Resto

Στου Λου: Εντυπωσιακή κάβα και πιάτα οινομαγειρείου στο καινούργιο του Κεραμεικού

Στου Λου, πηγαίνεις για τον Λου. Και επειδή αντιμετωπίζει το εστιατόριο σαν κυριακάτικο τραπέζι.

Ελένη Ψυχούλη
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στου Λου κάτω στον Κεραμεικό θα πας για τα καλά του κρασιά και τα πιάτα που θυμίζουν οικογενειακά τραπέζια

Σ’ αυτό το σκοτεινό κομμάτι της Κωνσταντινουπόλεως, έλειπε ένας Λου. Ή κάποιος τέλος πάντων που να φωτίσει το πεζοδρόμιο, μπροστά ακριβώς στα τρένα που περνούν, εκεί που οι παλιότεροι θα θυμούνται το νοστιμότατο Tirbouson, μια νεοταβέρνα που άφησε εποχή το 2008 αλλά δεν είχε την τύχη να φτάσει μέχρι τις μέρες μας. Το παλιό συνεργείο αυτοκινήτων, στα χέρια του Λου (Αλέξη Λουμιώτη) μεταμορφώνεται σε ένα «οινομαγειρείο» νέας γενιάς, εποχής και κοπής, που μαγειρεύει πάνω από τις εντυπωσιακές φωτιές μιας ανοιχτής κουζίνας. Τραπέζια σε σκουρόχρωμο ξύλο, λιτή αισθητική με ψηλές ασορτί ραφαρίες, πάνω από το μπαρ φωτιστικά καμωμένα από μπουκάλια σαμπάνιας μάγκνουμ, φώτα που προβάλλουν στο ταβάνι μέσα από βαρέλια του κρασιού, μπαίνοντας αμέσως αντιλαμβάνεσαι πως εδώ… μυρίζει κρασί. Εξωτερικά, μια προστατευμένη αυλή, κοιτάζει το απρόσμενο τοπίο που θυμίζει χωριό στην γκρίζα καρδιά του κέντρου, με τις ολάνθιστες αυλές του και τα χαμηλά σπιτάκια. Αυτό είναι το βασίλειο του Λου, για το οποίο έλιωσε πολλές σόλες σε όλη την έκταση της πρωτεύουσας μέχρι να το βρει. Απογοητεύτηκε, αναγκάστηκε να περιμένει -κάτι που για έναν Κριό ισοδυναμεί με θάνατο- αλλά πάντα πίστευε πως το επόμενο βήμα, ακόμη και το άκαρπο, ήταν και ένα βήμα πιο κοντά στο όνειρο της ζωής του.

Στου Λου θα βρεις κρασιά από όλο τον πλανήτη

Ο Αλέξης-Λου είναι ένα ανήσυχο παιδί. Βέρος Κηφισιώτης, μεγάλωσε με έναν μπαμπά που αγαπούσε το κρασί και έφτιαχνε το δικό του και σε μια οικογένεια που λάτρευε τα καλέσματα. Ο μικρός Αλέξης τα παιδικά του χρόνια τα θυμάται σαν ένα ατελείωτο πάρτι, αναλλοίωτες μένουν εντός του οι μυρωδιές από την κουζίνα μιας μαμάς, από κείνες που μαγειρεύουν αξέχαστα. Αν τον ξέρεις από κάπου, θα είναι ίσως από το Vezene, στο οποίο διετέλεσε μάνατζερ για 7 χρόνια. Ξεκινώντας από παρκαδόρος στα 19 του, σπούδασε στη συνέχεια μάρκετινγκ και μάνατζμεντ στο Σικάγο και για ένα χρόνο γύρισε τη Λατινική Αμερική με ένα back pack στην πλάτη. Όταν ξέμενε από ρευστό, δούλευε σε εστιατόρια. Άλλοτε σερβιτόρος, άλλοτε στην κουζίνα. Στη Βόρεια και Νότια Αμερική, στο Μπορντό της Γαλλίας, στο Περού. Οι περιπλανήσεις του δεν ήταν τυχαίες ούτε στα κουτουρού. Πορείες μελετημένες, που επέλεξε για να γνωρίσει καλύτερα τη γεύση, τη μαγειρική και κυρίως το κρασί, που είναι το πάθος του. Αν κάπου κατοικεί η ψυχή του, είναι στο υπόγειο του Λου, εδώ που έχει στήσει μια εντυπωσιακή κάβα με τον αμπελώνα όλου του πλανήτη, από την οποία μπορείς και να ψωνίσεις για το σπίτι. Ράφια από τσιμεντόλιθο και ξύλο, ευανάγνωστη περιπλάνηση με οδηγό τον ενθουσιασμό του Λου, που θα σε ξεναγήσει σε ετικέτες ξεχωριστές, καθεμιά με τη δική της ιστορία. Το πόσο σημαντικό είναι το κρασί εδώ, θα το διαπιστώσεις και από το μενού. 6 τεράστιες σελίδες αφιερωμένες στη χάρη του και μια μικρούλα, ταπεινή από δίπλα, για το φαγητό.

