Πολιτικη & Οικονομια

O Nτόναλντ και οι άλλοι

Σε τι μοιάζει και σε τι διαφέρει the Donald από τους προηγούμενους Αμερικανούς προέδρους

Σώτη Τριανταφύλλου
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD

Εκλογές ΗΠΑ 2024: Η Σώτη Τριανταφύλλου αναλύει τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ και τι σηματοδοτεί.

Είναι ο Ντόναλντ διαφορετικός από κάθε άλλο Αμερικανό πρόεδρο; Πράγματι, κανείς Αμερικανός πρόεδρος δεν εκφραζόταν όπως εκφράζεται ο Ντόναλντ Τραμπ: γι’ αυτό η συμπεριφορά του, το trumpspeak, προξενεί σε πολλούς ανθρώπους κατάπληξη και φρίκη. Όμως, έχουν προηγηθεί πολλοί φαιδροί αξιωματούχοι, κυρίως τοπικοί ή πολιτειακοί, που συνδυάζοντας κοινωνική απαιδευσία με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και με το άξεστο ύφος του παροιμιώδους επαρχιώτη Αμερικανού, επιδείνωναν την πολυδιάσπαση της αμερικανικής κοινωνίας. Ο Ντόναλντ μετέφερε τα εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά και τις πικρές ιδεολογικές συγκρούσεις στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο: χρησιμοποίησε ασύστολα την ψευδολογία, την τερατολογία και τις προσωπικές επιθέσεις όχι μόνο στους αντιπάλους του αλλά σε οποιονδήποτε διαφωνούσε μαζί του.

Το απύλωτο στόμα του κ. Τραμπ είναι στοιχείο της επιτυχίας του: «Πες τα, μεγάλε!» Ένα άλλο στοιχείο είναι το ότι σοκάρει τόσο πολύ τους Δημοκρατικούς ώστε βάλθηκαν να τον κυνηγάνε για πταίσματα: εκτός από την ενθάρρυνση της εισβολής στο Καπιτώλιο, τα αδικήματα για τα οποία έχει κατηγορηθεί ο Ντόναλντ είναι εντελώς αδιάφορα για το ευρύ κοινό —κι όσο για το δικό του κοινό, μια οριακή πλειοψηφία, επικροτεί ό,τι κάνει ακόμα κι αν είναι εξω- ή αντι-θεσμικό· ιδιαίτερα αν είναι εξω- και αντι-θεσμικό. Γι’ αυτούς, το Δημοκρατικό κόμμα εκπροσωπεί το διεφθαρμένο και μαλθακό Κατεστημένο, ενώ οι Ρεπουμπλικανοί όπως έχουν διαμορφωθεί επί Ντόναλντ εκπροσωπούν τον έντιμο, φιλόπονο και πατριώτη λαό — ο οποίος μετατρέπει σε αξία το μίσος των Δημοκρατικών για τον ήρωά του.

