Life

Πρακτικές συμβουλές: Γιατί δεν τις χρειάζεται κανένας, ποτέ των ποτών

Θα ήταν ok οι «μη πρακτικές συμβουλές» αλλά δεν υπάρχουν μη πρακτικές συμβουλές, και κανενός η συμβουλή, όταν έχεις τον πόνο σου, δεν είναι πρακτική

Μανίνα Ζουμπουλάκη
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Μανίνα Ζουμπουλάκη γράφει για τις συμβουλές που δεν χρειάζεται κανένας να ακούσει.

Κάποιος παλιός δημοσιογράφος μού είχε δώσει δύο συμβουλές: 1) ποτέ μην αρχίζεις ένα κείμενο με «δεν» ή με «όχι», 2) ποτέ μη ζητάς συμβουλές από μεγαλύτερους γιατί δεν θα έχουν νόημα πριν φτάσεις στην ηλικία τους, αλλά ούτε από μικρότερους γιατί δεν έχουν νόημα.

Κατά καιρούς αρχίζω κείμενα ή κεφάλαια (σε βιβλία π.χ.) με «δεν» και «όχι» – είναι κεφάλαια, άρα έχει ήδη μπει στο τριπάκι να διαβάζει ο αναγνώστης, δεν θα το παρατήσει το ανάγνωσμα εξαιτίας μίας μικρής άρνησης πάνω-πάνω, για όνομα. Θα το παρατήσει αν οι αρνήσεις πέφτουν βροχή, αν είναι μπούρδα, αν δεν έχει ούτε πληροφορίες ούτε entertainment value: αν διαβάζοντάς το δυσκολεύεται να περάσει καλά και, σα να μη του φτάνει το ζόρι του, δεν μαθαίνει ντιπ τίποτα.

Καμιά φορά τυχαίνει να ρωτάω τους μικρότερους για ιδέες, κυρίως σε σχέση με μαγαζιά: «Πήγατε πουθενά, εσείς που είστε τσικό χρονών και βγαίνετε ασταμάτητα;»

Λοιπόν με κοιτάζουν περίεργα. Βγαίνουμε (μου λένε), αλλά πηγαίνουμε σε... πλατείες με παγκάκια και περίπτερα, αν είμαστε 15-25 χρονών. Οι λίγο μεγαλύτεροι ok, πηγαίνουν παντού – χάνω το λογαριασμό, σημειώνω ονόματα μαγαζιών σε χαρτοπετσέτες στις οποίες αργότερα φυσάνε τη μύτη τους τα παιδιά μου. Όχι ότι θα πήγαινα, απλώς για να ξέρω.

Ενθουσιάζομαι όταν ακούω για μέρη που αναγνωρίζω και τα οποία «παίζουν» ακόμα, έστω και με άλλη εμφάνιση/δράση/δομή. Πράγμα που δείχνει ότι μας αρέσουν οι συμβουλές όταν πέφτουν κοντά στις απόψεις μας, όταν συμφωνούν με τα μυαλά μας που είναι στα κάγκελα αλλά αυτό είναι άλλο θέμα, και αυτές τις συμβουλές ακολουθούμε – καμία γυναίκα π.χ. όταν ακούει τη φράση «χώρισέ τον, τον μπαγλαμά» δεν αποφασίζει να χωρίσει εδώ και τώρα, αν δεν έχει σκεφτεί ήδη εδώ και καιρό, πολλές φορές ότι (1) θα χωρίσει και ότι (2) πρόκειται για μπαγλαμά. Ή έστω (3), αν δεν έχει βρει άλλον καλύτερον που περιμένει στη γωνία με το εργαλείο στο χέρι να της επιδιορθώσει το κινητό που δεν κάνει μπακάπ και είναι κρίμα.

