- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο κορυφαίος νεοέλληνας πολιτικός
Ας αλλάξουμε λίγο κλίμα, περιμένοντας τον Γκοντό
Ας αλλάξουμε λίγο κλίμα, περιμένοντας τον Γκοντό και την ολοκλήρωση της κωλοτούμπας του και παρακολουθώντας ΤΟ Σύστημα να δίνει ρέστα, επικαλούμενο δημοκρατικότητες και εθνικά πρόσημα. Όλα για να σωθεί η υψηλή σύνταξη του πενηντάρη, εις βάρος της κοινωνίας…
Αύριο, λοιπόν, γιορτάζουμε την Ημέρα της Ευρώπης, κάτι που για μας τους Έλληνες θα έπρεπε να έχει εξέχουσα σημασία, όσο κι αν υποτιμάμε την αξία τού να είμαστε μέλη της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας. Ειδικά τώρα που αυτή μας η ιδιότητα μας κρατάει ζωντανούς στην ευρωπαϊκή εντατική και μας προστατεύει (προσώρας) από μια ακόμα εθνική καταστροφή.
Η ουσία του έργου Καραμανλή
Είμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επειδή ένας οραματιστής προσπάθησε να μας παραχώσει εντός της, για δημοκρατία, ειρήνη, σταθερότητα, εθνική ασφάλεια και ακεραιότητα, ανάπτυξη και ευημερία. Και τα κατάφερε, αν και με τα κριτήρια της Ευρωπαϊκής Λέσχης, ήταν αδιανόητο η χώρα μας να γίνει μέλος. Το μόνο που είχαμε ήταν η Ιστορία μας και σε αυτό πόνταρε ο συγκεκριμένος ηγέτης, για να δελεάσει τους υπόλοιπους ευρωπαίους και να δεχτούν την εξαίρεση.
Γι’ αυτό και αργότερα, όταν συχνά συμπεριφερόμαστε διαλυτικά εις βάρος της Ευρωπαϊκής Προοπτικής, οι αναλυτές θυμούνται και βρίζουν τον Χέλμουτ Σμιτ και τον Ζισκάρ Ντ’ Εσταίν. Αφού για χατίρι του φίλου τους Κωνσταντίνου Καραμανλή έβαλαν την Ελλάδα στην ΕΟΚ, εισάγοντας έκτοτε μια αρρώστια εξωτική και τοξική στο ευρωπαϊκό σπίτι…
Όσα θετικά ή αρνητικά κι αν έπραξαν οι επίγονοι για την ελληνική συμμετοχή στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, ακόμα αντέχει το αποδυναμωμένο από τις εσωτερικές του αντιφάσεις δέντρο, που φύτεψε ο Καραμανλής. Γιατί αυτό είχε κάνει ο σπουδαίος ηγέτης. Με μια κίνηση ματ, άλλαξε τη μοίρα μας και μας έστειλε στην Ευρώπη και τη Δύση.
Πώς ο κλειδούχος σιδηροδρομικός πηγαίνει στο σημείο σύγκλισης των σιδηροτροχιών και με μια κίνηση επί ενός μοχλού / κλειδιού αλλάζει την πορεία που θα ακολουθήσει το τραίνο που έρχεται; Έτσι ακριβώς ο Καραμανλής είπε «Ανήκομεν εις την Δύσιν» και γύρισε το μοχλό για εθνική πορεία προς Δυσμάς, αλλάζοντάς την παλιά πορεία προς Βαλκάνια. Πήγε, μάλιστα, κόντρα στο ρεύμα, αγνοώντας την πανίσχυρη παπανδρεϊκή δυναμική, που φλέρταρε με το μεσανατολικό ισλάμ των Μπάαθ και τον Κανταφισμό…
Είναι ντροπή για μια ευρωπαϊκή χώρα να έχει «Εθνάρχη», όπως εύλογα έχει η Τουρκία τον Κεμάλ Αττατούρκ. Αλλά και πόσο ευρωπαϊκή χώρα είμαστε;… Και τελικά, είναι τόσο ισχυρή η παρέμβαση του Καραμανλή στην εθνική πορεία, που θα μπορούσες να τον πεις οιονεί «Εθνάρχη».
