Πολιτικη & Οικονομια

Πέντε ορόσημα και ένα στοίχημα στο πολιτικό σκηνικό

Από τη διαγραφή Σαμαρά στη νέα Υπερδεξιά και από την Κρίση Εκπροσώπησης στην Κρίση Διακυβέρνησης

Νίκος Γεωργιάδης
5’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Οι εξελίξεις στο πολιτικό σκηνικό μετά τη διαγραφή Σαμαρά από τη Νέα Δημοκρατία - Τα σενάρια για την Υπερδεξιά και τα πολιτικά ερωτήματα.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν πολύ ξεκάθαρος όταν εξηγούσε στον συνεντευξιαστή του τους λόγους για τους οποίους διέγραψε τον Σαμαρά και εκείνους που τον κάνουν να διαφωνεί με τον Καραμανλή. Το ενδιαφέρον εντοπίζεται όχι σε όσα είπε αλλά το πότε τα είπε. Γιατί άραγε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας επέλεξε να διαφοροποιηθεί ιδεολογικά και στρατηγικά από τον εσαεί αντίπαλο της οικογενείας Μητσοτάκη αλλά και από τη «σταθερά» του κόμματος που είναι ο ανιψιός και de facto πολιτικός κληρονόμος του ιδρυτή της παράταξης;

Άλλωστε το ίδιο ερώτημα τίθεται όσον αφορά και την τακτική που ακολούθησε το τελευταίο διάστημα ο Αντώνης Σαμαράς. Στην αρχή και μετά το ταξίδι του στην Λευκωσία οι εν Ελλάδι και εν Κύπρω παρατηρητές ομολογούσαν ομόφωνα πως πίσω από την επίθεση Σαμαρά κατά Μητσοτάκη δεν υπάρχει κάποιο…. σχέδιο. Κάποιος στρατηγικός στόχος. Κάποια πολιτική προοπτική βρε αδερφέ.

Οι ημέρες κύλησαν, ο Σαμαράς σιγούρεψε την ελεγχόμενη απομόνωσή του μεταβαίνοντας στις ΗΠΑ. Οι συνεργάτες του στην Ελλάδα, από τον Χρύσανθο Λαζαρίδη έως την ομάδα Σαμαρικών εντός της Νέας Δημοκρατίας επέλεξαν τη διακριτικότητα ως αμυντική τακτική. Τελικά εκείνο το «Μία κόντρα χωρίς σχέδιο και προοπτική» φάνηκε ωστόσο να μην ευσταθεί και πολύ. Προφανώς δεν υπήρξε κάτι ανάλογο που θα θύμιζε την κωμικοτραγική φιγούρα του περίφημου «Συμπιλίδη», του μοιραίου ανθρώπου για την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Ούτε στον ορίζοντα του «Τριγώνου των Βερμούδων»  του Αθηναϊκού Κέντρου, ακούστηκε κάτι που να παραπέμπει σε κάτι ανάλογο με τον «χρηματοδότη» (όνομα και μη χωριό) της κίνησης Σαμαρά, που κατέληξε στην κατάρρευση της κυβέρνησης του πατέρα Μητσοτάκη.

Οι ημέρες πέρασαν και έφθασε η κομβική στιγμή που όλοι ανέμεναν με αγωνία. Είχαν προϊδεάσει το πολιτικό κοινό τους προαναγγέλλοντας τον «γρίφο της Πάτρας», δηλαδή τον χρησμό στον οποίο θα κατέληγε ο Κώστας Καραμανλής κατά την ομιλία του στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Χαρβαλιά. Οι πάντες απογοητεύτηκαν. Ο Καραμανλής δεν τους έκανε την χάρη. Απέφυγε να τα βάλλει μετωπικά με τον Μητσοτάκη. Επέλεξε να αποφύγει τη σύγκρουση με ελαφρά πυρά εκ των μετόπισθεν. Προσπάθησε να απεμπλακεί με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης προφανώς έκανε ταμείο. Μετέβη στη Λευκωσία για να συσπειρώσει το εκ δεξιών του κοινό και αφού βεβαιώθηκε με τα αποτελέσματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων κυλιομένων και μη, αποφάσισε να ανανεώσει την κόντρα με τους δύο πρώην. Για να είμεθα ακριβείς. Αποφάσισε να διατηρήσει την ένταση μίας χωρίς και πολύ νόημα κόντρας με τον Κώστα Καραμανλή προφανώς διότι υπολογίζει πώς αυτή η τακτική θα του αποβεί χρήσιμη στο μέλλον. Είμαστε στα τέλη του 2024.

Ο Αντώνης Σαμαράς είχε καταλάβει από καιρό τώρα πώς η πολιτική συγκυρία είναι εξαιρετικά απαιτητική. Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και βεβαίως στην Αμερική, η Υπερδεξιά του Κυρίου, Ορθοδόξου είτε Καθολικού είτε και Προτεστάντη, σε συνεργασία με κάποιες ακροδεξιές ομάδες επιθετικής ιδεολογικής ικανότητας έχουν καταφέρει να συγκροτήσουν μέτωπα που διεκδικούν την εξουσία.

