Θεματα

Η μακαρονάδα της ζωής μου

Ρωτήσαμε 11 γνωστούς καλοφαγάδες ποια είναι η καλύτερη μακαρονάδα που έχουν φάει ποτέ

Νενέλα Γεωργελέ
ΤΕΥΧΟΣ 719
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

11 γνωστοί Αθηναίοι θυμούνται τις νοστιμότερες μακαρονάδες που έχουν φάει

Λατρεύουμε τις μακαρονάδες όσο και οι Ιταλοί (αν όχι περισσότερο). Τις έχουμε τιμήσει σε κάθε εκδοχή και σε κάθε εποχή. Τις ονειρευόμαστε μεσημέρι, βράδυ και πρωί. Έχουμε πολλές ιστορίες να θυμόμαστε μαζί τους. Άλλες αστείες, άλλες περίεργες, όλες να σου ανοίγουν την όρεξη. Ρωτήσαμε 11 γνωστούς καλοφαγάδες ποια είναι η καλύτερη μακαρονάδα που έχουν φάει ποτέ και πήραμε πολλούς νοσταλγικούς αναστεναγμούς για απάντηση. Μην κρατηθείτε. Απόψε θα φάμε μακαρόνια.  

Μαρία Φιλοπούλου*

Μαρία Φιλοπούλου

Αγαπώ την ιταλική κουζίνα και πολύ συχνά στις εξόδους μου για φαγητό την επιλέγω. Μ’ αρέσουν τα primi της, τα secondi της, τα antipasti, τα ωραία κρασιά της, όλα! Αγαπημένη μου μακαρονάδα είναι η alle vongole, το στοιχείο της θάλασσας με γοητεύει κι εδώ… Τα τελευταία χρόνια την τρώω πολύ νόστιμη και σωστά φτιαγμένη στο Il Postino της Δελφών στο Κολωνάκι, την κάνουν όπως μου αρέσει, λιτή, με φρέσκα όστρακα, με ωραία αρώματα. Αν όμως σας μιλήσω με το χέρι στην καρδιά, η καλύτερή μου είναι η περίφημη al tono, που τρώω συχνά στο Πόρτο Χέλι, σε ένα υπέροχο εξοχικό, και την φτιάχνει ο αγαπημένος μου φίλος Δ. Φτασμένος αρχιτέκτονας σήμερα, παίζει την ιταλική κουζίνα στα δάχτυλα από τότε που, δουλεύοντας σαν φοιτητής σε μια τρατορία της Φλωρεντίας, έμαθε όλα τα μυστικά της. Αυτή η μακαρονάδα του με τον τόνο απλά δεν παίζεται…! Τον έχω ρωτήσει χίλιες φορές τα υλικά και τον τρόπο για να τη φτιάξω κι εγώ, αλλά είμαι σίγουρη πως  ποτέ δεν θα τα καταφέρω όπως αυτός!

*Η Μ.Φ. είναι ζωγράφος. 


Ανδρέας Πιτσιλής*

Είμαστε στα τέλη της δεκαετίας του ’80- αρχές ’90 κι εγώ πηγαίνω, καλεσμένος, σε εστιατόριο στο Πασαλιμάνι. Η έκπληξη είναι πολύ μεγάλη με το που μπαίνω στο μαγαζί... Νιώθω σαν να βρίσκομαι σε ευρωπαϊκό μπιστρό ή σε κάποια μπρασερί στη Γαλλία. Να πω εδώ πως στην Αθήνα τον καιρό εκείνο υπήρχαν βασικά ταβέρνες και κάποια εστιατόρια με ελληνική κουζίνα. Waichhart, το όνομα του εστιατορίου. Η ομορφιά και η ατμόσφαιρα καθηλωτική, πόσο ωραίος χώρος... Κι εκεί, μεταξύ χαράς, γέλιου κ τσιμπολογητού, μου σερβίρουν σε τεράστιο πιάτο αυτό που είχα παραγγείλει. Σπαγγέτι mare! Οι μυρωδιές του πιάτου γεμίζουν τον αέρα. Ήταν ο ζωμός των θαλασσινών; Ο μαϊντανός; Τα σκόρδα και δεν ξέρω τι άλλα μυρωδικά; Η γεύση ήταν κάτι μοναδικό και πρωτόγνωρο, όλα του ήταν τέλεια, το πιάτο μύριζε θάλασσα. Η παρέα έχει πια περάσει σε δεύτερο πλάνο και εγώ απολαμβάνω το ζυμαρικό μου που όμοιό του δεν είχα ξαναφάει! Ακόμη και σήμερα το θυμάμαι και μου έρχεται η ανάμνηση της γεύσης του…

