- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Εκλογές ΗΠΑ 2024: Η ακροδεξιά ως νέα κανονικότητα
Η μετατόπιση του πολιτικού κέντρου
Εκλογές ΗΠΑ 2024: Το νέο παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό που διαμορφώνεται στον δημόσιο διάλογο και η κανονικοποίηση της άκρας δεξιάς
Από την πρώτη στιγμή της εκλογής του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, οι αναλύσεις για τα αίτια της κυριαρχίας των Ρεπουμπλικάνων ή/και του απογοητευτικού αποτελέσματος των Δημοκρατικών έχουν κατακλύσει τον δημόσιο διάλογο, και όχι άδικα. Μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες αναλύσεις εστιάζουν στην «ακαταλληλότητα» της υποψηφιότητας Χάρις και τους αναγκαστικούς περιορισμούς στο χρίσμα, στο κατά πόσο η πολιτική των ταυτοτήτων αποτέλεσε την προμετωπίδα της καμπάνιας των Δημοκρατικών στις Εκλογές ΗΠΑ 2024, και στην οικονομία ως καταλύτη της εκλογικής συμμετοχής (ενδεικτικά, Γεροδήμος στην AV, Νικολού και Καραμπατζός στα progress report και pod.gr, οι αναλύσεις Νόρμπερκ και Φουκουγιάμα).
Στις περισσότερες αναλύσεις αναδεικνύεται ότι οι περιορισμοί στο χρίσμα είναι υπαρκτοί (λόγω διαδικασίας) αλλά και κατανοητοί (λόγω χρόνου). Η πολιτική των ταυτοτήτων μπορεί να υπήρξε στην ατζέντα των δημοκρατικών, αλλά δεν ήταν η προμετωπίδα της. Αυτή την πτυχή την ανέδειξε περισσότερο το γεγονός πως η απέναντι πλευρά ταύτισε την Χάρις με ένα woke αφήγημα και ο Τραμπ προσέφερε το αντίπαλο δέος. Η οικονομία μάλλον έπαιξε περισσότερο ρόλο στην απόφαση των εκλογέων, όπως δείχνουν τα δεδομένα, αλλά εδώ δεν είναι σίγουρο αν έπεισε η ατζέντα Τραμπ ή δεν κατάφερε να πείσει η ατζέντα Χάρις. Το σίγουρο είναι πως η πρώτη είχε ένα πιο ξεκάθαρο (ή απλοϊκό) μήνυμα ενός λεφτόδεντρου με ανάπτυξη, ενώ η δεύτερη ανακυκλωνόταν σε μία θετική στάση αναδιανομής ανάμεσα στην εργατική και την μεσαία τάξη. Σε κάθε περίπτωση, το ισοζύγιο φαίνεται να κλίνει προς το ότι έχασαν κατά κράτος οι Δημοκρατικοί και συσπείρωσαν τον κόσμο τους οι Ρεπουμπλικάνοι.
Εκλογές ΗΠΑ 2024: Η ακροδεξιά στον δημόσιο διάλογο
Η νίκη του Τραμπ διατηρεί στον διάλογο μία συζήτηση για τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας ακροδεξιάς. Οι πολλές ετικέτες για κόμματα πέραν της παραδοσιακής δεξιάς, όπως ακροδεξιά, υπερσυντηρητική δεξιά, λαϊκή δεξιά, ακροδεξιά, φασίστες κλπ., δείχνουν πως πράγματι οι όροι έχουν πάψει να είναι αναλυτικά χρήσιμοι. Ωστόσο, αυτός ο αναλυτικός περιορισμός μαρτυρά και την μετατόπιση του δημοσίου διαλόγου. Για παράδειγμα, αν είμασταν στο 2007 στην Ελλάδα δεν θα είχαμε ενδοιασμούς να πούμε ότι ο ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη είναι ακροδεξιός. Η εμφάνιση όμως και άλλων αστερισμών και η κυριαρχία της ΧΑ κανονικοποίησε τον Καρατζαφέρη, τον Καμμένο και τον Βελόπουλο, εμφανίζοντας τους ως κάτι ανάμεσα στην δεξιά και την άκρα δεξιά. Αυτό συνέβη και από τα δεξιά του πολιτικού φάσματος, αλλά και από τα αριστερά με την «ανίερη» κυβερνητική συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Σήμερα στην Ελλάδα, οι ακροδεξιοί εμφανίζονται ως απλοί (παραδοσιακοί) δεξιοί και από κοντά τους νέα αστέρια του χώρου έχουν σταθερά μία θέση συνομιλητών στα πάνελ. Η ακροδεξιά έχει καθημερινά θέση στον δημόσιο διάλογο ως μία ακόμη νότα πολυφωνίας. Επειδή πλέον τα τάγματα εφόδου της ΧΑ δεν επιχειρούν, μπορούμε και συζητάμε εύκολα θέσεις για τις αμβλώσεις, τους αποκλεισμούς στην ζωή των ομόφυλων ζευγαριών, και τους πνιγμούς στο Αιγαίο σαν να μην είναι κεκτημένα στην φιλελεύθερη δημοκρατία τα ατομικά δικαιώματα (αυτοκτησίας, αυτοπροσδιορισμού και ζωής). Είναι μία ακόμα σκληρή μεν αλλά – νόμιμη - άποψη. Προσοχή, αυτές οι απόψεις δεν πρέπει ούτε να απαγορευτούν, ούτε να αποκλειστούν θεσμικά. Το ζήτημα που τίθεται είναι η επιστροφή σε έναν διάλογο που το φιλελεύθερο κεκτημένο, νόμιζε πως, είχε τελειώσει. Αυτές οι ιδέες πρέπει να υπάρχουν στον δημόσιο διάλογο και να αντιμετωπίζονται σε επίπεδο ιδεών ώστε να δείχνουν τα σαθρά τους θεμέλια.
