά μόνο έφτιαξε εξωτερική συνεργάτης (θεία) κατσικάκι στο φούρνο με πατάτες, εξαιρετικό – και παλαιότερες χρονιές το έχει φτιάξει ακόμα καλύτερο η γιαγιά στο Κιλκίς.
Εννοείται ότι η μέση γιαγιά στο Κιλκίς θα φτιάχνει κατσικάκι στο φούρνο με πατάτες επιπέδου υψηλής γκουρμεδιάς…
Με σοκάρει ώρες ώρες η ιδέα ότι έχω γίνει μια μαμά με Πασχαλινές μαγειρικές, ότι έφτασα λάου-λάου στη θέση που είχαν πρώτα οι διάφορες γιαγιάδες, ύστερα η μαμά κι ο μπαμπάς μας, θέση για την οποία δεν έθεσα ποτέ υποψηφιότητα, μάλιστα δεν είχα σκεφτεί καν ότι υπήρχε. Νόμιζα ότι είναι μόνιμος θρόνος κατειλημμένος από ανθρώπους πολύ πολύ μεγαλύτερους, σοφότερους και ικανότερους από εμένα. Αλλά ορίστε που δεν είναι, ή ορίστε που ήρθε η σειρά μου. Δεν είναι άσχημα, αρκεί να φάνε ΟΛΟΙ τη μαγειρίτσα μου με τις απαραίτητες επευφημίες.
Και του χρόνου με υγεία.