TV & Media

Χωρίς τον Νίκο Ζαχαριάδη

Δεν σου περνάει από το μυαλό ότι θα γράψεις κάποτε «δυο λόγια» για φίλο και συνάδελφο που θα έχει φύγει. Το ότι το κάνω τώρα για τον Νίκο Ζαχαριάδη, δεν το χωράει ο νους μου.

Μανίνα Ζουμπουλάκη
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η Μανίνα Ζουμπουλάκη αποχαιρετά τον Νίκο Ζαχαριάδη, δημοσιογράφο και συνεργάτη της ATHENS VOICE, και γράφει για όσα τον έκαναν ξεχωριστό άνθρωπο και φίλο.

Μουδιασμένοι από την ώρα που έπεσε το πρώτο τηλεφώνημα, που μάθαμε το φριχτό νέο, που πεισθήκαμε ότι δεν είναι ψέματα: έτσι νοιώθουμε όλοι. Ποιοι όλοι - πρώην και νυν περιοδικατζήδες, ραδιοφωνιτζήδες, δημοσιογράφοι, όχι σκέτοι πρώην συνάδελφοι επειδή ο Νίκος δεν είχε πρώην συναδέλφους, έτσι ξερούς, είχε φίλους. Δεν ξέρω πώς τα κατάφερνε και τον αγάπαγες με το καλημέρα σας, πάντως το κατάφερνε.

Έγραψε ένα ωραίο κείμενο ο Ανδρέας Θεοδωρακόπουλος, για το πώς πήγε κάποτε με τον Νίκο σε κάποιον χορηγό για το βιβλίο του Νίκου, «Απορίες ενός ζαλισμένου Αθηναίου», και πώς γελάσανε τότε, βγαίνοντας από το ραντεβού, του είπε ο Νίκος «Πόσο μεγάλος μπιριμπιρολόγος είσαι!» – το διάβασα και γέλασα. Γέλασα και με το κείμενο του Γιάννη Νένε, όχι επειδή τα κείμενα είναι αστεία, δεν είναι, αναφέρονται στον ξαφνικό χαμό ενός φίλου μας… Αλλά ο Νίκος Ζαχαριάδης στο έκανε αυτό, σε έκανε να γελάς. Έβρισκε το αστείο στοιχείο σε κάθε κατάσταση, το χαχαχα-αστείο. Έφτιαχνε αστείες λέξεις, αστείες φράσεις, αστείες προτάσεις. Έφτιαχνε αστεία κείμενα για να γελάσουμε όλοι, σατιρίζοντας ταυτόχρονα την Ελληνική πραγματικότητα ή όπως έλεγε, την Ελληνικόπιττα. Γελούσε πρώτα ο ίδιος, γάργαρα και κακαριστά, ήτανε φορές που κλαίγαμε από τα γέλια, πέφταμε στο πάτωμα, κατουριόμασταν από τα γέλια. Σε δουλειές, μετά από δουλειές και έξω από δουλειές.

Τον αγαπούσαμε ακόμα κι όταν τον ψάχναμε να μας φέρει κείμενο με καθυστέρηση, κι όταν το διαβάζαμε το κείμενο, γελούσαμε. Γινότανε ντιλίτ η αναμονή, η καθυστέρηση, το άγχος «κλείνουμε τεύχος, ρε Νίκο!!!»

Ναι, πάνε αυτά. Πάει ο Νίκος Ζαχαριάδης. Σόρυ, δεν έχω ακόμα συνέλθει από το σοκ και δε βλέπω να συνέρχομαι άμεσα. Μπορεί ούτε μακροπρόθεσμα.

Μου τηλεφώνησε ο Πάνος Ζόγκας πρώτα, το μεσημέρι, και δεν το πιστεύαμε παρέα, αυτός από τη μία μεριά της τηλεφωνικής γραμμής κι εγώ από την άλλη. Μετά πήρα την Ελίζα Μπενβενίστε. Μετά την Έρση Μηλιαράκη, που τον κυνηγούσε επί χρόνια για τα ντεντλάιν, που περάσαμε χρόνια σε διπλανά ή και στα ίδια γραφεία. Διάβασα τα μηνύματα στο φέησμπουκ, κανένας μας δεν το πίστευε, ρωτούσαμε ο ένας τον άλλον μήπως είναι λάθος. Είναι μικρότερός μου έξι χρόνια ο Νίκος, δεν μπορεί, θα έγινε λάθος, ήταν μια χαρά παρα-προχθές, δεν είναι δυνατόν, είναι αδύνατον.

«Ο Νίκος δεν πέθανε. Ο Νίκος το ’σκασε», έγραψε η Ελίζα στον τοίχο της στο φβ. Κλαμένα μουτράκια, ειλικρινά κλαμένα μουτράκια από κάτω, από την Κατερίνα Βουρλάκη, την Έλσα Πατσαδέλη, την Ισιδώρα Μαλλικούρτη, την Έφη Μιχάλαρου, τον Χρήστο Διαμαντίδη, ένα σωρό πρώην συνάδελφους που είμαι σίγουρη ότι είχανε γίνει φίλοι του κι αυτοί/ές. Όπως είπα, ήταν εύκολος στο να κάνει φίλους, και μας κρατούσε με ένα τρόπο, ακόμα κι όταν αλλάζαμε δουλειές ή κλείνανε οι δουλειές.  

Νομίζεις ότι οι άνθρωποι για τους οποίους αισθάνεσαι «πράγματα», φιλία, αγάπη, γουατέβερ… ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι πάντα καλά, γελάνε κάπου, λένε καταπληκτικά αστεία με τρόπο ορίτζιναλ, απλώς έχουνε άλλους φίλους, άλλες δουλειές, για αυτό δεν μιλάτε συχνά. Ο θάνατος δεν έχει να κάνει, καμία σχέση, πώς σου ήρθε ο θάνατος.

Είναι μια πολυτέλεια, να πιστεύεις ότι ο Νίκος Ζαχαριάδης ζει, γελάει, γράφει έξυπνα κείμενα, πετάει αστείες ατάκες. Και απλώς το έσκασε προς το παρόν, αποκλείεται να πάει μακριά, τον χρειαζόμαστε σαν φίλο, και σαν δημοσιογράφο και σαν αγαπημένο συνάδελφο που τίποτε δεν θα είναι το ίδιο, τίποτα δεν θα είναι αρκετά αστείο, χωρίς αυτόν.