Ο Λου είναι παντού: αυτό που μας είχε λείψει από την εστίαση των τελευταίων καιρών, όπου τα περισσότερα ανοίγματα μας σερβίρονται αψόγως επαγγελματικά, πλην άψυχα, χωρίς τον οικοδεσπότη-καρδιά του μαγαζιού, που θα σε υποδεχτεί, θα σε ξεναγήσει, θα σταθεί πλάι σου σε όλη τη διάρκεια της εμπειρίας, αυτόν που θα βρεις εκεί και την επόμενη φορά, γιατί πλέον έχετε γίνει φίλοι. Αυτός θα σε σερβίρει, αυτός έχει επιλέξει τη μουσική, που εδώ παίζει τον δικό της ξεχωριστό και συναισθηματικό λόγο: «αυτός που περιμένω, αυτός, αυτός!», «Σαν την Αθήνα» της Βέμπο, «για κοίτα με στα μάτια λοιπόν», «συγνώμη που σ’ αγάπησα πολύ» και λοιπά νοσταλγικά ελληνικά σουξέ όλων των εποχών, διαλεγμένα ένα-ένα, να θυμίζουν τα οικογενειακά γλέντια, στιγμές από χαρές που έχουν σημαδέψει τον βίο του Λου.

Τι θα φας Στου Λου;

Στην κουζίνα ένα νέο παιδί, ο Γιάννης Γαλανόπουλος, που τον γνωρίσαμε στο One and Only, αυτός που μαγειρεύει το φαγητό που «έπαιζε» στα οικογενειακά τραπεζώματα, σε μια ολίγον τί πιο δημιουργική βερσιόν, η οποία «παίζει» κυρίως στον τρόπο και το σκεύος σερβιρίσματος και λιγότερο στη συνταγή καθ’ αυτή. Ο Γιάννης είναι Πελοποννήσιος και αυτό δεν χρειάζεται καν να το ρωτήσεις. Το καταλαβαίνεις από την κανέλα στον «αλέκτορα Μονεμβασιάς με χυλοπίτες Αρκαδίας» δηλαδή τα μικρά «τουτουμάκια» που βράζονται ολόσωστα αλ ντέντε για να συνοδέψουν τον τρυφερό, κοκκινιστό κόκορα. Το αρνάκι φρικασέ, ψήνει το παϊδάκι στα κάρβουνα, το καραμελώνει και το σερβίρει πάνω σε σπανάκι και σέσκουλα που έχουν άψογα κρατήσει τη ζωντάνια τους, μέσα σε μια λευκή, λεμονάτη σάλτσα που γίνεται με το ζουμάκι του αρνιού. Ένας άκρως πετυχημένος νεωτερισμός.

Έχει και γουρνοπούλα, και, για να επιστρέψω ανορθόδοξα στα «πρώτα», θα ξεκινήσω από το υπέροχο, ζεστό, ξινό, προζυμένιο ψωμάκι, που ταιριάζει με το ξινούλι τσαλαφούτι της συνοδείας του, τρώγεται με τις σαλτσούλες και ακόμα καλύτερα, μόνο του, όπως του αξίζει! Το ιμάμ, δυο ολόκληρες μελιτζανούλες, σαν έργο τέχνης στη μέση του πιάτου, με τη συνταγή της παράδοσης κατανοητή και όπως ακριβώς την ξέρεις, μόνο πασπαλισμένη με λίγη φέτα. Τα κοκκινιστά σαλιγκάρια (καραόλοι) θέλουν ακόμη λίγη δουλίτσα στη σάλτσα τους, δυο ημέρες έχουν που άνοιξαν, δεν γίνεται να πηγαίνουν όλα ρολόι. Πλην όμως, έχω να σας συστήσω μια ωραιότατη σαλάτα με ψητά στη φωτιά λαχανικά, που έρχονται με φέτα μανούρι της Ηπείρου που πάνω της έχει μια σταλιά από γλυκό του κουταλιού σύκο. Το σαγανάκι με ελληνικό μπρι και τρούφα είναι ένα παναρισμένο κομμάτι τυρί, το οποίο μόλις κόψεις κυλά από μέσα του υγρό το μπρι, το νοστιμότερο από τα «πρώτα» που δοκιμάσαμε.

Αν θέλεις να κινηθείς «θαλασσινά» έχεις πολλές επιλογές αλλά θα έρθεις μια άλλη μέρα για να μην μπλέξεις στεριές και κύματα. Άκρως ορεκτικός ακούγεται ο κολιός στην ανοιχτή φωτιά με ντομάτα, κάπαρη και μυρωδικά, οι καραβίδες στη γκρίλα με μανέστρα ή ο κέφαλος Μεσολογγίου σουβλάκι στη θράκα, με σαφράν, πατατούλες, καρότο και μαραθόσπορο. Αν θέλεις να συνοδέψεις το κρασί σου μόνο με κάποιο τυράκι, έχει ένα υπέροχο κυανό από τη Θεσσαλονίκη, γιδοτύρι κρητικό και κατσικίσιο λαζαρέτο Ιθάκης.

Στο τέλος έχει μουσταλευριά, που έρχεται ανάμεσα σε δυο σπιτικές φλωρεντίνες με πραλίνα αμυγδάλου και μια πολύ ενδιαφέρουσα, κρεμώδη γαλατόπιτα με κρέμα κανέλας και παγωτό μπαχαρικών.

Κων/πόλεως 104, Κεραμεικός, 2104449362