Κάνοντάς του κριτική, πάντως, χωρίς αγιογραφική πρεμούρα, ας αποδίδουμε τα του Καραμανλή τω Καραμανλή και τα του Θεού τω Θεώ. Εδώ θα προσπαθήσουμε να τεκμηριώσουμε την (όχι και τόσο τολμηρή) άποψη ότι ο Καραμανλής αποτελεί την κορυφαία πολιτική φυσιογνωμία του Νεοελληνικού Κράτους. Και το λέμε εμείς, γιατί οι «δικοί» του δεν τολμούν να το ξεστομίσουν.
Στην ανάλυση που ακολουθεί είναι αυτονόητο να διαχωριστεί το έργο του στο προδικτατορικό και στο μεταπολιτευτικό. Είναι εμφανής η διαφοροποίηση στην πολιτική «κουλτούρα» του Καραμανλή, που του απέφερε η περισυλλογή του μοναχικού βίου κατά την αυτοεξορία του στο Παρίσι μετά το 1963. Η Πόλη του Φωτός τον ευεργέτησε με τα δώρα της.
Το ένα ήταν η διαρκής και εμπεριστατωμένη πληροφόρηση επί όλων των διεθνών εξελίξεων. Και το άλλο ίσως ήταν το περίφημο μπωντλερικό «Spleen de Paris», η μελαγχολία που βοηθάει τους εκεί διαβιούντες να αξιοποιούν κάποιες ενδεχόμενες ευαισθησίες και ικανότητες, ολοκληρώνοντας τις γνώσεις τους σε οραματικές συνθέσεις.
Η πρώτη οκταετία 1955-1963
Η πρώτη οκταετία του χαρακτηρίζεται θετικά από την ορμητική οικονομική ανάπτυξη, στη βάση της οικοδομής και των μεγάλων έργων υποδομής (δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια) που άλλαξε δραματικά το ελληνικό τοπίο.
Κάποιες σχετικές «οικολογικές» επικρίσεις για την κομβική επιλογή της μονόπλευρης άνθησης των οικοδομικών δραστηριοτήτων εις βάρος του περιβάλλοντος είναι υπερβολικές.
Πράγματι τότε γεννήθηκε το υδροκέφαλο μπετονένιο Λεκανοπέδιο Αττικής και το Αθηναϊκό Κράτος, που αργότερα στέφθηκαν από το ζοφερό Νέφος. Και το τραμ τότε ξηλώθηκε. Και το φυσικό κάλλος της Ελευσίνας και του Θριασίου Πεδίου τότε άρχισε να μαραίνεται.
Όμως, τότε η έννοια της Οικολογίας δεν είχε καν βιωθεί και επινοηθεί ακόμα και διεθνώς. Είναι εύκολο εκ των υστέρων να αποδίδουμε όλες εκείνες τις «συμφορές» στον Καραμανλή. Ποιος σημερινός επικριτής του, όμως, διείδε τότε την δυναμική της καταστροφής του περιβάλλοντος και προειδοποίησε; Ποιος άσκησε πιέσεις προς άλλη κατεύθυνση «περιβαλλοντικά ευαίσθητη», την οποία αδυνατούσε να υποψιαστεί ο «άξεστος» Καραμανλής;
Ελάχιστοι επιστήμονες μουρμούριζαν τότε. Αλλά ουδείς πολιτικός, ακόμα και αυτής της Αριστεράς, «μύρισε» το πρόβλημα. Και οι Οικολόγοι εμφανίστηκαν λίγο πριν το 1980. Ας μην κρίνουμε μικρόψυχα τον ηγέτη του 1955 με τα μέτρα του 21ου αιώνα, υποβαθμίζοντας σχετλιαστικά τις τότε -ούτω νοούμενες- αναπτυξιακές προθέσεις του.
