- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο άγνωστος Κώστας Σημίτης
Μέσα από τα μάτια της Λίλιαν Μήτρου, μια από τις πιο στενούς του συνεργάτες στο Μέγαρο Μαξίμου
Ο άγνωστος Κώστας Σημίτης - Μέσα από τα μάτια της Λίλιαν Μήτρου, μια από τις πιο στενούς του συνεργάτες στο Μέγαρο Μαξίμου
«Ο Κώστας Σημίτης ήταν αυτό που λέμε ένας ωραίος άνθρωπος» μου λέει η Λίλιαν Μήτρου περίπου στη μέση της συζήτησής μας για τον πρώην πρωθυπουργό. Δεν έχουν περάσει παρά τρεις ημέρες από τη στιγμή που έφυγε από τη ζωή και εμείς συζητάμε –πότε σε χρόνο ενεστώτα και λίγες φορές στον αόριστο– για τον πολιτικό που σφράγισε με το εκσυγχρονιστικό του έργο τη σύγχρονη πολιτική ιστορία της Ελλάδας. Το τηλέφωνό της από την Κυριακή χτυπά συνεχώς. «Ένας φίλος, όταν έμαθε νωρίς το πρωί της 5ης Ιανουαρίου ότι ο Κώστας Σημίτης πέθανε, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε: “οι καλοί άνθρωποι, λένε, πεθαίνουν Κυριακή και οι ακόμα καλύτεροι φεύγουν ήρεμα”». Πολλές φορές ενώ μιλάμε η φωνή της «σπάει». Άλλοτε –ακαδημαϊκός γαρ– καταφεύγει σε φράσεις του πρώην πρωθυπουργού, γραμμένες στα βιβλία του. Σχεδόν τις έχει αποστηθίσει. Τα περισσότερα γεγονότα από όσα περιγράφει ο αείμνηστος Κώστας Σημίτης για τα χρόνια της πρωθυπουργίας του, τα έχει ζήσει από κοντά.
Η καθηγήτρια –σήμερα– του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Λίλιαν Μήτρου, δεν είχε κλείσει ακόμη τα 30 της χρόνια όταν στα τέλη Δεκεμβρίου του 1993 συνάντησε τον Κώστα Σημίτη στο γραφείο του Υπουργείου Εμπορίου. Έχοντας μια συγκεκριμένη πορεία ζωής, η κ. Μήτρου δεν φανταζόταν καν ότι θα περνούσε δέκα ολόκληρα χρόνια κοντά του ως σύμβουλος του yπουργού Βιομηχανίας και Εμπορίου και από τον Φεβρουάριου του 1996 dιευθύντρια Οργάνωσης και Διοίκησης του Πολιτικού Γραφείου του όσο ήταν πρωθυπουργός. Σήμερα, λίγες ώρες πριν ο πρώην πρωθυπουργός ταφεί, είναι σίγουρη ότι ο Κώστας Σημίτης διέγραψε «έναν ολοκληρωμένο κύκλο ζωής. Ξέρετε, ο ίδιος έλεγε ότι δεν τελειώνουν οι εποχές όταν υπάρχουν ακόμα ιδέες και στόχοι. Οπότε δεν τίθεται θέμα τέλους εποχής με τον θάνατό του».
Για τους νεότερους, που οι στιγμές της πρωθυπουργίας του, οι κρίσεις, οι μεγάλες αλλαγές του 2000 βρήκαν κάπου στο νηπιαγωγείο ή τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, ο Κώστας Σημίτης μοιάζει αρκετά άγνωστος. Η κ. Μήτρου περιγράφει έναν άνθρωπο με σαφείς, επεξεργασμένες, σταθερές αρχές, με κανόνες και πίστη στην αξία τους, με πεποίθηση για τους στόχους που είχε θέσει, που του επέτρεπαν να εργάζεται με συνέπεια, ακάματα, μεθοδικά. Πέρα από το περίφημο «μπλοκάκι», λίγα είναι γνωστά για την καθημερινότητά του, ιδίως την ιδιωτική ζωή του, που σε μερικούς μπορεί και να φαινόταν πολύ συνηθισμένη. Και ο ίδιος φαίνεται ότι κρατούσε, συνειδητά, μακριά από τα φώτα το άλλο του πρόσωπο.
