Πολιτικη & Οικονομια

Ψυχική υγεία και αντι-μεταρρύθμιση

Στον πάτο της λίστας των ευρωπαϊκών κρατών για την ποιότητα παροχών ψυχικής υγείας η Ελλάδα

Εύα Στάμου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στον πάτο σχεδόν της λίστας των ευρωπαϊκών κρατών για την ποιότητα παροχών ψυχικής υγείας βρίσκεται η Ελλάδα.

Σε έρευνα που έγινε πρόσφατα από τον Economist σε συνεργασία με την φαρμακευτική εταιρεία Janssen με σκοπό την αποτύπωση του βαθμού υποστήριξης των ψυχικά ασθενών από τις 30 κυβερνήσεις της Ε.Ε. η Ελλάδα κατέλαβε την 28η θέση. Στις δύο πρώτες θέσεις του πίνακα εμφανίζονται η Γερμανία και η Αγγλία και στις δύο τελευταίες η Ρουμανία και η Βουλγαρία.

Η κατάρτιση του ευρωπαϊκού Δείκτη Ψυχικής Υγείας βασίζεται σε επιμέρους δείκτες που διερευνήθηκαν όπως: το περιβάλλον του ασθενή, η πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας, η διαχείριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ευκαιρία για εργασία και επανένταξη, η καταπολέμηση του κοινωνικού στίγματος.

Γιατί η χώρα μας έχει τόσο χαμηλές επιδόσεις σε έναν τομέα τόσο κρίσιμο όσο η ψυχική υγεία; Η απλή απάντηση είναι ότι είμαστε από τα ελάχιστα ευρωπαϊκά κράτη που αδυνατούν να εφαρμόσουν τις στοιχειώδεις αρχές της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης.

Η ψυχιατρική μεταρρύθμιση έχει δύο κύρια μέρη: την Απο-ιδρυματοποίηση, δηλαδή το κλείσιμο των μεγάλων ψυχιατρικών ασύλων, και την αντικατάστασή τους από κατάλληλα αναπτυγμένες κοινοτικές δομές, με διαθέσιμες κλίνες στα ψυχιατρικά τμήματα γενικών νοσοκομείων. Και την Τομεοποίηση, δηλαδή την παροχή υπηρεσιών ψυχικής υγείας στους πολίτες σύμφωνα με τον γεωγραφικό τομέα τους, ώστε να μη χρειάζεται, λόγου χάριν, να ταξιδεύει ως την Αθήνα για να συμβουλευτεί έναν ψυχίατρο κάποιος που ζει στη Σάμο.

Η ολοκλήρωση της Ψυχιατρικής Μεταρρύθμισης δεν προχώρησε, αν και η διαδικασία έχει ξεκινήσει στη χώρα μας από το 1983. Για το τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει η ψυχική υγεία στην Ελλάδα δεν ευθύνεται μόνο η υποχρηματοδότηση, όπως ίσως νομίζουν αρκετοί και σίγουρα δεν αποτελεί συνέπεια μόνο της οικονομικής κρίσης. Σημαντικό ρόλο έχει παίξει η απουσία εσωτερικής αξιολόγησης με βάση τους στόχους που έχουν τεθεί από το ίδιο το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την ψυχική υγεία (ΨΥΧΑΡΓΩΣ). Εξίσου καταλυτικός παράγοντας είναι η έλλειψη διαφάνειας όπως και εξωτερικής αξιολόγησης του διοικητικού, ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού από την εκάστοτε κυβέρνηση ώστε να εντοπισθούν τυχόν λάθη ή και πιθανή κακοδιαχείρηση των κονδυλίων της ΕΕ.

Τέλος ένας καίριος παράγοντας είναι η έλλειψη ουσιαστικής συνεννόησης ανάμεσα σε διαφορετικές ομάδες και φατρίες που διαδέχονται η μία την άλλη κάθε φορά που αλλάζει η κυβέρνηση, με αποτέλεσμα το φαινομένο της ασυνέχειας που χαρακτηρίζει τις δημόσιες υπηρεσίες στη χώρα μας. Πιο συγκεκριμένα, η εργασία των ερευνητικών και διοικητικών ομάδων διακόπτεται ώστε να αντικατασταθούν από άλλες, με βάση όχι την ικανότητά τους να φέρουν εις πέρας το έργο το οποίο έχουν αναλάβει, αλλά τη στενή σχέση τους με το κυβερνόν κόμμα. Το αποτέλεσμα είναι να ακυρώνονται προγράμματα που βρίσκονται σε εξέλιξη, προκειμένου να υλοποιηθούν οι φιλοδοξίες κι οι επιδιώξεις της εκάστοτε ομάδας, και τίποτα να μην μπορεί να ολοκληρωθεί.

Η άμεση αξιολόγηση της πορείας που έχει διαγράψει έως τώρα η ψυχιατρική μεταρρύθμιση θα έπρεπε να αποτελεί προτεραιότητα για το Υπουργείο Υγείας. Επείγει επίσης η συγκέντρωση έγκυρων στοιχείων για την ψυχική κατάσταση του πληθυσμού, όσον αφορά την επιδημιολογία, τις αιτίες, τους καθοριστικούς παράγοντες, τις επιπτώσεις στο άτομο και το σύνολο, όπως ακριβώς συμβαίνει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, πλην της Ελλάδας.