Από τότε (1961) διείδε την αξία της ευρωπαϊκής προοπτικής, επεδίωξε και θεμελίωσε το καθεστώς σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Όμως, παρά τη θρυλούμενη μικρή σχέση του με τις τέχνες, δεν τα πήγε άσχημα και ως προς την πολιτιστική ανάπτυξη. Επέλεξε φίλους και συνεργάτες άξιους και έφτιαξε πολύ καλή διεθνή εικόνα στη χώρα, υποθάλποντας την εξωστρεφή άνθηση των τεχνών και το Φεστιβάλ Αθηνών. Ανέπτυξε εκρηκτικά τον Τουρισμό. Τότε διαμορφώθηκαν όπως είναι σήμερα και οι κορυφαίοι αρχαιολογικοί χώροι (Ακρόπολη του Πικιώνη, Δελφοί, Σούνιο, Μυκήνες, Επίδαυρος, Ολυμπία κ.λπ.) και η πρόσβαση σε αυτούς (στο Σούνιο λ.χ. πριν πήγαινες μόνο με καΐκια…). Έγιναν τα «Ξενία» και άνθησαν σημαντικά προγράμματα ανασκαφών. Τότε άνθησε και η «ελληνική μόδα», το «greek art» που επέβαλε διεθνώς πολλούς Έλληνες δημιουργούς, με τη βοήθεια και του ανερχόμενου ελληνικού μύθου.
Εκείνη την εποχή είχε η Ελλάδα πολύ καλό «όνομα», έγινε ελκυστική σε Κάλλας, Ωνάση, Νιάρχο. Άρχισαν να ακούγονται έξω και άλλοι Έλληνες: Κακογιάννης, Μελίνα, Χατζηδάκις, Θεοδωράκης, Ξαρχάκος, Μούσχουρη, Σεφέρης, Ελύτης, Παξινού, Ειρήνη Παππά, Τσεκλένης και πόσοι άλλοι. Η Ελλάδα γίνεται μόδα.
Υπάρχει βέβαια παράλληλα και η σημαντική αρνητική πτυχή του δεξιού «κράτους των χωροφυλάκων», όπου το 1961 ψηφίσανε και τα δέντρα. Σε επίπεδο δημοκρατίας, ο τότε καραμανλικός αυταρχισμός κατά τεκμήριο συντήρησε ένα κράτος μόνο για τους μισούς Έλληνες, ενεργό απομεινάρι του συσχετισμού που διαμόρφωσε ο εμφύλιος. Ανέχθηκε το παρακράτος, που και πλήρωσε με την αποδυνάμωση (δολοφονία Λαμπράκη – «ποιος κυβερνάει αυτό τον τόπο;») και αυτοεξορία του.
Χάσκει εις βάρος του αυτό το αναχρονιστικό στίγμα, άνευ του οποίου ίσως και να είχε αποκλειστεί η δυναμική της καταστροφικής ανάσχεσης που επέφερε η Δικτατορία. Γι’ αυτά έπρεπε να έχει κάνει την αυτοκριτική του ο μεγάλος ηγέτης, που όμως δεν έκανε. Μόνο ελαφρυντικό του, ο διεθνώς επιβεβλημένος κυρίαρχος αντικομμουνιστικός Μακαρθισμός (βλέπε το φιλμ του Κιούμπρικ «Dr Strangelove» ή «ΣΟΣ Πεντάγωνο καλεί Μόσχα»). Δεν ήταν μόνο ελληνική αυτή η παράνοια.
Η μεταπολιτευτική πρωθυπουργία
Με την άφιξή του (24/07/1974), στήνει μια κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» για προετοιμασία εκλογών και για να αντιμετωπίσει εκ των ενόντων τα θλιβερά αποκαΐδια της Κυπριακής καταστροφής. Με την άμεση και όχι τότε αυτονόητη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, προχωρεί στις εκλογές (συμβολική ημερομηνία η 17η Νοεμβρίου), που τις κερδίζει με το επιβλητικό 54%. Αμέσως μετά, το Δεκέμβριο, διεκπεραιώνει το δημοψήφισμα που επιτέλους λύνει αδιαμφισβήτητα και οριστικά το Πολιτειακό πρόβλημα της χώρας.