Η πρώτη ανάμνηση - γνωριμία με τον Κώστα Σημίτη
Τον Κ. Σημίτη τον είχε «γνωρίσει», ήδη το 1983, μέσα από τα γραπτά του. Φοιτήτρια Νομικής και μέλος του «Δημοκρατικού Αγώνα», είχε ήδη εντυπωσιαστεί από τη «Δομική Αντιπολίτευση» (γραμμένη το 1979 αλλά πάντα χρήσιμη και επίκαιρη!) και το «Πολιτική - Κυβέρνηση - Δίκαιο» (1981), «ένα κείμενο με μια ιδιαίτερα διεισδυτική προσέγγιση. Ιδίως το κείμενο "Δίκαιο και Πολιτική" με είχε εντυπωσιάσει, καθώς διαπίστωνα τις λεπτές διακρίσεις και τη διεισδυτική ματιά του στην ανάλυση της σχέσης του δικαίου, ως μεταρρυθμιστικού εργαλείου, με την κοινωνία και την πολιτική».
«Είχα τη σπάνια τύχη να κάνω διδακτορικό στη Γερμανία με τον αδελφό του, τον Σπύρο Σημίτη, το όνομα του οποίου είναι σχεδόν συνώνυμο της προστασίας προσωπικών δεδομένων, θα μπορούσε να είναι μονάδα μέτρησής της, όπως χαρακτηριστικά γράφτηκε στη Süddeutsche Zeitung την ημέρα της αναγγελίας του θανάτου του, σχεδόν δυο χρόνια πριν. Με τον Σπ. Σημίτη είχαμε μια εξαιρετική συνεργασία που καθόρισε τη σκέψη μου». Στο σημείο αυτό η Λ. Μήτρου μας εκμυστηρεύεται ότι αντιμετωπίζει τη δυσκολία να πει ποιος ήταν πιο σημαντικός για εκείνη: ο Σπύρος ή ο Κώστας Σημίτης…
«Κατά τη διάρκεια του διδακτορικού μου ο Σπύρος Σημίτης μού λέει: “πρέπει να πάτε να γνωρίσετε τον αδελφό μου οπωσδήποτε όταν βρεθείτε στην Ελλάδα”. Μας είχε κανονίσει ραντεβού. Την πρώτη φορά δεν μπόρεσε να με δει. Είχα γνωρίσει τότε τον Νίκο Θέμελη, που δυστυχώς "έφυγε" πολύ νωρίς, και είχα ήδη μια πρόγευση τι σημαίνει "ομάδα Σημίτη". Όταν ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ τη διακυβέρνηση το 1993 είχα πλέον τελειώσει το διδακτορικό μου. Ήμουν στη Γερμανία, είχα οργανώσει τη ζωή μου. Κατέβηκα για χριστουγεννιάτικες διακοπές στην Ελλάδα. Τότε, μου είπε ο καθηγητής μου (σ.σ. ο Σπύρος Σημίτης): “Τώρα πρέπει να πάτε να βρείτε τον αδελφό μου”. Το έκανα. Ήταν παραμονές Πρωτοχρονιάς, σε λίγες ημέρες θα έμπαινε το 1994. Το ΠΑΣΟΚ ήταν τότε τρεις μήνες κυβέρνηση. Η κουβέντα μας με τον Κώστα Σημίτη διήρκησε καμία ώρα. Ήταν τότε υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου. Έτσι όπως φεύγω και ήταν η πόρτα ακόμη μισάνοιχτη μού λέει: “θα μείνετε να με βοηθήσετε;”. Πριν κατέβω τα σκαλιά του Υπουργείου, είχα, νομίζω, αποφασίσει ήδη ότι θα γύριζα στην Ελλάδα και θα άλλαζα ριζικά τη ζωή μου», θυμάται η Λίλιαν Μήτρου. Μπορεί να μην ήταν μια απόφαση απλή, αλλά ο συγκροτημένος και ταυτόχρονα εμπνευσμένος λόγος του ηταν ήδη πειστικά. «Είχα και το μικρόβιο της πολιτικής μέσα μου», εξομολογείται. Μέσα σε αυτή τη μία ώρα συζήτησης «κατάλαβα ότι είχα μπροστά μου ακριβώς το πρότυπο πολιτικής που είχα στο μυαλό μου».
