Πολιτικη & Οικονομια

Στην άκρη του γκρεμού ξανά;

Ο κομματικός ανταγωνισμός και η κρίσιμη περίοδος με αφορμή την τραγωδία των Τεμπών

81922-183211.jpg
Παντελής Καψής
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Στην άκρη του γκρεμού ξανά;
© ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΤΖΕΚΑΣ /EUROKINISSI

Η γραμμή της σύγκρουσης στην Ελλάδα ήταν και παραμένει ανάμεσα στις δυνάμεις της ευρωπαϊκής εξωστρέφειας και στον ξεπερασμένο εθνολαϊκισμό

Πριν από κάποιες μέρες κατέρρευσε παταγωδώς μία από τις θεωρίες για το περίφημο ξυλόλιο. Πρόκειται για την εκτίμηση που γίνεται στο πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΜ για το δυστύχημα στα Τέμπη, ότι πιθανόν να μεταφέρθηκε σε μπιτόνια τοποθετημένα στην καμπίνα του μηχανοδηγού. Στηριζόταν στο ότι η καμπίνα είχε κατά κάποιο τρόπο εξαερωθεί. Τελικά όμως βρέθηκε στον χώρο που μεταφέρθηκαν τα συντρίμμια και μάλιστα άθικτη, χωρίς σημάδια φωτιάς. Ήταν αδύνατον κατά συνέπεια να είχε κρυφτεί εκεί το άγνωστο εύφλεκτο υλικό.

Φυσικά όλη αυτή η φασαρία θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν οι εμπειρογνώμονες του οργανισμού, πριν από τις περισπούδαστες αναλύσεις, είχαν απλώς δει τον χώρο της καμπίνας. Θα διαπίστωναν ότι ήταν πρακτικά αδύνατον να χωρέσουν εκεί τα μπιτόνια. Τους το επισήμανε άλλωστε, επισυνάπτοντας σχετική φωτογραφία, και συνδικαλιστής μηχανοδηγός. Θα είχαν αποφύγει μια γκάφα που αντανακλά άσχημα στην εγκυρότητά τους. Γιατί όμως βιάστηκαν; Είναι πιθανόν να βρίσκονταν υπό πίεση. Να ήθελαν δηλαδή να συμβιβάσουν τα στοιχεία που προκύπτουν από το βίντεο της αμαξοστοιχίας, όπου δεν φαίνεται καμία δεξαμενή στο περίφημο βαγόνι, με τη θεωρία για μεταφορά παράνομου φορτίου που έχει επικρατήσει στην κοινή γνώμη.

Φυσικά πριν επιβεβαιωθεί η εγκυρότητα του συγκεκριμένου βίντεο κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για το τι ισχύει. Πολύ περισσότερο εμείς οι τρίτοι που δεν έχουμε ειδικές γνώσεις. Με δεδομένη ωστόσο την ύπαρξη αντιφατικών εκτιμήσεων των ειδικών θα πρέπει να δεχθούμε ως σοβαρό ενδεχόμενο η θεωρία του ξυλολίου απλώς να μην ισχύει. Έχει σημασία; Η απάντηση είναι και ναι και όχι.

Κατ’ αρχήν όχι, επειδή οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι ακριβώς ίδιες είτε υπήρχε είτε δεν υπήρχε παράνομο φορτίο. Ακόμα και η αλλοίωση μέρους του χώρου, μόνο ακραίοι συνωμοσιολόγοι θα ισχυριστούν ότι έγινε προκειμένου να κρυφτεί το λαθρεμπόριο. Ότι δηλαδή γνώριζαν για το λαθραίο φορτίο ο πρωθυπουργός ή κάποιοι υπουργοί. Όποιο κι αν ήταν το κίνητρο, πολιτικό ή απλώς να διευκολυνθούν οι σωστικές ενέργειες και να αποκατασταθεί πιο γρήγορα το σιδηροδρομικό δίκτυο, δεν είχε στόχο τη συγκάλυψη των ευθυνών κανενός. Αλλά βέβαια κατά μία έννοια αυτό είναι το τυπικό σκέλος. Επί της ουσίας, το κύμα της οργής και οι κατηγορίες για συγκάλυψη απέκτησαν έρεισμα στους πολίτες ακριβώς επειδή κυκλοφόρησε η θεωρία του ξυλολίου. Άρα και ναι, το ξυλόλιο, το οποίο μπορεί να μην υπήρξε ποτέ, αναδείχθηκε σε κομβικό στοιχείο για τον επηρεασμό της κοινής γνώμης. 

