Life

Νοσταλγία και σταθερή γραμμή τηλεφωνίας

Η νοσταλγία δεν είναι τόσο για το σταθερό τηλέφωνο αλλά για μία εποχή με λιγότερη προσβασιμότητα στο άτομο

Ελένη Χελιώτη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Το τέλος του σταθερού τηλεφώνου και η νοσταλγία για μια άλλη εποχή

Η νοσταλγία είναι ένα slippery slope, μια ολισθηρή παγίδα μέσα στην οποία εάν πέσουμε κινδυνεύουμε να καταλήξουμε σαν την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων. Όλοι νοσταλγούμε τον παλιό καλό καιρό, που πάντα όλα φαίνονται να ήταν καλύτερα. Η μουσική της δεκαετίας που μεγαλώσαμε, οι γειτονιές (που είχαν την αίσθηση της γειτονιάς), οι hardcore παιδικές χαρές με τις μεταλλικές τσουλήθρες και το χαλίκι κάτω στο οποίο είχαν ματώσει χιλιάδες παιδικά γόνατα κτλ.

Είμαι και εγώ fan της νοσταλγίας. Πέφτω και εγώ στην παγίδα ενίοτε αλλά, διαβάζοντας ένα άρθρο του Ian Bogost στο The Atlantic πρόσφατα, εξεπλάγην όταν έπιασα τον εαυτό μου να διαφωνεί και να θεωρεί το γενικότερο point του συγγραφέα ανούσια νοσταλγικό, εν προκειμένω, παρόλο που 1-2 επιχειρήματά του είχαν μια λογική.

Ο Bogost μας μιλά για τον σταδιακό τέλος του σταθερού τηλεφώνου και πως αυτό ήταν ουσιαστικά ένα πλήγμα το οποίο δεν είναι αργά να αντιστρέψουμε, καθότι η γραμμή του σταθερού σε ένα σπίτι είχε πολλά οφέλη τα οποία κακώς αποχωριστήκαμε και τα οποία μας παροτρύνει να αναλογιστούμε και να ενστερνιστούμε ξανά.

Το πρώτο επιχείρημα που δίνει είναι ότι τα τηλέφωνα ανήκαν κάποτε σε ένα σπιτικό, ενώ τώρα είναι προσωπική ή ατομική ιδιοκτησία. «Με έναν μικρό αλλά σημαντικό τρόπο έδωσε έμφαση στο νοικοκυριό ως μονάδα, μια με κοινά ενδιαφέροντα, έναν κόμβο μέσω του οποίου μπορούσε να γίνει επαφή με τα μέλη του. Το σταθερό τηλέφωνο του σπιτιού διευκόλυνε κοινά project».

Καταφέρνει μέσα σε δύο προτάσεις να με φέρει με μέρος του και μετά να με χάσει. Το ότι ένα σταθερό τηλέφωνο ήταν συνδεδεμένο με μία οικογένεια ή ένα νοικοκυριό είναι αλήθεια, έτσι το αισθανόμασταν, ως κάτι κοινό που είχαμε όλα τα μέλη του σπιτιού, αλλά ότι η κοινή αυτή γραμμή τηλεφώνου διευκόλυνε με έναν μαγικό τρόπο τα οικογενειακά project, τύπου υδραυλικός /ηλεκτρολόγος είναι κατ’ ελάχιστον αστείο, όταν απλά αρκεί, όπως και τότε αρκούσε, μια συνεννόηση μεταξύ των μελών του σπιτιού.

Το δεύτερο επιχείρημα που παρουσιάζει είναι το στοιχείο της ακινησίας… μέχρι βέβαια που εμφανίστηκαν τα ασύρματα τηλέφωνα και ο καθένας το έπαιρνε όπου ήθελε και μετά καταλήγουμε να το ψάχνουμε όταν χτυπούσε ή να βρίζουμε γιατί είχε αποφορτιστεί και κάποιος περίμενε τηλέφωνο. Ένας παλιός λοιπόν περιορισμός γίνεται προτέρημα… κάτι που θα μας κάνει, έστω για λίγο, να μείνουμε ακίνητοι.

