Πολιτικη & Οικονομια

Το παράδειγμα του Προέδρου

Μέχρι τώρα λέγαμε ότι το πρόβλημα να επιλέξει έναν ηγέτη έστω και λίγο αντάξιο του Σημίτη, το είχε το ΠΑΣΟΚ. Τώρα, φαίνεται ότι θα το έχει εγγενώς και η ΝΔ

Προκόπης Δούκας
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Προκόπης Δούκας σχολιάζει γιατί η κυβέρνηση έχασε μια ακόμα ευκαιρία

O Κώστας Σημίτης δεν πέθανε στον ύπνο του. Σηκώθηκε το πρωί κατά τις 7, πήγε στο μπάνιο και μετά από λίγο αισθάνθηκε αδιαθεσία. Έφυγε πλήρης ημερών, αιφνιδιαστικά αλλά χωρίς ταλαιπωρία και με αξιοπρέπεια, όπως έζησε. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το προσωπικό, πολιτικό και πολιτισμικό του παράδειγμα θα βοηθούσε, λίγες μέρες αργότερα, να χαραχτεί εκ νέου μια διαχωριστική γραμμή στο πολιτικό προσωπικό της χώρας. 

Στην κηδεία του, η αντίστιξη μεταξύ του Πρωθυπουργού και των απόντων πρώην Πρωθυπουργών και Πρόεδρων της Δημοκρατίας ήταν έντονη. Το να σε αποφεύγουν και στον θάνατο οι Σαμαράς, Καραμανλής και Παυλόπουλος (πόσο μάλλον ο Τσίπρας) αναδεικνύει τη διαφορά επιπέδου. 

Θα έλεγε κανείς ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης άρπαξε την ευκαιρία να ενισχύσει ακόμα περισσότερο τους δεσμούς του με το κεντρώο και κεντροαριστερό του ακροατήριο. Ωστόσο, ακόμα και αυτός φάνηκε κάπως απολογητικός, στον επικήδειο που εκφώνησε για τον πολιτικό αντίπαλο, που του δίδαξε τη διείσδυση το αντίπαλο στρατόπεδο. Παρά την επικήδεια αποστροφή του για “ευρύτερες συναινέσεις”, ο προσεκτικός παρατηρητής μπορούσε να διακρίνει το σπέρμα μιας φοβικής επιλογής. 

Ο Μητσοτάκης αποφάσισε τελικά να γίνει ο πρώτος που θα έσπαγε την παράδοση του υποψήφιου Προέδρου της Δημοκρατίας, που θα είχε στήριξη από περισσότερες της μιας πτέρυγες της Βουλής. Ο καινούργιος νόμος, που κάνει δυνατή την ανάδειξη του ανώτατου άρχοντα με 151 ψήφους, του το επιτρέπει. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν μειώνει έτσι το κύρος του θεσμού. 

Όχι γιατί ο κύριος Τασούλας δεν ήταν πετυχημένος Πρόεδρος της Βουλής, συναινετικός και με το πλεονέκτημα του χιούμορ. Αλλά γιατί το ένα αξίωμα προέρχεται εξ ορισμού από την πλειοψηφία, ενώ το άλλο καλείται να συμβολίζει και να εξασφαλίζει ακριβώς αυτές τις ευρύτερες συναινέσεις. 

Το λάθος του πρωθυπουργού ήταν φυσικά η μη στήριξη της ίδιας του της προηγούμενης επιλογής, όταν μάλιστα η Κατερίνα Σακελλαροπούλου θήτευσε με μεγάλη επιτυχία και με εξαιρετικό σύστημα αξιών. Η αιτιολόγηση ότι τώρα, στους δύσκολους τραμπικούς καιρούς που ζούμε, χρειάζεται ένα πολιτικό πρόσωπο για να μας εκπροσωπεί, είναι αστεία. Και μόνο που δίνεται έδαφος σε τέτοιες αντιλήψεις, ρίχνεται νερό στον μύλο των ψεκασμένων εκ δεξιών, που υποτίθεται ότι θέλει να φρενάρει η ΝΔ. Ε, ας βάλουμε κι έναν εγχώριο Μασκ, τότε. 

Η απερχόμενη ΠτΔ βάλλεται ότι δεν προκάλεσε τη δημοσκοπική συστράτευση των Ελλήνων στο πρόσωπό της. Ας ακούσουμε λοιπόν και τις δημοσκοπήσεις, που αναδεικνύουν ως καλύτερο πρωθυπουργό της μεταπολίτευσης, τον Ανδρέα. Για να καταλήξουμε, με αυτές τις αντιλήψεις,  σε κάποιον που θα έχει τελικά πολύ μικρότερη στήριξη από τις 261 ψήφους που είχε πάρει η κυρία Σακελλαροπούλου. 

Αλλά βλέπετε, η σχέση των ακραίων και των λαϊκιστών δεξιών με τη νοημοσύνη και το ήθος, είναι πολύ χαλαρή. Αντί να πανηγυρίζουν που με την καθοριστική βοήθεια των κεντρώων ψηφοφόρων κέρδισαν δύο φορές την άνετη πλειοψηφία μέχρι και με 41%, αντί να χαίρονται που υπάρχουν και μερικοί σημιτικοί υπουργοί που τους κάνουν τη δουλειά και τους βγάζουν στοιχειωδώς ασπροπρόσωπους, έχουν ανέβει στα κάγκελα, από τότε που ψηφίστηκε ο νόμος για τα ομόφυλα ζευγάρια, γιατί “έχουμε γίνει ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι”. 

