Θεματα

Ο δύσκολος πελάτης

Τον έχετε πετύχει, ίσως έχετε υπάρξει (σπάνια…) κι εσείς δύσκολος πελάτης. Πάντως, τον αναγνωρίζετε με το «καλημέρα σας»

Μανίνα Ζουμπουλάκη
ΤΕΥΧΟΣ 661
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μερικές φορές βγαίνουμε από το σπίτι μας στραβωμένοι, άλλοτε βγαίνουμε από τη μαμά μας στραβωμένοι. Όπως και να έχει, ο Δύσκολος Πελάτης είναι μια πραγματικότητα την οποία αποφεύγουμε σαν τον διάολο. Ειδικά αν εργαζόμαστε, ή έχουμε κάποτε εργαστεί, στα σέρβις(ες)…

Ο Δύσκολος Πελάτης (ΔύσΠ) έχει θέματα. Ένα-ένα, μπορεί να τα έχει αυτά τα θέματα κι ο κανονικός, Κοινός Πελάτης κατά καιρούς. Όταν τα έχει όλα ή σχεδόν όλα μαζί, είναι ντέφινετλι ΔύσΠ, με τα τσαρούχια. Ο ΔύσΠ αισθάνεται ότι τον πρόδωσε η ζωή, ότι του χρωστάει, όχι μόνον η ζωή αυτοπροσώπως αλλά και το μαγαζί, εστιατόριο, καφέ ή μπαρ, στο οποίο αναγνωρίζεται άμα τη εμφανίσει. Με τα εξής συμπτώματα:

Η καρέκλα. Δεν είναι αυτό που είχε στο μυαλό του ο ΔύσΠ. Είναι άβολη, κοντή, ψηλή, σκληρή, αδιάφορη, ανάγωγη, τέλος πάντων ο ΔύσΠ θέλει άλλη. Απαιτεί από τον υπάλληλο άμεση αλλαγή καρέκλας.

Το τραπέζι. Κουνάει. Παλαντζάρει. Κολλάει. Γλιστράει. Κάνει πράγματα όχι-σωστά για ένα τραπέζι. Ο ΔύσΠ δεν δέχεται τέτοια προσβόλα, απαιτεί από τον υπάλληλο άμεση αλλαγή τραπεζιού.

Το ζόρι. «Τι εννοείς “δεν έχουμε άλλο τραπέζι”; Να κόψτε το λαιμό σας να βρείτε. Όλα αυτά τα τραπέζια που γράφουν απάνω “ρεζερβέ” για ποιον είναι; Για κάποιον καλύτερον από εμένα;» (ναι)

Η σαλάτα. «Είναι πολλλλύ βρεγμένη, σαν μπουγιαμπέσα/μπουγέλο. Τα μαρούλια στάζουν φαρμάκι. Κακώς το λέτε μπαλσάμικο, είναι ξυδάμικο. Το μενού λέει ότι έχει κουκουνάρι, έχω βρει μόνον ένα, σόλο κουκουνάρι σ’ όλο το πιάτο. Ντροπή σας!»

Το ψωμί. «Μόνον άσπρο/μαύρο/ριγέ έχει; Απαιτώ ποικιλία ψωμιών!» (Ο ΔύσΠ έχει δυσανεξία στο συγκεκριμένο ψωμί, αλλά βέβαια, θα το φάει και το κρίμα στον λαιμό σας. Να μάθετε). 

Το κυρίως. Είναι ακατάλληλο («…Κοπελιά, όταν λέμε “σενιάν” εννοούμε “με αίμα”. Όταν λέμε “καλοψημένο” εννοούμε “χωρίς αίμα”. Τι δεν καταλαβαίνεις;») Ο υπάλληλος καλείται αμέσως να μαζέψει τα αίματα/να προσθέσει νέα αίματα.

Το επιδόρπιο. «Γκαρσόν, αυτό δεν είναι Τιραμισού διότι δεν περιέχει χ (κάποιο απαραίτητο στοιχείο του Τιραμισού, που όμως δεν το ξέρει ούτε η μαμά του)». Ο υπάλληλος καλείται να φέρει αμέσως άλλο επιδόρπιο. Χωρίς να το φτύσει.

Η μπίρα. Πάντα πέφτει η χλιαρή στον ΔύσΠ, ή η ξεθυμασμένη, ή αυτή που μυρίζει ψαρίλα, ή με το σπασμένο στόμιο μπουκαλιού. Ο ΔύσΠ έχει ταλέντο στο να βρίσκει τις σκάρτες μπίρες με τη μία.