Πραγματοποιεί σταδιακά και αναίμακτα την προσεκτική «αποχουντοποίηση» -χωρίς θεαματικές κινήσεις, είναι αλήθεια. Αυτό εξόργισε όσους θερμόαιμους ήθελαν να δουν κρεμάλες στο Σύνταγμα και καλούσαν: «δώστε τη χούντα στο λαό!». Ίσως τους διέφευγε αυτό που έβλεπε ο Καραμανλής. Ότι αν ήταν να γίνει πλήρης αποχουντοποίηση, τότε θα έπρεπε να κρεμαστούν πολλά εκατομμύρια Ελλήνων, πολλοί εκ των οποίων έκτοτε βρίζουν σκαιότατα τη χούντα.
Και τον ενδιέφερε προφανώς να απορροφηθούν οι διχαστικοί κραδασμοί μεταξύ της μισής χουνταίας Ελλάδας και της άλλης μισής αδρανούς Ελλάδας. Αφού η αντιστασιακή Ελλάδα ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, πέρα και παρά τα ήδη σήμερα εξαργυρωμένα παραμύθια...
Έτσι έκλεισε το θέμα με τις μη θανατικές τιμωρίες, μόνο των πρωταιτίων, συμπληρώνοντας επιφατικά: «όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια!». Με αυτό τον τρόπο, μαζί εισήγαγε επιβλητικά και την ευρωπαϊκή εκδοχή του κράτους δικαίου, όπου δεν νοείται η θανατική ποινή, κάτι που εμείς, η θερμόαιμη τσογλαναρία, κατανοήσαμε πολύ αργότερα.
Μελανό σημείο, σήμερα πια, θεωρείται από τους φιλελεύθερους ο υπερβολικός κρατισμός του Καραμανλή. Αν και θεωρούσε εαυτόν ριζοσπάστη φιλελεύθερο, με τις κρατικοποιήσεις έκανε μια κακή αρχή για το ακόμα μεγαλύτερο πελατειακό κράτος των επιγόνων του. Έφταιγε η φτωχή ιδεολογική του διαμόρφωση; Ή, ότι φοβόταν την «αριστερή» κριτική του Αντρέα, που του πολέμαγε την ευρωπαϊκή προοπτική;
Πάντως, δεν «άνοιξε» την οικονομία και φοβόταν τα δευτερεύοντα μέτωπα, πέραν του ευρωπαϊκού στόχου. Όμως, πάλι και εδώ, ποιος του έκανε τότε εποικοδομητική κριτική προς αυτή την κατεύθυνση; Ακόμα και διεθνώς το άνοιγμα των αγορών δεν είχε διατυπωθεί πουθενά ως αίτημα. Τότε άρχιζε στην αγγλοσαξωνική Δύση να μπαίνει θέμα ανοιχτών οικονομιών…
Ο Ευρωπαϊκός Στόχος
Από τις πρώτες στιγμές ενεργοποιεί παράλληλα τον κορυφαίο εθνικό στόχο της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Και ξεκινάει την σκληροτράχηλη μοναχική προσωπική του εκστρατεία για την υλοποίησή της. Και οι φοβερές δυσκολίες που ένιωθε στο εσωτερικό, εργαζόμενος προς την ενταξιακή κατεύθυνση, συμπυκνώθηκαν τότε στο περίφημο: «Έξω καλά πάμε...». Υπονοώντας ότι εντός, η ασφυκτική αντιπολίτευση του Παπανδρεϊκού λαϊκισμού είχε διαμορφώσει (έκτοτε πάντα ισχυρό) αντιευρωπαϊκό μπλοκ τύπου «Κάτω η Ευρώπη των μονοπωλίων», που παρεμπόδιζε το έργο του…
Είχε βέβαια και έξω δυσκολίες. Γιατί παρά το ενδεχόμενο γόητρο, που πρόσφερε η ιδέα «να ολοκληρωθεί η ΕΟΚ εντάσσοντας στους κόλπους της και την φυσική της κοιτίδα», υπήρχε ο σοβαρός αντίλογος «να μην εντάξουμε μαζί με την Ελλάδα και το βραχνά των ελληνοτουρκικών»... Έτσι, διάφοροι μηχανισμοί πρόβαλλαν κάθε τόσο σοβαρά εμπόδια στη γρήγορη μεθόδευση της ενταξιακής ολοκλήρωσης με ποικίλες «προτάσεις» για αναβολή της. Και αυτά με πολύ κόπο τα ξεπερνούσε ο Καραμανλής, κυρίως λόγω του ότι είχε γερό «δόντι». Την ισχυρή προσωπική επιρροή που ασκούσε στους δύο «βαρύτερους» ηγέτες της εποχής, τον Σμιτ και τον Ζισκάρ ντ’ Εσταίν.