Για τη νεαρή Λίλιαν ο Κώστας Σημίτης συνδύαζε «την επιστημονική προσέγγιση, τη μέθοδο και τη συγκρότηση με έναν πολιτικό στόχο, τον οποίο συμμεριζόμουν: να κάνεις τον τόπο σου καλύτερο και την κοινωνία καλύτερη». Την είχε ήδη πείσει ότι υπήρχε τρόπος να επιδιωχθεί μια χώρα που λειτουργεί με κανόνες και αρχές, που θα επιδιώκει την ανάπτυξη και την εξέλιξη αλλά και την εδραίωση της δημοκρατίας, των δικαιωμάτων, των θεσμών και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Μετά από εκείνη την πρώτη συνάντηση θα βρεθεί ως σύμβουλός του στο Υπουργείο Βιομηχανίας και Εμπορίου, αναλαμβάνοντας το κομμάτι του Ανταγωνισμού και το νομικό κομμάτι της Κοινωνίας της Πληροφορίας. «Κάναμε φοβερά πράγματα» τονίζει. «Η πρώτη σύλληψη της Επιτροπής Ανταγωνισμού ως ανεξάρτητη από το κράτος ξεκίνησε τότε. Αρχίσαμε να οργανώνουμε την Επιτροπή Ανταγωνισμού με την ομάδα συμβούλων και από το Υπουργείο Βιομηχανίας συντάξαμε ήδη το πρώτο κείμενο για την Κοινωνία της Πληροφορίας, ένα πρόπλασμα στρατηγικής».
Ήδη σε αυτή τη φάση της συνεργασίας διαπίστωσε ότι ο Κώστας Σημίτης άκουγε τους συνεργάτες του με ιδιαίτερη προσοχή, χωρίς να σημαίνει ότι δεν «ζύγιζε» με τη δική του γνώση, κρίση και εμπειρία όσα του έλεγαν ή του πρότειναν. Ακόμη κι αν διαφωνούσε, ζητούσε από συνεργάτες του να του εξηγήσουν τα κριτήρια για τις προτάσεις τους, όχι για να τα κρίνει ή να τα απορρίψει, αλλά για να κατανοήσει τη σκέψη τους. «Ο Κ. Σημίτης είχε δομήσει την πράξη του στην διαπαιδαγώγηση και την πειθώ. Προσπαθούσε μέσα από τον διάλογο, σε θέματα που διαφωνούσες, να σου εξηγήσει γιατί υπάρχει και μια άλλη προσέγγιση και πτυχή στα πράγματα που τον οδηγεί να πάρει μια διαφορετική απόφαση από αυτή που ενδεχομένως του προτείνεις».
Όταν υπήρξε η ρήξη με τον τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου που οδήγησε στην παραίτηση του Κώστα Σημίτη τον Σεπτέμβριο του ’95, για μένα, λέει η κ. Μήτρου, ήταν προφανές ότι θα φύγω μαζί του. Θέλω όμως να τονίσω ότι νοιάστηκε για τους συνεργάτες του, προσφέροντάς τους τη δυνατότητα να παραμείνουν ως σύμβουλοι του υπουργού που τον διαδέχτηκε. «Εγώ είχα μαζέψει ήδη τα πράγματά μου, δεν υπήρχε καμία περίπτωση να μείνω. Όμως, όπως και το 2004, όταν παρέδωσε στον Κ. Καραμανλή έτσι και το 1995 μου ζήτησε να αφήσουμε τους φακέλους που είναι απαραίτητοι για να υπάρξει συνέχεια. Αυτό ήταν μοναδική προσέγγιση, σας διαβεβαιώνω».
Ήταν ένας άνθρωπος με χιούμορ
Η Λίλιαν Μήτρου μιλά για το ξεχωριστό χιούμορ του Κώστα Σημίτη, το οποίο κρατούσε μακριά από τις δημόσιες τοποθετήσεις του. «Απεχθανόταν τον πομπώδη λόγο, είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο λόγο. Δεν ήταν ο τύπος που "έκανε θόρυβο", Δεν ήταν εξωστρεφής, το έχει πει και ο ίδιος άλλωστε. Από χαρακτήρα αλλά και από μια βαθιά, νομίζω, αποστροφή στην εικόνα ως περιεχόμενο και, εν τέλει, από σεβασμό σε όσους έρχονταν με οποιαδήποτε ιδιότητα σε επαφή μαζί του, ο Κ. Σημίτης δεν φοβόταν να είναι ο εαυτός του. Δεν έπαιζε ρόλους για να είναι αρεστός».
Ήταν ένας άνθρωπος οργανωμένος, συγκροτημένος και ταυτόχρονα υπό μια έννοια χαλαρός. Ουσιαστικός και φιλικός στις συναναστροφές του αλλά ποτέ «διαχυτικός», πόσο μάλλον «θορυβώδης» «Σε στιγμές χαλαρής, αλλά μην ξεχνιόμαστε πάντα ουσιαστικής συζήτησης, έλεγε αστεία και που και πού έκανε και κανένα τσιγάρο. Ελεγχόμενα όμως!» Δεν καλλιεργούσε, δεν προκαλούσε εντάσεις και εκνευρισμούς στον συνομιλητή, τον συνεργάτη του. Όσο το επέτρεπε η πίεση του χρόνου θα σου μίλαγε για ένα βιβλίο, μια εκδρομή που είχε κάνει στο παρελθόν ή για ένα εστιατόριο που είχε φάει καλά. Ήταν ευγενικός, προσηνής, φιλικός. Όταν αισθανόταν οικειότητα με τον συνομιλητή του έκανε πλάκα, προνοώντας ωστόσο να μην προσβάλει κάποιον. Ζύγιζε τους ανθρώπους, καταλάβαινε τα χαρακτηριστικά του καθενός, τις ανθρώπινες αδυναμίες αλλά τις χειριζόταν και ενίοτε τις σχολίαζε με ιδιαίτερη διακριτικότητα και προσοχή στις εκφράσεις που επέλεγε».
