- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το σπέσιαλ οικογενειακό γιατρικό για το κρύωμα είναι η σούπα. Σε όλες τις οικογένειες.
Η θεραπεία για το κρύωμα είναι η παραδοσιακή κοτόσουπα με πολλά λαχανικά, έχουν λυσσάξει να το γράφουν ΟΛΑ τα σάιτ αυτή την εποχή, μαζί με συνταγές για κοτόσουπες να σου φεύγει το κοτέτσι, σόρι, το καφάσι. Όντως είναι καταπληκτική η κοτόσουπα, ειδικά αυγοκομμένη, με κάμποσο λεμόνι… αλλά όταν «την αρπάζεις» ξαφνικά επειδή κάθισες στο ρεύμα, π.χ., δεν είναι βέβαιο ότι έχεις κοτόπουλο στο σπίτι σου. Για την ακρίβεια, ΔΕΝ έχεις κοτόπουλο στο σπίτι σου, όχι, ούτε στην κατάψυξη, στην οποία έχεις τα πάντα εκτός από παγάκια. Δεν επείγουν τα παγάκια, ποιος θα έρθει επίσκεψη για να πιει ουίσκι με παγάκια; Κι αν έρθει στην τελική, δεν θα βρει ούτε ουίσκι, οπότε ας το σκεφτεί καλύτερα: στα σπιτικά μπαρ έχουνε ξεμείνει κάτι αρχαία τζιν που δεν τα πίνει καν η βασίλισσα (=της Αγγλίας, γνωστή τζινο-λάτρης).
Πάμε στη σούπα, και στο κρύωμα. Που συνήθως σκάει το πρωί όταν ξυπνάς, με συνάχι της αρκούδας, με πονοκέφαλο, ίσως δέκατα – ελαφρά συμπτώματα τα οποία ευτυχώς δεν παραπέμπουν σε κορωνοϊό αλλά σε κρύωμα. Σηκώνεσαι λίγο συρτά από το κρεβάτι, βλαστημώντας που δεν αγόρασες ένα κατεψυγμένο κοτόπουλο τις προάλλες, ούτε καν ένα κατεψυγμένο στήθος κοτόπουλου, από αυτά που είναι σα παξιμάδες κι όταν τα ξεπαγώνεις θέλεις να τα πετάξεις από το παράθυρο αλλά καταπίνεις τον πόνο σου, τα βράζεις, και λες «πάλι καλά».
Δεν έχεις κοτόπουλο. Δεν έχεις ούτε κότσι μοσχαρίσιο, ή άλλο κομμάτι κρέατος που χρησιμοποιείται σε σούπα, διότι είσαι βετζετάριαν ή/και ανοργάνωτο άτομο, εδώ δεν έχεις παγάκια, σιγά μην είχες κότσι στην κατάψυξη, που είναι ζώο με οικογένεια και βασικά δεν το τρως παρά μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις κρυολογήματος… στις οποίες όμως δεν το έχεις προμηθευτεί επειδή το λυπάσαι, το ζώο όχι το κότσι, και ορίστε που τώρα λυπάσαι τον εαυτό σου. Η μύτη σου τρέχει μαζί με τα μάτια σου, φτερνίζεσαι, σκορπάς χαρτομάντηλα, το κεφάλι σου είναι καζάνι. «Καζάνι!», σκέφτεσαι μέσα στη θολούρα, με θαυμαστικό στο τέλος, και βάζεις νερό να βράσει.