Είναι πια αυτονόητη κορυφαία εθνική αξία ότι ο Καραμανλής συνέλαβε και ολοκλήρωσε την πρόσδεσή μας στο ευρωπαϊκό άρμα, με πολυδιάστατες συνέπειες, σχεδόν καθολικά αναγνωρισμένες. Αυτό τον έχει ήδη κατατάξει στους τέσσερις μεγάλους της Νεοελληνικής Ιστορίας, μαζί με τον Καποδίστρια, τον Τρικούπη και τον Βενιζέλο.
Η (πρώτη) Προεδρική Θητεία - Σταθμός
Υπάρχει όμως και μια ακόμα σημαντικότερη ίσως πτυχή του έργου του, που μάλλον δεν έχει αναδειχθεί όσο έπρεπε. Είναι η έμπνευση και επιβολή του κλίματος για μια μακροπρόθεσμη δημοκρατική ομαλότητα και σταθερότητα. Καλούσε πάντα για «ήπιο πολιτικό κλίμα» και «ομαλότητα», μονόδρομες προϋποθέσεις για τη ζητούμενη δημοκρατία, ασφάλεια, ανάπτυξη και ευημερία. Και τις ολοκλήρωσε, αμέσως μετά την ευρωπαϊκή εμπέδωση, με την εν συνεχεία πρώτη Προεδρική του θητεία.
Έτσι, με τη δυναμική του φθίνουσα, μια που το Σύνταγμα του 1975 είχε προετοιμάσει εγκαίρως τα της μεταπήδησης στην Προεδρία, παραιτήθηκε παντός άλλου στόχου πέραν της ένταξης στην ΕΟΚ. Και εγκατέλειψε τις αναγκαίες εσωτερικές μεταρρυθμίσεις. Τέτοιες έπρεπε να είναι, η αλλαγή της παλαιοδεξιάς δημόσιας διοίκησης, η περαιτέρω ανάπτυξη της ήδη ικανοποιητικής οικονομίας και η έμπρακτη περαιτέρω εθνική συμφιλίωση.
Ολοκλήρωσε την διαδικασία Ένταξης το 1979, εξελέγη Πρόεδρος το 1980 και περίμενε... Να ενταχθούμε στην ΕΟΚ την 01/01/1981 και να έρθει ο νέος πρωθυπουργός, μάλλον ο Παπανδρέου, πράγμα που συνέβη τον Οκτώβρη του 1981. Είχε, όμως, την αυτοπεποίθηση ότι κανείς δεν θα του πειράξει το ευρωπαϊκό δημιούργημα, και τότε δίδαξε το Μεγάλο Μάθημα.
Τότε ίσχυε ακόμα το δικό του Σύνταγμα, σύμφωνα με το οποίο δεν υπήρχε η σημερινή «Πρωθυπουργική Δημοκρατία» που επέβαλε ο Παπανδρέου το 1985. Και ο Πρόεδρος είχε αυξημένες αρμοδιότητες, μπορώντας να «κόβει» όσα δεν του «άρεσαν». Περιέργως, λοιπόν, ποτέ δεν γύρισε πίσω ανυπόγραφες διάφορες αποφάσεις του Παπανδρέου, με τις οποίες προφανώς διαφωνούσε. Πάντα τις επικύρωνε όλες δια της υπογραφής του.
Προφανώς υπήρχε ένα άτυπο μόντους βιβέντι τύπου «Κάνε ό, τι θέλεις, Αντρέα, φτάνει να μην μου πειράξεις το τζιτζί μου, την Ευρωπαϊκή μας Ένταξη». Πολλοί Νεοδημοκράτες διαμαρτύρονταν για αυτή την «παθητική αβάντα» Καραμανλή προς Παπανδρέου... Δεν διέβλεπαν ακόμα (ίσως ούτε και τώρα) ότι πάνω σε αυτή την πολιτική συμπεριφορά του ο Καραμανλής οικοδομούσε τόσο την ευρωπαϊκή διάσταση, όσο και την ασφαλή προοπτική και σταθερότητα της μεταπολιτευτικής Δημοκρατίας. Και έδειχνε πως μπορεί να διαφωνεί με κάτι, αλλά σέβεται τη λαϊκή κυριαρχία, ότι το στηρίζει η πλειοψηφία του λαού.