Ο Bogost ξεκινά το άρθρο του δηλώνοντας ότι φέτος για πρώτη φορά μετά το 2004, εδώ και σχεδόν 20 χρόνια δηλαδή, ενεργοποίησε ξανά τη γραμμή σταθερού τηλεφώνου, και αυτό σαν πληροφορία, έχοντας φτάσει στο τέλος του άρθρου, σε κάνει να συνειδητοποιήσεις ότι είναι ο λόγος για τον οποίο το έγραψε: για να δικαιολογήσει αυτή την προσωπική, νοσταλγική επιθυμία, για να μας πείσει για το πόσα χάνουμε, για να πείσει τον εαυτό του ίσως, κάτι το οποίο έχει μια δόση υπερβολής. Όπως και να ‘χει, καλά έκανε και το έβαλε εφόσον αυτό ήθελε.

Τα περισσότερα σπίτια έχουν, εδώ στην Ελλάδα τουλάχιστον, σταθερό τηλέφωνο ακόμα (ανεξάρτητα από το πόσο χρησιμοποιείται). Στην Αμερική λιγότερο από το 30% των Αμερικανών ενηλίκων ζούσαν σε ένα σπίτι με σταθερό τηλέφωνο πέρυσι, αλλά ότι περισσότεροι από τους μισούς Αμερικανούς άνω των 65 ετών βασίζονται σε σταθερά τηλέφωνα και λιγότερο από το 2% τα χρησιμοποιούν ως το μοναδικό τους τηλέφωνο. Είμαι σίγουρη όμως ότι σε απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές στη μέση του πουθενά που σήμα πιάνεις μόνο με τον Θεό, και τις βλέπεις στις ταινίες και σκιάζεσαι και αναρωτιέσαι πώς ζουν εκεί και, είτε παρακολουθείς ταινία τρόμου είτε όχι, σου σκάνε σκηνές από το «Texas Chainsaw Massacre» ή το «The Hills Have Eyes», ενδεχομένως να βασίζονται αποκλειστικά στις σταθερές γραμμές τηλεφώνου για να επικοινωνήσουν.

Η αλήθεια είναι ότι πλέον δεν είναι απαραίτητο να έχεις σταθερό τηλέφωνο, και τα νέα παιδιά που μένουν μόνα τους ή με φίλους δεν θα επιλέξουν (λογικά) να βάλουν, ξέρω όμως πολλές οικογένειες με μικρά παιδιά που έχουν ακόμα και το χρησιμοποιούν. Εντούτοις πιστεύω ότι είναι κάτι που δεν έχει αφανιστεί, όπως ισχυρίζεται, ή πρόκειται να εξαφανιστεί σύντομα. Η σημασία του, η χρησιμότητά του και η χρήση του έχει σίγουρα αλλάξει, και θα συνεχίσει να μεταβάλλεται, αλλά μέχρι εκεί.

Από τα λόγια του Bogost φαίνεται, λοιπόν, ότι η νοσταλγία του δεν είναι τόσο για το σταθερό τηλέφωνο αλλά για μία εποχή με λιγότερες όχι απαραίτητα οθόνες, αλλά λιγότερη προσβασιμότητα στο άτομο, κάτι με το οποίο θα συμφωνήσω. Η 24ωρη «πρόσβαση» της δουλειάς στο σπίτι και του σπιτιού στη δουλειά, όπως και το γεγονός ότι είμαστε ανά πάσα στιγμή διαθέσιμοι κυριολεκτικά όπου κι αν είμαστε (που είναι σε ένα βαθμό επιλογή μας) έχει δημιουργήσει μια άνευ προηγουμένου παραβίαση προσωπικού χωροχρόνου την οποία όχι μόνο δεν ελέγχουμε, αλλά πολλές φορές ενθαρρύνουμε.

Σταθερό, κινητό, τηλέφωνο, βίντεο, ηχητικό, μήνυμα, it’s all the same, baby… it’s all up to you. Λέμε τώρα…