Το ποτό. «Μα δεν είναι ποτό αυτό!» (που ήρθε στον ΔύσΠ – σε όλους τους άλλους, είναι ποτό.) Έχει, εύκολα, κραγιόν/μανόν/μπλάνκο/πετρελαιοκηλίδα στο ποτήρι. Ο υπάλληλος καλείται να φέρει άλλο ποτό άμεσα. 

Το λάθος. Στον ΔύσΠ έρχεται ΠΑΝΤΑ το λάθος ποτό, πιάτο, ψωμί, κασέρι κ.λπ. – άλλο ζητάει, άλλο λαμβάνει. Είναι καρμικό. Ο υπάλληλος καλείται να επανορθώσει άμεσα. Αλλά πώς να συνεφέρει ένα τέτοιο κάρμα…

Ο καφές. «Είναι κρύος/όχι αρκετά ζεστός, στούκας, δεν έχει/έχει γάλα, αυτό δεν είναι γάλα είναι νουνού, έχει κανέλα/κακάο ενώ ζητήθηκε κακάο/κανέλα, είναι σίγουρα ντεκαφεϊνέ ή δεν ορκίζεσαι στη μάνα σου, μυρίζει, έχει κάτι μέσα, αυτό το κάτι μέσα στον καφέ με κοιτάει περίεργα, ορίστε που μου κλείνει το μάτι» κ.λπ.

Το πουρμπουάρ. Με τέτοιο σέρβις και χλιαρή μπίρα; Ας γελάσει, ο ΔύσΠ.

Ο υπάλληλος. Κοιτάει στραβά τον ΔυσΠ, είναι βέβαιο. Του κρατάει μούτρα, έχει υφάκι, είναι αγενής και ανάγωγος, δεν δείχνει κανένα σεβασμό στον Πελάτη πόσο μάλλον στον Δύσκολο. Καλείται να επανορθώσει άμεσα. Του έχει ήδη αλλάξει καρέκλα, τραπέζι, κρέας, μπίρα, κρασί, ποτήρι, πιάτο, πιρούνι, τον αδόξαστο, έχει σκουπίσει με βετέξ τη σαλάτα φύλλο-φύλλο, έχει ταΐσει τα σαλιγκάρια με τα χεράκια του, που ήταν ανόρεχτα. Για ποιο λόγο είναι έτσι ανάποδος, αυτός ειδικά ο υπάλληλος, ένας θεός ξέρει. 

Ο λογαριασμός. «Κάποιο λάθος έγινε, δεν μπορεί το κουβέρ να χρεώνεται, εκτός αν εσείς το αποκαλείτε αυτό “κουβέρ”». Ο υπάλληλος καλείται να φέρει αμέσως άλλον λογαριασμό, καλύτερον.

Μπορεί να σου τύχει. Μία στις τόσες, εσύ ο Κοινός Πελάτης (ΚοιΠ) ο καθόλου δύσκολος, γίνεσαι στριμμένο άντερο. Ο καφές σου αργεί μια ώρα, κι όταν έρχεται, αντί «για έξω» έχει χρεωθεί «για εδώ», με τη δικαιολογία ότι «μα κάθεστε μια ώρα εδώ». Και είναι ακριβός καφές, σε ακριβό μαγαζί: άρα σε παίρνει να είσαι ζόρικος. Απλώς να μη σου γίνει χούι (και να μην ξαναπατήσεις στο μαγαζί στο οποίο έκανες σκηνικό). 

Κανόνας, μια και το ’φερε η κουβέντα. Η μανούρα για το σέρβις, φαγητό, ποτό, κάρμα σου δεν πρέπει να γίνεται ποτέ, μα ποτέ, σε φθηνό μαγαζί…

Το χειρότερο δεν είναι να έχεις στην παρέα σου έναν ΔύσΠ – τον οποίον, όσο κι αν σε κάνει ρόμπα, στο τέλος της βραδιάς τον απαρατάς και φεύγεις, εσύ τη ζωή σου αυτός/ή τη δική του/της. Το χειρότερο δεν είναι καν να σου πέφτει ένας ΔύσΠ στη βάρδια σου, ενώ δουλεύεις. Το χειρότερο είναι να είσαι ΕΣΥ ένας μόνιμος ΔύσΠ… γιατί δεν μπορείς να σε ξεφορτωθείς με τίποτα, και πάντα το τραπέζι θα είναι στραβό, ο καφές κρύος, η μπίρα ζεστή κ.λπ., και πάντα, επειδή υπάρχει θεός/βούδας του γκαρσονιλικίου, θα βρίσκεται ένας υπάλληλος να φτύσει διακριτικά αυτό που τρως/πίνεις….