Θεματα

8 διαλεκτές ταβέρνες και καφενεία της Λέσβου

Τα ομορφότερα καφενεία της Ελλάδας βρίσκονται σίγουρα εδώ

Greek Gastronomy Guide / Γιώργος Πίττας
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

8 καφενεία και ταβέρνες που πρέπει οπωσδήποτε να επισκεφθείς στη Λέσβο

Τα ομορφότερα καφενεία της Ελλάδας, βρίσκονται αναμφίβολα στη Λέσβο. Κι αυτό οφείλεται όχι μόνο στη δύναμη του παρελθόντος και στην αγάπη των Μυτιληνιών για το ούζο και τη ζωή του καφενείου, αλλά κυρίως γιατί τα περισσότερα παλιά κτήρια διατηρήθηκαν και δεν ανοικοδομήθηκαν, οπόταν παρέμειναν και οι παλιές χρήσεις αλλά και ο παλιός τρόπος ζωής, γιατί η ζωή στο καφενείο είναι ο τρόπος ζωής των ανδρών της Λέσβου. Στη Λέσβο οι καφετέριες δεν εκτόπισαν τα καφενεία, όπως έγινε στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Ο αριθμός των καφενείων με αισθητικό ενδιαφέρον στο νησί ξεπερνά τα εκατό και δεν υπάρχει χωριό που να μην έχει κάποιο καφενείο που να βαστά από παλιά, δηλαδή με το τεζάκι (το ξύλινο χώρισμα του παρασκευαστηρίου από τον χώρο του κοινού), τα μεταλλικά ή ξύλινα τραπεζάκια, τις μεγάλες τζαμαρίες αλλά και που να μην προσφέρει τα τοπικά ούζα και τους ντόπιους μεζέδες (τυράκια, παστουρμάδες, ελιές, θαλασσινά).

Καφενείον «Ο Ερμής» - Μυτιλήνη
Στο τέλος της οδού Ερμού βρίσκεται το «Καφεμεζεδοπωλείο Ερμής», ένα από τα πιο ιστορικά καφενεία του νησιού. Η Κυβέλη Σπανουδάκη-Λάσκαρη, μια όμορφη Μυτιληνιά, σημερινή ιδιοκτήτρια του καταστήματος, μας αφηγείται: «Στα 1922 με την ανταλλαγή πληθυσμών ο παππούς μου, Γιώργος Σπανουδάκης ήλθε απο τη Μικρά Ασία και αγόρασε από έναν Τούρκο το καφενείο αυτό και το μετονόμασε Ερμής». Το 1997 το καφενείο το παρέλαβε η Κυβέλη από τον πατέρα της και το ανακαίνισε όσο πιο πιστά μπορούσε.

Το σημερινό «Καφεμεζεδοπωλείο Ερμής» προσφέρει όπως πάντα τους πρωινούς καφέδες, έχει όμως εξελιχθεί σ’ένα εξαίρετο μεζεδοπωλείο-εστιατόριο, για μεσημεριανό αλλά και για βραδινό φαγάκι. Οι μεζέδες πολλοί, αλίπαστα, θαλασσινά, μαγειρευτά και οι προτιμήσεις μου τα κολοκυθολούλουδα, το σφουγγάτο και η κρασάτη σπλήνα. Η ατμόσφαιρα του μαγαζιού είναι μοναδική και σε πάει χρόνια πίσω, καθώς η επίπλωση, η διακόσμηση, οι καθρέπτες, τα κάδρα είναι όλα εποχής, και εξαιρετικού πραγματικά γούστου. Δεν είναι τυχαίο ότι το «καφενείο-εστιατόριο» Ερμής είναι ο πρώτος γαστρονομικός σταθμός όσων επισκέπτονται τη Μυτιλήνη.

O Αντώνης στο Καγιάνι της Μυτιλήνης

Καθώς περνάς το κατώφλι και μπαίνεις μέσα σ’ ένα ταπεινό μακρόστενο κτίριο μένεις έκθαμβος από τη θέα της μεγάλης τζαμαρίας –κάτι σαν ξύλινος εξώστης-  που βλέπει κατά τη Μυτιλήνη και τα απέναντι μικρασιατικά παράλια. Το ένα πιάτο είναι καλύτερο από το άλλο. Όσο αξιαγάπητος είναι ο Αντώνης άλλο τόσο λαχταριστά είναι και τα μεζεκλίκια της κυρά Αναστασίας: γαύρος μαρινάτος, σαρδέλες παστές, υπέροχοι γκιουσλεμέδες, τα κεφτεδάκια της που μοσχοβολάνε κύμινο με τις φρέσκες τηγανητές πατάτες, ο μπεκρή μεζές, το ψητό χταπόδι ή το  φρεσκοτηγανισμένο καλαμάρι, η σουπιά, ο μπακαλιάρος και λοιπά ψαρικά και κρεατικά της.  Κι όπως είπαμε: Λέσβος χωρίς τον Αντώνη δεν έχει!

