Resto

Η Αίγλη Ζαππείου ξανανοίγει καινούργια κι όμως πάντα κλασική

Και μας επιστρέψει στην κλασική Αθήνα που είχαμε ξεχάσει

Ελένη Ψυχούλη
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Αίγλη Ζαππείου ξανάνοιξε πριν λίγες μέρες ανανεωμένη και λαμπερή χωρίς καθόλου να χάσει την παλιά τηw... αίγλη

Όταν έσβησαν τα φώτα της Αίγλης ήταν σαν ένα τραύμα στην καρδιά της πόλης. Οι εκθέσεις στο Ζάππειο δεν είχαν πια την ίδια γεύση αφού δε μπορούσες να περάσεις απέναντι για έναν καφέ, οι κυριακάτικες λιακάδες έχασαν ένα από τα σημαντικά τους ραντεβού, οι περίπατοι στον Εθνικό Κήπο τον τελικό τους προορισμό και οι γονείς με τα πιτσιρίκια το στέκι της σαββατοκύριακης βόλτας. Η Αίγλη, ήταν πάντα κάτι περισσότερο από όλα αυτά. Ήταν οι εκδηλώσεις και οι δεξιώσεις στο υπόγειο, ένας γαστρονομικός προορισμός μέσα στο μοναδικό καταπράσινο καταφύγιο του κέντρου, ήταν το σινεμά και μια all day στάση αν ήθελες κάτι κοσμικό, κομψό και ταυτόχρονα προσιτό. Όλοι την περιμέναμε να γυρίσει. Ήρθε και ας άργησε. Καινούργια και διαφορετική. Καινούργια και, τελικά, πάντα κλασική. Αυτό το εστιατόριο δεν είναι εύκολο να το διαχειριστείς, πίσω του κουβαλά μια ιστορία από το 1904, μια νεοκλασική δομή και ένα βαρβάτο βιογραφικό, με τρανά ονόματα της πολιτικής, της τέχνης, του παγκόσμιου πολιτισμού αλλά και της «καλής» παλιάς Αθήνας που πέρασε από τα τραπέζια της.

Αυτό τον χώρο, για να τον ανανεώσεις, πρέπει να το κάνεις με το «γάντι», χωρίς να αλλάξεις την ψυχή του. Με λαχτάρα περίμενα τη στιγμή που θα ξαναβρώ την Αίγλη φωτισμένη, λαχτάρα ανάμεικτη με αγωνία, για το αν θα την ξανάβρισκα αναγνωρίσιμη και όχι μια ξένη που ’χει πάρει τη θέση της. Τα έργα που γίνονται μπροστά στο Ζάππειο και κρατούν κλειστή την κύρια είσοδο, ίσως σε μπερδέψουν. Πρόσβαση πια θα αναζητήσεις από την Ηρώδου Αττικού ή την Αμαλίας και καθώς δεν υπάρχει ακόμη σήμανση, να ξέρεις πως αν είσαι με αυτοκίνητο, πρέπει να πατήσεις το κουμπί για να σηκωθούν οι μπάρες και να περάσεις στον χώρο στάθμευσης.

Αίγλη: το εμβληματικό στέκι της Αθήνας και πάλι κοντά μας

Όλα τα άλλα, θα τα βρεις στη θέση τους, όπως τα άφησες: το τεράστιο all day σκηνικό που στα μετόπισθεν διατηρεί την εξίσου μεγαλειώδη εικοσάμετρη μπάρα για τα ποτά της νύχτας, πλάι τον εξωτερικό χώρο του εστιατορίου και στο βάθος (κήπος), το εστιατόριο το ίδιο. Για το ντεκόρ της νέας Αίγλης, δεν έχεις να πεις πολλά. Δωρικό, με έμφαση στο μαύρο και το λευκό ξύλο, ευρύχωρα τραπέζια με λευκά τραπεζομάντιλα, έχει μια αρχοντιά χωρίς τίποτα το θεαματικό ή το εφετζίδικο. Αν κάτι σαφώς ξεχωρίζει, είναι ο φωτισμός της μεγάλης Ελευθερίας Ντεκώ, η οποία ξέρει να δημιουργεί χώρους, αισθήσεις, συναισθήματα και ατμόσφαιρες, πατώντας κυριολεκτικά, τον διακόπτη του ηλεκτρικού.

Γιατί το φως είναι το Α και το Ω και η πιο σοβαρή υπόθεση πίσω από κάθε εμπειρία. Και στη νέα Αίγλη, νοιώθεις το φωτισμό να ενορχηστρώνει τη βραδιά σου, μαζί φυσικά με τη μουσική, αυτή τη μουσική που διόλου δεν περιμένεις να ακούσεις σε ένα «καλό» μέινστριμ εστιατόριο. Και αυτό το twist είναι η σφραγίδα της νέας Αίγλης, είναι το στιλ του Κωνσταντίνου Δαγριτζίκου, ο οποίος πλέον τη διευθύνει. Ο άνθρωπος που μας χάρισε το Six Dogs δεν θα μπορούσε να περπατήσει στον δρόμο που έχουν περπατήσει άλλοι πριν από κείνον. Τεράστιο το στοίχημα αλλά θαρρώ πως μόνον ο Κωνσταντίνος θα μπορούσε να δώσει μια αληθινά και σε βάθος, νέα πνοή σε ένα ιστορικό μαγαζί. Διαθέτει την κουλτούρα, το στιλ, την ανατρεπτική διάθεση, το χιούμορ, κυρίως το μέτρο που χρειάζεται ένα τέτοιο εγχείρημα και επιπλέον, είναι αθεράπευτα Αθηναίος.