*Ο Α.Π. είναι επιχειρηματίας, ιδιοκτήτης των Rock n Roll, Balthazar, Gaspar


Νανά Δαρειώτη*

Την πρώτη φορά που έφαγα στο Boschetto, αρχές του ’90, ήμουν στη δεκαετία των 20 χρόνων μου, που σημαίνει οικονομίες ημερών που ξοδεύτηκαν για να απολαύσω ένα δείπνο από τα χέρια του. Πέρασαν χρόνια από τότε, με τον Φαμπρίτσιο Μπουλιάνι φίλο πια, να συζητάει μαζί μας τα υλικά, τις μνήμες, τον τρόπο που «ζωγράφιζε» τα πιάτα του. Θα μπορούσα να γράψω σελίδες για την κουζίνα του, την τόσο βαθιά ιταλική, ειλικρινή και σοφή, την, ναι αυτό είναι, τόσο τεκμηριωμένη. Με το ζόρι επιλέγω τα Cornetti della signora Giulia (τα καπελάκια της σινιόρα Τζούλια), πιο γνωστά και αγαπημένα μας ως «τρίκοχα» του Φαμπρίτσιο, αφού θυμίζουν τα καπέλα των καθολικών κληρικών, κυρίως γιατί πρόσφατα, μετά το τελικό του ταξίδι, τα δοκίμασα μαγειρεμένα και από τον συνοδοιπόρο του, μάγειρα Δαμιανό Σιδηροκανέλλη. Αυτό, λοιπόν. Ένα πιάτο με την υπογραφή του Φαμπρίτσιο, από τα χέρια του Δαμιανού, ένα χαμόγελο και μια γεύση που σε στέλνει ταξίδι στον παράδεισο.

*Η Ν.Δ. είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.


Λέλος Γεωργόπουλος*

Την καλύτερη ιταλική μακαρονάδα την έχω δοκιμάσει στο Lollo’s στην Αντίπαρο, μια φανταστική cacio pepe με χοντρό μαύρο πιπέρι!

*Ο Λ.Γ. είναι επιχειρηματίας και συνιδιοκτήτης του The Clumsies Group.


Τζένη Μελιτά*

Θα μπορούσα να σας μιλάω για ώρες μετά την ενδελεχέστατη έρευνα για την αγαπημένη μου γαριδομακαρονάδα σε όοοοοοολη την Ελλάδα. Ένα όνομα, μια ιστορία: Ζεύκιν Ικαρίας. Κάθε μπουκιά μακροβούτι στα νερά του νησιού. Έβγαλα τον ποιητή από μέσα μου. Βέβαια, δεν θα με έλεγες και τόσο ποιητική όταν ρουφάω μέχρι και τα κελύφη από τις γαρίδες και με σιχαίνεται όλο το τραπέζι. Αλλά δεν θα σας πάω τόσο μακριά, θα σας εκμυστηρευτώ το νέο μου κόλλημα, το La Piazzetta στο Παλαιό Ψυχικό! Η πιο γευστική μακαρονάδα με θαλασσινά της Αθήνας, άχαστη μπρουσκέτα με λάδι σκόρδου, αυθεντική ιταλική φιλοσοφία και εξαιρετικό value for money. Αυτά παιδιά, αλλά μη μαζευτείτε όλοι εκεί γιατί το μαγαζί είναι μικρό και δεν θα χωράμε.