Ο Αντώνης Σαμαράς δεν είναι κανένα μικρό παιδί πια για να περιορίζεται σε ρόλους κομπάρσου στα παρασκήνια της άσκησης εξουσίας. Ούτε που θα μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του να ολοκληρώνει την πολιτική του καριέρα ωσάν ένας «πρώην» στην σκιά ενός Μητσοτάκη. Θα του έπεφτε πολύ βαρύ. Θα ήθελε πολύ, θα επεδίωκε καλύτερα, στα 74 του χρόνια να διαδραματίσει έναν καθοριστικό ρόλο σε εκείνον τον πολιτικό χώρο όπου επί της ουσίας ανήκει. Καθείς ευ ω ετάχθη.

Το άμεσο πολιτικό «target group» το οποίο έχει δυνατότητες να συσπειρώσει και να επηρεάσει ιδεολογικά, λόγω Πολιτικής Άνοιξης αλλά και του πολιτικού μέντορά του, («Φωτιά και Τσεκούρι») του Ευάγγελου Αβέρωφ δηλαδή, είναι το πολιτικό κοινό που συσπειρώνεται γύρω από τη «Νίκη» και τη «Φωνή Λογικής». Στον «χάρτη» της ελληνικής ακροδεξιάς οι δύο αυτοί σχηματισμοί είναι «άμεσα αλιεύσιμοι» από κάποιον ο οποίος χωρίς ακροδεξιές υστερίες αλλά μέσω συνειδητής υπερσυντηρητικής στάσης, κυρίως όσον αφορά τα εθνικά θέματα και το μεταναστευτικό, θα μπορούσε να αρθρώσει ένα ιδεολογικό συμπύκνωμα ικανό να συντηρήσει πολιτική παράταξη. Πάντα υπό την παρούσα διεθνή πολιτική συγκυρία.

Το περίεργο είναι πως καλά πληροφορημένοι κύκλοι επιμένουν πώς ο μεν Σαμαράς θα διεκδικήσει την «πατρότητα» του εγχειρήματος αλλά όχι αναγκαστικά και τον εκτελεστικό ρόλο. Άτομα που κινούνται σε αυτόν τον χώρο θεωρούν πως είναι πολύ πιθανόν να αναζητηθεί κάποιο πρόσωπο υπό τύπον «δανείου» ώστε να σηματοδοτηθεί μία δυνητική σχέση με άλλες συντηρητικές δυνάμεις που έχουν καταφύγει στη Νέα Δημοκρατία. Πρόκειται για πρόσωπα που δεν έχουν κανένα μέλλον σε Μητσοτακικό πολιτικό περιβάλλον και τα οποία έχουν διακριθεί στο παρελθόν για τις εθνικιστικές κορώνες τους.

Σε αυτό το σενάριο δεν εξηγείται επαρκώς το πώς θα διασφαλιστεί ένα ασφαλές πολιτικό μέλλον της Αφροδίτης Λατινοπούλου. Η συγκεκριμένη έσπευσε μάλιστα να «ξεκαθαρίσει» πως δεν πρόκειται να είναι «υπό» κανενός. Ούτε του Αντώνη Σαμαρά. Σωστά έπραξε. Όμως στην πολιτική όπως και στο εμπόριο τα πάντα είναι διαπραγματεύσιμα. Οι απαντήσεις επί τούτου είναι προσεκτικές διότι οι πάντες γνωρίζουν πώς η επιβίωση αυτού του είδους των εγχειρημάτων εξαρτώνται κυρίως από την επαρκή χρηματοδότησή τους. Είναι διαφορετικό μέγεθος να χρηματοδοτείς ένα κόμμα σαν τη «Φωνή Λογικής» και άλλο να χρηματοδοτείς ένα κόμμα – παράταξη το οποίο θα κινηθεί για να αποκτήσει ρόλο πολιτικού ρυθμιστή. Όσον αφορά τώρα τη «Νίκη» φαίνεται πώς οι παροικούντες την Ακροδεξιά συμφωνούν πως «Ο δασκαλάκος δεν αρκεί».

Ανησυχία και σιγοψιθυρίσματα στην Πειραιώς 

Οι κινήσεις επί του πεδίου θα αρχίσουν να μορφοποιούνται από τον νέο χρόνο οπότε και στη Νέα Δημοκρατία θα έχουν καταγραφεί όλες οι επιπτώσεις από τη διαγραφή Σαμαρά και το λανσάρισμα από τον ίδιο τον πρωθυπουργό της νέας φάσης αντιπαλότητας με τον Κώστα Καραμανλή, απότοκο της συνέντευξής του στον Αντώνη Σρόιτερ.

