Πολιτικη & Οικονομια

Ελληνοτουρκικά: Ήρεμα νερά και τρικυμία εν κρανίω

O πατριδοκάπηλος συρφετός τρέφεται μόνο από την σύγκρουση και απαντά με δήθεν πολεμικές κραυγές, διότι δεν έχει κάτι άλλο να συνεισφέρει.

Λεωνίδας Καστανάς
ΤΕΥΧΟΣ 933
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ελληνοτουρκικά: H πολιτική διαλόγου με την Τουρκία και η πατριδοκαπηλία 

Από πότε είναι κακό να συζητάμε με τους γείτονες; Από πότε είναι προς αποφυγήν τα ήρεμα νερά μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας; Και γιατί ο διάλογος συνεπάγεται ενδοτισμό, παραχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων και μαγειρέματα που βλάπτουν τα συμφέροντα της χώρας; Ενώ, αντιθέτως, είναι γόνιμες και πατριωτικές οι πολυδάπανες αναχαιτήσεις, οι εικονικές αερομαχίες, οι έξοδοι πολεμικών πλοίων κάθε τόσο στο Αιγαίο και οι ανταλλαγές απειλών μεταξύ των δύο πλευρών; «Θα έρθουμε ένα βράδυ, γκιαούρηδες» από τη μια, «ελάτε, μπουνταλάδες, να δείτε τι θα πάθετε» από την άλλη. Και γιατί όχι εντέλει ένα αιματηρό θερμό επεισόδιο; 

Ελληνοτουρκικά: Διάλογος ή σύγκρουση

Εκτός κι αν όλα όσα λέγονται διά στόματος Αντώνη Σαμαρά ότι «μαγειρεύονται λύσεις άδικες και καταστροφικές σε βάρος της Κύπρου και της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο» είναι απλώς αντιπολιτευτικές τροχιοδεικτικές βολές. Ως πρώην πρωθυπουργός και «ειδικός» επί των εθνικών θεμάτων, αναλαμβάνει να τεθεί επικεφαλής του ακροδεξιού χώρου εναντίον της κυβέρνησης, με σημαία, τι άλλο, την ελληνοτουρκική διένεξη. Την προηγούμενη φορά που αποπειράθηκε να ρίξει μια κυβέρνηση Μητσοτάκη με σημαία το «Μακεδονικό» τα κατάφερε. Γιατί όχι και τώρα; Μόνο που τώρα είναι αλλιώς. Ο αντίπαλος είναι ισχυρός και το ξέρει. Αλλά το προσπαθεί. Εμμονή; 

Γενικώς για το πολιτικό μας σύστημα, ο διάλογος μεταξύ αντίθετων πλευρών δεν είναι δείγμα πολιτικού πολιτισμού, αλλά προδοσία και συναλλαγή. Πόσο μάλλον όταν συζητούν εκπρόσωποι αντίπαλων χωρών. Και αυτό διότι το ήπιο κλίμα δεν συνάδει με τις εύκολες εθνικιστικές κορόνες και τα αναθέματα. Αντιθέτως, απαιτεί διπλωματική ικανότητα, ευελιξία, βαθιά γνώση του αντικειμένου, επιχειρήματα και υπομονή. Από την άλλη, ο πατριδοκάπηλος συρφετός τρέφεται μόνο από την σύγκρουση και απαντά με δήθεν πολεμικές κραυγές, διότι δεν έχει κάτι άλλο να συνεισφέρει. Έτσι όμως απαγορεύει στην Ελλάδα να διεκδικήσει τα όποια δικαιώματα έχει. Γιατί από αυτό αντλεί το πολιτικό του οξυγόνο. Και φυσικά κάνει ταμείο στις εθνικές εκλογές. Με δυο λόγια, αν κάποιοι δεν θέλουν με τίποτα να λυθεί η ελληνοτουρκική διένεξη, αυτοί είναι οι πατριδέμποροι.

Οι Έλληνες διπλωμάτες ούτε άπειροι είναι ούτε εύπιστοι ούτε ηλίθιοι, και προφανώς θα έχουν αυστηρές και συγκεκριμένες οδηγίες από την πολιτική ηγεσία. Αλλά οι διαφορές μάλλον είναι αγεφύρωτες. Η Ελλάδα συζητά μόνο ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα, ενώ η Τουρκία προσθέτει και το εύρος του εθνικού εναέριου χώρου και των εθνικών χωρικών υδάτων, την αποστρατικοποίηση νησιών ανατολικού Αιγαίου και την κυριαρχία επί κάποιων βραχονησίδων. Η Ελλάδα δεν συζητά το εύρος των χωρικών της υδάτων και το δικαίωμα της επέκτασης από τα 6 στα 12 μίλια, έτσι η συζήτηση τελειώνει πριν καν ξεκινήσει. Εκτός αν για όλα αυτά αποφασίσει κάποιο διεθνές δικαστήριο, οπότε θα είναι και τα δύο μέρη υποχρεωμένα να δεχτούν την απόφαση. Τι θα μείνει μάλλον απ’ όλα αυτά; Τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης σε επίπεδο υπουργείων Εθνικής Άμυνας, οι ανταλλαγές επισκέψεων και οι ατέρμονες συζητήσεις. Δηλαδή τα ήρεμα νερά. Ότι δεν είμαστε υποχρεωμένοι να «κοιμόμαστε» και με τα δύο μάτια ανοιχτά. Δεν είναι και λίγα. 