*Η Τζ.Μ. είναι δημοσιογράφος, παρουσιάστρια και ραδιοφωνική παραγωγός.


Βασίλης Σπόρος*

Η καλύτερη μακαρονάδα της ζωής μου με πάει 10 χρόνια πίσω, ένα καλοκαίρι στη Σκύρο από τα χέρια του κυρ-Αποστόλη και της κυρα-Βιβής! Μέναμε στο δωμάτιο που νοικιάζανε και ένα μεσημέρι μάς έκαναν το τραπέζι, όταν έμαθαν ότι είμαι μάγειρας. Ξαφνικά, έφερε ο κυρ-Αποστόλης ένα μεγάλο αστακό από μία καβάτζα στη θάλασσα, μαζί με 10 αχινούς. Μπήκε σε μία κατσαρόλα με θαλασσινό νερό να βράσει. Σε μία λεκάνη, η κυρα-Βιβή άδειασε τους αχινούς, έριξε μέσα μπόλικο ελαιόλαδο, μαϊντανό, τριμμένο σκόρδο και πιπέρι. Βγήκε ο αστακός, μπήκαν στο ίδιο ζουμί τα μακαρόνια να βράσουν. Ενώθηκαν όλα μαζί, ψυχή τε και σώματι, αστακός, αχινοί, μακαρόνια, θάλασσα, καλοκαίρι, ήλιος σε αυτή τη λεκάνη! Τίποτα δεν ήταν ίδιο για μένα από τότε.

*Ο Β.Σ. είναι chef του Mama Roux, ιδιοκτήτης του Po’Boys και καθηγητής Μαγειρικής στο IEK PRAXIS.


Silot*

Φωτογραφία: John Koliopoulos

Η καλύτερη μακαρονάδα βρίσκεται στο Salero στη Βαλτετσίου στα Εξάρχεια και επειδή είμαι της λευκής μακαρονάδας μιλάω για Καρμπονάρα φυσικά! Αλλά όχι αυτήν την ελληνική με κρέμα γάλακτος. Τη σωστή συνταγή καρμπονάρας με πανσέτα ψιλοκομμένη, μαύρο πιπέρι, αυγό και παρμεζάνα.

*Ο Silot είναι μουσικός. Το πρώτο του live θα γίνει στις 20/10 στο Rudu Bar. 


Κώστας Γάκης*

Δύσκολο να μιλήσει ένας καλοφαγάς (έως κοιλιόδουλος) για μία μόνο μακαρονάδα. Άλλωστε η μακαρονάδα είναι μεν ως έννοια μία, οι παραλλαγές δε άπειρες και αξίζει να αναφερθούν. Παραβαίνω λοιπόν κάθε κανόνα και ξεκινώ με την επική μακαρονάδα με κιμά της γιαγιάς Αντιγόνης και την εξίσου επική της φράση «το τυρί είναι που ομορφαίνει τα μακαρόνια» η οποία επαναλαμβάνεται (σε εκείνη την παραδεισένια άνοιξη της παιδικής μου ηλικίας) εν χορώ από όλη την οικογένεια στο σπίτι μας. Συνεχίζω απομεσήμερο καλοκαιριού μετά το μπάνιο με την al dente εκδοχή της μακαρονάδας με φασκόμηλο στο εστιατόριο της Πόπης στην Ικαρία με μια λιτότητα γεύσης σχεδόν μοναστηριακή. Περνάω καθώς φθινοπωριάζει σε ένα μπαλκόνι από όπου φαίνεται όλος ο νότιος ορίζοντας της Αθήνας με τον ήλιο να δύει μέσα στη θάλασσα, και τα ζυμαρικά ολικής άλεσης του La Pasteria του Αγίου Δημητρίου να ζεματάνε και να χιονίζει πάνω τους η παρμεζάνα που τρίβει στωικά η ευγενική σερβιτόρα η οποία μάταια περιμένει να πω «στοπ».  Και ολοκληρώνω αυτές τις τέσσερις εποχές της μακαρονάδας με τα θαυμάσια linguini  με μπρόκολο που τρώμε με τη σύντροφό μου όλους τους χειμωνιάτικους μήνες στη γειτονιά μου την Ηλιούπολη στο εστιατόριο Vezouvios όταν γυρνάμε κουρασμένοι από το ολοήμερο ταξίδι του θεάτρου.