Όσο η συζήτησή μας προχωρά «φωτίζεται» μία ακόμη πλευρά του Κώστα Σημίτη, το χαρακτηριστικό εκείνο που φαίνεται ότι τον διαφοροποιούσε από πολλούς πολιτικούς και που λίγοι το ξέρουν. «Σεβόταν τον χρόνο και τη ζωή των συνεργατών του. Ο ίδιος είχε μεν ένα συγκροτημένο πρόγραμμα, αλλά σεβόταν τον χρόνο και τη ζωή των συνεργατών του, δεν διατάρασσε την προσωπική και οικογενειακή ζωή τους χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος. Κατανοούσε τις ιδιαίτερες ανάγκες. Όπως διαπίστωσα στην δική μου περίπτωση, όταν είχα πολύ μικρό τον γιο μου, αντιλαμβανόταν πλήρως την ανάγκη αλλά και τις δυσκολίες συμφιλίωσης επαγγελματικής, οικογενειακής και προσωπικής ζωής. Εάν του έλεγες ότι έχεις κάποιο οικογενειακό κώλυμα δεν το έπαιρνε στραβά, καταλάβαινε».
Ο ίδιος είχε μεν ένα συγκροτημένο πρόγραμμα, αλλά σεβόταν τον χρόνο και τη ζωή των συνεργατών του, δεν διατάρασσε την προσωπική και οικογενειακή ζωή τους χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος.
Για τον εαυτό του όμως είχε ορίσει ένα πολύ αυστηρό πρόγραμμα. Ακόμα και όταν γύριζε σπίτι του για να ξεκουραστεί, διάβαζε, κρατούσε σημειώσεις, έκανε διορθώσεις. Δεν σήμαινε ότι τα άφηνε όλα πίσω του. «Όπως ο Σημίτης, έτσι και όλοι οι συνεργάτες του, αναπτύξαμε μια ιδιαίτερη αντίληψη της συστηματικής οργάνωσης της δουλειάς. Έχει αρχή, μέση, τέλος. Έπρεπε να είσαι καλά προετοιμασμένος, συγκροτημένος για να είσαι μαζί με τον Σημίτη. Εμείς δεν είχαμε στο γραφείο εξαντλητικές –κι εν τέλει άγονες!- συσκέψεις, όπως συχνά συμβαίνει σε πολιτικά και υπουργικά γραφεία. Όλα ήταν δομημένα. Δημιούργησε μία κουλτούρα εργασίας που ήταν δημιουργική και ουσιαστική».
Όπως σημείωνε το 2023 η Λ. Μήτρου σε ένα κείμενο για τον Κ. Σημίτη με αφορμή τη μεγάλη εκδήλωση προς τιμήν του, «το "μπλοκάκι" και τα "σημειώματα" (βασικό τρόπο αμφίδρομης δομημένης επικοινωνίας, τα δικά μου εκτυπωμένα, τα δικά του με ευανάγνωστα, αρμονικά, ζυγισμένα, σχεδόν καλλιγραφικά γράμματα τα οποία, ιδίως εγώ ως φρικτή κακογράφος θαύμαζα – κατά κυριολεξία), δεν ήταν "μύθος" αλλά η μέθοδός του να επισημαίνει τα σημαντικά και να ανατρέχει για να ελέγξει την υλοποίηση».
Η Λίλιαν Μήτρου περιγράφει έναν Σημίτη χωρίς εντάσεις και εξάρσεις στο κομμάτι της συνεργασίας τους στο πρωθυπουργικό γραφείο. Δεν σημαίνει όμως ότι αυτό βασιζόταν στην αποφυγή πηγών έντασης ή πρόκλησης δυσαρέσκειας. «Θυμάμαι μερικές φορές που εγώ είχα και έναν ρόλο διπλό. Πήγαινα μέσα στο γραφείο για να του θέσω υπόψη πράγματα, τα οποία δεν μπορούσαν να γραφτούν, από το ύφος μου καταλάβαινε και μου έλεγε, “μπήκες για να με στεναχωρήσεις αλλά δεν πειράζει αυτός είναι ο ρόλος σου”».