Έχει σίγουρα ενδιαφέρον το πώς αναπόδεικτες θεωρίες, απέναντι στις οποίες κάθε λογικός άνθρωπος θα έπρεπε να είναι επιφυλακτικός, κατάφεραν να γίνουν ακλόνητες πεποιθήσεις. Όμως η κοινή γνώμη έχει τη δική της δυναμική. Ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει λοιπόν πώς, με βάση ή με πρόσχημα αυτές τις θεωρίες, το πολιτικό μας σύστημα κατάφερε να οδηγηθεί για μια ακόμα φορά σε συνθήκες τόσο έντονης πόλωσης και τοξικότητας. Σαν να έχουμε ξεχάσει πόσο μας κόστισε η αδυναμία συνεννόησης των πολιτικών φορέων λίγα μόλις χρόνια πριν.

Οι ευθύνες ξεκινούν φυσικά από την κυβέρνηση. Η αλαζονική της σπουδή να κλείσει την υπόθεση στην εξεταστική, ερμηνεύτηκε, όχι παράλογα, ως ενοχή. Αντί να αναλάβει σταυροφορία εξυγίανσης και διερεύνησης της τραγωδίας, θέλησε να την βγάλει από την επικαιρότητα όσο γίνεται πιο γρήγορα. Έκανε μεγάλο λάθος. Μοιραίο πρόσωπο αναδείχθηκε και ο Κώστας Καραμανλής. Ο πρωθυπουργός, για διάφορους λόγους, δεν θέλησε να τον θυσιάσει. Έδωσε έτσι επιχειρήματα σε όσους τον κατηγορούν ότι τον προστατεύει. Ιδού η συγκάλυψη. Το ότι ο κ. Καραμανλής δεν κατηγορήθηκε από την Ευρωπαία εισαγγελέα για την καθυστέρηση της τηλεδιοίκησης, άρα και για τις συνθήκες ασφαλείας στο δίκτυο, αλλά για την μη καταγγελία της σύμβασης, δεν μέτρησε καθόλου. Ήταν μια ασήμαντη λεπτομέρεια μπροστά στο μέγεθος της συνωμοσίας.

Τη σκυτάλη την πήραν τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Δεν κινήθηκαν όλα με το ίδιο σκεπτικό. Κάποια υιοθέτησαν ή και κυκλοφόρησαν τις πιο απίστευτες σαχλαμάρες. Από βαγόνια που χάθηκαν ως δεκάδες κρυφούς νεκρούς που με κάποιο μαγικό τρόπο ουδείς αναζητεί. Στη διαδρομή εκμεταλλεύτηκαν άγρια τους απελπισμένους γονείς για να επιτείνουν τη συναισθηματική απήχηση της τοξικής τους ρητορικής. Ακόμα και τελείως άσχετες υποθέσεις, όπως τον θάνατο του γιου της εισαγγελέως Λάρισας, επιχείρησαν να τις εμπλέξουν σε ένα σατανικό σχέδιο εκβιασμών το οποίο περιλάμβανε και δολοφονίες. Άλλα ήταν πιο προσεκτικά, ξεκινούσαν από τις πολιτικές ευθύνες. Το αξιοπερίεργο ωστόσο είναι ότι τελικά όλη η αντιπολίτευση, στην πράξη, καταλήγει στις ίδιες κατηγορίες, με τις ίδιες διατυπώσεις, οι οποίες συμπυκνώνονται σε δύο λέξεις: έγκλημα και συγκάλυψη.

Τελευταία ψηφίδα σε αυτή την αντιπαράθεση είναι η υπόθεση Τριαντόπουλου. Για το συνταγματικό της σκέλος έχουν διατυπωθεί αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις από έγκυρους νομικούς. Το πολιτικό της διακύβευμα ωστόσο είναι απόλυτα σαφές. Η αντιπολίτευση ήθελε να κάνει ένα μεγάλο σόου έχοντας ήδη προαναγγείλει ότι θα καλούσε ως μάρτυρες υπουργούς και τον πρωθυπουργό. Σε μια μακρόσυρτη διαδικασία, με συνεχείς διαρροές για «αποκαλύψεις», ήλπιζε ότι θα κρατούσε τα Τέμπη στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας για μεγάλο διάστημα και θα έφθειρε ακόμα περισσότερο την κυβέρνηση και προσωπικά τον Μητσοτάκη. Δεν της πέρασε.

Ποιες είναι όμως οι πολιτικές παράμετροι αυτής της πόλωσης; Η προσοχή, όπως είναι φυσικό, έχει επικεντρωθεί στις δημοσκοπήσεις και στο ενδεχόμενο της ακυβερνησίας μετά τις εκλογές. Έτσι είναι. Με τη Νέα Δημοκρατία να μην είναι σε θέση να πετύχει την αυτοδυναμία, ο σχηματισμός κυβέρνησης από τα κόμματα πέραν του αριστερού και του δεξιού μουσολινισμού θα είναι εξαιρετικά δύσκολη. 