Πρώτες στιγμές λειτουργίας και ήδη βλέπεις στα τραπέζια την παλιά, καλή φρουρά, μαζί με παρέες που στην ηλικία τους έχουν μπροστά το 2, σε ένα απρόσμενο μα και τόσο ζωντανό mix. Ο chef Δήμος Μπαλόπουλος και ο sous chef του Γιώργος Κηρύκος, πού και πού «σκάνε» στην αίθουσα, και όλο αυτό ζωντανεύει το ενίοτε πεθαμένο τοπίο μιας υψηλής εστίασης, πηγαίνοντας στην αντίπερα όχθη, αυτή της κινητικότητας που επικρατεί σε ένα κλασικό, γαλλικό μπιστρό.

Κάθεσαι, λοιπόν, στο τραπέζι που σε περιμένει στρωμένο με τα εκπληκτικά πιάτα που θυμίζουν εγγλέζικη πορσελάνη και το σερβίτσιο της γιαγιάς σου και κάπως νοιώθεις ότι μπαίνεις σε ένα γιορτινό μουντ, κυριακάτικου οικογενειακού τραπεζιού. Και ναι, πίσω από όλα όσα συμβαίνουν εδώ, υπάρχει μια ευρύτερη αθηναϊκή οικογένεια, από ανθρώπους που κατά καιρούς ξεχώρισες για το ταλέντο τους: η Ορσαλία Παρθένη σχεδιάζει τις στολές των παιδιών, πίσω από τα ιδιαίτερα κοκτέιλ βρίσκεται ο mixologist Δημήτρης Ρούσσος, τη λίστα των κρασιών έχει επιμεληθεί ο σομελιέ Γιώργος Δέδες και ο Νικόλας Λιάπης συντονίζει την όλη εμπειρία, από την πρώτη ύλη της κουζίνας μέχρι το στιλ του σερβιρίσματος.

Το ρετρό μενού στην Αίγλη 

Το μενού, είναι όλα τα λεφτά-της απόλυτης νοσταλγίας. Δεν ξέρω ποιος είχε τη φαεινή ιδέα αυτής της ρετρό λίστας με όλα όσα αγάπησε η Αθήνα των δεκαετιών του ’50, του ’60, του ’70 και του ’80 αλλά πραγματικά σε συγκινεί και σε φέρνει και σε πολύ δύσκολη θέση, καθώς αδυνατείς να ξεχωρίσεις μια μνήμη, τις θέλεις όλες και με λαχτάρα μεγάλη. Πώς να διαλέξεις ανάμεσα σε μια αθηναϊκή μαγιονέζα, ένα paté maison και μια bouillabaisse, πώς να ελιχθείς ανάμεσα σε ένα bitoque a la russe, μια entrecote, ένα κοτόπουλο Café de Paris, ένα chateaubriand, ένα σνίτσελ και μια σελινόριζα α λα πολίτα; Στα ενδιάμεσα της αστικής κουζίνας, υπάρχουν και πιο ελληνικές στάσεις, όπως μια παραδοσιακή πίτα, ένα φρικασέ ψαριού, μια πολίτικη σαλάτα, λαχανοντολμάδες, γιουβέτσι με γαρίδες αλλά και καρπάτσο ψαριού ημέρας και ριγκατόνι caccio e pepe.

Επειδή χρόνια πιστεύω πως η παλιά, αστική αθηναϊκή κουζίνα δικαιούται αλλά και αξίζει ένα θριαμβευτικό come back και καθώς όλο το τραπέζι μας αποτελείται από ομοϊδεάτες της ηλικίας που πρόλαβε τη συγκεκριμένη κουζίνα στα ντουζένια της, εννοείται πως όλα, τα παραγγείλαμε vintage. Το υπέροχο, ζεστό, προζυμένιο, τραγανό ψωμάκι με το ελαιόλαδο, μας πέρασε στην αθηναϊκή. Η οποία τα τελευταία χρόνια επιστρέφει σε πολλά μενού. Όσες δοκίμασα ήταν για μένα μια απογοήτευση. Πού εκείνη της γιαγιάς, με τη γενναία δόση φρέσκιας σφυρίδας και τη σπιτική μαγιονέζα! Αυτή εδώ η αθηναϊκή είναι ό,τι πιο κοντινό στην παλιά, κλασική. Το πατέ είναι ένας διακτινισμός στις καλύτερες στιγμές του αυθεντικού παριζιάνικου μπιστρό, μια υπέροχη συνταγή κλασικής γαλλικής κουζίνας, που τα παιδιά εκτελούν στην εντέλεια. Paté en croute, μέσα σε λεπτή ζύμη, πολλά μυρωδικά και μια ενσωματωμένη γλυκόξινη σάλτσα μπουκιά και συχώριο.

