- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Φέτος λοιπόν να πεις «θέλω»!
Οι πιθανότητες να γίνει πραγματικότητα αυτό που «θέλεις» είναι πολύ περισσότερες από ό,τι αν απλώς «θα το ήθελες»…
Η Μανίνα Ζουμπουλάκη για τα «θέλω» και πώς να τα καταφέρεις αν είσαι γυναίκα ή άνδρας.
Θα ήθελα να μάθω διάφορα πράγματα, αλλά δεν έχω τον χρόνο – ακούγεται σαν στάνταρ δικαιολογία, και η αλήθεια είναι ότι, όποτε έχω ελεύθερο χρόνο, γράφω. Και; Δεν θα μάθω ποτέ καποέιρα; Ταγκό; Χορό της κοιλίας; Να ρημαδο-βράζω ένα αυγό, έστω; Ισχύει το «ποτέ δεν είναι αργά» ή είναι κι αυτό μια στάνταρ δικαιολογία;
Το «θα ήθελα» δεν είναι τόσο ισχυρό όσο το «θέλω» - εμείς οι γυναίκες δυστυχώς χρησιμοποιούμε συχνότερα την πρώτη, ευγενική και κομψή έκφραση επιθυμίας, παρά το δεύτερο, στακάτο και απαιτητικό ρήμα. «Θέλω» σημαίνει: «Σε αρπάζω από τα μούτρα αλλά έτσι κάνω με όλα, ακόμα και με τη ζωή». «Θα ήθελα» σημαίνει: «Δεν τολμάω να απλώσω χέρι αλλά καταλαβαίνετε, σόρι κι όλας που άρχισα αυτή τη συζήτηση, ίσως δεν θα έπρεπε». Δηλαδή πάλι καλά που δεν συνοδεύεται από πρόταση, «Θα πάρετε κάτι αν δεν ενοχλώ, να σας φέρω ένα αναψυκτικό; Ένα λουκούμι;»
Το πρόσεξα σε κουβέντα με νέες αναγνώστριες: ζήτησα να γράψουν από ένα «θέλω» τους. Στο τέλος, τα αγόρια είχανε γράψει πραγματικά τις επιθυμίες τους: ότι θέλουν να ολοκληρώσουν ένα μυθιστόρημα, ένα σενάριο, να σκηνοθετήσουν μια ταινία, να ανέβουν το Κιλιμάντζαρο, να ψαρέψουν καρχαρίες, να πάνε στην Αυστραλία, να κάνουν ένα σωρό πράγματα. Τα κορίτσια είχανε γράψει… ότι, αν δεν μας πειράζει, θα ήθελαν να δοκιμάσουν ταγκό. ΄Η γιόγκα. Ή πιλάτες. Θα ήθελαν να χάσουν δέκα κιλά, να γνωρίσουν έναν σύντροφο, να ταξιδέψουν, να διαβάσουν, να αποκτήσουν παιδιά, να σκηνοθετήσουν ταινία, μάλιστα, ακόμα και να ανέβουν λάου-λάου το Κιλιμάντζαρο – αλλά… θα ήθελαν.
Το οποίο είναι εντελώς διαφορετικό. Έχει μια παθητικότητα, έναν δισταγμό, είναι σαν να ζητάς την άδεια: «Μπορώ; Κοιτάξτε – θέλω είναι η αλήθεια, αλλά μου επιτρέπεται; Ε; Να τολμήσω ή μήπως να το ξεχάσω; Δεν είναι πάνω από τις δυνατότητές μου, λέτε; Ποια είναι η γνώμη σας, εσείς που ξέρετε καλύτερα;»
Κανένας δεν ξέρει καλύτερα, ειδικά όταν αφορά τη δική σου ζωή. Μπορεί να σου πει τη γνώμη του ο κανένας, να σου ζαλίσει τον έρωτα, να φέρει επιχειρήματα και να αναλύσει τα δεδομένα ο οποιοσδήποτε, γκόμενος, συγγενής, φίλος ή εμπειρογνώμων. Αλλά δεν μπορεί να πάρει απόφαση για πάρτη σου, ούτε να εγκρίνει τις επιθυμίες σου. Οι επιθυμίες σου πρέπει να είναι αρκετά ισχυρές ώστε να μη χρειάζονται έγκριση. Αν περιμένεις να σου πει «προχώρα!» κάποιος άλλος εκτός από τον εαυτό σου, δεν είσαι και πολύ σίγουρη για την απόφασή σου. Για την ακρίβεια, ακόμα δεν έχεις πάρει απόφαση – είσαι στο «θα ήθελα». Και όταν είσαι στο μεταίχμιο ανάμεσα στην επιθυμία και την απόφαση, αισθάνεσαι κάπως ασφαλής (μέσα στην ανασφάλειά σου) γιατί δεν υπάρχει φόβος να αποτύχεις, ή να χάσεις, ή να πέσεις έξω…
Τέλος πάντων, το ζάλισα το θέμα, φταίει που βρέχει και δεν έχω όρεξη να ξεκουνηθώ, άλλη μια σούπερ δικαιολογία, κλείνουμε εδώ: τα «θα ήθελα» είναι βαρίδια. Τα «θέλω» είναι αυτά που μπορούν, με κάμποσο κουπί, να βγάλουν φτερά (τύπου γλάρος και όχι τύπου κοτόπουλο).
Φέτος λοιπόν να πεις «θέλω» (να βγάλω λεφτά, να ερωτευτώ, να ταξιδέψω, να περάσω τέλεια, να βρω εποχιακή ή μη δουλειά, γκόμενο/α κλπ). Οι πιθανότητες να γίνει πραγματικότητα αυτό που θέλεις είναι πολύ περισσότερες από ό,τι αν απλώς θα το ήθελες…