Life

Μόνη στο σπίτι

Αντί να ανοίξω τον υπολογιστή, πιάνω το μολύβι

Δήμητρα Γκρους
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι άνθρωποι πρέπει να ξεκουράζονται, να ησυχάζουν. Xρειάζονται το χρόνο τους, μόνοι. Το ’χουν ανάγκη. Στον προσωπικό τους χώρο, να μαζέψουν δυνάμεις. Θα βάλω το ραδιόφωνο να παίζει, για παρέα – κι αν με κουράσει, θα αφήσω να παίζουν οι δεκαοχτούρες και τα καναρίνια της γειτονιάς.

Τα μάτια μου ψάχνουν τις επιφάνειες, σταματάω στον πίνακα που απεικονίζει ένα χάρτη του προηγούμενου αιώνα. Δεν είναι πολύ ευδιάκριτος, όμως αν πλησιάσεις μπορείς να κάνεις ένα μίνι μάθημα γεωγραφίας: μια επανάληψη στις πρωτεύουσες και ποιες χώρες συνορεύουν με ποιες... Από μακριά, τα περιγράμματα σου δίνουν μια ιδέα των μεγεθών. Πόσο μικρή είναι η Ευρώπη, η άλλοτε κραταιά ήπειρος της αποικιοκρατίας και της βιομηχανικής επανάστασης, σε σχέση με τις άλλες ηπείρους και τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν μας συμφέρει και πολύ, αλλά ίσως έχει έρθει η ώρα να μπουν μερικά πράγματα στη θέση τους.

Τα πράγματα σπάνια μπαίνουν στη θέση τους, από την άλλη, και οι ευκαιρίες δεν είναι ποτέ ίσες. Σε έναν δίκαιο κόσμο κανείς δεν θα ’πρεπε να έχει περισσότερα δικαιώματα από κάποιον άλλο, ευνοϊκότερη μεταχείριση. Αλλά και πάλι, σε έναν δίκαιο κόσμο, ο αγώνας, το πείσμα, η προσπάθεια δεν θα έπρεπε να ανταμείβονται; Όπως και να το δεις, ο κόσμος μας δεν είναι δίκαιος...

Άλλοι πασχίζουν περισσότερο, κάνουν ό,τι μπορούν κι ακόμα παρά πάνω, κι άλλοι κάθονται και τους παρατηρούν. Υπάρχουν κι αυτοί που δεν παίρνουν καν χαμπάρι, είναι αλλού. Ζουν όλοι μαζί.

Βάζω ηλεκτρική σκούπα. Το σπίτι όταν είναι καθαρό είναι πιο φιλόξενο. Μερικοί άνθρωποι δεν αντέχουν την ακαταστασία κι άλλοι ούτε που την προσέχουν. Ίσως γιατί έχουν μυωπία· ίσως γιατί δεν τους το έμαθε ποτέ κανείς. Κάνω βόλτες γύρω απ’ το μεγάλο τραπέζι... Η γάτα, μόνιμη κάτοικος του σπιτιού, με παρακολουθεί με το αεικίνητο βλέμμα της γεμάτο απορία. Είμαι ο άνθρωπός της σ’ αυτή τη ζωή. Περιμένει τη στιγμή που θα κάτσω για να ’ρθει στην αγκαλιά μου, βολεύεται στο θώρακά μου και ανεβοκατεβαίνει γουργουρίζοντας στο ρυθμό της αναπνοής. Τον πιο πολύ καιρό περνάει το χρόνο της μόνη, σε ένα δικό της κόσμο.

Η ζωή μας κάνει κύκλους. Αγαπάμε, δεν αγαπάμε, αγαπάμε.

Αν αγαπάς κάποιον του το λες. Και περιμένεις να δεις αν σ’ αγαπάει κι αυτός. Αν όχι, φεύγεις. Αν αγαπάς κάποιον του δίνεις χώρο. Αν τον αγαπάς τον σέβεσαι, δεν τον κάνεις ένα με σένα, του κλείνεις το μάτι με διάθεση παιχνιδιού. Πηγαίνεις να τον βρεις, το παιχνίδι είναι η χαρούμενη πλευρά της ζωής.

Οι άνθρωποι αγαπούν με διαφορετικούς τρόπους. Αν δεν είναι σε ανάγκη, αν είναι στοιχειωδώς συμφιλιωμένοι με τον εαυτό τους, προσπαθούν να καταλάβουν ο ένας τον τρόπο του άλλου.

Κοιτάζω τον υπολογιστή με καχύποπτο βλέμμα, από αμηχανία. Αποφασίζω να μην τον ανοίξω, τι έχω να κερδίσω πέρα απ’ την οικειότητα της συνήθειας; Οι συνήθειες, όσο ωραίες και να ’ναι, πρέπει κάποτε να σπάνε· ή να αλλάζουν με άλλες. Για αλλαγή σκέφτομαι ανθρώπους στον πραγματικό κόσμο, ποιον έχω καιρό να δω, ποιον έχω επιθυμήσει. Είναι ένα βήμα...

