- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Lux: για φαγητό και Τέχνη στην ταβέρνα του θρυλικού Μπακαλόγατου
Στη θέση της παλιάς ταβέρνας που ενέπνευσε τον θρυλικό Μπακαλόγατο
Το Lux στο Μεταξουργείο είναι ένα καλό εστιατόριο και μαζί μια πολύ δυνατή μουσική σκηνή
Αυτή εδώ η πλευρά του Άνω Μεταξουργείου, κάποτε ήταν μια βέρι γκλάμορους γειτονιά. Κάπου εδώ γύρω ήταν το πατρικό σπίτι της Αλίκης Βουγιουκλάκη αλλά και τα γραφεία της Φίνος Φιλμ. Οι περισσότεροι σταρ του ελληνικού σινεμά που αγαπήσαμε έμεναν κάπου τριγύρω, τα παλιά καφενεία και οι ταβέρνες είχαν όλες κάτι να σου διηγηθούν από την καθημερινότητα της Αλίκης, του Κωνσταντάρα και της Ρένας Βλαχοπούλου.
Γωνιακό, πέτρινο, πανέμορφο και ιστορικό, το διώροφο της οδού Ψαρρών, κτίστηκε το 1860 από τους πρώτους Βαυαρούς που συνόδεψαν τον Όθωνα στο φρέσκο του βασίλειο. Για πολλά χρόνια στέγασε το πρώτο επιπλοποιείο της πρωτεύουσας, το οποίο κατασκεύαζε τα πολύτιμα έπιπλα που είχαν ανάγκη τα καινούργια Ανάκτορα αλλά και τα αρχοντικά της Αυλής. Αργότερα, έγινε μπακαλοταβέρνα. Στην οποία σύχναζε ο Φίνος με τις καλλιτεχνικές του παρέες. Όσα λέγονταν και ακούγονταν εκεί μέσα, του ενέπνευσαν το σενάριο του Μπακαλόγατου Χατζηχρήστου με τις αθάνατες ατάκες του.
Στο Lux στο Μεταξουργείο για ωραίο φαγητό και μουσικές βραδιές
Λίγα χρόνια πριν, εγκαταστάθηκε εδώ ο Ακροβάτης, μια μουσική σκηνή που έκανε το σουξέ της και τον κύκλο της μαζί. Μέχρι που πρόσφατα, ο Σπύρος Σμυρής, άνθρωπος διακριτικός πλην περιπετειώδης, με πλούσια ζωή, καλλιεργημένος και φιλόμουσος, αποφάσισε να μεταμορφώσει το ιστορικό νεοκλασικό. To είχε υποσχεθεί στην μπαλαρίνα κόρη του, που τόσο της άρεσε η ταινία “Burlesque”. Ένα στέκι που να συνδυάζει την τέχνη της ποιότητας με αντίστοιχο φαγητό. Εραστής της λεπτομέρειας, ο Σπύρος έφτιαξε το Lux, έναν χώρο λιτό αλλά με πολύτιμες αντίκες και κομμάτια που έχουν να σου διηγηθούν μια δική τους ιστορία, κάτι που σπανίζει πια στην era του διακοσμητή. Εδώ νοιώθεις την προσωπική σφραγίδα, αυτή τη ζεστασιά που είχαν οι παλιές μπουάτ, εύκολα φαντάζεσαι τον εαυτό σου να γίνεται ένα με τον διπλανό σου σε μια στιγμή καλλιτεχνικής μέθεξης, μπροστά από το εντυπωσιακό, φιλόξενο μπαρ.
Αυτός ο πολυχώρος, λοιπόν, δεν νοιάζεται για τα μέινστριμ αστέρια της εμπορικής σκηνής. Αυτό που θέλει, είναι να δώσει βήμα σε σπάνιους καλλιτέχνες, με καριέρες διεθνείς και καταξιωμένες που ξεφεύγουν από τα μάτια της δημοσιότητας αλλά έχουν το δικό τους, πιστό κοινό. Τη μέρα που πήγαμε, στα πλαίσια του Φεστιβάλ Petit Paris, ακούσαμε μουσικές από το Μέγα Παλάτιον της Κωνσταντινουπόλεως από τη Μήδεια Χουρσουλίδου που διαθέτει φωνή αηδονιού και μια άφταστη παιδεία πάνω στο τραγούδι της Ανατολής και της Ελλάδας, με τον τεράστιο Κυριάκο Γκουβέντα, δάσκαλο στο βιολί και την εξίσου μαγική Ιωάννα Ρήγα στο σαντούρι. Σαν να ανοίχτηκε μπροστά μας ένας απέραντος, άγνωστος ορίζοντας από μουσικές που κατέβαιναν από το Βόσπορο, τη Μαύρη Θάλασσα και το Αιγαίο, για να μας θυμίσουν ότι υπάρχουν εκεί έξω μουσικοί που καλά θα κάνουμε να τους γνωρίζουμε, αυτοί που δεν θα παίξουν ποτέ στα μεγάλα μπουζούκια-βασίλεια της Πάολας και του Ρέμου.
