- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Η αντίδραση του Χιου Γκραντ ή η πραγματικότητα ως κακή παράσταση
Με κάθε του απάντηση σαν να έλεγε, «ο βασιλιάς είναι γυμνός, ας μην κοροϊδευόμαστε»
Η παράξενη αντίδραση του Χιου Γκραντ στα Όσκαρ και η ανάγκη μας να αφεθούμε και να πιστέψουμε
Πολύ συχνά, τον τελευταίο καιρό, νιώθω σαν να ζούμε μετά τις τελευταίες σκηνές της ταινίας The Truman Show, όπου ο πρωταγωνιστής έχει ανακαλύψει ότι όλος ο κόσμος του είναι μια απάτη και μόνο ο ίδιος δεν το γνώριζε. Όλα και όλοι έχουν εκτεθεί ανεπανόρθωτα, οι θεσμοί κάθε είδους έχουν χάσει το κύρος τους και τίποτα δεν έχει έρθει για να τους αντικαταστήσει.
Η φράση «είμαστε όλοι ηθοποιοί», που έχει κυκλοφορήσει ευρύτατα, εκφράζει μια βαθύτατη δυσπιστία απέναντι σε όσα κάποτε παίρναμε στα σοβαρά, απέναντι στην πραγματικότητα της ανθρώπινης κοινωνίας. Παραδέχεται πως όλα είναι μια σύμβαση, ένα θέατρο που παίζουμε για να μπορούμε να λειτουργούμε συλλογικά. Στο θέατρο όμως, όπως και στη λογοτεχνία, οι θεατές, οι αναγνώστες, αλλά συχνά και οι ίδιοι οι δημιουργοί σε έναν βαθμό, πρέπει να άρουν τη δυσπιστία τους, οφείλουν να ξεχάσουν την προσποίηση, προκειμένου να βρουν την αλήθεια. Αν δεν πιστέψεις έστω και για λίγο πως όλα αυτά είναι αληθινά, πως ο Βασιλιάς Ληρ ζει, πως ο Μακβέθ συναντάει μάγισσες, πως υπάρχουν μάγισσες, πως υπάρχουν δυνάμεις πάνω και έξω από μας αλλά και μέσα μας, αν δεν πιστέψεις ότι το μεγαλύτερο ταλέντο του ανθρώπινου είδους είναι ίσως το να δημιουργεί συνεχώς μια αφήγηση μέσα στην οποία τα άτομα αναλαμβάνουν και αποδίδουν ρόλους και για να λειτουργήσει η παράσταση πρέπει όλοι να πείσουν τον εαυτό τους ότι αυτό που συμβαίνει έχει λόγο ύπαρξης, αν δεν τα πιστέψεις, λοιπόν, όλα αυτά, τι μένει;
Μόνο ένα κούφιο περίβλημα, και η βαθιά ενόχληση που αισθάνεται κανείς όταν βλέπει μια κακή παράσταση, όπου τίποτα δεν είναι πειστικό, πειστικό με αυτόν τον τρόπο που θα σου επιτρέψει να βυθιστείς μέσα του. Πρόκειται για την ίδια υπέρβαση που απαιτείται για να πιστέψει κανείς σε κάποιον Θεό, για να εκτελεί τελετουργικά, για να «κοινωνεί», να συναντιέται με τους άλλους σε κάποιο σημείο όπου συμβαίνει, τελικά, κάτι σημαντικό για όλους.
Όταν όμως κυκλοφορείς στον κόσμο φωνάζοντας –ή και απλώς σκεπτόμενος– ότι «ο Βασιλιάς είναι γυμνός», δεν αποκαλύπτεις απλώς την απουσία του υφάσματος που θα έπρεπε να καλύπτει το σώμα του βασιλιά, αλλά ξηλώνεις το ίδιο το ύφασμα της (συν)ύπαρξης.
Όλα αυτά είχαν ξεκινήσει πολύ πριν την πανδημία, αλλά κινούνταν αργά, επηρέαζαν μικρότερα τμήματα του συνόλου. Η πανδημία, ως «μέγας επιταχυντής», κλόνισε βαθιά όλα τα συλλογικά αφηγήματα και μπλόκαρε εντελώς την όποια –εναπομείνασα– πίστη σε κάτι. Είναι λες και δεν μπορούμε πια να μπούμε καν στον κόπο να προσποιηθούμε στοιχειωδώς, να απαντήσουμε «Καλά», στην αθώα ερώτηση «Τι κάνεις;» όταν δεν προέρχεται από κάποιον πραγματικό μας φίλο, αλλά εκφράζουμε όλη μας τη δυσαρέσκεια με κάθε ευκαιρία.
Υπάρχει ένα βασικό, αναγκαίο, πολύτιμο συναίσθημα που απαιτεί αυτήν ακριβώς την άρση της δυσπιστίας για να το αισθανθεί κανείς, κι αυτό είναι η αγάπη. Αν δεν επιλέξεις να αγνοήσεις διάφορες παραμέτρους της πραγματικότητας γύρω σου, δεν θα φτάσεις ποτέ εκεί. Αν καχύποπτα διακρίνεις διαρκώς προσποίηση και ματαιότητα στα πάντα, δεν θα καταφέρεις να αφεθείς, να χαρείς, να πιστέψεις, και, τελικά, να αγαπήσεις.
Και όλα αυτά ξεκίνησαν από την εξαιρετικά παράξενη αντίδραση του Χιου Γκραντ λίγο πριν την έναρξη της τελετής απονομής των βραβείων Όσκαρ, όταν η χαρωπή παρουσιάστρια της αμερικανικής τηλεόρασης Άσλεϊ Γκρέιαμ τον πλησίασε στο κόκκινο χαλί και άρχισε να του κάνει ερωτήσεις. Ο Γκραντ με κάθε του απάντηση της έλεγε, λίγο πολύ, «ο βασιλιάς είναι γυμνός, μην ενθουσιάζεσαι τόσο με τα ρούχα του, άνοιξε τα μάτια σου, ας μην κοροϊδευόμαστε». Αρχικά μου φάνηκε διασκεδαστικός, όσο συνεχιζόταν όμως η συνομιλία διαπίστωσα ότι από τη μια δυσφορούσα με το μπούχτισμα του Χιου Γκραντ, και ήθελα να του πω «Επιτέλους, σύνελθε, Χιου, εσύ τουλάχιστον είσαι επαγγελματίας ηθοποιός, κάνε με, σε παρακαλώ, να πιστέψω, έστω και για λίγο, ότι ο βασιλιάς είναι υπέρλαμπρα ντυμένος, το έχω ανάγκη», και από την άλλη ήξερα πως αν έκανε τον φοβερά ενθουσιασμένο και χαρούμενο θα τον έβρισκα γελοίο. Ίσως να θέλω απλώς τον βασιλιά μου μισοντυμένο, τόσο ώστε η γύμνια του να μην τον εκθέτει ανεπανόρθωτα.