«Ζούσε με έναν ουσιαστικό, αθόρυβο, διακριτικό τρόπο»
Τα χρόνια της πρωθυπουργίας του ορισμένες σατιρικές εκπομπές ασχολούνταν καθημερινά με τις δηλώσεις του, αλλά και τη σύζυγό του, Δάφνη Σημίτη. «Δεν ασχολείτο με τη σάτιρα, δεν τον αφορούσε τι λέγεται για εκείνον στις εκπομπές αυτές». Δεν ήταν μόνο ότι σεβόταν την «ελευθερία του λόγου» αλλά είχε, προφανώς, πολύ πιο ουσιαστικά θέματα να ασχοληθεί.
Εξάλλου ο Κ. Σημίτης διαφύλαττε ως κόρη οφθαλμού την ιδιωτική ζωή του, όχι για να την κρύψει αλλά γιατί θεωρούσε ότι δεν αφορά κανέναν. «Διέκρινε την ιδιωτική ζωή από τη δημόσια, με έναν πάρα πολύ σαφή τρόπο. Ταυτόχρονα δεν χρησιμοποίησε την ιδιωτική ζωή του για να ενισχύσει την δημόσια εικόνα του. Δεν πρόβαλε, όμως, ποτέ το μοντέλο του πιστού και καλού οικογενειάρχη. Απλά ζούσε με έναν ουσιαστικό, αθόρυβο, διακριτικό τρόπο. Πήγαινε σινεμά, θέατρο, περιπάτους γιατί έτσι του άρεσε να ζει. Πήγαινε επί δεκαετίες αδιαλείπτως στο ίδιο μέρος, στο ίδιο απλό ξενοδοχείο στην Σίφνο για διακοπές. Διαβάστε αυτές τις μέρες αναρτήσεις που αρκετοί άνθρωπο, όχι γνωστοί του, διηγούνται πως τον συναντούσαν σε ουρές μπροστά σε σινεμά ή στο νοσοκομείο για τον εμβολιασμό χωρίς να διεκδικεί προτεραιότητες και ειδική μεταχείριση. Με μέτρο και ιδιαίτερη διακριτικότητα πορεύτηκε και ολόκληρη η οικογένειά του, άλλωστε».
Ο Κ. Σημίτης διαφύλαττε ως κόρη οφθαλμού την ιδιωτική ζωή του, όχι για να την κρύψει αλλά γιατί θεωρούσε ότι δεν αφορά κανέναν.
Ο Κ. Σημίτης ευτύχησε να έχει δύο πολύ ιδιαίτερους ανθρώπους ως γονείς. Την μητέρα του, την Φανή, και τον πατέρα του, Γεώργιο Σημίτη. Πολύ ξεχωριστές και ισχυρές προσωπικότητες και οι δύο. Ευτύχησε να έχει μία σύντροφο από την οποία αντλούσε ζωντάνια, υποστήριξη, δύναμη. Όταν στη διάρκεια της δικτατορίας ο Κ. Σημίτης διέφυγε παράνομα στο εξωτερικό και παραπέμφθηκε ερήμην για απόπειρα εμπρησμού, η Δάφνη Σημίτη συνελήφθη και κρατήθηκε επί δύο μήνες.
Στο βιβλίο του «Δρόμοι Ζωής» που κυκλοφόρησε το 2015, ο Κώστας Σημίτης, «υπερβαίνοντας τον συνήθη εαυτό του», περιγράφει την πρώτη του γνωριμία και την τρυφερή σχέση του με τη Δάφνη Σημίτη, στην οποία άλλωστε το αφιερώνει.«Καθόμασταν με τη Δάφνη σε μια παρέα γνωστών. Μου άρεσε. Δεν είχε το προσποιητό ύφος με το οποίο κάλυπταν την ανασφάλειά τους οι κοπέλες εκείνης της εποχής. Ήταν φυσική, χαμογελαστή και βέβαια πολύ όμορφη, με λεπτά χαρακτηριστικά. Της πρότεινα να ξανασυναντηθούμε μετά από λίγες μέρες, όπως και έγινε. Από τότε αναπτύχθηκε μεταξύ μας μια σταθερή φιλία και σύντομα μια όλο και πιο δυνατή συμπάθεια. Συναντιόμασταν τακτικά, πηγαίναμε μαζί σε θέατρα, κινηματογράφους, εκδρομές. Αλλά όλο και συχνότερα χωρίς πρόγραμμα. Μας αρκούσε να είμαστε μαζί. Έτσι, ασυναίσθητα, φυσικά, ερωτευτήκαμε. Εγώ προσεκτικός εκείνη αυθόρμητη. Εγώ προσανατολισμένος σε όσα με ενδιέφεραν. Εκείνη πιο ανοιχτή στο περιβάλλον και σε διάφορες πλευρές της ζωής. Εγώ πιο συγκεντρωμένος σε όσα διάβαζα και δούλευα. Εκείνη με πολλή προσοχή στην αισθητική, στην αρμονία και στο ωραίο».