Η δεξιά μετατόπιση
Η κανονικοποίηση της άκρας δεξιάς μαρτυρά μία μετατόπιση δεξιότερα. Μία αντίστοιχη μετατόπιση συνέβη από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, η αποκαλούμενη νεοφιλελεύθερη στροφή (ένας όρος προβληματικός, αλλά μην το συζητήσουμε εδώ), και περιέγραφε το πως όλα τα κόμματα και οι ιδέες μετατοπίστηκαν δεξιότερα προς την οικονομία της αγοράς. Πράγματι, πολλά κομμουνιστικά κόμματα μετασχηματίστηκαν σε σοσιαλδημοκρατικά, τα σοσιαλδημοκρατικά αγκάλιασαν φιλελεύθερες ιδέες και τα συντηρητικά ξέφυγαν από ένα μεικτό οικονομικό μοντέλο. Εκείνη η στροφή ήταν, φυσικά, από φιλελεύθερη άποψη, θετική.
Μία τέτοια (αρνητική) στροφή φαίνεται να συμβαίνει σήμερα, η – πολιτισμικά – δεξιά στροφή. Δηλαδή, επανέρχονται ιδέες που αμφισβητούν κεκτημένα της φιλελεύθερης δημοκρατίας, οι οποίες κινούνται στο όριο μεταξύ «παραδοσιακών αξιών» και «αυταρχισμού». Τα θεσμικά αντίβαρα αδυνατούν, ατομικά και ανθρώπινα δικαιώματα μπαίνουν στο ζύγι της λαϊκής ετυμηγορίας και οι ιδέες της ανοικτής κοινωνίας περιορίζονται. Η γενικότερη υποχώρηση του κράτους δικαίου έχει καταγραφεί σε διάφορες εκθέσεις και στοιχεία (ενδεικτικά, Varieties of Democracy).
Η πολιτική των ταυτοτήτων
Υπάρχουν καλοί και κακοί λόγοι για να χάσεις μία εκλογική αναμέτρηση. Από την μία, να χάσεις επειδή έπαιξες ένα παιχνίδι που δεν ξέρεις, από την άλλη να χάσεις επειδή έπαιξες με τα χαρτιά που είχες. Στην Δημοκρατία η δεύτερη είναι μια πιο «τίμια» ήττα. Δεν είναι σίγουρο σε ποια από τις δύο κατηγορίες ανήκει η Χάρις, ωστόσο, αν έχασε επειδή θέλησε να εκπροσωπήσει πολίτες και ομάδες χρόνια καταπιεσμένους, τότε έχασε υπερασπίζοντας μια ηθική ατζέντα. Σήμερα, έχουμε την εντύπωση πως η εποχή στην οποία άνθρωποι ζούσαν σε κοινωνικό αποκλεισμό λόγω του φύλου τους, της φυλής τους και του σεξουαλικού τους προσανατολισμού, μεταξύ άλλων, έχει παρέλθει. Αρχικά, αυτή η εντύπωση είναι αποτέλεσμα του γεγονότος πως αυτοί οι άνθρωποι βρήκαν για πρώτη φορά πολιτική εκπροσώπηση και πάλεψαν για ισότητα.
