Πολιτικη & Οικονομια

Από το Μάτι στα Τέμπη – σαν να μην πέρασε μια μέρα

Τα πάντα είναι ρίσκο όταν ζεις σε μια χώρα όπου το κράτος είναι το απλό άθροισμα υπαλλήλων χωρίς ικανότητες, προϊσταμένων χωρίς ευθύνες και πολιτικών που περιφέρουν αυτάρεσκα τις ιδιότητές τους

Γιάννης Κωνσταντινίδης
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Φωτιά στο Μάτι – Δυστύχημα στα Τέμπη: Όσες διαφορές και αν έχουν οι δύο περιπτώσεις, η ανικανότητα, η ανευθυνότητα και η αλαζονεία είναι εκεί και τις δύο φορές

Την παραμονή της 23ης Ιουλίου 2018 έφτανα με τα τότε ακόμα μικρά παιδιά μου στη Ραφήνα από τις Κυκλάδες με πρόγραμμα να τα μεταφέρω στη Χαλκιδική να μείνουν με τους παππούδες τους σε έναν αντίστοιχο του Ματιού οικισμό. Μέσα στα πεύκα, στις στενωσιές και στα περιφραγμένα περάσματα στη θάλασσα. Η τραγωδία της επόμενης μέρας τα βρήκε στον αντίστοιχο του Ματιού οικισμό με δύο εβδομηνταπεντάχρονους. Και εμένα να παρακολουθώ στην τηλεόραση το χάος των αυτοκινήτων και των Αρχών στη Λεωφόρο Μαραθώνος και την έκτακτη σύσκεψη με τα σκυμμένα κεφάλια και τα μπουκαλάκια νερού υπό τον Πρωθυπουργό.

Το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου 2023, ο φοιτητής πλέον γιος μου επέστρεφε στη Θεσσαλονίκη από το καρναβάλι της Ξάνθης, όπου είχε τελικά καταλήξει να πάει, αφήνοντας για άλλη χρονιά την Πάτρα. Θα γύριζε ίσως με το τραγικό Intercity που δεν πρόλαβε να μπει στις σήραγγες των Τεμπών. Η τραγωδία τον βρήκε στο λεωφορείο του ΚΤΕΛ που έφτανε στη Θεσσαλονίκη. Και εμένα να παρακολουθώ στην τηλεόραση το χάος των καμένων βαγονιών και των Αρχών δίπλα στις ράγες και τα πηγαδάκια με τα σκυμμένα κεφάλια και τις πρόχειρες «ζακέτες εργασίας» με έναν άλλον Πρωθυπουργό.

Δύο φορές μέσα σε πέντε χρόνια ένιωσα ότι ο θάνατος είναι δίπλα μου. Και ας μην τον βλέπω όταν πάω διακοπές στη Χαλκιδική ή όταν αγοράζω εισιτήριο με το Intercity. Μα πώς να τον δω; Τι το ριψοκίνδυνο άλλωστε έκανα, πανάθεμά με; Και όμως. Τα πάντα είναι ρίσκο όταν ζεις σε μια χώρα όπου το κράτος είναι το απλό άθροισμα υπαλλήλων χωρίς ικανότητες, προϊσταμένων χωρίς ευθύνες και πολιτικών που περιφέρουν αυτάρεσκα τις ιδιότητές τους. Τίποτα δεν μου είναι περισσότερο απεχθές από ανθρώπους που δεν δουλεύουν, από ανθρώπους που δεν παίρνουν ευθύνες, και κυρίως από ανθρώπους που πιστεύουν ότι δικαιούνται την καρέκλα και συνεπώς δεν χρειάζεται να αποδείξουν τίποτα.

Η πρώτη σκέψη ήταν και τις δύο φορές αυτόματη και δικαιολογημένη: να τιμωρηθούν όλοι τους για την ανικανότητα, για την ανευθυνότητα, για την αλαζονεία τους. Και να μην τους ξαναδώ. Η σκέψη δεν μπορεί να είναι διαφορετική. Απορώ λοιπόν πώς είναι δυνατόν να έχουμε χωριστεί σε εκείνους που πενθούν για το Μάτι και σε εκείνους που πενθούν για τα Τέμπη. Σε εκείνους που μετρούν αναρτήσεις για τον θάνατο παππούδων και εγγονιών τους και για τον θάνατο φοιτητών και εργαζομένων. Απορώ λοιπόν πώς είναι δυνατόν η σημερινή κυβέρνηση να μην βλέπει όσα τάχα έβλεπε το 2018 στο Μάτι και η προηγούμενη κυβέρνηση να μην βλέπει όσα τάχα βλέπει από το 2023 στα Τέμπη.

Όσες διαφορές και αν έχουν οι δύο περιπτώσεις, η ανικανότητα, η ανευθυνότητα και η αλαζονεία είναι εκεί και τις δύο φορές. Το ξερίζωμα και των τριών είναι μέγιστη ανάγκη. Το ξερίζωμά τους πηγαίνει πολύ πιο μακριά από την εκλογική ήττα μιας κυβέρνησης. Το καταλάβαμε με την ήττα της κυβέρνησης Τσίπρα το 2019. «Εμείς, ως πολίτες, ως κοινωνία, είμαστε ευχαριστημένοι από την πολιτική ήττα της τότε κυβέρνησης;», ρώτησε προχθές ρητορικώς η Μαρίνα Καρύδα, συγγραφέας του συγκλονιστικού χρονικού «Μάτι, 23 Ιουλίου 2018» (Εκδόσεις Παπαδόπουλος) σε συνέντευξή της στο ΣΚΑΪ. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μια εκλογική ήττα είναι μηδενικής σημασίας. Γιατί μια ήττα χτυπάει την αλαζονεία. Και το ξερίζωμα της αλαζονείας της εξουσίας συγκαταλέγεται στις τρεις μέγιστες ανάγκες της σημερινής ελληνικής κοινωνίας. Μαζί με το ξερίζωμα των άλλων δύο. Και όχι, αυτός δεν είναι λαϊκισμός. Είναι ορθολογισμός. Είναι όλα πολύ καθαρά όταν ο καθένας μας σκεφτεί τη δική του Χαλκιδική και τα δικά του εισιτήρια στο Intercity.