Έσπαγε έτσι συστηματικά τη διχαστική μιζέρια και τις διαρκούσες πολωτικές διαθέσεις του τότε πρωθυπουργού. Αυτό δεν σήμαινε βέβαια και ότι ο Παπανδρέου ήρθη στο ανάλογο ύψος για να εκτιμήσει δεόντως αυτή την υπερβατική λογική του Προέδρου. Ίσως την εξέλαβε ως αδυναμία (;) και του απάντησε με την γνωστή απρέπεια του 1985.
Δηλαδή, εισηγήθηκε μεν δημοσίως την επανεκλογή του Καραμανλή ως Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά τελικά τον άδειασε. Την τελευταία στιγμή (με τα διαβόητα παρδαλά ψηφοδέλτια) στη Βουλή, εξέλεξε τον απίθανο Κύριο Σαρτζετάκη. Τότε, σύμφωνα με το βιβλίο του αείμνηστου Λαμπρία «Στη σκιά ενός μεγάλου», ο Καραμανλής αποφάσισε να απαντήσει στον Παπανδρέου δια της σιωπής του.
Άλλωστε, το κορυφαίο έργο του, να επιβάλει δηλαδή το «ήπιο πολιτικό κλίμα» και τη σταθερή ομαλότητα, που επ’ ουδενί αναιρούν τη σύγκρουση των ιδεών, είχε ήδη πρακτικά συντελεσθεί.
Η κορυφαία αντιδιχαστική υπέρβαση του Καραμανλή
Ο κάποτε αγροίκος Καραμανλής ραφιναρίστηκε μελετώντας από παλιά την αρχαιοελληνική γραμματεία και την ελληνική ιστορία. Και διαπίστωσε με απλό εποπτικό τρόπο το αυτονόητο: ο λαός μας συνήθως βγάζει μεγάλες «συλλήψεις», αλλά έκπαλαι τρώγεται διαρκώς από το καταραμένο καταστροφικό σαράκι του διχασμού.
Συνεπώς, αν ποτέ έρχεται η καλή στιγμή για την υλοποίηση μιας καλής σύλληψης (όπως π.χ. η Ευρωπαϊκή μας ένταξη), τότε καλό θα ήταν να αποφεύγεται η πόλωση μέχρις ότου αυτή κατακτηθεί σταθερά, αμετάκλητα και ανεπιστρόφως. Μελέτησε προφανώς τους τρεις προκατόχους του μεγάλους ηγέτες και διαπίστωσε τα συγκλονιστικά -ανατρεπτικά του έργου τους- αποτελέσματα της πόλωσης και του διχασμού.
Αν εξαιρέσουμε τον πρώτο, τον Καποδίστρια, που δολοφονήθηκε πριν κλείσει τριετία ως κυβερνήτης και πριν ξεδιπλώσει την ευεργεσία του προς την πατρίδα, με το διεθνές κύρος και τις εμπνευσμένες ιδέες του, οι άλλοι δύο τι πέτυχαν; Δημιούργησαν μεγαλειώδη επιτεύγματα, που τους τα ακύρωσε αμέσως μετά ο διχασμός. Και έχουν τις ευθύνες τους γι’ αυτό.
Ο δεύτερος, ο Τρικούπης ήταν ο μεγάλος εκσυγχρονιστής με το πλούσιο πολυδιάστατο έργο. Και τι κατάφερε στο τέλος; Συρμένος από την αδυσώπητη πολωτική του διελκυστίνδα με τον λαϊκιστή Δηλιγιάννη, στην τελευταία του εκλογική μάχη δεν εξελέγη βουλευτής («Ανθ’ ημών, Γουλιμής!»). Και αφού πέθανε εγκαταλειμμένος, ένα χρόνο μετά «ξαναταπεινώθηκε», αφού η Ελλάδα, που παρέδωσε, οδηγήθηκε στην εθνική ήττα του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897... Τι διάρκεια είχε λοιπόν το έργο του; Αυτό το ερώτημα πρέπει να είχε βασανίσει τον Καραμανλή.
