TV & Media

Ναυτεμπορική: Το success story μιας μεγάλης οικονομικής εφημερίδας

Το τοπίο του οικονομικού Τύπου στην Ελλάδα και πώς η εφημερίδα συμπλήρωσε φέτος 100 χρόνια λειτουργίας

Δημήτρης Κουμπιάς
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Ναυτεμπορική: Η ιστορία της οικονομικής εφημερίδας που φέτος κλείνει 100 χρόνια κυκλοφορίας

Εκατό χρόνια σχεδόν αδιάλειπτης έκδοσης μιας καθημερινής εφημερίδας –και μάλιστα οικονομικής– δεν είναι σύνηθες φαινόμενο για τον ελλαδικό χώρο. Το κατάφερε ωστόσο η «Ναυτεμπορική», που συμπλήρωσε φέτος έναν αιώνα ζωής. Και γράφω «σχεδόν» επειδή η έκδοση είχε ανασταλεί κατά τη διάρκεια της γερμανοϊταλικής κατοχής: με τον βομβαρδισμό του Πειραιά οι εγκαταστάσεις καταστράφηκαν, ενώ ο διευθυντής της Τζώρτζης Αθανασιάδης πολεμούσε στο αλβανικό μέτωπο.

Η Ναυτεμπορική: Η ίδρυσή της πριν από 100 χρόνια, οι κρίσεις που αντιμετώπισε, οι αλλαγές, το naftemporiki.gr και το Naftemporiki TV

Ίσως τα χρόνια να είναι περισσότερα από 100, αν συνυπολογιστεί το ότι ο ιδρυτής της Πάνος Αθανασιάδης είχε εκδόσει το 1923 στην Κωνσταντινούπολη το «Bulletin Maritime et Commercial de Constantinople», το οποίο ενημέρωνε για τα δρομολόγια των πλοίων και για τα εμπορεύματα που διακινούσαν. Είχε προηγηθεί η Μικρασιατική καταστροφή και το κλίμα δεν ήταν κατάλληλο για τέτοιες πρωτοβουλίες από Έλληνες. Έτσι, ο Αθανασιάδης ήρθε στην Ελλάδα και, διαπιστώνοντας ότι από την αγορά έλειπε ένα έντυπο σαν κι αυτό που εξέδιδε στην Κωνσταντινούπολη, ξεκίνησε το «Ναυτικόν και Εμπορικόν Δελτίον Πειραιώς». Αγόρασε μια γραφομηχανή —το σπέρμα των σημερινών σύγχρονων εγκαταστάσεων της εφημερίδας— και στρώθηκε στη δουλειά. Αρχικά, έγραφε το δελτίο του με καρμπόν και στη συνέχεια σε πολύγραφο για να μοιράσει στο τέλος μοναχός του στα ναυτιλιακά και εμπορικά εισαγωγικά-εξαγωγικά γραφεία. Σύντομα, οι παραλήπτες διαπίστωσαν ότι ήταν απαραίτητο εργαλείο για τη δουλειά τους, ενώ ταυτόχρονα το «Δελτίον» συνέβαλε αποφασιστικά στην ανάπτυξη του νεοσύστατου τότε Χρηματιστηρίου Εμπορευμάτων του Πειραιά καθώς και στην προώθηση των εμποροβιομηχανικών, ναυτιλιακών και οικονομικών θεμάτων της πόλης.

