Πολιτικη & Οικονομια

Χωρίς χρόνο, χωρίς λεφτά, χωρίς επιλογές

Είναι μία συμφωνία πιθανή;

Γιάννης Μαστρογεωργίου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η συμφωνία δύσκολα –αν όχι αδύνατον– θα ολοκληρωθεί εντός αυτού του πλαισίου που έχουν ορίσει οι δύο πλευρές.

Σε πείσμα αρκετών, ακόμα, αναλύσεων και ρεπορτάζ που επιμένουν στη χίμαιρα της συμφωνίας στο παρά 5, είτε γιατί οι θεσμοί θα λυγίσουν τελικά μπροστά στην αβέβαιη εξέλιξη και τους κινδύνους που θα έχει μία τυχόν έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη είτε γιατί η Ελλάδα θα κάνει πίσω μπροστά στο χάος μίας ενδεχόμενης ρήξης, μία συμφωνία χωρίς σοβαρές πολιτικές προεκτάσεις είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Φαίνεται, όμως, ότι και τα δύο μέρη δεν θέλουν συμφωνία.

Αφενός, οι εταίροι στην ευρωζώνη δεν δείχνουν να επιθυμούν, να προσπαθούν, να αναζητούν, όπως θέλετε πείτε το, να κάνουν μία συμφωνία με τον Σύριζα. Δεν πιστεύουν ότι ο Σύριζα θα προβεί στο απονενοημένο της εξόδου από το ευρώ και γιατί οι Έλληνες δεν το επιθυμούν, αλλά και γιατί ακόμα και αν το επιθυμήσουν αυτό δεν θα κλονίσει ανεπανόρθωτα το νόμισμα. Εκτιμούν ότι ο Σύριζα μπλοφάρει και αυτό τους συγκρατεί από το να προβούν σε μεγαλύτερες παραχωρήσεις προς την ελληνική κυβέρνηση.

Ένα μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, είναι το χάσμα εμπιστοσύνης ανάμεσα στον Σύριζα και τους θεσμούς. Ένα χάσμα μεγαλύτερο του χρηματοδοτικού κενού. Ένα χάσμα που οδηγεί πολλούς σε δεύτερες σκέψεις ότι ίσως και να θέλουν κάποιοι απέξω να υπονομεύσουν την κυβέρνηση. Στο ίδιο πλαίσιο καλό είναι πάντα να επαναλαμβάνουμε κάτι που εύκολα ξεχνάμε, τις συνέπειες μίας ενδεχόμενης συμφωνίας στην κοινή γνώμη χωρών με ταραγμένα ακροατήρια όπως Φινλανδία, Ολλανδία, Ισπανία, Βαλτικές χώρες κ.λπ., που καραδοκούν εναντίον της.

Το διά ταύτα για τους θεσμούς δεν είναι πλέον η υπογραφή μίας συμφωνίας. Ο πήχης έχει ανέβει. Το διά ταύτα για τους θεσμούς είναι η εφαρμογή. Η εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και μέτρων που είναι, όμως, μακριά από τις αντοχές του Σύριζα επί του παρόντος.

Αφετέρου, ο Σύριζα δεν φαίνεται να πολυπιστεύει, υποστηρίζει, επιδιώκει, επιθυμεί, πάλι όπως θέλετε πείτε το, μία συμφωνία με τους θεσμούς. Το πολιτικό πλαίσιο του Σύριζα δεν ταυτίζεται με το πολιτικό πλαίσιο των θεσμών. Οι δρόμοι τους είναι διαφορετικοί, δεν τέμνονται και δύσκολα μπορεί να βρεθεί «αναίμαχτα» σημείο τομής.

Παρ’ λαυτά, και ενώ και οι δύο πλευρές κρατούν τις θέσεις τους, διαρρέουν ότι μία συμφωνία είναι πιθανή. Αυτό γίνεται κυρίως από 3 ομάδες και για λόγους τακτικής. Οι τακτικιστές των θεσμών που εκτιμούν ότι η συνεχής πίεση προς τον Σύριζα θα φέρει τελικώς αποτέλεσμα. Οι σκληροί των θεσμών που αφήνουν το χρόνο να κυλά ασφυκτικά για τον Σύριζα, ώστε στο τέλος η Ελλάδα να ζητήσει την απαλλαγή από τους όρους του ευρώ και μία μερίδα του Σύριζα που θα επιθυμούσε –αν τελικώς φθάσει η κατάσταση στο απροχώρητο– να εκδιωχθεί η χώρα από το ευρώ γενναίως αγωνιζόμενη ως το τέλος για τη σωτηρία των Eλλήνων, αφού το τελευταίο καταφύγιο είναι η αποχώρηση από το κοινό νόμισμα.

Από όλα τις έως τώρα διαπραγματευτικές διαρροές που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, το πιο εύκολα αποδεκτό είναι η αναθεώρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Πίσω από τις λέξεις ή μάλλον το ποσοστό πλεονάσματος, κρύβεται όμως και εδώ ένα αδιέξοδο για τον Σύριζα. Ακόμα και το 1% πλεόνασμα σε μία οικονομία σε καθίζηση, αναπάντεχη για το 2015, φαντάζει δύσκολο. Θα απαιτηθούν φόροι, περικοπές και άλλα πολλά που ο Σύριζα είναι αδύνατον να δεχθεί για να πετύχουμε αυτό το πλεόνασμα. Πολλά που, όπως είπε ο Ν. Βούτσης, κάνουν το μέιλ Χαρδούβελη «πολύ λιγότερο επώδυνο».

Ας υποθέσουμε, κλείνοντας, ότι τελικώς όλα τα παραπάνω είναι προπέτασμα διαπραγματευτικού καπνού. Ότι όλα γίνονται για να πειστεί ο Ρούντι Ρινάλντι και οι σκληροί Φινλανδοί ανθέλληνες. Ακόμα και έτσι αν είναι, όλα αυτά συμβαίνουν για 7,2 δισεκατομμύρια. Για αυτά γίνεται όλος ο χαμός. Αναρωτιέμαι τι θα γίνει όταν αρχίσει η συζήτηση για το νέο πρόγραμμα που θα χρειαστεί η Ελλάδα και που εκτιμάται σε 40-50 δισεκατομμύρια. Σε τι επικοινωνιακό μελόδραμα και οικονομικό δράμα θα οδηγηθούμε τότε; Και ποιο αλήθεια ευρωπαϊκό κοινοβούλιο θα εγκρίνει τόσα δισεκατομμύρια για την Ελλάδα…;

Έως τότε, όμως, ίσως μας προλάβουν άλλες εξελίξεις, πιθανώς απρόβλεπτες σήμερα.