Παρομοίως, ο τρίτος, ο μορφωμένος κοσμοπολίτης Βενιζέλος ήταν ο μεγάλος οραματιστής. Με το κύρος του και τη δεινή διπλωματική του ικανότητα κατάφερε το 1913 να στήσει τη σχεδόν σημερινή Ελλάδα, κερδίζοντας Ήπειρο, Μακεδονία και νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Και με τις σωστές επιλογές και συμμαχίες στον Παγκόσμιο Πόλεμο, έβγαλε κερδισμένη την πατρίδα, που αυγατίστηκε με τις συνθήκες του Νεϊγύ (1919) και κυρίως των Σεβρών (1920). Και φτάσαμε στην Ελλάδα των πέντε θαλασσών και των δύο ηπείρων.
Τελικά τι κατάφερε, όμως, αφού άφησε τον εκρηκτικό του χαρακτήρα να διαγκωνίζεται στην εμφυλιοπολεμική διχαστική διελκυστίνδα με τον Κωνσταντίνο; Αμέσως μετά έχασε τις εκλογές του 1920 και αυτοεξορίστηκε! Και σε δύο χρόνια η μεγαλεπήβολη προέλαση του Βασιλιά κατέληξε στη Μικρασιατική καταστροφή... Ανάλογη τύχη είχε και η επάνοδος του Βενιζέλου (1928-1932), όπως και ανάλογο τέλος με του Τρικούπη είχε λίγο πριν τη Δικτατορία του Μεταξά...
Πώς τα κατάφερε λοιπόν και ο Βενιζέλος να αφήσει αφύλακτο το έργο του; Πώς δεν διείδε ότι άλλη μια φορά η διχαστική πόλωση θα αποδεικνυόταν κακός σύμβουλος του έθνους; Και ότι είναι επισφαλής η έδραση μεγάλων επιτευγμάτων πάνω σε συσχετισμούς πόλωσης, οι οποίοι σίγουρα αργότερα, μόλις «γυρίσουν», θα τα γκρεμίσουν;
Δια ταύτα
Οι κορυφαίοι σκέφτονται απλά, με τον κοινό νου. Έτσι ο Καραμανλής, συνέλαβε τα διαχρονικά μηνύματα των διχασμών και της Μικρασιατικής Καταστροφής. Συνειδητοποίησε ότι στην ελληνική πραγματικότητα των διαρκών διχασμών, ο μεγάλος ηγέτης, εκτός από τα υψηλά οράματα και την υλοποίησή τους, οφείλει να φροντίζει και για την εν συνεχεία προφύλαξή τους. Και θα τα σώσει, μόνο εάν αποτρέψει προληπτικά την καταστροφική δυναμική της διχαστικής πόλωσης από τους αντιπάλους του.
Γι’ αυτό λοιπόν προσπάθησε και επέβαλε το «ήπιο πολιτικό κλίμα». Μάλιστα, με την πρωτοφανή συμπεριφορά του ως Προέδρου καθιέρωσε και επέβαλε την κουλτούρα που μας έλειπε, της ανοχής και της αποδοχής του «Άλλου». Την κουλτούρα της δημοκρατικής εναλλαγής των κομμάτων. Δεν χάλασε ο κόσμος, δηλαδή, έτσι και μας κυβερνήσουν οι αντίπαλοί μας.
Συνεπώς, αφού μας έριξε στα βαθιά της ΕΟΚ, μετά μας έριξε και στα βαθιά της ομαλότητας και της σταθερότητας, για να παίξουμε τη Δημοκρατία σα μεγάλοι, σαν Ευρωπαίοι. Με όρους ασφαλείς που ο ίδιος πρόλαβε να ορίσει, για να εγγυηθεί το αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου.