Ο Κ. Σημίτης ευτύχησε να έχει έναν ξεχωριστό μεγάλο αδελφό, τον Σ. Σημίτη, με τον οποίο μπορούσε να μοιραστεί ανησυχίες, σκέψεις, ιδέες, στόχους. «Του είχε στοιχίσει ιδιαίτερα, όταν στο πλαίσιο της επινόησης "σκανδάλων" ο Σπύρος Σημίτης είχε βρεθεί το 2018 στο στόχαστρο της έρευνας της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες».
Το όραμά του για μια ισχυρή Ελλάδα
Η Λίλιαν Μήτρου μάς εξηγεί τι εννοούσε ο Σημίτης ως ισχυρή Ελλάδα: «Δεν πρόκειται για μία έννοια απλή, αλλά πολυεπίπεδη. Σημαίνει να νιώθεις περήφανος που είσαι Έλληνας, αλλά όχι επειδή επικαλείσαι τους προγόνους σου αλλά γιατί θέτεις κι επιτυγχάνεις στόχους, την εξέλιξη της χώρας, της κοινωνίας, του πολιτικού συστήματος. Μιλάμε για μία ισχυρή Ελλάδα εννοώντας μία χώρα που έχει ή δημιουργεί θεμέλια, που μοιράζεται αρχές, που μοιράζεται αντιλήψεις που δεν καθηλώνουν τον πολίτη σε μια αντίληψη πως όλα εξαρτώνται από το κράτος, αλλά που το κράτος παίζει τον ρόλο ενός διχτυού ασφαλείας. Ο Σημίτης πίστευε ότι το πολιτικό σύστημα έπρεπε εξασφαλίζει στους ανθρώπους τις δυνατότητες και τις ευκαιρίες να εξελιχθούν και να διαμορφώνουν τη ζωή τους με προσωπική τους ευθύνη. Έλεγε ότι οι Έλληνες πρέπει να μάθουν να ψαρεύουν. Πρέπει να τους δώσεις τα εργαλεία για να μάθει να ψαρεύουν, και όχι να του φέρνεις έτοιμη την ψαριά., καταδικάζοντάς τους στην εξάρτηση από πελατειακά δίκτυα και πατρωνίες. Ο Σημίτης ήθελε να στέκεται μακριά από τον λαϊκισμό, να μην χαϊδεύει αυτιά και να κτυπάει πλάτες για να παραστήσει τον λαϊκό ηγέτη. Αντίστοιχα δεν ήθελε να χαϊδεύει αντιλήψεις και νοοτροπίες. Αυτό ήταν ένα ουσιαστικό συστατικό της ισχυρής Ελλάδας».
Δεν θεώρησε ότι ολοκλήρωσε το έργο του με τη λήξη της πρωθυπουργικής θητείας του. Ακόμη και όταν το ΠΑΣΟΚ έχασε τις εκλογές και ήρθε ο Κώστας Καραμανλής, δεν έπαψε να μιλά για το έργο που έγινε, τις πρωτοβουλίες και τους θεσμούς που είχαμε δημιουργήσει. Να γράφει, όχι μόνο για να υπερασπίσει το έργο του αλλά κυρίως για να υποστηρίξει την ανάγκη να μην υπάρξει πισωγύρισμα, να μη διακινδυνεύσουν θεσμοί, η οικονομία, κοινωνικές και νομικές κατακτήσεις. Επιζητούσε τη συνεργασία και τη συζήτηση με τους συνεργάτες του. Ήδη το 2006 είχε κάνει έναν πρώτο απολογισμό γράφοντας το 2006: «Σε κάποιους τομείς δεν τα κατάφερα όπως θα ήθελα....Ίσως κάποιος παρατηρήσει ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού και αν επιτευχθεί το εφικτό τα πράγματα προχωρούν. Αυτό είναι αλήθεια αλλά είναι και δικαιολογία. Πιστεύω ότι ο πολιτικός πρέπει να επιδιώκει και το παραπάνω βήμα και εγώ το επιδίωξα. Η αμφιβολία είναι μέσο για να πετύχεις περισσότερα και η αυτοκριτική δίνει δύναμη. Πολλές φορές διόρθωσα τις θέσεις, άλλες φορές όμως όχι».