Το ουζάδικο-ταβέρνα του Μπαμπούκου στον Μόλυβο

Εδώ θα βρείτε πλήθος ουζομεζέδων (κτένια, φούσκες, λακέρδες), φρέσκα λεσβιακά κρέατα, σπιτικά φαγητά, μακαρονάδες, σούπες, κακαβιά και συνήθως φρέσκα ψάρια και θαλασσινά. Mε μεγάλη γνώση από ψάρια ο Μπαμπούκος -καθότι έχει δουλέψει και στην Ψαραγορά- έχει πάντα κάτι θαλασσινό και ψαρικό να προσφέρει. Εκτός των ποικίλων μεζέδων, οι βασικές του σπεσιαλιτέ είναι: Γιουβέτσι γαρίδα γάμπαρι με σπιτικές χυλοπίτες, αστακομακαρονάδα, γαριδοπίλαφο, ξιρίχια λιόκαφτα, ψαρόσουπα κακαβιά και ντόπια κρέατα.

Η μεγάλη αξία του μαγαζιού είναι ότι είναι ανοικτό μεσημέρι-βράδυ, όλο το χρόνο, και αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί τα καλοκαιρινά θέρετρα  τον χειμώνα ερημώνουν και πολύ δύσκολα βρίσκεις κάπου να φας.

Οινομαγειρείο το Σταυρί στην Αγιάσο

Παίρνοντας τον ανηφορικό δρόμο, από την πλατεία προς την «ΚΟΡΥΦΉ» φτάνει κανείς στο «Σταυρί», το πιο δημοφιλές στέκι του χωριού και αξίζει να δοκιμάσει νόστιμους τραγανούς κεφτέδες, λαδοτύρι, χόρτα του βουνού, μια θεσπέσια ομελέτα με άγρια σπαράγγια και άλλη μία με σουτζούκι, ντόπια κρέατα και άλλα πιάτα, συνοδεία πολύ καλού κόκκινου κρασιού ή ούζου.

Καφέ-μπαρ «Το στέκι» - Αγιάσος Λέσβου
Το μαγαζί του Θεοφάνη Αξιομάκαρου βρίσκεται στο κέντρο της Αγιάσου, απέναντι από το ιστορικό και σχετικά προσφάτως ανακαινισμένο καφενείο της Καφενταρίας. Αυτό που σου τραβάει την προσοχή είναι ο τολμηρός συνδυασμός των χρωμάτων στους τοίχους του (κόκκινο-κίτρινο και θαλασσί).Μπορεί σαν κτήριο να υστερεί από τη μεγαλοπρέπεια του αντικρινού του, αλλά δεν στερείται παρεών και σταθερής πελατείας.Τουναντίον, είναι στέκι πολύ γλεντζέδων ανθρώπων και ίσως ο μικρός χώρος του να βοηθά περισσότερο στο να ενώνονται οι παρέες, να λέγονται ιστορίες και να πέφτουν όταν έρθει το κέφι και τραγουδάκια.

Ο Θεοφάνης σερβίρει όλων των ειδών τα τοπικά ούζα με όμορφους μεζέδες. Ρόκκα, παντζάρι και ελίτσες και από πάνω ψαράκια: «χαμψοί» τρεις μαριδούλες από τον κόλπο της Καλλονής, αλευρομένες και κολλημένες σε σχήμα τρίαινας, ένα μικρό μπαρμπουνάκι, και μια ουρά από κεφαλόπουλα. Εδώ τα κεράσματα από τις παρέες δίνουν και πέρνουν και οδηγούν σε πια όλους μαζί στο τραγούδι. Αυτά έχουν τα καφενεία της Λέσβου…Δεν μπορείς να βρεις την ησυχία σου!

Το καφενείο της κυρα-Ρήνης - Αγ. Δημήτριος Λέσβου
Στο μέσο της διαδρομής Πολιχνίτος-Μυτιλήνη στο ύψος της διασταύρωσης προς Αγιάσο, βρίσκεται το καφενεδάκι της κυρά Ρήνης, το πιο όμορφο ίσως καφενεδάκι του Αιγαίου Αρχιπέλαγους. Η Κυρά Ρήνη, η πρώην «χρυσοχέρα» του καφενείου, έχει περάσει τα 95 χρόνια ζωής.Την τέχνη της στα γλυκά του κουταλιού και στον καφέ, συνεχίζει πλέον η κόρη της, η κ. Αφροδίτη Ακαμάτου και ο εγγονός της.

