Πολιτικη & Οικονομια

Η ελληνική κρίση στην ατζέντα του G20 και του έκτακτου Eurogroup

Σημαντική η παρουσία της Λαγκάρντ στη συνεδρίαση της 11ης Φεβρουαρίου

Newsroom
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κρίσιμη για την Ελλάδα θα μπορούσε να αποδειχθεί η αυριανή συνάντηση του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα με την γερμανίδα καγκελάριο Μέρκελ στον Λευκό Οίκο, αφού το ελληνικό πρόβλημα και γενικά η κρίση στην Ευρωζώνη μέσω της ενότητας «για την ανάπτυξη και το διεθνές εμπόριο» είναι στην ατζέντα των αμερικανο-γερμανικών συνομιλιών. Ο Αμερικανός ηγέτης προτίθεται να εκφράσει τις θέσεις του και για τη λιτότητα, την οποία απορρίπτει ως μη επαρκές μέτρο για τη «διόρθωση» μιας οικονομίας. Την ίδια στιγμή, θεωρείται σημαντική η απόφαση της γενικής διευθύντριας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, να λάβει μέρος στη συνεδρίαση του Eurogroup, που θα πραγματοποιηθεί στις 11 Φεβρουαρίου στις Βρυξέλλες.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Μιχάλη Ιγνατίου για την εφημερίδα  «Έθνος» η κ. Λαγκάρντ θα ταξιδέψει στη βελγική πρωτεύουσα από την Κωνσταντινούπολη, όπου αναμένεται να συζητηθεί και εκεί η οικονομική κρίση στο πλαίσιο της συνάντησης του G20, πάντα με κεντρικό θέμα την ανάπτυξη. Στην Ουάσιγκτον δεν αποκλείουν συνάντηση της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ με τον Γιάνη Βαρουφάκη, στην περίπτωση που ο τελευταίος εκφράσει τη διάθεση να ενημερώσει την κ. Λαγκάρντ για τις τελικές αποφάσεις της ελληνικής κυβέρνησης.

Ως γνωστόν, η Αθήνα επιθυμεί να τερματίσει τη συνεργασία και τη λειτουργία της τρόικας, που είναι ταυτισμένη με την εξαθλίωση του ελληνικού λαού, αλλά μερικά από τα στελέχη της κυβέρνησης αισθάνονται ότι σε κάποια κρίσιμα θέματα, όπως το «κούρεμα» του χρέους και η πάταξη της φοροδιαφυγής, το ΔΝΤ θα μπορούσε να αποδειχθεί ένας πολύτιμος σύμμαχος.

Οι οικονομικοί σύμβουλοι του Ομπάμα  πιστεύουν ότι η μικρή Ελλάδα και η εξίσου μικρή (σε όγκο) οικονομία της επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την οικονομία της Ευρωζώνης, και λόγω αυτού θα μπορούσε να προκληθεί ζημία στην αμερικανική και την παγκόσμια οικονομία.

Η αναφορά στο θέμα του εκπροσώπου του Λευκού Οίκου ήταν σαφής και αποτελεί το κεντρικό συμπέρασμα των οικονομολόγων, όπως παρουσιάστηκε στον πρόεδρο Ομπάμα. Η θέση αυτή θα εκφραστεί και αύριο από τον Αμερικανό ηγέτη στη συνομιλία του με την κ. Μέρκελ και ουσιαστικά πρόκειται για το κεντρικό σύνθημα του κ. Ομπάμα τα τελευταία έξι χρόνια. Υποστηρίζει ανεπιφύλακτα την ανάπτυξη και πιστεύει ότι η λιτότητα δεν είναι λύση, αλλά άδικη τιμωρία των πολιτών και στη συγκεκριμένη περίπτωση του ελληνικού λαού.

Ενα βασικό ερώτημα που τίθεται είναι γιατί ο Αμερικανός πρόεδρος επέλεξε τη φραστική μετωπική σύγκρουση με την κ. Μέρκελ, η οποία του ζήτησε να τηρήσει τους διπλωματικούς όρους και πρακτικές και να μην εμπλέκεται στις εσωτερικές υποθέσεις της Ευρώπης.

Σε αυτήν την υπενθύμιση οφείλεται η μερική αναδίπλωση του Λευκού Οίκου σε ό,τι αφορά την αρχική δήλωση του κ. Ομπάμα. Ο τελευταίος παρουσιάζεται «έντονα αγχωμένος» για τις αντοχές της αμερικανικής οικονομίας και πιστεύει ότι η οικονομική κρίση στην Ευρώπη κράτησε αρκετά και πρέπει να αλλάξει αμέσως η πολιτική της λιτότητας, με ενέργειες που θα οδηγούν στην ανάπτυξη. Ενώ το μήνυμά του προς τον ελληνικό λαό δεν αλλάζει και εννοεί μέχρι και την τελευταία λέξη όσα είπε και τα οποία εκφράστηκαν μέσω της συνέντευξης στο CNN, τονίστηκε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι αποτελεί στρατηγικό συμφέρον για τις ΗΠΑ η συνεννόηση μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων της, τους Ευρωπαίους και το ΔΝΤ. Οι Αμερικανοί ζητούν επιτακτικά από τα ενδιαφερόμενα μέρη να βρουν λύση το συντομότερο δυνατόν.