*Ο Κ. Γ. μόλις επέστρεψε από τη Νότιο Κορέα όπου παρουσίασε με την ομάδα  Άναμ(μ)α σε παγκόσμια πρεμιέρα την “Ιστορία ενός σκύλου που τον έλεγαν πιστό” του Λούις Σεπούλβεδα. Σκηνοθετεί την “Ιστορία χωρίς όνομα” του Στέφανου Δάνδολου για το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης. Η παράστασή του “Από την Αντιγόνη στη Μήδεια” συνεχίζεται σε γυμνάσια και λύκεια. Ο μονόλογος στον οποίο πρωταγωνιστεί “Καπράλος, τα πρώτα βήματα” ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα σε σκηνοθεσία Νίκου Καραγέωργου.


Μενέλαος Πρόκος*

Γειτονάκια οι Ιταλοί, λογικό να υπάρχει πληθώρα ιταλικών εστιατορίων στην Αθήνα. Αλλά μη χρονοτριβείτε χαζεύοντας τα 16σέλιδα μενού τους. Ένα είναι το πιάτο. Η καρμπονάρα! Και δη, η δική μου καρμπονάρα! Διότι είναι περίπλοκη υπόθεση αυτή η λευκή, πηχτή μαγεία που ντύνει τον ουρανίσκο σου με μια ανεπανάληπτη, κρεμώδη αγκαλιά,  ζηλευτή ακόμα και από τη γιαγιά. Πόσα αυγά θα βάλεις; Τι παρμεζάνα θα χρησιμοποιήσεις; Πόσο θα χοντροκόψεις το μπέικον; Το μυστικό όμως δεν είναι καν εκεί! Αυτά είναι τα προκαταρκτικά ίσα-ίσα για ν’ ανάψουμε λίγο. Η πραγματική η τσαχπινιά είναι να πετύχεις τις σωστές αναλογίες κρέμας γάλακτος, παρμεζάνας και κρόκων αυγού, έτσι ώστε να αποφύγεις το νερομπούλι χωρίς όμως η σάλτσα να γίνει και στόκος για τον τοίχο. Θέλει μαεστρία. Απαιτεί να ζουζουνιάσεις με την κατσαρόλα σου, και να της λες γλυκόλογα ενώ ταυτόχρονα της ρίχνεις και ένα γεμάτο σιγουριά χαστουκάκι στα οπίσθια. Σόρι, λοιπόν, αλλά την εμπειρία που ονομάζω «καρμπονάρα» δεν την αφήνω στα χέρια κανενός. Θέλεις να τη ζήσεις σε όλο της το μεγαλείο; Έλα βρες με!

*Ο Μ.Π. είναι ηθοποιός, ιδρυτής της σχολής Improvibe, τον βρίσκετε στην παράσταση Improv Theatre Sports στο Θέατρο Άβατον. 


