Life

Σε βλέπω να μη μοιάζεις με κανέναν!

To δοκίμιο που έγραψε ο Νίκος Μπελογιάννης για τις ρίζες της ελληνικής λογοτεχνίας είναι η απόδειξη πως οι ιδέες κυβερνάνε τις ζωές μας, ακόμα κι όταν νιώθουμε την κρύα ανάσα του έσχατου φόβου στον σβέρκο μας

Λένα Διβάνη
ΤΕΥΧΟΣ 903
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Λένα Διβάνη γράφει για τις ιδέες, τη ζωή και τον θάνατο με αφορμή το δοκίμιο «Οι πρώτες μακρινές ρίζες της νεοελληνικής λογοτεχνίας» του Νίκου Μπελογιάννη.

Έψαχνα, που λέτε, χτες το απόγευμα  στον υπαίθριο πάγκο ενός παλαιοπωλείου και τι να δω; Το δοκίμιο που έγραψε ο Νίκος Μπελογιάννης για τις ρίζες της ελληνικής λογοτεχνίας! Θα αναρωτηθείτε: και προς τι ο ενθουσιασμός; Μήπως είναι κανένα φιλολογικό διαμάντι; Όχι, είναι κάτι πιο συγκινητικό. Είναι η απόδειξη πως οι ιδέες κυβερνάνε τις ζωές μας, ακόμα κι όταν νιώθουμε την κρύα ανάσα του έσχατου φόβου στον σβέρκο μας. Οι ιδέες επέτρεψαν στον Μέγκελε να τεμαχίζει χωρίς δισταγμό παιδιά, να τους αλλάζει το φύλο, να παίρνει τα όργανά τους και να τους μεταμοσχεύει σε άλλους οργανισμούς. Οι ανάποδες ιδέες οδήγησαν τον Μπελογιάννη, όταν μεταφέρθηκε στην πιο σκληρή φυλακή της Ελλάδας –στην Κέρκυρα–, να ζητήσει από τους δικούς του όχι τσιγάρα, ούτε τρόφιμα, ούτε ζεστά ρούχα. Αυτό που τους ζήτησε ήταν μια μεγάλη λίστα βιβλίων που θα τον βοηθούσαν να γράψει το δοκίμιο αυτό. Μου το είπε ο γιος του όταν έκανα την έρευνα για τα «Ζευγάρια που έγραψαν την ιστορία της Ελλάδας» και έμεινα με το στόμα ανοιχτό. «Ενώ περίμενε να εκτελεστεί;» τον ρώτησα. «Ξέρω, είναι απίστευτο αλλά μην απορείς, έτσι ήταν αυτός και οι σαν κι αυτόν», μου είπε ο Μπελογιάννης τζούνιορ. Πίστευαν, έλεγαν, δεν θα αφήσω τη μιζέρια και την κλάψα να με γονατίσει όσο περιμένω τον θάνατο. Θα απαντήσω με ζωή. 

Αναρωτιέμαι τι θα έλεγαν τώρα, αν ζούσαν…