Προφανώς δεν τους ενδιαφέρει ούτε καν η (θεμιτή) επιδίωξη της παραμονής στην εξουσία για τρίτη κοινοβουλευτική θητεία. Τους ενδιαφέρει η προσωπική κουτάλα της κομματικής εξουσίας, κι ας ρισκάρουν έτσι την οριστική συρρίκνωση σε (μη αυτοδύναμα) ποσοστά κάτω του 30%. Να δούμε τι θα λένε για τα κυβερνητικά πόστα, αν χρειαστεί να συγκυβερνήσουν. 

Βέβαια, ο Μητσοτάκης και οι συν αυτώ, έκλιναν υπέρ της συντηρητικής λύσης στο θέμα του ΠτΔ, γιατί απέναντί τους δεν υπάρχει ακόμα ορατός αντίπαλος. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί πια απειλή, αλλά παρότι απέφυγε τη διάλυση στο πάρα πέντε, μόλις εξέλεξε τον κατά τα φαινόμενα σοβαρότερο που είχε, τον Σωκράτη Φάμελλο, κάτι τσίμπησε στις δημοσκοπήσεις. Αντίθετα, στο ΠΑΣΟΚ, που πια αγγίζει το δημοσκοπικό 18%, ούτε οι μισοί ψηφοφόρο του δεν δηλώνουν ότι είναι κατάλληλος για πρωθυπουργός ο Ανδρουλάκης (6,9%, λίγο πάνω από τον Βελόπουλο). Αν ήταν βεβαίως η Διαμαντοπούλου, θα ήταν τελείως διαφορετικοί οι υπολογισμοί του κυβερνητικού στρατοπέδου. 

Αλλά στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα. Ο Σημίτης μισήθηκε έντονα γιατί ξεμπρόστιασε την προχειρότητα, την ημιμάθεια, την ανέξοδη μαγκιά του βαλκάνιου Έλληνα. Ήταν ο "προτεστάντης" κόντρα στον ανατολίτη αγράμματο. Γι' αυτό και τον θαύμασαν και κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί σοβαροί άνθρωποι, η μαγιά του περίφημου 40% του “ναι”, αυτή η βαθειά τομή στην κοινωνία.

Και τον Κώστα Σημίτη τον τραβούσε το κόμμα από το μανίκι - και μάλιστα υπό πολύ χειρότερες συνθήκες, με την ανάσα του εκλογικού αντιπάλου να απειλεί να κερδίσει τις εκλογές του 2000, σε πολύ πολωμένες εποχές. Μπόρεσε όμως και έκανε (εκτός από τα μεγάλα έργα, που ακόμα σώζουν την καθημερινότητά μας) αρκετές και σοβαρές μεταρρυθμίσεις, από τον μετασχηματισμό της οικονομίας και την είσοδο στο ευρώ, ως την κορυφαία εθνική πολιτική στο Ελσίνκι και την σημαντικότατη θεσμική ενίσχυση της δημοκρατίας με τις Ανεξάρτητες Αρχές. Και βέβαια δεν δίστασε να πάει κόντρα στον άκρατο λαϊκισμό της τότε χριστοδουλικής λαϊκοδεξιάς. 

Αντιθέτως, η σημερινή κυβέρνηση δεν αντιμετώπισε ποτέ αυτή την απειλή, επί της ουσίας. Είχε όλα τα περιθώρια να επιδοθεί σε μια μεταρρυθμιστική προσπάθεια εις βάθος. Κι όσο κι αν υπάρχουν σοβαρά βήματα (αντιμετώπιση κρίσεων, μακροοικονομικά στοιχεία, αύξηση των φορολογικών εσόδων με μείωση φόρων, αξιοποίηση τεχνολογίας), η κυβέρνηση επαναπαύθηκε στη δεξιά εσωστρέφεια, θυσιάζοντας την ευρύτερη στήριξη. Η εκδίκηση της πραγματικότητας όμως καραδοκεί και μπορεί να στοιχίσει πολύ σοβαρά στο κυβερνών κόμμα. 

Επεισόδια που αναδεικνύουν τη διάβρωση και την ανικανότητα του κράτους, όπως το πρόσφατο στην Κρήτη, ιδιαίτερη πατρίδα της ασυδοσίας και της ανομίας, έρχονται και αναδεικνύουν πόσο δεν μπορείς να πορεύεσαι απλώς με ισορροπίες. 

Η χώρα, βρίσκεται σε μια διαρκή κατρακύλα από τότε που έχασε ο “αρχιερέας της διαπλοκής” - και ειδικά από το 2008 που η Αθήνα κάηκε ανενόχλητη. Το αντιμνημόνιο και η κρίση επέφεραν μερικά πολύ σοβαρά πλήγματα στη λειτουργία και στην καθημερινότητα της χώρας, που όσο δεν αντιμετωπίζονται, επιδεινώνονται. Σε λίγο, η πλημμελής αστυνόμευση και η νοοτροπία της ατιμωρησίας θα επιτρέπει στον καθένα να οδηγεί ανάποδα και στην Πανεπιστημίου. Και αυτό δεν αντιμετωπίζεται με μείωση των ορίων ταχύτητας στα χαρτιά

Και για να μη συνέλθετε καθόλου, ετοιμάζονται για αξιώματα οι μεταρρυθμιστές Νικήτας Κακλαμάνης και Ευριπίδης Στυλιανίδης. 

Μέχρι τώρα λέγαμε ότι το πρόβλημα να επιλέξει έναν ηγέτη έστω και λίγο αντάξιο του Σημίτη, το είχε το ΠΑΣΟΚ. Τώρα, φαίνεται ότι θα το έχει εγγενώς και η ΝΔ. Και αυτό δεν θα ξεχαστεί σε δυο εβδομάδες, όπως υποστηρίζουν αυτοί που υποβαθμίζουν τη σημασία της επιλογής Τασούλα.