Η παρατεταμένη διεθνής οικονομική ύφεση, που άρχισε το 1929 με το Κραχ στις ΗΠΑ και διήρκεσε έως το 1933 πλήττοντας όλες τις δυτικές χώρες, συγκλόνισε όπως ήταν φυσικό το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο. Έτσι, έφτασε η ώρα για το επόμενο βήμα του «Δελτίου», τη διεύρυνση και τον εμπλουτισμό του με περισσότερες πληροφορίες, πράγμα που δεν μπορούσε να γίνει με τη γραφομηχανή. Το 1933, με ένα μικρό επίπεδο πιεστήριο και μερικές κάσες τυπογραφικών στοιχείων στήθηκε στην οδό Φίλωνος του Πειραιά ένα μικρό τυπογραφείο όπου άρχισε να στήνεται μια πρωτοποριακή εφημερίδα, η οποία πρωτοκυκλοφόρησε την Τετάρτη 19 Απριλίου 1933 σε σχήμα λίγο μικρότερο από τη σημερινή εφημερίδα: ήταν δηλαδή η πρώτη που κυκλοφόρησε σε μέγεθος ταμπλόιντ, πολύ νωρίτερα από τις άλλες που «ανακάλυψαν» το εν λόγω μέγεθος και σχήμα στη δεκαετία του 1980. Οι ειδήσεις δεν αφορούσαν πλέον μόνο την εμπορευματική κίνηση του λιμανιού: στην πρώτη σελίδα του συγκεκριμένου φύλλου δημοσιεύονταν μεταξύ άλλων οι γνωμοδοτήσεις Διαιτητικού Δικαστηρίου Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, καθώς και τα Τέλη Χαρτοσήμου (οδηγίες για τη χαρτοσήμανση των διατακτικών).

Η νέα εμφάνιση συνδέθηκε με την ανάμειξη του μικρότερου αδελφού του ιδρυτή, του Τζώρτζη Αθανασιάδη, ο οποίος εργάστηκε κι αυτός στο «Δελτίον», προσδίδοντάς του εντονότερο δημοσιογραφικό νεύρο. Έναν χρόνο αργότερα, το 1934, άρχισε να κυκλοφορεί ως συνδρομητικό έντυπο και σε άλλες πόλεις με εξαγωγικές δραστηριότητες, όπως η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα, ο Βόλος και το Αίγιο. Αμέσως μετά την Απελευθέρωση το «Δελτίον» επανεκδόθηκε, σε καινούργιες, πιο σύγχρονες τυπογραφικές εγκαταστάσεις με διευθυντές πρώτα τον Κώστα Ζαφειρόπουλο και κατόπιν τον Βαγγέλη Ανδρουλιδάκη, δυο κολοσσούς της ελληνικής δημοσιογραφίας. Δεν ήταν πλέον «Δελτίον» αλλά εφημερίδα, που ονομάστηκε «Ναυτεμπορική»: με το νέο όνομα και με ανανεωμένο περιεχόμενο, κυκλοφόρησε στις 2 Αυγούστου 1948 —διευθυντής σύνταξης ήταν ο Βαγγέλης Ανδρουλιδάκης.

Σύντομα έγινε φανερό ότι ο Πειραιάς ήταν στενός για τους στόχους και τους ορίζοντές της «Ναυτεμπορικής». Ήταν η μοναδική οικονομική εφημερίδα στη χώρα και για να εφαρμόσει όσο το δυνατόν καλύτερα το αξίωμα «ειδήσεις έγκυρες και έγκαιρες», έπρεπε να βρίσκεται πλησιέστερα στις πηγές των ειδήσεων, δηλαδή στην Αθήνα. Έτσι, αποφασίστηκε η μεταφορά της έδρας στην πρωτεύουσα. Φυσικά δεν εγκατέλειψε ποτέ τον Πειραιά: εκεί ήταν ο γενέθλιος τόπος της και οι πρωταρχικές, αναγκαίες πηγές της· εκεί επέστρεψε μετά την αλλαγή ιδιοκτησίας και την απόκτησή της από το Δημήτρη Μελισσανίδη τον Απρίλιο του 2021. Για πολλά χρόνια, επί Αδελφών Αθανασιάδη, η εφημερίδα στεγαζόταν της στο κτήριο της παλαιάς «Βραδυνής», οποία ανήκε επίσης στους αδελφούς Αθανασιάδη, ενώ από το 1981 μεταφέρθηκε σε ιδιόκτητο κτήριο επί της οδού Λένορμαν 205.