Ωστόσο, δεν είναι καθόλου σίγουρο πως η καμπάνια της Χάρις, επειδή ακριβώς ταυτίστηκε στο πρόσφατο παρελθόν με την πολιτική των ταυτοτήτων, κινήθηκε σε αυτή την κατεύθυνση. Η Χάρις από την μία εισέπραξε την κυβερνητική φθορά και από την άλλη έχασε την πρόσβαση της σε μειονοτικές ομάδες. Το γεγονός πως ο Τραμπ πήγε καλύτερα σε άνδρες Αφροαμερικανούς και Λατινοαμερικάνους ίσως φανερώνει πως τα άτομα σε αυτές τις ομάδες αντιλαμβάνονται τους εαυτούς τους περισσότερο ως μέλη της πλειοψηφίας των Αμερικανών που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες, παρά ως μειονοτικές ομάδες.
Τα ζητήματα οικονομίας
Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να είσαι κυβέρνηση και να θες να μιλήσεις σε δύο ομάδες, τους κοινωνικά αποκλεισμένους των ταυτοτήτων και τους οικονομικά αποκλεισμένους των βιομηχανικών περιοχών. Κάποιον από τους δύο θα χάσεις. Πως να μιλήσεις για ατομικά δικαιώματα σε ανθρώπους με χαμηλά εισοδήματα με έναν ιστορικά υψηλό πληθωρισμό να σε βαραίνει ως κυβέρνηση; Το μήνυμα του Σάντερς είναι πως θα έπρεπε να δοθεί περισσότερη έμφαση σε μία αριστερή οικονομική ατζέντα. Ωστόσο, δεν είναι καθόλου σίγουρο πως το να εγκαταλείψεις καταπιεσμένες μειονότητες που τα τελευταία χρόνια βρήκαν πολιτική εκπροσώπηση ήταν η καλύτερη ιδέα. Πέρα από μία καταστροφική, από οικονομική σκοπιά, αριστερή ατζέντα ελέγχου των τιμών και άλλων πολιτικών κεντρικού σχεδιασμού, το επιχείρημα πως τα μετα-υλιστικά αιτήματα καταπιεσμένων ανθρώπων είναι ήσσονος σημασίας, δεν είναι μία εύκολη και «δίκαιη» πολιτική επιλογή.
Το ενδιαφέρον φυσικά είναι πως η ατζέντα Τραμπ στην οικονομία θα έχει καταστροφικές συνέπειες αν εφαρμοστεί. Απομόνωση, περιορισμός του ελεύθερου εμπορίου και ένα δημόσιο χρέος στα ύψη θα μπορούσαν να είναι ατζέντα ριζοσπαστικής αριστεράς, εάν δεν υπήρχαν εκτεταμένες φοροελαφρύνσεις, για πλουσίους. Με άλλα λόγια, όποιος υποσχέθηκε και κατάφερε να βρει δανεικά για τέτοιους σκοπούς, είχε την συνταγή της επανεκλογής αλλά και της οικονομικής αποτυχίας.
Στα βασικά μακροοικονομικά στοιχεία, τα δύο οικονομικά σχέδια κινούνταν σε διαφορετική, αλλά οικονομικά καταστροφική κατεύθυνση. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Tax Foundation, το φορολογικό σχέδιο των Δημοκρατικών προβλεπόταν να έχει 1,7 τρις δολάρια πλεόνασμα σε βάθος δεκαετίας, αλλά συρρίκνωση της οικονομίας κατά 2%, μείωση των μισθών κατά 1,2% και απώλεια 786 χιλιάδες θέσεων εργασίας μακροχρόνια. Το φορολογικό σχέδιο των Ρεπουμπλικάνων προβλεπόταν να έχει 3 τρις δολάρια έλλειμα σε βάθος δεκαετίας, αλλά μεγέθυνση της οικονομίας κατά 0,8%, αύξηση των μισθών κατά 0,8% και δημιουργία 597 χιλιάδες θέσεων εργασίας μακροχρόνια. Η κρυφή καταστροφή στο οικονομικό σχέδιο Τραμπ βρίσκεται στην αύξηση των δασμών. Το Tax Foundation υπολογίζει ότι η αύξηση των δασμών θα αντισταθμίσει τα οφέλη της φορολογικής πολιτικής, θα αυξηθούν τις τιμές, θα μειωθεί η προσφορά αγαθών και υπηρεσιών και θα χαθούν 1,3 εκατομμύρια θέσεις εργασίας μακροχρόνια. Το έλλειμμα μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 6 τρις δολάρια σε βάθος δεκαετίας.
