Πολιτικη & Οικονομια

Γαλλία: δημοκρατικό μέτωπο απέναντι στην «ανυπόταχτη» συμμαχία με την Ακροδεξιά

Το πολιτικό αδιέξοδο γίνεται ακόμα πιο ορατό για μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης

Γιάννης Μεϊμάρογλου
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Σε αναζήτηση πολιτικής σταθερότητας στη Γαλλία μετά την πτώση της κυβέρνησης

Τα καλά νέα για τις ηγεσίες των κομμάτων του πρώην ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ έχουν τελειώσει από καιρό και τα στελέχη τους έχουν πλέον στρέψει την προσοχή τους στο εξωτερικό - στην Ευρώπη και όχι μόνον - για να εντοπίσουν κάποια ευχάριστη γι αυτά είδηση. Η πρόσφατη εκλογή του Ντόναλτ Τραμπ για παράδειγμα αποτέλεσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να καταγγείλουν τους Δημοκρατικούς ότι εγκατέλειψαν την εργατική τάξη σε αντίθεση με τους δισεκατομμυριούχους της παρέας του Τραμπ οι οποίοι αναδείχτηκαν, δήθεν, ως οι αυθεντικοί εκφραστές της. Η πτώση της Γαλλικής κυβέρνησης μετά από πρόταση μομφής που στηρίχτηκε από την «Εθνική Συσπείρωση» της Λεπέν και το «Νέο Λαϊκό μέτωπο» του Μελανσόν ήταν η αφετηρία για νέες θριαμβολογίες.

Το συνεχόμενο πολιτικό αδιέξοδο στη Γαλλία

Η σημερινή κατάσταση στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση θυμίζει έντονα τις καταστάσεις που βίωσε η Ελληνική Βουλή στα χρόνια προ και στη διάρκεια της βαθιάς οικονομικής κρίσης, σαν κι αυτήν που απειλεί σήμερα τη Γαλλία. Ο λαϊκιστής Μελανσόν - θαυμαστής αρχικά του Αλέξη Τσίπρα τον οποίο στη συνέχεια κατήγγειλε ως «προδότη» - δεν δίστασε να συμπλεύσει με την Ακροδεξιά προκειμένου να πετύχει τον στόχο του να μείνει η Γαλλία ακυβέρνητη χωρίς πυξίδα και χωρίς προϋπολογισμό. Ούτε και είχε κάποιο πρόβλημα με το γεγονός ότι η «Ανυπότακτη Γαλλία» υποτάχθηκε, με την από κοινού καταψήφιση της κυβέρνησης, στα σχέδια και τις προεδρικές φιλοδοξίες της ΛεΠέν. Οι Έλληνες πολίτες και η χώρα μας έχουν βιώσει ανάλογες εμπειρίες και τις έχουν πληρώσει ακριβά.

Τα καταιγιστικά βέλη που εκτοξεύτηκαν εναντίον του Εμμανουέλ Μακρόν από τους πολιτικούς του αντιπάλους είναι χαρακτηριστικά της σφοδρότητας της αντιπαράθεσης. Ποιο ήταν όμως το λάθος του Γάλλου Προέδρου; Μήπως ότι προκήρυξε εθνικές εκλογές μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, στις οποίες το κόμμα του ηττήθηκε αντί να προσποιηθεί ότι «τάχα βρέχει»; Τι θα έλεγαν οι επικριτές του αν δεν αντιδρούσε; Μήπως ότι δεν δείχνει τη στοιχειώδη δημοκρατική ευαισθησία; Ή μήπως, η κυβέρνηση μειοψηφίας που ήδη κυβερνούσε τη χώρα δεν θα βρισκόταν και αυτή αντιμέτωπη με μια πρόταση μομφής, από τη στιγμή που ο στόχος ήταν η παραίτηση Μακρον; Αντίθετα, ενώ η κοινή διαπίστωση όλων, το βράδυ των ευρωεκλογών, ήταν ότι η νίκη της ΛεΠέν στις επόμενες προεδρικές εκλογές ήταν αναπόφευκτη, στις εκλογές που προκήρυξε ο Μακρόν το κόμμα της ήρθε τρίτο σε έδρες. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί ότι σύσσωμη η Κεντροαριστερά θα έβαζε πλάτη για να τη διασώσει;

Η ουσία είναι ότι, μετά την υπερψήφιση της πρότασης μομφής, το πολιτικό αδιέξοδο γίνεται ακόμα πιο ορατό για μια από τις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης. Η κοινή απαίτηση Μελανσόν-ΛεΠέν για άμεση παραίτηση του Μακρόν και προσφυγή σε πρόωρες προεδρικές εκλογές έχει ήδη αποκλειστεί από τον Γάλλο Πρόεδρο. Άλλωστε, κάτι τέτοιο θα ήταν μια καθαρά αντιθεσμική απόφαση αφού το Γαλλικό σύνταγμα δεν εξαρτά σε καμιά περίπτωση τον εκλεγμένο Πρόεδρο της χώρας από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Εξ ου και ο κατοχυρωμένος όρος «συγκατοίκηση». Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι να επιτευχθεί ένας ευρύς πολιτικός συμβιβασμός στη βάση του οποίου θα υπάρξει νέα βιώσιμη κυβερνητική πλειοψηφία, ικανή να βγάλει τη χώρα από το τέλμα.

Η ενδεχόμενη αλλαγή της στάσης του Σοσιαλιστικού κόμματος θα συμβάλλει αποφασιστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Πολλά ηγετικά του στελέχη συνειδητοποιούν ότι το κόμμα του Λεόν Μπλουμ και του Φρανσουά Μιττεράν δεν μπορεί να συνεχίσει να αποτελεί μέρος των σεναρίων ακυβερνησίας. Ούτε και να βρίσκεται συρόμενο πίσω από έναν ανεκδιήγητο λαϊκιστή που καπηλεύεται το ιστορικό «Λαϊκό Μέτωπο» το οποίο ιδρύθηκε για να συγκρουστεί με την Ακροδεξιά και τον φασισμό και όχι για να συμπλέει μαζί του. Η αλλαγή στρατηγικής του Σοσιαλιστικού κόμματος εκτός από το ότι θα δώσει άμεση ανάσα επιβίωσης στη Γαλλία μπορεί να αποτελέσει και την απαρχή μιας σταθερής συνεννόησης ιδεολογικά διαφορετικών κομμάτων, ικανής να φράξει το δρόμο στις εθνικιστικές και ανυπότακτες δήθεν δυνάμεις που απειλούν την πολιτική σταθερότητα και τη δημοκρατία.