Με αρθρογράφους όπως ο Βαγγέλης Ανδρουλιδάκης και ο Παναγής Τζαννετάκης –υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας στη Μεταπολίτευση– και πλήθος ακαδημαϊκών, δεν περιοριζόταν στην καταγραφή της ειδησεογραφίας. Χαρακτηριστικές υπήρξαν οι προτάσεις της και οι υποδείξεις της για την καλύτερη αξιοποίηση της αμερικανικής βοήθειας, για την εκτέλεση έργων υποδομής, για τον περιορισμό της κρατικής παρέμβασης στις συναλλαγές και για την ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.

Το φθινόπωρο του 1992, την τύχη της εφημερίδας ανέλαβαν οι κόρες του Τζώρτζη Αθανασιάδη με διευθυντή τον γράφοντα: το φύλλο άλλαξε ριζικά· τόσο στην εμφάνιση, όσο και στο περιεχόμενο. Ο στόχος ήταν να αντιμετωπιστούν οι πολιτικές εφημερίδες που διαβλέποντας το ενδιαφέρον του κοινού για την οικονομική ειδησεογραφία, «μπήκαν στα χωράφια μας» με ένθετα, συνήθως σε χαρακτηριστικό σομόν χαρτί. Αντιδρώντας, μπήκαμε κι εμείς «στα χωράφια τους», έχοντας μετατρέψει τη «Ναυτεμπορική» και σε πολιτική εφημερίδα, χωρίς όμως να αλλοιωθεί η φυσιογνωμία της. Προσθέσαμε σελίδες πολιτικού ρεπορτάζ, πολιτιστικές, αθλητικές και ό,τι άλλο χρειαζόταν μια εφημερίδα για να ενημερώνει τον αναγνώστη χωρίς να χρειάζεται να διαβάζει πολιτική εφημερίδα. 

Μέχρι το 2000, κυκλοφορούσε ως πρωινή εφημερίδα, από την Τρίτη έως και την Κυριακή, χωρίς δευτεριάτικο φύλλο. Διαπιστώνοντας όμως ότι επειδή το Σαββατοκύριακο δεν γινόταν διανομή, τη Δευτέρα οι συνδρομητές, δηλαδή η πλειονότητα των αναγνωστών μας, παρελάμβαναν προχθεσινή και χθεσινή εφημερίδα, του Σαββάτου και της Κυριακής, αποφασίστηκε η κυριακάτικη έκδοση να γίνει δευτεριάτικη και η εφημερίδα να λειτουργεί ως απογευματινή. Άλλωστε ο διαχωρισμός μεταξύ πρωινών και απογευματινών εφημερίδων είχε καταργηθεί προ πολλού: όλες κυκλοφορούσαν το πρωί, την ίδια ώρα.

Τον Δεκέμβριο του 1994 η ανανέωση επισφραγίστηκε από τη συμφωνία με τους Financial Times για αποκλειστική ταυτόχρονη δημοσίευση των θεμάτων της βρετανικής εφημερίδας. Τον Απρίλιο του 2001 ακολούθησε παρόμοια συμφωνία με την αμερικανική The Wall Street Journal. 

Τον Φεβρουάριο του 1996 η «Ναυτεμπορική» μπήκε, πρωτοπόρα στον χώρο της ηλεκτρονικής ενημέρωσης, «ανεβάζοντας» την ιστοσελίδα naftemporiki.gr και παρέχοντας στους χρήστες του διαδικτύου άμεση 24ωρη οικονομική —και όχι μόνο— ενημέρωση. Σημαντικός σταθμός στην πολυετή ιστορία της εφημερίδας ήταν αναμφίβολα η εισαγωγή της στο Χρηματιστήριο Αξιών στις 8 Μαρτίου 2000, ακριβώς 76 χρόνια μετά την έκδοσή της. Με τα κεφάλαια που αντλήθηκαν η «Ναυτεμπορική» απέκτησε το υπερσύγχρονο πιεστήριό της που λειτουργεί στο Κορωπί.

Πριν από 20 χρόνια, στην Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου είχε γραφτεί μεταξύ άλλων:

Είναι πρώτη σε κυκλοφορία και αναγνωσιμότητα μεταξύ των οικονομικών εφημερίδων της χώρας, πρώτη σε κερδοφορία και διαθέτει ένα από τα δημοφιλέστερα site του ελληνικού διαδικτύου.