Η ατζέντα διακυβέρνησης Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα
Όταν μιλάμε για ακροδεξιά στις ΗΠΑ θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί. Ο Τραμπ, με τους πιο mainstream όρους πολιτικής επιστήμης, είναι ακροδεξιός, δεν χωρά αμφιβολία. Ωστόσο, ένας τέτοιος ισχυρισμός δεν μπορεί να καλύψει το σύνολο του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Τόσο σε επίπεδο στελεχών όσο και σε επίπεδο ψηφοφόρων, ένα τόσο ιστορικό και ευρύ κόμμα (σε πολιτικές και βάση) δεν μπορεί να χαρακτηριστεί στο σύνολο του ακροδεξιό, παρά την σαφή συντηρητική στροφή του. Το γεγονός πως ο Τραμπ θεωρήθηκε καταλληλότερος για να διεκδικήσει την προεδρία μπορεί να ερμηνευθεί είτε εργαλειακά στο πλαίσιο ανακατάληψης της εξουσίας από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, είτε ως σημείο ανησυχίας για την εξέλιξη του κόμματος. Πλέον δεν φαίνεται ο Τραμπ να έχει τα ισχυρά θεσμικά αντίβαρα της προηγούμενης θητείας (σύμφωνα με το PolitiFact ο Τραμπ αθέτησε πάνω από τις μισές του υποσχέσεις, γεγονός που ενδεχομένως οφείλεται σε αυτή τη θεσμική ισορροπία που τον περιόρισε), και επαφίεται στους άτυπους θεσμικούς μηχανισμούς του Ρεπουμπλικανικού κόμματος η ευχέρεια να τον περιορίσουν ή να τον αποδεσμεύσουν. Το γεγονός αυτό είναι ανησυχητικό, ειδικά μετά τις τεράστιες αδυναμίες στο εσωτερικό του κόμματος. Πλέον, ο Τραμπ γνωρίζει και τους εσωκομματικούς του αντιπάλους και έχει δηλώσει πως θα πάρει εκδίκηση από όλους. Συνεπώς, κανείς που θα επιχειρήσει να του κόψει τον δρόμο δεν μπορεί να νιώθει ασφάλεια.
Δεν είναι βέβαια καινούργιο φαινόμενο οι αδύναμοι μηχανισμοί ελέγχου των Ρεπουμπλικάνων, για την ακρίβεια είναι ένας από τους λόγους που φτάσαμε ως εδώ. Οι πολιτικοί επιστήμονες Λεβίτσκι και Ζίμπλατ στο βιβλίο τους Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες περιγράφουν ακριβώς αυτή την διάβρωση των θεσμικών διαδικασιών μέσα στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα που κατέληξε στην πρώτη υποψηφιότητα Τραμπ. Το κόμμα σταμάτησε σταδιακά να εμποδίζει ακραίες υποψηφιότητες εκ των έσω, με σκοπό την πρόσβαση ή την διατήρηση στην εξουσία. Η επιλογή λιγότερο συναινετικών υποψηφίων και η στροφή του κόμματος προς πιο ακραίες θέσεις κατέληξε στον Τραμπ, δεν επηρεάστηκε από εκείνον.
Η προστασία της ΕΕ από την πολιτική Τραμπ
Το αν οι χώρες της ΕΕ πρέπει να αναδιπλωθούν για να αντιμετωπίσουν την κυβέρνηση Τραμπ και το αν μπορούν είναι δύο διαφορετικά ερωτήματα. Σίγουρα πρέπει, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι μπορούν. Γιατί η ακροδεξιά στην Ευρώπη βρίσκεται σε έξαρση πολύ πριν την ανάδειξη Τραμπ. Ο Τραμπ δεν θα μπορούσε να επηρεάσει τόσο την Ευρωπαϊκή πολιτική αν δεν είχε ήδη συμμάχους εκ των έσω. Οι ηγέτες των αυταρχικών καθεστώτων στην Ευρώπη είναι φίλοι ή συνομιλητές του Τραμπ και οι θεσμοί της φιλελεύθερης δημοκρατίας στην ΕΕ πρέπει πρώτα να αντιμετωπίσουν την ακροδεξιά εντός των τειχών και την υποχώρηση του κράτους δικαίου.
Καταλήγοντας, ίσως η νίκη Τραμπ φανερώνει πως η φιλελεύθερη δημοκρατία παραμένει σε κρίση, οι απαντήσεις δεν είναι πειστικές και η πολιτισμικά δεξιά μετατόπιση έχει κανονικοποιήσει ακραία φαινόμενα που αμφισβητούν κεκτημένα του κράτους δικαίου. Μένει να φανεί τόσο η έκταση της μετατόπισης αυτής, όσο και πως οι πολιτικές δυνάμεις που εμφορούνται από τις ιδέες της φιλελεύθερης δημοκρατίας μπορούν άμεσα να ανταποκριθούν στα κοινωνικά και οικονομικά αιτήματα.