Δημήτρης Τσακούμης*

Τις πιο αξέχαστες αυθεντικές μακαρονάδες τις αναζητώ κάθε χρόνο κάτω από δυο υπεραιωνόβια πλατάνια, λίγο έξω από τα Χανιά, με την αρμύρα της θάλασσας ακόμη πάνω στο δέρμα κι ένα φουτεράκι για την ψύχρα που κάνει πάντα εδώ. Στο αυθεντικά ιταλικό εστιατόριο Don Rosario σου φέρνουν εντυπωσιακές μερίδες ζυμαρικών μαζί με το τηγάνι, αχνιστές και aldente, έτοιμες για καθηλωτικά foodpornstories: σπαγγετάδα με γαρίδες, μαϊντανό και λευκή σάλτσα κρασιού, πένες με σολομό και βότκα (η αγαπημένη μου), παπαρδέλες με τέσσερα μανιτάρια και σπαγγέτι al pesto – γιατί το μεγαλείο του σισιλιάνου μάγειρα και ιδιοκτήτη αποκαλύπτεται και στα πιο απλά. Το μυστικό είναι να βάλεις τα τηγάνια στη μέση (ανά δύο άτομα) και να τσιμπήσεις απ’ όλα, γιατί θα κάνεις θυμήσου ένα χρόνο να ξανάρθεις. Το σέρβις είναι λίγο αργό γιατί ο Δον κάνει μία μία τις μακαρονάδες μόνος του, όμως ο λογαριασμός για μια τέτοια νόστιμη και χορταστική εμπειρία έρχεται ανακουφιστικά ελαφρύς (15-20 ευρώ το άτομο). 

*Ο Δ.Τ. είναι σύμβουλος επικοινωνίας & instagrammer @dtsakoumis


 

Έλενα Παπάζογλου*

Καλοκαίρι 2013. Κέρκυρα. Μια παρέα έξι ατόμων, ξεκινήσαμε από τον Άγιο Στέφανο με τα πόδια για την παραλία του Ερημίτη. Η ιδέα έπεσε την ώρα που διασχίζαμε το μονοπάτι προς την παραλία. «Πάμε για καβούρια να τα κάνουμε παστιτσάδα;» Δύο ώρες μετά, 15 πετροκάβουρες σε μέγεθος μικρού ροδάκινου βρισκόντουσαν στον κιούρτο… Σχολαστικό μαγείρεμα και ο καθένας σε μια γωνιά σκυμμένος να τρώει σχεδόν με τα χέρια μέσα από το πιάτο, μία τα μακαρόνια και μία τα καβούρια. Σάλτσα με βαθύ κόκκινο χρώμα, χοντρό μακαρόνι, σπετσιερικό να μην το λυπάσαι, έξτρα κόκκινο πιπέρι, να καίει και μόνο που το βλέπεις, κόκκινο κρασί, δυο βότσαλα φλατ στο χέρι και να η απόλυτη ευτυχία στο πιάτο! Δεν είναι μόνο τα συστατικά που το κάνουν νόστιμο αλλά κι εκείνη η γλυκιά ταλαιπωρία, να ψάχνεις σάρκα στα πιο απίθανα σημεία του σώματος του καβουριού. Με τα δάχτυλα, τα δόντια, τα χείλη. Όλες οι αισθήσεις στο κόκκινο. Η γεύση είναι μνήμη. Τόσο κλισέ και τόσο αληθινό. Έκτοτε ποτέ ξανά δε γεύτηκα πιο νόστιμη μακαρονάδα από εκείνη την πρώτη φορά στην Κέρκυρα.

Tips για καβούρια παστιτσάδα:
- Καβούρια σε μέγεθος μικρού ροδάκινου
- Μαζεύουμε μόνο πετροκάβουρες που ζουν στις τρύπες από τα βράχια. Το έμπειρο μάτι τα ξεχωρίζει από το ένα ποδαράκι που εξέχει από την τρύπα.
- Προσοχή! Δε μαζεύουμε τα θηλυκά καβούρια. Δεν ψαρεύουμε στο ίδιο σημείο παραπάνω από 1-2 φορές το χρόνο.

*Η Ε. Π. είναι σύμβουλος επικοινωνίας.