- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στο σπήλαιο Φράγχθι της Ερμιονίδας ξεκίνησε το ταξίδι της τροφής
Τι έτρωγε ο άνθρωπος του Νεάντερταλ;
Το σπήλαιο Φράγχθι, στη βόρεια ακτή του κόλπου της Κοιλάδας Ερμιονίδας στην Πελοπόννησο είναι μία από τις σπουδαιότερες προϊστορικές θέσεις του Ελληνικού χώρου, ένα από τα σημαντικότερα σπήλαια της Ευρώπης και σίγουρα της Ανατολικής Μεσογείου. Πιθανόν πρώτα να κατοικήθηκε από τον άνθρωπο του Νεάντερταλ, κατά την περίοδο 40.000 χρόνια π.Χ., αλλά σίγουρα από τον Homo Sapiens την περίοδο μετά από το 30.000 π.Χ. Μέχρι σήμερα έχουν διερευνηθεί μέσω των ανασκαφών 25.000 χρόνια και υπάρχουν ενδείξεις ότι το σπήλαιο κατοικούνταν συνεχώς από το 20.000 μέχρι το 3.000 π.Χ. όταν και γκρεμίστηκε. Το σπήλαιο είναι από τις ελάχιστες θέσεις στον ελλαδικό χώρο, όπου έχουν βρεθεί ευρήματα που να δικαιολογούν τη συνεχή παρουσία ζωής επί 250 αιώνες!
Την επίσκεψη στο σπήλαιο την κάναμε ένα Κυριακάτικο πρωινό με τον Δήμαρχο της Ερμιονίδας, Δημήτρη Σφυρή, και την εκπαιδευτικό Μαρία Λιώση. Η ψαρόβαρκα «Θανάσης» μας περίμενε πρωί-πρωί στο λιμανάκι της Κοιλάδας και μετά από δέκα λεπτά διαδρομή μάς πέρασε «στη σπηλιά του Δόκιου», του βοσκού που χρησιμοποιούσε το σπήλαιο σαν ποιμνιοστάσιο έως τη δεκαετία του ’60. Μόλις αποβιβαστήκαμε στην απέναντι ακτή η Μαρία ξεκίνησε τη αφήγηση.
Η αρχαιολογική περιπέτεια ξεκινά το 1967, όταν ο νεαρός μαθητής τότε Άδωνις Κύρου (και κατόπιν εκδότης της Εστίας) στο πλαίσιο μιας σχολικής εκδρομής σκάβοντας τυχαία βρήκε προϊστορικά όστρακα. Λίγο αργότερα, μία διεθνής ομάδα αρχαιολόγων μαζί με γεωλόγους, βοτανολόγους και ζωολόγους με επικεφαλής τον Jacobsen αρχίζουν τις ανασκαφές οι οποίες διήρκεσαν μέχρι το 1976, καταρχήν μόνο μέσα στο σπήλαιο. Συνολικά τα ευρήματα καλύπτουν μία περίοδο 40.000 περίπου χρόνων ξεκινώντας από την Παλαιολιθική εποχή 20.000 π.Χ. – 8.300 π.Χ., τη Μεσολιθική 8.300 π.Χ.- 6.000 π.Χ. και φθάνουν ως τη Νεολιθική περίοδο: 6.000 π.Χ. – 3.000 π.Χ.
Ανέβηκαμε στο σπήλαιο 100 μέτρα μονοπάτι. Το ύψος του σπηλαίου εντυπωσιακό. Το μήκος του σπηλαίου είναι περίπου 150 μ. και το μέγιστο πλάτος του περίπου 45 μ. Η γκρεμισμένη στο βάθος οροφή επιτρέπει την είσοδο άπλετου φωτός που αποκαλύπτει τους τεράστιους ογκόλιθους, από το πεσμένο τμήμα της οροφής, ενώ στο πίσω μέρος της σπηλιάς υπάρχει μία μικρή λίμνη με υφάλμυρο νερό, στην οποία παρατηρούνται χέλια. Τους καλοκαιρινούς μήνες τα εκατοντάδες χελιδόνια μπαινοβγαίνουν και το πέταγμά τους και τα τιτιβίσματά τους δημιουργούν ένα σπάνιο οπτικοακουστικό σκηνικό!