Την περασμένη Τετάρτη, στη διάρκεια κλειστής ενημέρωσης για την επίσκεψη του αντιπροέδρου Μπάιντεν στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, αξιωματούχος του Λευκού Οίκου «διόρθωσε» τις εντυπώσεις όσον αφορά την αμερικανική θέση έναντι της Ελλάδας: «Υποστηρίζουμε», είπε, «τις προσπάθειες της Ευρώπης να τονώσει την ανάκαμψή της. Στην περίπτωση της Ελλάδας πιστεύουμε ότι είναι πολύ σημαντικό να συνεργαστεί η ελληνική κυβέρνηση με τους Ευρωπαίους εταίρους της και το ΔΝΤ. Αυτήν τη συμβουλή της δώσαμε και ελπίζουμε ότι οι συνομιλίες εξελίσσονται τώρα με πνεύμα συνεργασίας και αμοιβαίας κατανόησης. Είμαστε υπέρ μιας ισχυρής Ευρώπης με ένα ισχυρό ευρώ και υπέρ της ακεραιότητας της Ευρωζώνης».

Η δήλωση αποτελεί κατεύθυνση για όλους τους Αμερικανούς αξιωματούχους που ασχολούνται με την Ελλάδα και γενικότερα την Ευρωζώνη. Και επειδή αμφισβητήθηκε αυτή η τοποθέτηση, ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα επανέλαβε τη δήλωση τονίζοντας επίσης την αναγνώριση των θυσιών του ελληνικού λαού, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα τη θέση της Αμερικής ότι «η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει τις διοικητικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να ασκεί συνετή δημοσιονομική πολιτική». Ο Ντ. Πιρς εξέφρασε και την άποψη που μοιράστηκαν με τους συνομιλητές τους τα μέλη της αμερικανικής αποστολής ότι «κατά την άποψη των ΗΠΑ η Ελλάδα πρέπει να πραγματοποιεί μεταρρυθμίσεις που την καθιστούν πιο ελκυστική σε ξένες επενδύσεις, ώστε η χώρα να μπορεί να τηρήσει τις διεθνείς υποχρεώσεις της και να επανέλθει στην ευημερία».

Ο πρόεδρος Ομπάμα θα ασκήσει πίεση ώστε να αποφευχθεί επιδείνωση της ευρωπαϊκής κρίσης, την οποία οι Αμερικανοί θεωρούν πιθανή και βεβαίως «τη φοβούνται». Αναμένεται, δε, να κινηθεί «προστατευτικά» προς τον ελληνικό λαό.

«Το Πρόγραμμα υπάρχει και "τρέχει". Είναι επιλογή της Ελλάδας η τήρησή του ή όχι», είπε στο «Έθνος» πηγή στην Ουάσιγκτον. Επανέλαβε πως αν η κυβέρνηση Τσίπρα επιθυμεί να απεγκλωβιστεί από το Πρόγραμμα «είναι το πιο εύκολο πράγμα, αρκεί μία επιστολή». Οπως εισέρχεται κανείς στο Ταμείο, τόνισε η πηγή, έτσι και εξέρχεται. Με ένα γραπτό αίτημα.

Στο Ταμείο πιστεύουν ότι η σημερινή κυβέρνηση, όπως και η προηγούμενη, βιάζεται. Εισηγούνται στον κ. Τσίπρα ότι πρέπει να επιλέξει τη συνέχιση της υλοποίησης του Προγράμματος και όταν σταθεροποιηθεί η οικονομία και επιτευχθεί η προστασία της από τους κερδοσκόπους, να επιλέξει το δίχτυ ασφαλείας που παρέχουν οι δανειστές και το οποίο εμπιστεύονται οι αγορές.

Στην πραγματικότητα οι δανειστές -τουλάχιστον από την πλευρά του ΔΝΤ- επιμένουν στην προηγούμενη «γραμμή» τήρησης των συμφωνιών που υπέγραψε ο κ. Παπανδρέου εκ μέρους του ελληνικού κράτους, το 2010. Στην ουσία δεν δείχνουν κανέναν σεβασμό για την ετυμηγορία του ελληνικού λαού, ούτε και για το μήνυμα των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου.