- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Μου αρέσει να περπατάω. Όταν περπατάς δεν γυμνάζεις μόνο τα πόδια, την αναπνοή, γυμνάζεις και το μυαλό. Ο ειρμός των βημάτων δημιουργεί μία περίεργη συνθήκη συγκέντρωσης κατά την οποία οι σκέψεις βρίσκουν ένα δικό τους βηματισμό. Αφήνουν για λίγο την πρακτική πλευρά της ζωής για να φτιάξουν συνειρμούς και συνδέσεις, κι εσύ μένεις στην άκρη του δρόμου αφήνοντάς τις να επιπλέουν. Οι σκέψεις είναι σαν εμάς, χρειάζονται χώρο και χρόνο.
Στη στάση τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά, που χάζευες την πόλη, τους περαστικούς, το διπλανό σου, που φανταζόσουν ζωές και χωρίς να το θέλεις γινόσουν αδιάκριτος. Τώρα πια δεν χρειάζεται να τραβήξεις αμήχανα το βλέμμα για να μην παρεξηγηθεί, δεν σε απασχολεί ο περιβάλλων χώρος, είσαι συγκεντρωμένος στην οθόνη του smart phone. Όση ώρα περιμένεις το λεωφορείο το Facebook γίνεται ένα παράθυρο στον κόσμο, on line δεν προλαβαίνεις να νιώσεις μοναξιά. Είσαι συνδεδεμένος, η επικαιρότητα είναι πάντα παρούσα μέσω twitter... ό,τι χωρέσει σε 140 χαρακτήρες.
Δεν είναι ακριβώς νοσταλγία, αλλά, να, χρειάζεσαι χρόνο χωρίς τίποτα, το κενό σε προδιαθέτει να βρεις τρόπο να το σπάσεις. Ψάχνεις κάτι να βρεις, να εκτονωθείς, ποιος ξέρει πώς. Διαλέγεις την πλευρά του δρόμου που τη βλέπει ο ήλιος, ο ανοιξιάτικος αέρας είναι αναζωογονητικός. Κάθε ζωή χρειάζεται ένα περιεχόμενο, σκέφτεσαι, δεν είναι εύκολο, όλα είναι θέμα ισορροπίας. Όσο η Κύπρος καταρρέει και τα στρατόπεδα σε βομβαρδίζουν εσύ αντιστέκεσαι, δεν σου αρέσει αυτός ο τρόπος, θέλεις να σκεφτείς. Η σκέψη δεν μπορεί να είναι ανακλαστική: μόλις συμβαίνει κάτι, πατάς ένα κουμπί και βγαίνει.
Η πραγματικότητα είναι σύνθετη κι εμείς την ερμηνεύουμε με μαύρο-άσπρο. Λίγο δίκιο το ’χουν όλοι, μα όλοι θέλουν να έχουν (όλο) το δίκιο με το μέρος τους, γίνεται; Θέλω να ρωτήσω, αλλά διστάζω. Εσύ, έχεις διαλέξει στρατόπεδο; Μπορείς να μιλήσεις; Σε ποιον; Σου λέει το ίδιο πράγμα ή κάτι διαφορετικό; Μπορείς να το ακούσεις; Είδες τους Κύπριους να συνωστίζονται στα ΑΤΜ; Είναι απελπισμένοι. Oι περήφανοι Κύπριοι, που είπαν το όχι στον κατακτητή. Οι Κύπριοι είναι σαν κι εμάς, χρειάζονται χρόνο.