Κατά ταύτα λοιπόν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ξεπέρασε τους άλλους μεγάλους της Νεοελληνικής Ιστορίας και πιστεύουμε ότι η ιστορία θα τον εγγράψει ως τον κορυφαίο όλων. Γιατί, μόνος αυτός, έκανε τη μεγάλη υπέρβαση πάνω από τις πολώσεις και τους διχασμούς και διέσωσε το έργο του, δείχνοντας το δρόμο στους επόμενους.
Δημιουργώντας, μάλιστα, τη δυναμική μιας ήδη πρωτοφανούς 40χρονης δημοκρατικής πορείας, που έχει «στομάχι» ώστε να αντέξει, παρά την παρακμιακή τροχιά που ακολούθησαν οι περισσότεροι επίγονοι. Ασχέτως, αν αυτοί πήρανε χαμπάρι το μήνυμά του για ομαλότητα και ευρωπαϊκή σταθερότητα. Ασχέτως αν τώρα βάζουν σε κίνδυνο το εθνικό σκάφος, για πρώτη φορά έκτοτε, οδηγώντας σε μια επικίνδυνα οριακή κατάσταση, στην οποία αβασάνιστα όλα ξανατίθενται για επιβεβαίωση εξ αρχής…
Σύντομα θα απαντηθεί το συγκλονιστικό ερώτημα, που απαθώς αρνείται να ακούσει η ελληνική κοινωνία, μεθυσμένη από τα καλέσματα των σειρήνων, από τους νέους Κλέωνες. Θα διαρκέσει για καιρό αυτό το σταθερό ευρωπαϊκό δημιούργημα του Καραμανλή; Ή έφτασε το τέλος του;
Τα ύστερα χρόνια της βαθειάς κρίσης που περνάμε, ξαναθυμίζουν δυστυχώς την έννοια της μάκρο-θεώρησης της Ιστορίας και των κύκλων της. Νομίζαμε, με τους βραχείς πολιτικούς όρους που συλλαμβάνουμε στον μικρόκοσμό μας, ότι η παρέμβαση Καραμανλή θα άλλαζε οριστικά και ανεπίστροφα την πορεία του Έθνους. Αλλά οι ιστορικοί όροι είναι μεγαλύτεροι από τους πολιτικούς…
Και, φαίνεται, το σαράκι του Λαϊκισμού αναθέρμανε το καθ’ ημάς εθνικό ισλάμ και δημιουργεί δυναμική επιστροφής στην Τουρκοβαλκανική μας Περίοδο… Θα δεχτούν οι Έλληνες μετά από 40 χρόνια παραμονής στην Α’ Κατηγορία του πλανήτη, να ξαναγυρίσουμε στην Γ’ κατηγορία, υπό την παρανοϊκή καθοδήγηση κάποιων ιδεοληπτικών προϊστορικών δεινοσαύρων; Όλα τώρα είναι ανοιχτά. Όσοι νομίζουν ότι πρέπει να πάρουν θέση μπροστά στα μεγάλα διακυβεύματα, ας το κάνουν. Η ευθύνη είναι ολωνών μας.
Υ.Γ.: Αφότου έφυγε ο «Εθνάρχης» και λίγο αργότερα ο Τάκης Λαμπρίας, το πνεύμα του στέρεψε. Και οι «καραμανλικοί» δυσφημούν τον Πατριάρχη της παράταξής τους, έχοντας ουσιωδώς γίνει σμπίροι του Παπανδρεϊσμού... Και έχουν αλλοιώσει δραματικά την πολιτική του παρακαταθήκη που ήταν κάτι σε λίγα λόγια και πολλή μουσική…
Μάλλον ο «εχθρός» τους Μητσοτάκης και ο Σημίτης υπήρξαν οι καλύτεροι επίγονοι του καραμανλικού πνεύματος. Μόνο που ο πρώτος είχε πρόθυμο πνεύμα, αλλά «αδύναμη σάρκα». Δηλαδή, είχε το 1965 χάσει ανεπανόρθωτα το κύρος του και έκτοτε ουδέποτε ανέκτησε κοινωνικό έρεισμα ανάλογο των ικανοτήτων του (βλέπε «Μητσοτάκ»
Ο Σημίτης τα κατάφερε πολύ καλύτερα (βλέπε «Σημιτικά και λοιπά χαρισματικά» και «Περισσότερα Σημιτικά»)