Τότε, στις αρχές του νέου χρόνου, θα «γίνει ταμείο» και θα εξαχθούν τα τελικά συμπεράσματα. Το κυρίαρχο ερώτημα τότε θα περιστρέφεται γύρω από τα πραγματικά σχέδια και τον στρατηγικό στόχο του Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι εκλογές λογικά και εκτός απροόπτου θα διεξαχθούν το 2027. Ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε οι ακροδεξιές πολιτικές ομάδες, ούτε η Αριστερά συνολικά αλλά και κατά σχηματισμούς θα επιδίωκαν εκλογές πριν από την ολοκλήρωσης της κυβερνητικής θητείας του παρόντος κυβερνητικού σχήματος, αφού κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με αυτοχειρία. Οι πάντες χρειάζονται χρόνο.

Άλλωστε τα πρώτα συμπεράσματα από τις τρέχουσες δημοσκοπήσεις είναι πώς από την Κρίση Εμπιστοσύνης στο πολιτικό αγγίξαμε το νεφέλωμα της Κρίσης Εκπροσώπησης και οδεύουμε ολοταχώς στη «Μαύρη Τρύπα» της Κρίσης Διακυβέρνησης. Τουτέστιν στις επερχόμενες εκλογές φαίνεται πρακτικά αδύνατο να σχηματιστεί κυβέρνηση. Θα υπάρξουν νέες κάλπες και πιθανώς και τρίτος γύρος με στόχο τελικά κάποιο συνεργατικό σχήμα. Μιλάμε για φθοροβόρες πολιτικές διαδικασίες.

Μέχρι τότε θα έχουν πια διαφανεί οι πραγματικές προοπτικές της Ευρώπης. Θα έχει ξεκαθαριστεί το τοπίο στη Γαλλία, θα έχει διαμορφωθεί το νέο σκηνικό στη Γερμανία και θα έχει καλώς εχόντων των πραγμάτων ολοκληρωθεί η διαδικασία επίλυσης του Ουκρανικού.

Πέραν τούτου στο εσωτερικό μέτωπο θα έχει διαφανεί, ενδεχομένως και να έχει διαμορφωθεί το σκηνικό διαπραγμάτευσης του Κυπριακού. Κατά πληροφορίες από έγκυρους (και εμπλεκόμενους) διπλωματικούς κύκλους, το Κυπριακό είναι το μόνο μεταξύ των εθνικών θεμάτων για το οποίο διαπιστώνονται θετικές προοπτικές εξέλιξης. Αντίθετα με ό,τι πραγματικά πιστεύεται για τα αμιγώς ελληνοτουρκικά.

Από πηγές που παρακολουθούν συστηματικά τις εξελίξεις στην Εγγύς και Μέση Ανατολή επισημαίνουν πως κατά την τρέχουσα αλλά και την προσεχή περίοδο η Τουρκία θα είναι ιδιαίτερα «στριμωγμένη» από δύο ζητήματα στα οποία έχουν (και θα έχουν) λόγο οι ΗΠΑ και το Ισράηλ. Το πρώτο αφορά τις εξελίξεις στο Κουρδικό ως διεθνές πλέον ζήτημα που θα συμπεριλαμβάνει τους Κούρδους του Ιράκ, του Ιράν και της Συρίας. Το δεύτερο ζήτημα θα αφορά το Κυπριακό.

Σε περίπτωση λοιπόν που όλα τα προαναφερόμενα έχουν πάρει τον δρόμο τους είτε για τα οποία θα έχουν δρομολογηθεί διαδικασίες, η οκταετής θητεία του Κυριάκου Μητσοτάκη θα έχει ολοκληρωθεί. Ο σημερινός πρωθυπουργός  προφανώς θα έχει κάθε δικαίωμα και θα είναι σε θέση να διεκδικήσει για τον εαυτό του την ευόδωση ενός νέου πολιτικού στοιχήματος.

Θα ήταν παράλειψη σε αυτό το σημείο να μην αναφερθεί το ζήτημα του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αποτελεί άλλη μία προτεραιότητα την οποία θα πρέπει να διαχειριστεί προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης αμέσως μετά τα Χριστούγεννα. Ήδη κατά πληροφορίες έχει πραγματοποιηθεί ο πρώτος γύρος ανταλλαγής απόψεων μεταξύ του Μαξίμου και της Χαριλάου Τρικούπη. Προφανώς η συνέχιση αυτής της συζήτησης θα πραγματοποιηθεί κατά την αγωνιωδώς αναμενόμενη αλλά ελάχιστα υποσχόμενη συνάντηση Μητσοτάκη – Ανδρουλάκη.

Με όλα τα μέτωπα σε διαδικασία διαχείρισης και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον ο σημερινός Πρωθυπουργός δεν έχει κανένα λόγο να βιάζεται. Άλλωστε η καταληκτική ημερομηνία λήψης τελικών αποφάσεων για το νέο πολιτικό του στοίχημα προσδιορίζεται σε δυόμισι χρόνια από την 1η Ιανουαρίου 2025. Ο χρόνος ωστόσο κυλά γρήγορα. Αφοπλιστικά γρήγορα.