Γιατί σίγουρα κάπου έχεις ένα κρεμμύδι, κάτι σκελίδες σκόρδο, μια δυο μαδημένες πατάτες, ίσως δύο μαραγγιασμένα καρότα και οπωσδήποτε ένα κομμάτι τζίντζερ: αυτά υπάρχουν πάντα στο σπίτι μου το χειμώνα – το τζίντζερ αναπληρώνεται πριν τελειώσει, όπως τα κρεμμύδια και σκόρδα. Μπορεί να βρω μαϊντανό, ίσως και μισό κολοκύθι, αποκλείεται σελινόριζα, που δεν τη θυμάμαι ποτέ κι είναι κρίμα, γιατί γίνεται υπέροχη σούπα. Τα βράζω όλα αυτά σε χαμηλή φωτιά για πολλή ώρα, ρίχνω ένα-δυο (βιολογικούς) κύβους λαχανικών μέσα, λίγη καυτερή πιπεριά, και περιμένω μέχρι να ψιλο-λιώσουν για να τα φάω. Όσο πιο καυτερή η σούπα, τόσο το καλύτερο – φτερνίζομαι, κλαίω και φυσάω μύτη, αλλά νοιώθω ταυτόχρονα ότι φτάνω σιγά σιγά στο ζητούμενο, με κάθε καυτή κουταλιά: συνέρχομαι.
Δεν είχαμε μεγάλους σεφ στην οικογένεια, ούτε κουζινική παράδοση, αν και τα αδέρφια μου έχουν αξιοθαύμαστο μαγειρικό ταλέντο. Η μια γιαγιά μας έβραζε αυτά ακριβώς τα ταπεινά ζαρζαβάτια - το τζίντζερ τότε λεγότανε «πιπερόριζα» και το έβαζαν σε σκόνη στις σούπες αλλά κυρίως στο σαλέπι, άλλο σούπερ γιατρικό για το συνάχι. Το σπίτι αυτής της γιαγιάς (και οι δύο ήτανε Μαρίκες) το σπίτι της λοιπόν μύριζε βραστή κρεμμυδωμένη πατάτα όλο τον χειμώνα, ενώ της άλλης γιαγιάς το σπίτι μύριζε «κονσομέ», ζωμό από κρέας ή λαχανικά. Είναι ωραίο και το κονσομέ για το κρύωμα, απλώς δεν σε χορταίνει… και υπάρχει κάτι το παρηγορητικά θεραπευτικό στο κρεμμύδι/σκόρδο όταν έχει λιώσει στο βράσιμο μαζί με την πατάτα.
Διάβασα στη Γουικιπίντια περί σούπας, τη φτιάχνουμε εδώ και 20.000 χρόνια, πριν ακόμα εφευρεθούν τα μαγειρικά σκεύη – οι πρώτοι άνθρωποι έβραζαν λαχανικά μέσα σε δέρματα και κρανία ζώων (μπλιαχ). Η λέξη προέρχεται από το λατινικό “suppa” που σημαίνει «ψωμί μέσα σε ζωμό». Οι Γερμανοί άποικοι, όχι τρελά γκουρμέ, έφεραν την αγαπημένη τους πατατόσουπα στην Αμερική, και ένας Γάλλος άνοιξε την πρώτη «σουπερία» στη Βοστώνη, το 1794. Ένας Αμερικάνος, υπάλληλος της εταιρείας σουπών «Campbell» έφτιαξε την πρώτη συμπυκνωμένη σούπα το 1897.
Υπάρχουν χίλια είδη σούπας, η διάφανη (clear) και η πηχτή (thick) είναι οι δύο βασικές κατηγορίες, όπως η κρύα (ντοματόσουπα, γιαουρτόσουπα, η Ποντιακή τανομένον –σορβάν κλπ.) και η ζεστή (κρεμμυδόσουπα, σπαραγγόσουπα, μανιταρόσουπα, τραχανόσουπα κλπ.). Όλες μια χαρά, μπράβο τους, χαίρομαι που υπάρχουν, ειδικά όσο προχωράει η ηλικία μας και αποχαιρετάμε με νοσταλγία κανα-δυο-δέκα δόντια… αλλά η σούπα-φάρμακο για το κρυολόγημα παραμένει η βασική, με τα μαραμένα λαχανικά, όσα βρίσκουμε, με κρεμμύδι, σκόρδο και τζίντζερ. Εγγυώμαι και ορκίζομαι στο όνομά της, γιατί ορίστε που μπορώ και γράφω αυτές τις γραμμές, έχοντας κατεβάσει τέσσερα μπολάκια αχνιστή, καυτερή χορτόσουπα…