Τα πράσα στη θράκα, στο μενού δεν μου γέμισαν το μάτι, ήταν, όμως, ίσως το νοστιμότερο πιάτο όλης της βραδιάς. Πράσα βελούδινα, μαλακά, νόστιμα, με καβουρδισμένους ηλιόσπορους, φρέσκια τρούφα και σάλτσα κρεμμυδιού. Άλλη μια ιδιαίτερη στιγμή στα πρώτα, η τερίνα τηγανητής πατάτας με παρμεζάνα και φρέσκια τρούφα. Σου κάνει βαρύ, όμως είναι ένα ντελικάτο πιάτο από χοντρά στικς τραγανής πατάτας που στέκουν και ολομόναχα με το τυρί χωρίς να έχουν ανάγκη την τρούφα, πόσο μάλλον που η συγκεκριμένη δεν βγάζει και κάποιο άρωμα. Οι λαχανοντολμάδες νοστιμότατοι με την πλούσια, κλασική κρέμα τους. Το κοτόπουλο Café de Paris, ψήνεται ζουμερό, νόστιμο και ξεκοκαλισμένο αλλά θα προτιμούσα να έχει πάνω του τη σάλτσα, όπως το κλασικό και όχι στο πλάι. Για παρέα του διαλέξαμε τη μαγική, απόλυτη, γαλλίδα τηγανητή πατάτα. Γιατί ας μην ξεχνάμε πως άλλο τηγανητές πατάτες και άλλο french fries. Το σνίτσελ τραγανό και κλασικό, όλα η νοστιμιά το ζουμάκι που στύβεις πάνω του από το ψητό λεμόνι που το συνοδεύει.

Τα γλυκά του Αλέξανδρου Κονιάρη ανήκουν στην κατηγορία των μεγάλων χιτ: προφιτερόλ, πάστα αμυγδάλου, μπακλαβάς, λέμον πάι, ταρτ τατέν. Η κλασική εκδοχή με μια μικρή, αδιόρατη παράφραση του Αλέξανδρου, που καθόλου δεν χαλά την αρχική τους γοητεία. Είχα καιρό να νοιώσω ότι ένα μενού με αγαπά, με σκέφτεται, θέλει να περάσω καλά, θέλει να γευτώ αλλά και να «νοιώσω» και δεν μου προτείνει πιάτα που θα βρω και αλλού ή πιάτα για να θαυμάσω μόνο και μόνο την τεχνική δεινότητα του μάγειρα.

Στην ουσία, η αθηναϊκή αστική κουζίνα είναι δίδυμη αδελφή της γαλλικής και πάντα πήγαιναν μαζί χέρι-χέρι και πολυαγαπημένες. Εμείς οι μεγαλύτεροι τη δοκιμάσαμε στα σπίτια μας, την εμπεδώσαμε στα γαλλικά ρεστοράν της πόλης, στο Αbreuvoir, το Σπύρος & Βασίλης, το Blue Pine, το Saloon, τη Μεγάλη Βρεταννία και το παλιό Χίλτον-για να θυμηθώ μόνο μερικά από τα παλιά ρεστοράν, τη διδαχτήκαμε στα γαλλικά μας ταξίδια. Σήμερα, το Παρίσι δεν είναι πια μόδα και αν ένας νέος σεφ το επισκεφτεί μάλλον θα προτιμήσει κάτι από τη νέα, γαστρονομική του κουζίνα. Άρα, πώς μπορούν ο Δήμος και ο Γιώργος να μαγειρέψουν την πριν από κείνους Ελλάδα; Τρώγοντας, αντιλαμβάνεσαι αλλού λιγότερο, αλλού περισσότερο την παλιά συνταγή, γενικά, όμως, δοκιμάζεις μια νέα βερσιόν της κλασικής αστικής κουζίνας. Και αυτό δεν είναι δυσάρεστο καθόλου. Όσο δεν κλέβει από το συναίσθημα, όσο δεν παραλλάζει εντελώς ένα σνίτσελ ή ένα μπιτόκ, όσο σου επιτρέπει εσένα τον παλιό να αναπολήσεις και όσο συστήνει στον νεότερο μια ξεχασμένη, πλην τόσο αξιόλογη, γευστική εποχή.

Στο μενού του πρωινού θα βρεις μπουγάτσα και κρουασάν, ομελέτες και αβγά μπένεντικτ, στο all day μενού τα περισσότερα πιάτα του βραδινού μενού επαναλαμβάνονται, με επιπλέον επιλογές σε μπέργκερς, πίτσα και σάντουιτς αλλά και μια σοκολατίνα «ποντικάκι» που μου έκανε πολύ κλικ. Προσεχώς, από τον Φεβρουάριο, ανοίγει ξανά το Ballroom, το Αίγλη Upstairs και το Yard για το πιο ολοκληρωμένο πακέτο Αίγλης στην καρδιά της Αθήνας.

Κρατήσεις: 2144099800