Όμως συμβαίνει και κάτι άλλο πιο σημαντικό. Στο εξαιρετικό βιβλίο του «Στην άκρη του Γκρεμού», ο Γιάννης Βούλγαρης επισημαίνει ότι με έναυσμα το «Μένουμε Ευρώπη», ένα από τα αποτελέσματα της κρίσης και της διακυβέρνησης των Σύριζα-Ανελ, ήταν η δημιουργία «ενός δυνάμει πλειοψηφικού κοινωνικού ρεύματος» στο οποίο βρήκαν τη θέση τους «φιλελεύθεροι, κεντροδεξιοί, αριστεροί δημοκράτες, κεντροαριστεροί, συντηρητικοί δημοκράτες». Πρόκειται για το ρεύμα που μπόρεσε καλύτερα να εκφράσει η Νέα Δημοκρατία με αποτέλεσμα να γίνει και εν πολλοίς να παραμένει η κυρίαρχη δύναμη στο πολιτικό σύστημα. Χωρίς αυτή την κοινωνική πολιτική συμμαχία η χώρα κινδυνεύει να χάσει τις άγκυρές της, αυτές που εξασφαλίζουν τη σημερινή θέση της στην Ευρώπη και τις δημοκρατίες της Δύσης. Αυτό λοιπόν το οποίο επιχειρείται σήμερα είναι ο διεμβολισμός αυτού του ρεύματος. Η επαναφορά της αντιπαράθεσης σε έναν υποθετικό διαχωρισμό αριστεράς και δεξιάς. Υποθετικό όχι βέβαια επειδή δεν υπάρχουν διαφορές στις πολιτικές. Αλλά επειδή το μείζον στη σημερινή συγκυρία είναι η διαφύλαξη της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας. Αυτό το οποίο κρίνεται τα επόμενα χρόνια είναι να καταφέρει η Ελλάδα να σταθεί πραγματικά στα πόδια της, να κατοχυρώσει την καχεκτική κανονικότητα στην οποία έχει επανέλθει. Με άλλα λόγια απόλυτη προτεραιότητα έχουν η δημοσιονομική πειθαρχία και οι μεταρρυθμίσεις ώστε να μπούμε σε μια σταθερή αναπτυξιακή πορεία. Αυτό είναι το πλαίσιο, μέσα στο οποίο θα πρέπει να διαμορφωθεί μια «εθνική στρατηγική» όπως εύστοχα υπογράμμισε στο πρόσφατο συνέδριο του «Κύκλου» ο Βαγγέλης Βενιζέλος. Με άλλα λόγια η γραμμή της σύγκρουσης στην Ελλάδα ήταν και παραμένει ανάμεσα στις δυνάμεις της ευρωπαϊκής εξωστρέφειας και στον ξεπερασμένο εθνολαϊκισμό ο οποίος ξαφνικά μοιάζει να διεκδικεί ξανά πολιτικό ρόλο. Βασίζεται δε όχι σε κάποιο πολιτικό πρόταγμα, ποτέ δεν είχε, αλλά σε αυτή την προσπάθεια ηθικής εξόντωσης των αντιπάλων του. Ό,τι ακριβώς ζήσαμε το 2015 με λίγο-πολύ ίδιους πρωταγωνιστές. Αλλά και με χρήσιμους συμπαραστάτες σε ρόλο ιδανικού αυτόχειρα.

Όπως σημειώνει ο Βούλγαρης, τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια δεν αποτελούν την εξαίρεση, εγγράφονται στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Για παράδειγμα, σε πολύ διαφορετικές συνθήκες, θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι ένας ανάλογος διεμβολισμός συμβαίνει στη Γαλλία με το αριστερό μέτωπο του Μελανσόν. Ως ένα βαθμό έγινε επιτυχημένα, περιέλαβε και τους σοσιαλιστές, οι οποίοι ωστόσο έσπασαν το μέτωπο για να στηρίξουν την τελευταία κυβέρνηση Μακρόν.

Στο βιβλίο του ο Βούλγαρης κάνει μια ακόμα πολύ επίκαιρη παρατήρηση. «Σε κρίσιμες περιόδους», γράφει, «ο κομματικός ανταγωνισμός αναδεικνύεται σε αυτόνομο παράγοντα που επιδεινώνει την κρίση». Μια τέτοια κρίσιμη περίοδο περνάμε και σήμερα με αφορμή την τραγωδία των Τεμπών. Και ο κομματικός ανταγωνισμός των δυνάμεων που πιστεύουν στην ευρωπαϊκή προοπτική κινδυνεύει να μετατρέψει μια εθνική τραγωδία σε υπαρξιακή περιπέτεια για τη χώρα.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.