Το καφενείο ξύλινα ξεχαρβαλωμένα πατώματα, όμορφο γαλάζιο ξύλινο ταβάνι, πολλά χρώματα, φωτεινές τζαμαρίες, η μυρωδιά του πεύκου και του ρετσινιού που καίγεται στη σόμπα σε ταξιδεύει στην εποχή του Θεόφιλου όταν αυτός ζωγράφιζε τα ταβάνια του μαγαζιού. Η κ. Αφροδίτη και η κόρη της, Χρυσούλα, η οποία τη βοηθάει όταν έρχεται πολύς κόσμος, προσφέρουν καφέ και αναψυκτικά στους επισκέπτες. Η σπεσιαλιτέ τους, όμως, είναι τα γλυκά του κουταλιού, φτιαγμένα πάντα από φρούτα και λαχανικά εποχής, χωρίς συντηρητικά, αλλά και το λικέρ τσέρι, που φτιάχνουν από φρέσκα βύσσινα τον Ιούλιο.Τότε, το μαγαζί «κοκκινίζει» από τα βύσσινα που αφήνονται στον ήλιο. Δοκιμάστε ανάλογα την εποχή μανταρινάκι, πορτοκάλι, φράπα, μηλαράκι, κυδώνι, κολοκύθα, ντοματάκι, σύκο, μελιτζανάκι, κεράσι, σταφύλι, καρύδι!

Σύλλογος Αιγαιοπελαγίτικης Γαστρονομίας –Κόλπος Γέρας
Σε κάθε νησί υπάρχουν και και κάποια μυστικά που οι ντόπιοι δεν τα μοιράζονται με κανέναν τρόπο με τους ξένους. Έτσι διαφυλάσσουν τον κόσμο τους και έχουν να περηφανεύονται  ότι μπορούν να ζουν κάποιες ιδιαιτερότητες που δεν έχουν μολυνθεί από το πνεύμα της αξιοποίησης και της τουριστικής εκμετάλλευσης. Ένα τέτοιο δείγμα έζησα σ’ ένα στέκι στον κόλπο του Γέρας. Ο Σύλλογος Αιγαιοπελαγίτικης Γαστρονομίας έχει φτιάξει πάνω στη θάλασσα έναν μικρό παράδεισο που τον απολαμβάνουν τα μέλη του, που είναι αρκετά.

Αν τύχει να είσαι φίλος τους τότε μπορεί να έχεις την τύχη να μοιραστείς την ατμόσφαιρα του χώρου τους και βέβαια να μυηθείς σε κάποια μυστικά τους. Η ατμόσφαιρα είναι άκρως παρεΐστικη κάτω από μια πανέμορφη ξύλινη στέγη με θέα στο κόλπο, που σπάνια να έχει κυματισμούς, διακόσμηση από διάφορα καλόγουστα αντικείμενα από όλον τον κόσμο. Βέβαια σ’ επαναφέρουν στην πραγματικότητα οι μεζέδες, όπως τα παστά του τόπου, η σαρδέλα, η λακέρδα κι άλλα περίεργα, το ελαιόλαδο χυμένο παντού, σε σαλάτες, στη βραστή πατάτα και ολούθε, αλλά και τα θαλάσσινά όπως τα κτένια, κυδώνια κι οι πετροσωλήνες!

Το καφενείο Πανελλήνιον Μυτιλήνη
Το Πανελλήνιον είναι ένα από τα ιστορικά καφενεία της Μυτιλήνης, που άνοιξαν στις αρχές του περασμένου αιώνα, όταν η ζωή της πόλης μεταφέρθηκε γύρω από τον επιβλητικό Άγιο Θεράποντα. Για δεκαετίες το Πανελλήνιον φημιζόταν για την πολυτέλειά του και αποτελούσε το κέντρο ζωής της πόλης, Αρχικά στο Πανελλήνιο σύχναζαν μόνο οι αριστοκράτες της πόλης και αργότερα, χωρίστηκε σε δύο τμήματα, από τη μια ήταν η αριστοκρατία και από την άλλη η εργατική τάξη καθώς υπήρχε διαχωριστική γραμμή, που χώριζε το μαγαζί σε πάνω και κάτω μέρος.

Κατόπιν ήρθε ο μαρασμός και επί  χρόνια παραμένει κλειστό μέχρι που στα τέλη της δεκαετίας του 2000 το Πανελλήνιον ξαναλειτούργησε με μιά εντυπωσιακή διακόσμηση εποχής αλλά κυρίως  με μιά ποικιλία  κοινού, που πιστεύω ότι είναι ο πλούτος του. Παρατήρησα ανθρώπους μοναχικούς να απολαμβάνουν την ηρεμία τους, συνταξιούχους να παίζουν τάβλι ή να συζητούν, κυρίες μεσήλικες να πίνουν το τσάι τους, νεαρές κοπελιές να χαριετίζονται πίνοντας το καπουτσίνο τους, ξένοι επισκέπτες να χαζεύουν και άλλοι πολλοί να χαίρονται τα γλυκά τους και τους μεζέδες τους (η γκουρού τυρόπιτα με δυόσμο ήταν υπέροχη). Περισσότερα.

*Για το ούζο Λέσβου διαβάστε εδώ.

**Για τη σαρδέλα Καλλονής διαβάστε εδώ.