Στην πραγματικότητα, η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ είναι μια άρνηση, μια ήττα των πεποιθήσεων και της πρακτικής του Δημοκρατικού Κόμματος όπως έχει εξελιχθεί τα τελευταία τριάντα χρόνια. Κατά κάποιον τρόπο, οι Δημοκρατικοί με τις ιδεολογικές, γλωσσικές και θεσμικές τους ιδιοτροπίες —την πολιτική ορθότητα, την woke κουλτούρα, την κριτική θεωρία του φύλου και της φυλής, την πολιτική του εθελοτυφλία— ευνόησαν μια συντηρητική εξέγερση· συντηρητική υπό την έννοια των οικογενειακών και χριστιανικών αξιών. Είναι δύσκολο να ρίξει κανείς το φταίξιμο για την οπισθοδρόμηση σ’ αυτή τη «συντηρητική» πλειοψηφία, που παρέμεινε σιωπηλή μέχρις ότου βρήκε το κατάλληλο πρόσωπο για να της δώσει φωνή. Έτσι, πολλά από τα δικαιώματα και τα βήματα προόδου που κατακτήθηκαν από τη δεκαετία του 1960 φαίνονται σήμερα εύθραυστα: καθώς η σιωπηλή πλειοψηφία τα είχε αποδεχθεί δυσανασχετώντας, τώρα εξεγείρεται εναντίον τους και εναντίον όσων τα προώθησαν. Και απαιτεί την επιστροφή σε ένα παλιότερο status quo: υπεροχή των λευκών, σαφή διαχωρισμό των δύο φύλων, οικονομική και κοινωνική επιτυχία μέσω σκληρής δουλειάς χωρίς βοήθεια από το σύστημα. Oι Ρεπουμπλικανοί ανασύρουν πολλές ιδέες από την αμερικανική παράδοση που έχουν γίνει κατά καιρούς αντικείμενο δημόσιας διαμάχης: 1) την απαίτηση για «μικρή και μακρινή» κεντρική κυβέρνηση που δεν θα αφαιρεί την εξουσία από τις πολιτείες 2) την απόλυτη επιχειρηματική ελευθερία χωρίς ρυθμίσεις (αποτέλεσμα της «μικρής» ομοσπονδιακής κυβέρνησης) 3) την απομάκρυνση των Ηνωμένων Πολιτειών από όλες τις εστίες ανάφλεξης στον κόσμο 4) τον οικονομικό προστατευτισμό 5) το κλείσιμο των συνόρων 6) την εφαρμογή των χρηστών ηθών (ομαδική προσευχή στο σχολείο, απαγόρευση των αμβλώσεων, κάθαρση σχολικών βιβλιοθηκών από βιβλία που προκαλούν «έκλυση των ηθών» 7) την ακύρωση όλων των περιορισμών για την προστασία του περιβάλλοντος 8) τον τερματισμό κάθε διαλόγου σχετικά με την οπλοκατοχή. Είναι πολλές οι αντιφάσεις των Ρεπουμπλικανών: για παράδειγμα, καταφέρνουν να συνδυάζουν την ιδέα της «μικρής και μακρινής» κεντρικής κυβέρνησης με την επιβολή χριστιανικών αξιών στον ιδιωτικό χώρο των πολιτών, καθώς και την πλήρη επιχειρηματική ελευθερία με την κατάργηση του ελεύθερου εμπορίου. Αλλά, είναι δύσκολο να συνεννοηθεί κανείς με τους Ρεπουμπλικανούς, ιδιαίτερα αν είναι οπαδοί του Ντόναλντ Τραμπ —δεν υπονοώ ότι είναι εύκολο να συνεννοηθεί κανείς με τους Δημοκρατικούς· δεν είναι. Πάντως, στο πέρασμα του χρόνου, οι τραμπικοί έχουν σφυρηλατήσει ένα είδος συλλογικού χαρακτήρα που προσιδιάζει στην καρικατούρα του Ugly American: οι περισσότεροι είναι αστοιχείωτοι, πιστεύουν σε απλοϊκές εθνικιστικές και νατιβιστικές ιδέες (λευκή υπεροχή, δικαίωμα του εδάφους, αμερικανικό εξαιρετισμό, αμερικανική πρωτοκαθεδρία και ανωτερότητα) και είναι πολύ θυμωμένοι περισσότερο για καταστάσεις που φαντάζονται ή που φοβούνται παρά για καταστάσεις που υπάρχουν πραγματικά. Οπωσδήποτε, ο θυμός οφείλεται στη δημογραφική αλλοίωση υπέρ των «εγχρώμων», στις μαζικές εισαγωγές κινεζικών προϊόντων και σε μια σειρά θέσεων της αριστεράς που έχουν εντείνει τον πολιτιστικό πόλεμο στις ΗΠΑ: αυτά υπάρχουν πραγματικά.

Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει μόνο ένα χάρισμα: εκείνο που κάνει μερικούς ηγέτες —αριστερούς και δεξιούς— να συνάπτουν στενή σχέση με τους οπαδούς τους και να συνδιαλέγονται με έναν όχλο που ζητωκραυγάζει. Όμως, δεν μπορεί να συγκριθεί με κανέναν προηγούμενο πρόεδρο: ο Ρόναλντ Ρέιγκαν ήταν ηθοποιός σε B movies, αλλά τα B movies απέχουν από τα reality shows· και παρότι οι εχθροί του Χάρι Τρούμαν τον χαρακτήριζαν «αποτυχημένο ψιλικατζή», ο Χάρι  έγραψε ιστορία. Όλοι οι πρόεδροι είχαν εμπειρία δημόσιας υπηρεσίας ή πολιτικού αξιώματος· και παρότι, όπως είπα, δεν έλειπαν ποτέ οι «γραφικοί», ο αμερικανικός λαός είχε πάντοτε προτίμηση σε πολιτικούς που έμοιαζαν είτε με κληρικούς είτε με νεκροθάφτες. Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι μια απόκλιση από τα ιδανικά των ιδρυτών της δημοκρατικής απλότητας: οι Πατέρες του Έθνους ήταν ενήλικοι, λιτοδίαιτοι, «πνευματικοί»· ο Ντόναλντ είναι παραδόπιστος, επιδειξιομανής και δεν έχει καμία σχέση με το «πνεύμα»· είναι χυδαίος υλιστής χωρίς θρησκευτική πίστη. Πολλές από τις στάσεις και τις ενέργειές του είναι αφόρητα συμβατικές: η αμερικανική εξαιρετικότητα που προβάλλει (Make America Great Again) είναι παλιά ιδέα όπως και το ότι οι ΗΠΑ πρέπει να κυβερνώνται σαν επιχείρηση. Σαν τον Κάλβιν Κούλιτζ πριν από αυτόν, ο Ντόναλντ πιστεύει ότι μια υγιής οικονομία της αγοράς είναι εγγυητής της ευημερίας· θεωρεί «σοσιαλιστικό» οποιονδήποτε περιορισμό του κέρδους, είτε με ρυθμίσεις, είτε με φορολόγηση —ακριβώς όπως στη δεκαετία του 1930 οι Ρεπουμπλικανοί και πολλοί Δημοκρατικοί (ο Al Smith λόγου χάρη) θεωρούσαν «μπολσεβικισμό» το New Deal.

Η ταραχώδης προσωπικότητα του κ. Τραμπ είναι πρωτοφανής, αλλά ο Θίοντορ Ρούσβελτ και ο Άντρου Τζάκσον —με τον οποίον, με τις λιγοστές γνώσεις που έχει, ταυτίζεται ο Ντόναλντ— δεν ήσαν λιγότερο παρορμητικοί. Πράγματι, έχει κάποιες ομοιότητες με τον Τζάκσον —αν μπορεί να συγκριθεί ένας άνθρωπος του 21ου αιώνα με έναν άνθρωπο του 19ου: ο Τζάκσον ήταν αυταρχικός δημαγωγός που εξύμνησε τον common man απορρίπτοντας τις ελίτ, συνέτριψε την αντιπολίτευση, απομάκρυνε βιαίως τους Ινδιάνους με σκοπό τον διαχωρισμό των ιθαγενών από τους λευκούς. Ωστόσο, νομίζω ότι αυτό που ενέπνευσε τον Τραμπ ήταν η απόφαση της κυβέρνησης Ομπάμα να αφαιρέσει το πορτρέτο του Τζάκσον από το χαρτονόμισμα των 20 δολαρίων και να το αντικαταστήσει με εκείνο της μαύρης αγωνίστριας Χάριετ Τάμπμαν. Υπερβολικά συμβολική χειρονομία που ερμηνεύτηκε, όχι αδίκως, «Φύγε εσύ, έλα εσύ».

Μένει να δούμε πώς θα εξελιχθεί ο Ντόναλντ Τραμπ στη δεύτερη προεδρία του: η αγάπη του για τα φώτα της δημοσιότητας και για τη μουσική της δικής του φωνής, το φτωχικό του λεξιλόγιο και η όλη παρουσία του, απεχθής για πολλούς, είναι η μια πλευρά της τετραετίας που θα ακολουθήσει. Η άλλη πλευρά είναι η πολιτική αυτή καθαυτή, οι αποφάσεις που θα λάβει για τις ΗΠΑ και για τις σχέσεις τους με τον υπόλοιπο κόσμο.