Φυσικά, με την Τουρκία απέναντι ποτέ δεν θα κοιμηθούμε αμέριμνοι. Το ένα μάτι τουλάχιστον πρέπει να είναι πάντα ανοιχτό και οι εξοπλισμοί αδιάκοποι. Η Τουρκία του Ερντογάν δεν θα πάψει ποτέ να μας απειλεί και τα ήρεμα νερά θα διαδέχονται οι τρικυμίες. Και δώσ’ του γκρίζες ζώνες και γαλάζιες πατρίδες και απειλές, γιατί αυτό θρέφει το ντεμέκ «δημοκρατικό» καθεστώς της. Και δεν είναι μόνο επιλογή του Ερντογάν, κάτι που θα σήμαινε ότι μπορεί να αλλάξει όταν αυτός αποχωρήσει. Είναι αποτέλεσμα της ιδεολογίας σύσσωμου του πολιτικού της συστήματος. Η Τουρκία είναι ακόμα βαθιά Ανατολή, παρ’ όλη την οικονομική της ανάπτυξη. Και η Ανατολή βρίσκεται σε πόλεμο κανονικό με τη Δύση. 

Την εποχή αυτή τα μέτωπα του πολέμου Δύσης - Ανατολής είναι δύο. Η Ουκρανία και το Ισραήλ. Και στα δύο η Τουρκία έχει συνταχθεί με τους επιτιθέμενους, με τους πολεμοχαρείς και τους φασίστες. Η Τουρκία δεν είναι ευρωπαϊκή ή δυτική χώρα, όσο κι αν προσπαθούν να μας πείσουν για το αντίθετο διάφοροι ευρωπαϊκοί και νατοϊκοί κύκλοι. Αλλά και οι εγχώριοι ρωσόφιλοι και ισλαμολάγνοι. Το πολιτικό της σύστημα θρέφεται από την ελληνοτουρκική διένεξη, διότι έτσι προβάλλεται η Τουρκία ευρύτερα ως απειλή κατά της Δύσης. Και αυτό την καταξιώνει ως μία ακόμη αιχμή του δόρατος του ανατολικού συνασπισμού Κίνας, Β. Κορέας, Ρωσίας, Ιράν κλπ. Φυσικά, αν κάποια στιγμή αλλάξουν τα πράγματα και όλοι αυτοί κρίνουν ότι πρέπει να ανοίξει ένα ακόμα μέτωπο, μια σύρραξη με την Ελλάδα δεν είναι καθόλου απίθανη. 

Ευτυχώς ή δυστυχώς, η Ιστορία δεν τελείωσε επειδή έπεσε το Τείχος του Βερολίνου. Τα νοητά τείχη, αντιθέτως, πολλαπλασιάστηκαν και κατά συνέπεια παρήχθησαν νέες ασσυμετρίες που προκαλούν συγκρούσεις και εχθροπάθειες. Και γι’ αυτό οι ειρηνόφιλες δυτικές δυνάμεις δεν θα πάψουν να εξοπλίζονται και να προετοιμάζονται. Αλλά και να επιδιώκουν αδιάκοπα την ειρήνη, όπως εμείς εδώ τα ήρεμα νερά. Φυσικά και δεν θα πάμε για πόλεμο επειδή το θέλουν οι πατριδοκάπηλοι. 

Οι δημοκρατικές δυνάμεις έχουν υποχρέωση να απομονώσουν με τον πιο κάθετο τρόπο τους δήθεν ευαίσθητους εμπόρους του πολέμου. Με όποιο προσωπείο κι αν πολιτεύονται. Αλλά αυτό θέλει επιμονή και έντονη, συνεχή παρουσία στο μέτωπο. Και η κυβέρνηση οφείλει να το κρατάει ανοιχτό, παρά την ιδεολογική της συγγένεια με τους νατιβιστές. Και γι’ αυτό θα χαιρετίσω από εδώ την αναφορά του πρωθυπουργού σε «πατριώτες της φακής». Αν και τι χρωστάει αυτό το πολύτιμο όσπριο; Που, εκτός των άλλων, είναι και πλούσιο σε σίδηρο. Ενώ οι «πατριώτες» απλώς χάρτινοι.