Οι δύο φορές που ο Σημίτης έμεινε μόνος
Μία από τις στιγμές που ξεχωρίζει η Λ. Μήτρου από την οκταετία που ήταν πρωθυπουργός ο Σημίτης και εκείνη στενή του συνεργάτιδα είναι η χαρά του για την είσοδό μας στο ευρώ. «Η αγαπημένη μας δραχμή είναι πια παρελθόν», είχε πει τότε. Ή λίγο αργότερα η χαρά για την επίτευξη της εισόδου της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αλλά και στιγμές αγωνίας, όπως το συνέδριο του 1996, στο οποίο εξελέγη Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Από εκείνη τη φάση κρατάει κι ως μάθημα, ως γνώμονα ζωής την επιλογή του για «καθαρές λύσεις».
«Πας μπροστά όταν έχεις καθαρές προτάσεις και καθαρές λύσεις. Τα επαμφοτερίζοντα πράγματα δεν βοηθούν». «Νομίζω, λέει, ότι το γεγονός ότι τελικά το 1996 το ΠΑΣΟΚ άκουσε την κοινωνία και τις ανάγκες της και τον ανέδειξε πρόεδρο, ήταν μία πολύ χαρούμενη στιγμή για εκείνον, αλλά και για εμένα, για ένα μεγάλο μέρος του ΠΑΣΟΚ αλλά και της ελληνικής κοινωνίας».
Αντίστοιχες ήταν και οι στιγμές της εκλογικής νίκης του 1996, όταν πλέον είχε και τη δημοκρατική νομιμοποίηση διά της ψήφου του ελληνικού λαού. Αλλά και οι εκλογές του 2000, η έκβαση των οποίων φαινόταν για κάποιες ώρες αβέβαια. Με αυτές τις εκλογές συνδέει η Λ. Μήτρου αγωνιώδεις αλλά και αστείες στιγμές.
«Γέννησα τον γιο μου τέσσερις ημέρες μετά τις εκλογές του 2000. Το βράδυ των εκλογών και με την αγωνία του αποτελέσματος, εγώ με την κοιλιά στο στόμα. Ακόμη κι έξω από το Μέγαρο Μαξίμου γινόταν χαμός από πολίτες που ανέμεναν τα αποτελέσματα, κραύγαζαν, κρατούσαν σημαίες, πανηγύριζαν πρόωρα, όπως αποδείχτηκε. Προς στιγμή ετέθη και το ερώτημα ‘τώρα τι θα γίνει αν γεννήσεις αυτή τη στιγμή, πώς θα σε πάμε στο μαιευτήριο;»
Η συζήτηση πηγαίνει αναπόφευκτα στις πικρίες που μπορεί να γεύτηκε στην πολιτική του διαδρομή. «Πολλοί ήταν εκείνοι που ασπάστηκαν τις απόψεις μας, αλλά και πολλοί επίσης εκείνοι που δεν συμμερίστηκαν την προσπάθειά μας για τον εκσυγχρονισμό, αν και έπρεπε και μπορούσαν», μας επισημαίνει η Λ. Μήτρου ότι έγραφε ο ίδιος το 2006.
Υπήρξαν δύο στιγμές που ο Σημίτης θα λέγαμε ότι «έμεινε μόνος». Η μία ήταν η κρίση με τις Ταυτότητες και την αναγραφή του θρησκεύματος και η δεύτερη με το Ασφαλιστικό. «Τότε με τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο και τα συλλαλητήρια στην ουσία τον άφησαν μόνο του σε μία μείζονος χαρακτήρα σύγκρουση με την ισχυρή εξουσία της εκκλησίας και κατεστημένες απόψεις και πρακτικές. Όμως παρέμεινε σαφής στην επιλογή του να σεβαστεί την απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων για την αφαίρεση του "θρησκεύματος από τις ταυτότητες" και να μην υποκύψει στην πίεση των υπογραφών και σε σκοταδιστικές αντιλήψεις. Επέμενε στις απόψεις του, ακόμη κι αν δεν είχαν την αποδοχή της πλειοψηφίας, όταν πίστευε σε αυτές, τις θεωρούσε "σπόρους" για την εξέλιξη σε μια ανοιχτή κοινωνία των δικαιωμάτων και ορθολογισμού».
Μόνος έμεινε και στο ασφαλιστικό. Οι εκ των υστέρων δηλώσεις και διαπιστώσεις για την αναγκαιότητα και την «αποτυχία του να το λύσει», οι όψιμοι «λεονταρισμοί», όπως ανέφερε αυτές τις μέρες και ο Τάσος Γιαννίτσης, «είναι ανάλογοι της έκτασης της σιωπής και της σχεδόν πλήρους έλλειψης υποστήριξης εκείνης της καθοριστικής προσπάθειας στη δεύτερη τετραετία της διακυβέρνησης Σημίτη».