Τι θα φας στο Lux;
Η συγκίνηση ήταν μεγάλη, γιατί ήρθε να αγγίξει αυτή την ευαίσθητη χορδή που ενώνει το παρελθόν μας με τις χαμένες πατρίδες, τόσο που και να μην είχε φαγητό ο χώρος δεν θα μου είχε λείψει, μια χαρά την έβγαζα και με κάνα δυο ουίσκι. Έλα, όμως, που η έκπληξη ήρθε αναπάντεχα και στο πιάτο. Από την υπόγεια κουζίνα, αυτή που βλέπεις πλάι στην είσοδο και σε ταξιδεύει κατευθείαν στο σκηνικό του Μπακαλόγατου. Εκεί, λοιπόν, συνάντησα μετά από δεκαετίες, τον Γιάννη Αλιφραγκή, με τον οποίο πολλά και ευχάριστα μας συνέδεσαν κάποτε, όταν μαγείρευε στο θρυλικό Μamaca’s, νέο παλληκαράκι, σχεδόν παιδί. Μετά, ο Γιάννης έφυγε να μαγειρεύει σε ελληνικό εστιατόριο του Χονγκ-Κονγκ, επέστρεψε σε κουζίνες των νησιών και της Αθήνας και τώρα να τος εδώ, πιο έμπειρος και νόστιμος από ποτέ, πλην το ίδιο αθώος και ταπεινός.
Σεβίτσε και tatake έχω καταναλώσει πολλά στη ζωή μου, τόσα που και να μην με αξιώσει άλλα ο Θεός, δεν θα τρέξω να τα αναζητήσω. Όμως το σεβίτσε με φαγκρί και μάνγκο, όπως και το tatake με σάλτσα ponzu του Γιάννη, ήταν και τα δυο κάτι σε αριστούργημα. Χωρίς οξύτητες να κλωτσάνε, όλα μια ισορροπημένη ισορροπία ανάμεσα στο τσίλι, τον φρέσκο κόλιανδρο, το σουσάμι και την ποσότητα της μαρινάδας με ένα δροσερό, τραγανό καταπληκτικό ραπανάκι πάνω στο πιάτο, άψογα μαριναρισμένο -όλα τα λεφτά!
Στη συνέχεια, προσγειωθήκαμε ελληνότροπα, με μια πολύ πρωτότυπη σαλάτα-παγωτό και βινεγκρέτ κόκκινου κρασιού. Το παγωτό από κατσικίσιο τυρί να λειώνει και να καλύπτει σαν ελαφρώς τυρένια νοστιμιά τις πρασινάδες με τα μπόλικα μυρωδικά τους. Ωραία και η χωριάτικη με γαλομυζήθρα, πριν περάσουμε στα δυο κυρίως, για τα οποία ευχαρίστως θα επανερχόμουν ακόμη και μια βραδιά χωρίς μουσικό δρώμενο: τον μοσχαρίσιο σιδηρόδρομο μπρεζέ, που σιγομαγειρεύεται ώρες μέχρι να γίνει λουκούμι μέσα στην πλούσια σάλτσα του, με βελούδινο πουρέ από σελινόριζα και τα σιγομαγειρεμένα μάγουλα, αντιστοίχου νοστιμιάς και ομορφιάς. Σαν φαγητό της Κυριακής, σαν φαγητό της ψυχής, που χωρίς φανφάρες σου χορταίνει όλες τις αισθήσεις.
Στο τέλος, πήραμε το μιλ-φέιγ με κρέμα βανίλια, καραμελωμένα φύλλα και παγωτό, το οποίο λατρεύουν όλοι οι θαμώνες του Lux. Και ήταν μακράν το νοστιμότερο από όλα τα μιλ-φέιγ που έχω δοκιμάσει σε εστιατόριο. Άυλο σχεδόν, ένας αφρός με σωστό τραγανό καραμέλωμα στο φύλλο, εδώ όσοι ξέρουν, μπαίνοντας, πρώτα εξασφαλίζουν το γλυκό και μετά περνούν στο παρασύνθημα. Σύντομα, τα μεσημέρια της Κυριακής, θα εμφανίζεται η Ευσταθία -πού χάθηκε αυτό το κορίτσι;- με τον Παναγιώτη Πετράκη. Ως τότε, να ξέρεις πως είναι ανοιχτά από το πρωί, με καφέ και brunch, σε μια σπάνια περίπτωση μαγαζιού που ξέρει να τιμά το ίδιο και αξεχώριστα τον άρτο και τα θεάματα.
Ψαρρών 26 & Μαιζώνος, Μεταξουργείο, 2105240888