Ξεκινήσαμε ένα ταξίδι πίσω στον χρόνo και συγκεκριμένα στο 30.000 π.Χ. Ο τόπος τότε ήταν αγνώριστος. Καταρχήν η θάλασσα δεν ήταν εδώ που είναι τώρα. Η στάθμη της ήταν περίπου 100-120 μ. χαμηλότερα από τη σημερινή και η σπηλιά απείχε γύρω στα 5-6 χλμ. από την ακτή, ο δε κόλπος της Κοιλάδας ήταν μία σχετικά επίπεδη πεδιάδα που τη διέσχιζε ένα ποτάμι. Οι πηγές γλυκού νερού ήταν λίγες και σε μεγάλη απόσταση μεταξύ τους, επομένως είναι πιθανό ότι το ποτάμι και το πόσιμο νερό όπως και το καταφύγιο που προσέφερε το σπήλαιο να ήταν αυτά που προσέλκυσαν τους προϊστορικούς ανθρώπους στην περιοχή.
Τα κόκαλα ελαφιών, ενός είδους άγριου αλόγου και κάποιων άλλων ζώων καθώς και τα εργαλεία του κυνηγού υποδεικνύουν ότι αρχικά η σπηλιά κατοικήθηκε από μικρές ομάδες κυνηγών που στάθμευαν εδώ για λίγο, πριν φύγουν για να πάνε κάπου αλλού, ακολουθώντας τα θηράματά τους. Η περιστασιακή κατοίκηση του σπηλαίου συνεχίστηκε προφανώς για κάποιες χιλιάδες χρόνια μέχρι περίπου το 17.000 π.Χ.
Μετά το 12.000 π.Χ. εμφανίζεται αλλαγή στο κλίμα – οι πάγοι αρχίζουν να λιώνουν με αποτέλεσμα να ανέβει η θάλασσα γύρω στα 50-60 μ. και η ακτή τώρα απέχει γύρω στα 4 χλμ. Ούτε σε αυτή την περίοδο κατοικείται μόνιμα η σπηλιά, αλλά χρησιμοποιείται και πάλι σαν σταθμός ενός μικρού νομαδικού πληθυσμού που κυνηγούν (κυρίως ελάφια) και συλλέγουν άγριους καρπούς (φακές, άγριο κριθάρι και άγρια αμύγδαλα).
Το ψάρι (κεφαλόπουλα, τσιπούρες και σε μικρότερες ποσότητες μουγκρί, λαβράκι και συκιός) μπαίνει στη διατροφή τους αυτή την περίοδο, ένδειξη ότι οι άνθρωποι εξερευνούσαν την ακτή και μάθαιναν σιγά-σιγά να καρπώνονται τα οφέλη της θάλασσας. Σε στρώματα του τέλους της Παλαιολιθικής εποχής βρίσκουμε σε μεγάλες ποσότητες πεταλίδες, σαλιγκαροειδή κοχύλια – φαίνεται πως οι Φραγχθιώτες εκείνης της εποχής τα κατανάλωναν σε μεγάλη ποσότητα, μην ξεχνάτε ότι η θάλασσα είναι πιο κοντά τώρα, επομένως είναι ευκολότερο για τους κατοίκους του σπηλαίου να συλλέξουν τα οστρακοειδή.
Αργότερα κάνει την εμφάνισή του και ο οψιανός (οψιδιανός) και μυστήριο παραμένει το πώς έφτασαν οι Φραγχθιώτες στη Μήλο για να προμηθευτούν τον οψιανό όπως επίσης και το μέσο που χρησιμοποιούσαν. Όσον αφορά το μέσο με το οποίο έγινε το ταξίδι, ο Κερκυραίος Σπύρος Αγάθος. κατασκεύασε για λογαριασμό των αρχαιολόγων μία παπυρέλα μήκους 6.5 μ. και βάρους 180 κιλών και πραγματοποιήθηκε πειραματικό ταξίδι από το Λαύριο μέχρι τη Μήλο με έμπειρους βέβαια κωπηλάτες – η παπυρέλα άντεξε με ανέμους 6 μποφόρ και κύματα ύψους 1.5 μ. και έφτασε στον προορισμό της.
