Life

Όταν δεν έχεις λόγο να γιορτάσεις την Ημέρα του Πατέρα

Τι γίνεται με όλους εμάς που όταν κλήρωναν μπαμπάδες, δεν πιάσαμε τον πρώτο λαχνό

Μαριάννα Μαρμαρά
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα τελευταία χρόνια, η Ημέρα του Πατέρα έχει αρχίσει και γίνεται το ίδιο mainstream με εκείνης της Μητέρας. Τα social media κατακλύζονται από αναρτήσεις με αγάπες και λουλούδια για τον πιο «σημαντικό» άνδρα στη ζωή ενός παιδιού. Τι γίνεται όμως όταν αυτός ο σημαντικός άνδρας είναι τραγικά ασήμαντος;

«Ή θα με σέβεστε ή θα με φοβάστε». Αυτή τη φράση τη θυμάμαι έντονα από τα παιδικά μου χρόνια. Την έλεγε με μάτια που έκαιγαν από θυμό ο πατέρας μου σε μένα και τον αδελφό μου, όταν τσακωνόμασταν, ήμασταν ζωηροί, δεν τον ακούγαμε κλπ. Τη θυμάμαι από τότε που ήμουν 3 χρονών και δεν την ξέχασα ποτέ. Δεν την ξέχασα γιατί έβλεπα στα μάτια του ότι ήθελε να τον φοβόμαστε και όχι να τον σεβόμαστε. Δυστυχώς για εκείνον, δεν τον φοβήθηκα ποτέ, αλλά ούτε και τον σεβάστηκα. Και στην περίπτωσή του, όπως σε κάθε άνθρωπο, ισχύει η ρήση «τον σεβασμό πρέπει να τον κερδίσεις». Και ο πατέρας μου δεν τον κέρδισε. Δεν τον κέρδισε όχι επειδή δεν μπορούσε, αλλά επειδή δεν ήθελε. Επέλεξε συνειδητά να μην κερδίσει τον σεβασμό της κόρης του. Και αυτό μου πήρε χρόνια και να το διαχειριστώ.

Όχι, ο πατέρας μου δεν είναι ένα τέρας που κακοποίησε τα παιδιά του με την ποινική έννοια του όρου. Απλώς δεν ήταν πατέρας για αυτά. Σε κανένα επίπεδο. Συναισθηματικό ή υλικό. Η έννοια ευθύνη απέναντι στα παιδιά μου, είναι άγνωστη για εκείνον. Και αυτό ήμουν αρκετά μικρή όταν το αντιλήφθηκα.

Έτσι, επί χρόνια είχα πείσει τον εαυτό μου ότι οι πατεράδες είναι περιττοί και ότι ένα παιδί και δη κορίτσι, δεν έχει ανάγκη από κανέναν πατέρα. Επέλεξα -υποθέτω από άμυνα ή ένστικτο κοινωνικής επιβίωσης- να ξεχάσω ότι χρειάζομαι πατέρα και ξέχασα ότι είχα έναν, όπως με ξέχασε κι αυτός. Οφθαλμός αντί οφθαλμού.

Ωστόσο, κάπου κοντά στα 30, σε ένα γάμο μιας φίλης μου, συνειδητοποίησα ότι εγώ είχα κάνει ήδη ένα γάμο από τα παιδικά μου χρόνια. Είχα παντρευτεί τον θυμό και την οργή μου για τον απόντα πατέρα μου. Και κάπου εκεί, κατάλαβα ότι όλοι χρειάζονται έναν πατέρα, ακόμη κι εγώ. Βέβαια, όλοι χρειάζονται έναν καλό πατέρα, όχι τον δικό μου.

Τι κάνεις λοιπόν, στην περίπτωση που όταν κλήρωναν πατεράδες εσύ διάλεξες τον άτυχο λαχνό; Κοιτάς τον λαχνό κατάματα και λες «δεν πειράζει», ξαλαφρώνεις, γυρίζεις την πλάτη σου, γιατί κανένας δεν θέλει την ατυχία, και προχωράς, αποδεχόμενη πως δεν μπορείς να κάνεις κάτι. Διαφορετικά μένεις με τον λαχνό στο χέρι κι αναθεματίζεις non-stop. Ε, όχι, δεν σου αξίζει.

Το πιο δύσκολο σε αυτή την περίπτωση είναι να αποδεχθείς ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτε για να κάνεις έναν άνθρωπο να είναι γονιός, αλλά μπορείς να κάνεις κάτι για σένα: Να προχωρήσεις.

Έτσι, κάθε χρόνο τέτοια μέρα, μετράω τα βήματα που κάνω μακριά από τον θυμό μου. Αν είναι έστω κι ένα παραπάνω από πέρυσι, είμαι στον σωστό δρόμο.

Χρόνια πολλά, λοιπόν, στους πατεράδες που το αξίζουν.