Life

Χάνοντας την αδερφή σου για πάντα

Ένα συγκινητικό κείμενο που ήρθε στο mail μας

Αναγνώστες
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Πώς είναι, λοιπόν, να χάνεις κάποιον οριστικά από τη ζωή σου; Τι γίνεται μέσα σου, τι αλλάζει όταν χάνεις την αδερφή σου για πάντα; Πώς αυτό το πράγμα που λέγεται ζωή ξαφνικά σε εγκαταλείπει; Μετά το θάνατο, την απώλεια, χάνεις αμέσως ένα κομμάτι του εαυτού σου. Μαζί με αυτόν που φεύγει, φεύγει κάτι κι από σένα που δεν επιστρέφεται ποτέ. Τα χρόνια θα περάσουν, δύο, τρία, πέντε, δεν έχει σημασία. Η απουσία θα είναι πάντα παρούσα, η πληγή θα είναι πάντα ανοιχτή, οι αναμνήσεις μπροστά σου ολοζώντανες.

Δύο χρόνια μετά, υπάρχουν ακόμα στιγμές που φοβάμαι ότι, αν γελάσω, αν κάνω όνειρα, θα την πληγώσω, θα νομίσει ότι την ξέχασα. Υπάρχουν στιγμές που αντιλαμβάνομαι έντονα τη ματαιότητα των πραγμάτων, στιγμές που θυμώνω, που ρωτάω «γιατί», που κλαίω, αλλά πάντα καταλήγω στο ίδιο συμπέρασμα: δεν είναι εδώ, αλλά είναι πάντα μέσα στην καρδιά μου. Κάποια στιγμή, λοιπόν, θα χαμογελάσεις και πάλι, αλλά το γέλιο σου θα κρατήσει μια στιγμή μοναχά και η εικόνα της θα περάσει αστραπιαία από το μυαλό σου. Θα βγεις ξανά έξω, θα αντιμετωπίσεις ξανά τον κόσμο, αλλά εσένα το μυαλό σου θα μένει πάντα πίσω. Θα αρχίσεις να κάνεις όνειρα και πάλι, αλλά πάντα κάτι θα λείπει, κάτι δεν θα πηγαίνει καλά. Θα ανοίξεις ξανά το ραδιόφωνο, αλλά πάντα, μα πάντα, κάποιο τραγούδι θα την θυμίζει.

Ξέρω πως κάποια στιγμή θα έρθει η μέρα που θα ετοιμαστώ για τον γάμο μου, αλλά θα ξέρω πως η αδερφή μου δεν θα είναι εκεί για να χαρεί μαζί μου, να σταθεί δίπλα μου, να ζήσει την ευτυχία μου. Θα είναι πάντα μια ευτυχία μισή. Κάποια στιγμή θα αποκτήσω οικογένεια, αλλά θα ξέρω πως τα παιδιά μου δεν θα γνωρίσουν ποτέ τη θεία τους, δεν θα την αγαπήσουν όπως την αγάπησα εγώ, δεν θα την αγκαλιάσουν, δεν θα μοιραστούν μαζί της τα μυστικά τους, τις αγωνίες τους, τα όνειρά τους. Θα έρθουν όμως και άλλες δύσκολες μέρες, λύπες, στεναχώριες καθημερινές, αλλά εγώ δεν θα μπορώ να την πάρω τηλέφωνο να την ακούσω, να με εμψυχώσει, να με στηρίξει, έστω να ακούσω μια γλυκιά της κουβέντα, ένα αστείο της. Θα έρθουν μέρες που θα θέλω να νιώσω μαζί της και πάλι σαν παιδί, αλλά ξέρω πως δεν πρόκειται να φανεί έξω από την πόρτα μου, δεν θα γελάσουμε, δεν θα πάμε για ψώνια μαζί, πράγματα καθημερινά, απλά, που εσύ μπορείς να τα κάνεις, αλλά εγώ δεν θα μπορέσω να τα κάνω ποτέ ξανά. Η ζωή θα συνεχιστεί, θα κάνει τον κύκλο της, αλλά εμένα το παρελθόν θα συνοδεύει πάντα το παρόν μου.

Πόσες φορές έχω προσευχηθεί να την δω ξανά στα όνειρά μου, να μιλήσω μαζί της, να την αγκαλιάσω, να ξαναδώ τις εκφράσεις του προσώπου της, το γέλιο της, το θυμό της, έστω μόνο την εικόνα της. Πόσες φορές έχω ξυπνήσει από τέτοιο όνειρο μέσα στη νύχτα και παρακαλούσα τον Θεό να μη με αφήσει να το ξεχάσω ως το πρωί. Πόσες φορές βλέπω τις φωτογραφίες της, αλλά δεν μπορώ να την δω ζωντανή! Πηγαίνοντας στο κοιμητήριο να την επισκεφτώ, ξέρω πως αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα. Φεύγοντας, νιώθω πως επιστρέφω πίσω στο ψέμα, σε έναν ψεύτικο κόσμο, σε μια ρουτίνα χωρίς νόημα.

Χάνοντας, λοιπόν, την αδερφή σου χάνεις μαζί της τα παιδικά σας όνειρα, χάνεις χαμόγελα, στιγμές ευτυχίας και λύπης, χάνεις ένα σημαντικό κομμάτι της ψυχής σου που δεν θα μπορέσει ποτέ κανείς να σου το γεμίσει. Καμιά αγάπη, καμιά φιλία. Ο θάνατος, όμως, αφήνει συνήθως πίσω του μια παράξενη ελπίδα. Η δική μου ελπίδα είναι ότι κάποτε θα την ξαναδώ, θα την αγκαλιάσω, θα της πιάσω το χέρι και θα αρχίσουμε να μιλάμε ώρες ατέλειωτες, όπως συνηθίζαμε να μιλάμε πάντα. Η δική μου ελπίδα είναι ότι είναι κάπου εκεί έξω και με κοιτάζει, με θυμάται όπως τη θυμάμαι και εγώ, γελά μαζί μου όταν γελάω, με προσέχει, με νιώθει. Με αυτήν την ελπίδα, λοιπόν, προχωρώ, μαζί της, πάντα. Περπατάμε μαζί χέρι-χέρι, μέχρι να την ξαναδώ, να την αγκαλιάσω και πάλι. Αγαπημένη μου αδερφή, ξέρω πως περνάς πολύ καλά εκεί πάνω, αλλά κάθε φορά που θα νυχτώνει, θα σε περιμένω. Μη με ξεχνάς. Εις το επανιδείν. Μαρία.