Κοιτάω χαμηλά για να μένω συγκεντρωμένη. Τα μάτια μου πέφτουν σε έναν επαίτη. Ο επαίτης είναι στο πεζοδρόμιο, στο ύψος των βημάτων μου, είναι γέρος με γκρίζα μούσια. Έτσι νομίζω, ίσως όμως τα χρόνια του δεν είναι τελικά τόσα πολλά, η εγκατάλειψη γερνάει τους ανθρώπους. Παλιά, θυμάμαι, η ελεημοσύνη ήταν παρεξηγημένη έννοια. Μη δίνεις, το κάνεις για να κρατάς ήσυχη τη συνείδησή σου. Για να νιώθεις καλός άνθρωπος. Έτσι κι εγώ δεν ήξερα τι να κάνω. Μία έδινα, την άλλη όχι. Ένας φίλος με έπεισε. Κάθε άνθρωπος χρειάζεται πρόσβαση σε ένα μίνιμουμ. Το τζάνκι έχει δικαίωμα να πάρει την πρέζα του. Μόνο αυτό θέλει. Τι σε νοιάζει εσένα;
Από τότε δίνω. Μια φορά τη μέρα, μπορεί και δυο. Διαλέγω. Δεν μπορώ να αντισταθώ σε έναν πατέρα που κρατάει στην αγκαλιά του το παιδί του. Δεν μπορώ να κρατηθώ σε μετανάστες με παραμορφωμένα πρόσωπα. Κι όταν μου απευθύνονται. Όταν με κοιτάνε με πονεμένα μάτια και απλώνουν το χέρι. Ή όταν κάθονται στην άκρη με το βλέμμα λίγο τρελό και περήφανο και δεν λένε τίποτα, μόνο κρατάνε κάτι. Αυτούς αφού τους προσπεράσω, σταματάω μετά από λίγα μέτρα, γυρίζω πίσω και ρίχνω κάτι διακριτικά στο κύπελλό τους. Συνήθως λένε ευχαριστώ, πάω κι εγώ κάτι να ψελλίσω, «παρακαλώ» λέω και χαμογελάω συγκρατημένα, στ’ αλήθεια όμως θέλω να πω «λυπάμαι». Τώρα πια κανείς δεν μπορεί να σε κατηγορήσει ότι το κάνεις για να νιώσεις καλύτερα, οι άνθρωποι είναι σε ανάγκη, χρειάζονται βοήθεια. Καμιά φορά, όταν δεν είμαι καλά, σφίγγω τα χείλη, σκύβω το κεφάλι και αρνούμαι να βάλω το χέρι στην τσέπη. Παραιτούμαι. Κοιτάω απολογητικά. Συγνώμη.
Τόσο δίκιο όσο και δύναμη, αυτό νομίζω. Δεν έχουμε τη δύναμη να παρεμβαίνουμε στις ζωές των άλλων, ούτε και το δικαίωμα, μπορούμε μόνο να τους βοηθήσουμε, αν μας το ζητήσουν. Κάποιοι δεν ζητούν ποτέ. Περιμένουν μέχρι να πας εσύ να τους βρεις.
Συνεχίζω να περπατάω, όσο οι σκέψεις με τριγυρίζουν το βλέμμα μου μένει στο πεζοδρόμιο. Μια φορά έτυχε να κοιτάξω πέρα μακριά, στο βάθος του δρόμου. Είδα το βουνό, σημάδι στον ορίζοντα. Τότε κατάλαβα, όπου κι αν βρίσκεσαι στην Αθήνα, αν σηκώσεις το βλέμμα και κοιτάξεις εκεί που τελειώνει η προοπτική του δρόμου, βλέπεις κι από ένα. Η άναρχη δόμηση της πόλης κρύβει τη φυσική της ταυτότητα, τη φυσιογνωμία της. Είμαστε κάτοικοι του λεκανοπεδίου κι αντί να αφήνουμε το βλέμμα να φεύγει μακριά, μάθαμε να κοιτάμε κάτω. Από τότε το θυμάμαι πάντα, καθώς περπατάω έρχεται μια στιγμή που σηκώνω το κεφάλι και κοιτάω στο βάθος, για να προσανατολίζομαι και να θυμάμαι πού βρίσκομαι.
Μια βόλτα στο δρόμο, μια διαδρομή στο κέντρο της πόλης με τα πόδια, κρύβει δυσκολίες και σκόρπιες σκέψεις. Τα πεζοδρόμια είναι στενάχωρα πολλές φορές. Τους θορύβους, αν θέλεις, τους απομονώνεις, δεν ενοχλούν. Με το καυσαέριο των αυτοκινήτων είναι κάπως πιο δύσκολο, πώς να απομονώσεις την αναπνοή, άντε να την κρατήσεις λίγο παραπάνω μέχρι να περάσει το πολύ νέφος. Όπως και να ’χει οι συνθήκες δεν είναι ποτέ ιδανικές. Χαλαρός και συγκεντρωμένος, όμως, και με το σώμα σε εγρήγορση, έχεις περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσεις, να προστατευθείς. Ισχύει και στη ζωή. Με τα ακουστικά κλείνεσαι σε ένα δικό σου κόσμο, θέλει προσοχή μη χάσεις επαφή με την πραγματικότητα. Μπορείς, όσο περπατάς, να έχεις συντροφιά μια μελωδία που παίζει στο μυαλό σου, το σάουντρακ του δρόμου, κάτι αγαπημένο και απαλό. Κι ας είναι μελαγχολικό, ταιριάζει στους καιρούς μας...