Όταν γραφόταν το λήμμα υπήρχαν τέσσερις οικονομικές εφημερίδες· η «Ναυτεμπορική», η «Εξπρές», η «Ημερησία» και το «Κέρδος». Τώρα υπάρχει μόνον η πρώτη. Δικαιώνοντας εν μέρει τον εκδότη του «Κέρδους» Θωμά Λιακουνάκο, που όταν διηύθυνα την εφημερίδα του —από την οποία αποχώρησα και ανέλαβα τη «Ναυτεμπορική»— μου είχε πει: Η ελληνική αγορά είναι μικρή για ν’ αντέξει τέσσερις καθημερινές οικονομικές εφημερίδες. Στο μέλλον θα μείνουν μόνο δυο και η μία σίγουρα θα είναι η «Ναυτεμπορική». Ας προσπαθήσουμε η δεύτερη να είναι το «Κέρδος». Δικαιώθηκε μόνο στο πρώτο σκέλος της προφητείας.

Δεν είναι του παρόντος να αναλυθούν τα αίτια της κατάρρευσης του οικονομικού Τύπου, που άρχισε το 2013 με το κλείσιμο της «Εξπρές», για ν’ ακολουθήσουν τα λουκέτα του «Κέρδους» το 2014 και της «Ημερησίας» το 2017. Θα επισημάνω ωστόσο ότι και οι τρεις εφημερίδες που έκλεισαν είχαν παρασυρθεί, παρασύροντας και το κοινό τους, από τη φρενίτιδα του Χρηματιστηρίου: τα όποια κυκλοφοριακά οφέλη εκείνης της εποχής έγιναν μπούμερανγκ… Αντίθετα, η «Ναυτεμπορική» δεν μετείχε στο παραλήρημα «κάθε χωριό και ΕΛΔΕ»· τότε που οι ενεργοί κωδικοί επενδυτών στο ΧΑΑ έφταναν το 1,5 εκατ., όταν οι Έλληνες εργαζόμενοι υπολογίζονταν σε 4,6 εκατομμύρια… Με τον γενικό δείκτη να καταρρίπτει καθημερινά κάθε ρεκόρ, πολλοί Έλληνες είχαν πιστέψει ότι έλυσαν το οικονομικό πρόβλημα της ζωής τους, για να διαψευσθούν οικτρά με την κατάρρευση του Χρηματιστηρίου. Την περίοδο της «άνθισης» – προτού σκάσει η φούσκα – η «Ναυτεμπορική» είχε μικρές κυκλοφοριακές απώλειες στο περίπτερο από περιστασιακούς «επενδυτές», αλλά καμιά στους συνδρομητές, που, όπως είπα, ήταν η συντριπτική πλειονότητα των αναγνωστών. Προφανώς οι τελευταίοι, γνωρίζοντας το ήθος και το ύφος της εφημερίδας, ενστερνίστηκαν της επιφυλάξεις της.

H πορεία του οικονομικού Τύπου στην Ελλάδα ακολουθεί πάντοτε τροχιά αντίστοιχη με εκείνη της ανάπτυξης της οικονομίας. H πτωτική πορεία που ξεκίνησε την περίοδο του Μνημονίου, σε συνδυασμό με την κατάργηση –από την Τρόικα– της δημοσίευσης των ισολογισμών στον έγχαρτο Τύπο, οδήγησε στο κλείσιμο τις άλλες τρεις οικονομικές εφημερίδες. Χάρη στην αλλαγή ιδιοκτησίας η «Ναυτεμπορική» άντεξε και μάλιστα αναγεννήθηκε· όχι μόνο στην έγχαρτη και δικτυακή έκδοση, αλλά από τον Σεπτέμβριο του 2022 και τηλεοπτικά

Να και το… κερασάκι στην τούρτα των 100 χρόνων: η «Ναυτεμπορική» ανακηρύχθηκε «Ευρωπαϊκή Εφημερίδα της Χρονιάς 2024» στον διαγωνισμό European Newspaper Awards.

Περισσότερα για τη «Ναυτεμπορική» και όχι μόνο στο syntaktisylis.gr