Την εποχής της κρίσης oι άνθρωποι της πόλης είναι και δεν είναι διαθέσιμοι. Έχουν άγχος, πάσχουν από πονοκεφάλους, το κεφάλι τους πάει να σπάσει. Πώς να τους βοηθήσεις; Μπορείς να τους πάρεις τις έγνοιες; Δεν μπορείς. Μόνο να τους χαμογελάσεις τρυφερά, να τους αγγίξεις λίγο και να τους αφήσεις να σου σφίξουν το χέρι.

Ένας άνθρωπος ασφυκτιά, είναι κυκλωμένος, δεν ξέρει κατά πού να τραβήξει. Ένας άλλος θέλει να αφήσει τη μιλιά του ελεύθερη, να το βγάλει από μέσα του, έτσι μόνο θα νιώσει καλύτερα. Αρκεί να υπάρχει κάποιος να τον ακούσει. Αντί να ανοίξω τον υπολογιστή, πιάνω το μολύβι και γράφω με μικροσκοπικά γράμματα σε μικρά post it...

Οι άνθρωποι δεν έχουν υπομονή. Και δεν ακούν ο ένας τον άλλο. Θέλουν να πουν το δικό τους, αυτό που καταλαβαίνουν με το μυαλό τους. Και φλυαρούν, μιλούν ακατάπαυστα όλοι μαζί κάνοντας φασαρία. Όταν είσαι μέρος της φασαρίας δεν μπορείς να την καταλάβεις, πρέπει να κάνεις ένα βήμα πέρα. Είναι χρήσιμο να παίρνει κανείς απόσταση: να σιωπά, να ακούει, να καταλαβαίνει. Να βγαίνει από τον εαυτό του, να παρατηρεί. Κι έτσι να βοηθάει και τους άλλους.

Κολλάω τα χαρτάκια στον πίνακα ανακοινώσεων, δίπλα στο λογαριασμό της ΔΕΗ: Η μοναξιά είναι ένα βήμα προς τα μέσα. Ο άνθρωπος που δεν μπορεί να μείνει μόνος λίγες ώρες μέσα σε ένα δωμάτιο είναι δυστυχισμένος, νομίζω το είπε ο Πασκάλ.

Eίναι παράξενα όντα, oι άνθρωποι, νομίζουν ότι αυτό που θέλουν είναι το σωστό, το δίκαιο. Είναι που δεν αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους σαν απειροελάχιστη κουκίδα στο σύμπαν, τους λείπει η φαντασία. Άλλοι, πάλι, κατατρέχονται από σύνδρομο καταδίωξης, κλείνουν όλη την ώρα τις κουρτίνες μη και τους δουν, φαντάζονται ότι πέφτουν θύματα συνωμοσίας. Κάποιοι είναι πολύ θυμωμένοι, πρέπει να προσέχεις όταν τους μιλάς, μην πεις κάτι λάθος και τους προσβάλλεις. Άλλοι νιώθουν ανήμποροι, βλέπουν το χρόνο να φεύγει κι αυτοί μένουν καθηλωμένοι σε ένα αβέβαιο παρόν. Κι άλλοι συμπεριφέρονται σαν κακομαθημένα παιδιά που όταν δεν ικανοποιούνται οι επιθυμίες τους μουτρώνουν. Είναι οι ίδιοι που παίρνουν πολύ στα σοβαρά τον εαυτό τους, που νομίζουν ότι είναι κάποιοι και φουσκώνουν από περηφάνεια και ματαιοδοξία. Υπάρχουν και οι καλόπιστοι, οι ευγενείς, που κατανοούν την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων χαρακτήρων και δεν το πολυκάνουν θέμα.

Είναι κι αυτοί που δεν το βάζουν κάτω, ακόμα κι αν δεν τα καταφέρνουν· κι ας είναι άξιοι. Κρίμα που η ζωή δεν είναι πιο γενναιόδωρη μαζί τους. Αν έχεις να τους δεις καιρό, φαντάζεσαι πως τα ’χουν καταφέρει. Κι αν όχι, σκέφτεσαι πως τελικά κανείς δεν σου χρωστά, τίποτα δεν σου χαρίζεται, εκτός κι αν είσαι τυχερός. Πρέπει να συνεχίσεις να αγωνίζεσαι γι’ αυτό που θέλεις, κι ίσως το καταφέρεις. Ό,τι και να γίνει, σημασία θα έχει που προσπάθησες.

Τελικά, το ραδιόφωνο δεν ήταν κακή επιλογή...