Συνεχίζοντας το ταξίδι μας στην ιστορία φτάνουμε στη Μεσολιθική περίοδο (9.000-7.000 π. Χ). Το Φράγχθι είναι σημαντικό και γι’ αυτή την περίοδο καθώς υπάρχουν πολύ λίγες άλλες θέσεις γνωστές από αυτή την περίοδο μετάβασης από τις κοινωνίες του κυνηγιού και της συλλογής καρπών της παλαιολιθικής εποχής στις μόνιμες εγκαταστάσεις των γεωργοκτηνοτρόφων της νεολιθικής. Οι θερμοκρασίες είναι ψηλότερες, η στάθμη της θάλασσας έχει ανέβει κατά 20 μ. και η ακτή απέχει 2 χλμ. από την σπηλιά. Η δε Κορωνίδα – το νησάκι της οικογενείας Λιβανού- δεν έχει αποκοπεί ακόμη από την ξηρά. Και πάλι το σπήλαιο χρησιμοποιείται ως βάση κυνηγών άγριων ζώων και συλλεκτών άγριων καρπών, όπως φακές, φιστίκια, κριθάρι, βρώμη. Ενδιαφέρον εύρημα τα ψαροκόκαλα – κυρίαρχο είδος ψαριού είναι ο τόνος – οι περισσότεροι από αυτούς που βρέθηκαν ζυγίζουν 8-15 κιλά, ενώ μερικοί έφταναν και τα 200 κιλά. Φαίνεται ότι τα ρεύματα της θάλασσας και οι θερμοκρασίες στη Μαύρη Θάλασσα αναγκάζουν κοπάδια να μετακινηθούν σε πιο φιλικά νερά και μάλιστα στις ακτές της Αργολίδας, όπου δεινοί μεσολιθικοί ψαράδες προφανώς τα παρέσερναν στα ρηχά και τα σκότωναν με ρόπαλα και γίνονται γεύμα για αρκετές γενιές Φραγχθιωτών.
Τελευταίος σταθμός μας η Νεολιθική εποχή. Το 5.000-4.000 η κοινότητα του Φράχθι ακμάζει. Η στάθμη της θάλασσας έχει ανέβει ακόμη περισσότερο, η ακτή έχει διασπαστεί και έχει αρχίσει η διαμόρφωση του κόλπου της Κοιλάδας. Το σπήλαιο απέχει από την ακτή λιγότερο από 2 χλμ. Στο Φράγχθι υπάρχει πλέον ένας μόνιμος οικισμός, οι κάτοικοι για πρώτη φορά χρησιμοποιούν την παραλία μπροστά από τη σπηλιά και πλέον ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία – καλλιεργούν εξημερωμένα φυτά κυρίως κριθάρι και φακές και εκτρέφουν εξημερωμένα ζώα όπως γιδοπρόβατα και γουρούνια, ενώ την περίοδο αυτή κατασκευάζονται τα πρώτα αγγεία.
Τι προκάλεσε όμως τη στροφή στη γεωργία και την κτηνοτροφία; Η απάντηση είναι ο ερχομός στον ελλαδικό χώρο νέων πληθυσμιακών ομάδων που φέρνουν μαζί τους αυτή την νέα «τεχνολογία». Προφανώς, η πεδιάδα με το ποτάμι που τη διέσχιζε να ήταν για αυτούς μία ελκυστική τοποθεσία, ενώ από την άλλη η ίδια η σπηλιά και οι λόφοι γύρω από αυτήν πρόσφεραν κατάλληλους βοσκότοπους για τα γιδοπρόβατά τους. Οι νεολιθικοί κάτοικοι συνεχίζουν να ψαρεύουν αλλά λιγότερο συχνά. Φαίνεται ότι με την εισαγωγή της γεωργίας και της κτηνοτροφίας το ψάρεμα θα μπορούσε να γίνει μόνο αφού άλλες ανάγκες σχετικές με τις δύο αυτές ασχολίες (γεωργία και κτηνοτροφία) είχαν ικανοποιηθεί.
Για πρώτη φορά στο σπήλαιο στην αρχή της νεολιθικής περιόδου περίπου το 6.000 π.Χ. εμφανίζονται πήλινα αγγεία. Ιδιαίτερη εντύπωση δημιουργεί το γεγονός ότι οι Φραγχθιώτες ανέπτυξαν την κεραμική σε ένα επίπεδο που συνδέεται με την κλασική περίοδο που είναι 5000 μεταγενέστερη από την εποχή που μιλάμε. Οι κεραμοποιοί έφτιαχναν πολύ λεπτές γραμμές με πινέλα, επινόησαν τρόπους για να παράγουν το μαύρο στίλβωμα πάνω σε φωτεινό υπόβαθρο ελέγχοντας τη θερμοκρασία κατά τη διάρκεια του ψησίματος.
Το 3.000 π.Χ. το ταξίδι τελειώνει γιατί η στάθμη της θάλασσας ανεβαίνει και συρρικνώνει τον ζωτικό χώρο. Η σπηλιά εγκαταλείπεται μάλλον εξαιτίας της κατακρήμνισης της οροφής από άγνωστη αιτία. Περισσότερα.
*Για τις υπεραιωνόβιες ελιές Ερμιονίδας διαβάστε εδώ.
**Για το Λαογραφικό Εργαστήρι Δήμου Ερμιονίδας διαβάστε εδώ.