Ένας 20χρονος τέλος πάντων (ή όμως), δεν μπορεί να μου δώσει πρακτικές συμβουλές για το πού να πάω το βράδυ, επειδή (1) εκεί που πάει δεν περνάω ούτε απ' έξω, θα με κοιτάζουν ακόμα πιο περίεργα και θα είμαι όρθια και έχω φλεβίτη, και (2) επειδή δεν έχω όρεξη να πάω σχεδόν πουθενά. Ειδικά το βράδυ που είναι σκοτεινά και τα μαγαζιά (που πουλάνε πράγματα) κλείνουν άρα δεν χαζεύω/μπαινοβγαίνω/έχω δικαιολογίες να ψωνίσω κάτι πάρα πολύ μικρό. Ένας 80χρονος επίσης δεν μου δίνει πρακτικές συμβουλές για τίποτα – βαριέται να ασχολείται με τους άλλους, ή λέει «τρώγε καθαρά πράγματα» και «πρόσεξε μην κρυολογήσεις», που βαριέμαι εγώ. 

Συμβαίνει να μου δίνουν συμβουλές άνθρωποι που δεν έχουν ιδέα από τη συγκεκριμένη βέσπα: π.χ. κοντινό μου πρόσωπο με συμβουλεύει συχνά να πάω στο Χόλιγουντ, όχι για να βγω το βράδυ, αλλά για να γράφω σενάρια και για να πουλάω σενάρια στην ΕμΤζιΕμ. Ντ’ααα. Μα πώς δεν μου πέρασε από το μυαλό μια τέτοια ιδέα, σε εμένα και σε άλλους πέντε χιλιάδες Έλληνες σεναριογράφους; Πώς δεν το έχουμε σκεφτεί ως τώρα; Η συμβουλή τέτοιου είδους είναι στην κατηγορία «Σώπα καημένε/Κάνε δουλειά σου» γιατί, αν έχεις γράψει έστω μισό σενάριο, ξέρεις πόσο τεράστιο παλούκι-κάκτος είναι το να το δείξεις σε χολιγουντιάνο, πόσο μάλλον να του το πουλήσεις, λες και δεν έχει συντοπίτες του που γράφουν σενάρια με τη σέσουλα. Άσε τα απαραίτητα πάρα πολλά λεφτά για ατζέντηδες κ.λπ. που, αν τα είχες, θα ήσουν εκεί ήδη και θα έδινες συμβουλές στον Ταραντίνο, πώς να κάνει καλές ταινίες μια και έχει ξεφύγει λίγο, αν θέλει τη γνώμη σου, που δεν τη θέλει.

Οι μόνες συμβουλές που δίνω με ευκολία είναι σε κρυολογημένους συγγενείς και φίλους: κοτόσουπα, ξάπλα και τσάι με μέλι. Θα μπορούσα και να μην τη δίνω καθόλου αυτή τη συμβουλή διότι (1) πάντα η ίδια είναι, την έχουν βαρεθεί, (2) την ξέρουν και οι κοτρώνες, (3) είναι εκνευριστική, ιδίως όταν δεν έχεις πρόχειρο άτομο να σου φτιάξει κοτόσουπα, ούτε κότα.

Οπότε οι συμβουλές είναι καλύτερα να κρατιούνται για τον εαυτό μας και να τις ξεχνάμε κιόλας – δεν υπάρχει χειρότερο από το να λες στον εαυτό σου «Μα τι ζώον είσαι, κάθισες έξω στο αγιάζι πέντε ώρες και την άρπαξες επειδή η σόμπα σού έκαιγε την κεφάλα στην κορυφή αλλά σου παγώσανε τα αυτιά, και ΔΕΝ ΚΑΠΝΙΖΕΙΣ ΚΑΝ!» Ο εαυτός σου κάτι έχει καταλάβει (ότι την άρπαξε επειδή έκατσε έξω για να καπνίζει η παρέα) και το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται −μέσα στο μαύρο χάλι του, τον πονοκέφαλο και το συνάχι− είναι η ετεροχρονισμένη συμβουλή-κοινοτυπία που την αντιλαμβάνεται ο εαυτός σου σαν τρομερή παπαριά... ακόμα κι όταν του την έχεις πει από πριν, στο σωστό χρόνο δηλαδή, όσο κάθεσαι έξω και ξυλοπαγιάζεις, εσύ και ο εαυτός σου, που είστε τάλε κουάλε τελικά, και μόνο οι συμβουλές σας μάραναν.