Δεν πιστεύω ότι ο Σημίτης αισθάνθηκε προδομένος από τους Έλληνες, απαντά η Λ. Μήτρου στην ερώτησή μας. Σεβόταν την βούληση των πολιτών και ήξερε ότι η πολιτική προχωρεί όταν πείθει και στρατεύει τους περισσότερους.
Ο Σημίτης ήξερε ότι δεν είναι ο λαοπρόβλητος ηγέτης. Έλεγε: δεν θέλω να είμαι αρεστός, θέλω να είμαι χρήσιμος.
«Ίσως από ορισμένους συντρόφους του, μπορεί να το ένιωσε, αναμένοντας μία διαφορετική, πιο καθαρή και πιο υποστηρικτική στάση. Ο Σημίτης ήξερε ότι δεν είναι ο λαοπρόβλητος ηγέτης. Έλεγε: δεν θέλω να είμαι αρεστός, θέλω να είμαι χρήσιμος. Όταν είπε μετά τα Ίμια την περιβόητη φράση: ευχαριστώ την κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, εμείς ως συνεργάτες του δαγκωθήκαμε. Αλλά ο Σημίτης ήξερε πολύ καλά σε ποιους μιλούσε και ήξερε πολύ καλά τι έλεγε. Μόνο ένας με τη δική του συγκρότηση, καθαρότητα, αίσθηση ευθύνης μπορούσε να το πει».
Ο Κώστας Σημίτης ήταν ένας μεθοδικός και ορθολογικός οραματιστής
Η Λ. Μήτρου δεν το μετάνιωσε ούτε στιγμή που «συστρατεύτηκε» κι ας άφησε το 1996 την προοπτική μιας πολύ καλής δουλειάς σε μια γερμανική εταιρία, στον ιδιωτικό τομέα με πολλαπλάσιο μισθό. «Γιατί αυτό θα μπορώ να το λέω στα παιδιά μου, πως ήμουν κι εγώ εκεί, κι εγώ μαζί» είχε απαντήσει στον πατέρα της όταν την είχε ρωτήσει αν το είχε σκεφτεί καλά.
Για εμένα η διακυβέρνηση Σημίτη ήταν η πιο φωτεινή στιγμή αυτής της χώρας. Θυμάμαι το 2002-2003 να είμαι στο αεροπλάνο επιστρέφοντας από ταξίδι αυθημερόν από τις Βρυξέλλες. Παίρνω το Spiegel για να διαβάσω και βλέπω σε ένα άρθρο ότι η Ελλάδα βρισκόταν στην 3η θέση –αν θυμάμαι καλά– στους ρυθμούς ανάπτυξης. Δεν μπορώ να σας περιγράψω πόσο περήφανη ένιωσα».
Η Λίλιαν Μήτρου κράτησε μία ζεστή σχέση με τον Κώστα Σημίτη μέχρι και το τέλος. Πρόλαβε να του εκφράσει όσα ήθελε, πρόλαβε να του εξηγήσει, όπως της ζήτησε, μερικά βασικά ζητήματα για την Τεχνητή Νοημοσύνη, δεν πρόλαβε να του δώσει το τελευταίο βιβλίο με το κείμενο για τους κινδύνους για τη χειραγώγηση της κοινωνίας και την υπονόμευση της δημοκρατίας από τις μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες και δίκτυα.
Της ζητήσαμε να τον χαρακτηρίσει με λίγες λέξεις. Δεν της είναι εύκολο. «Ο Κώστας Σημίτης ήταν ένας μεθοδικός και ορθολογικός οραματιστής», λέει στο τέλος αλλά δεν είναι βέβαιη ότι είναι κι εύστοχο. Ξέρει όμως ότι ο «σπόρος του εκσυγχρονισμού ρίζωσε» και -παρά τις βαθιές οικονομικές, κοινωνικές, αξιακές κρίσεις που βίωσε η χώρα– «εξακολουθεί να είναι το μείζον και διαρκές αίτημα. Και ο τρόπος για την αλλαγή της κοινωνίας, ο τρόπος που δίδαξε ο Κ. Σημίτης».
* Η Λίλιαν Μήτρου είναι Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Αιγαίου. Κατά το διάστημα 1996-2004 υπήρξε σύμβουλος και Διευθύντρια Οργάνωσης και Διοίκησης του Πολιτικού Γραφείου Πρωθυπουργού.
Δείτε επίσης → Κώστας Σημίτης: Το βίντεο για τη ζωή του