Πολιτικη & Οικονομια

Εκλογές ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ: Οι χαμένοι και οι κρυφοί κερδισμένοι

Βιώνουμε την ευθυγράμμιση των αντιδραστικών δυνάμεων που αρνούνται την πολιτική ανανέωση σε όλους τους πολιτικούς χώρους του δημοκρατικού τόξου

Νίκος Γεωργιάδης
ΤΕΥΧΟΣ 931
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Τα μεσάνυχτα της Κυριακής που μας πέρασε, φαντάζομαι τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ξεσπάει σε ένα μακρόσυρτο γέλιο. Ήταν σαφές πλέον πως ήταν ο μεγάλος νικητής της βραδιάς. Οι αριθμοί είχαν μιλήσει για το δίδυμο που θα αναμετριόταν την επομένη Κυριακή. Έμενε να αποκωδικοποιηθεί και ο χρησμός της αδελφής του, της Ντόρας, για εκείνο το «πάρτι» που θα έστηνε ο πρωθυπουργός μετά την ολοκλήρωση της εσωκομματικής διαδικασίας στο ΠΑΣΟΚ. Ναι, γιατί ο αδιαμφισβήτητος νικητής στις κάλπες που έστησε η Χαριλάου Τρικούπη ήταν ο πρωθυπουργός. Δεν ήταν ούτε ο Ανδρουλάκης ούτε ο Δούκας.

Ο μεγάλος ηττημένος, ωστόσο, ήταν ο περιβόητος, ο ακριβοθώρητος, ο μονίμως απών μ.Σ. (μετά Σημίτη) πολιτικός εκσυγχρονισμός της ελληνικής Κεντροαριστεράς. Λίγο πάνω από το  70% των συμμετεχόντων στη διαδικασία, δηλαδή η ισοπεδωτική πλειοψηφία, κατέδειξε πως δεν θα πρόκρινε λύσεις που θα δέσμευαν την Κεντροαριστερά σε μοντέλα τα οποία οδήγησαν, στο πρόσφατο παρελθόν, στη ρευστοποίηση του πολιτικού σκηνικού. Από αυτό το 70% πάνω από τους μισούς, κυρίως στα αστικά κέντρα, δεν πρόκριναν τον σημερινό δήμαρχο Αθηναίων. Η Α΄ Αθήνας, η οποία και τον είχε αναδείξει σε δήμαρχο, αρνήθηκε να τον καταξιώσει με την ψήφο της και να τον προτείνει για αρχηγό του ΠΑΣΟΚ. Τον Νίκο Ανδρουλάκη ανέδειξε η ελληνική περιφέρεια, η οποία ανέκαθεν ψηφίζει με συντηρητικότερα κριτήρια. 

Στην ομάδα των «87», οι υπό προθεσμία και έως τις εσωκομματικές εκλογές πλειοψηφία στην Κεντρική Επιτροπή, βεβαίως και χειροκρότησε. Έχουν πιστέψει βαθιά μέσα τους το γνωστό παραμύθι, που τόσο ωραία τους διηγείται εδώ και εβδομάδες ο Κώστας Ζαχαριάδης, όπου κι αν βρεθεί, περί μελλοντικής συνεργασίας μεταξύ της παράταξης των «Τσιπραίων» με τη νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ υπό τη στιβαρή καθοδήγηση του Αλέξη και με frontman τον Δούκα, αλλά αυτά είναι αστειάκια που αφηγούνται τα παιδιά για επαφές τρίτου τύπου, όπως το περίφημο ραντεβού των Δούκα - Παπανδρέου στο Παρίσι. Ο Κώστας Ζαχαριάδης φέρεται να ανέλαβε αυτήν την περίεργη «εργολαβία», δηλαδή την ανάδειξη του Αλέξη σε κεντρικό πρόσωπο της ελληνικής Κεντροαριστεράς, αυτής τέλος πάντων που αρέσκεται να αυτοαποκαλείται Κεντροαριστερά, ήδη από την περίοδο των τελευταίων Δημοτικών Εκλογών.

Το στήσιμο του «Ιδρύματος Τσίπρα» ήταν μέρος του σχεδίου. Ήταν λοιπόν ενδεικτικές οι παρουσίες στην «ιδρυτική πράξη» του συγκεκριμένου ιδρύματος. Ο Δούκας ήταν εκεί. Η «Ομάδα Τσίπρα» επίσης. Όμως μόνον τα υλικά δεν φτάνουν για να φουσκώσει το ζυμάρι. Χρειάζεται και η μαεστρία του ζαχαροπλάστη.

Ο Χάρης Δούκας μόλις που τα κατάφερε να αναδειχθεί αντίπαλος του Νίκου Ανδρουλάκη για τον Β' Γύρο. Αισθάνθηκε για τα καλά το χνότο του Παύλου Γερουλάνου στον σβέρκο του και την αναπνοή της Άννας Διαμαντοπούλου σε κάποια απόσταση. Πιθανόν να γνώριζε εξ αρχής, αν διέθετε κάποιες πιο αξιόπιστες μετρήσεις από εκείνες που εμφανίζονταν κατά καιρούς, ή έστω είχε «μυριστεί» τις διαθέσεις των ψηφοφόρων, πως ο βασικός αντίπαλός του στους προκριματικούς θα ήταν ο Γερουλάνος, οπότε κάθε αφαίρεση ψήφου από αυτόν θα ήταν «έργον θεάρεστον». Αν δεν γνώριζε, τότε ο ρόλος για τον οποίο κάποιοι τον προορίζουν μάλλον θα είναι δύσκολος για τα μέτρα του και την πολιτική του κουλτούρα. Είναι πράγματι δυσεξήγητο το πώς οι Αθηναίοι γύρισαν την πλάτη στον δήμαρχό τους μέσα σε ένα εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα. Το ένα τρίτο των ψηφοφόρων της περασμένης Κυριακή, δηλαδή πάνω από 95.000 πολίτες, ψήφισαν εντός Αττικής. Ο Χάρης Δούκας δεν τους έπεισε. Ούτε καν τους προσέγγισε.

Αν τα συμπτώματα είναι όσα προαναφέρθηκαν, η διάγνωση είναι ακόμη πιο αποκαρδιωτική. Είναι φανερό –ήταν και το προηγούμενο χρονικό διάστημα, αλλά πάντα η ελπίδα πεθαίνει τελευταία– πως το ΠΑΣΟΚ εδώ και καιρό και ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη από την επαύριον της εκλογής του είχαν συμπληρώσει τον κύκλο εκείνο που καθιστά κάποιους πολιτικούς σχηματισμούς αναγκαίους ή έστω χρήσιμους. Αυτή η αίσθηση του «πεπερασμένου», όταν δηλαδή το ίδιο το πολιτικό προϊόν δεν πείθει ούτε τον καθημερινό ιδεολογικό καταναλωτή του πως προσφέρει κάτι σημαντικά χρήσιμο, αυτή λοιπόν η αίσθηση που έχει κυριαρχήσει σε πολυπλοκότερους και εμπειρότερους ιστορικά χώρους, όπως η Γαλλία και η Γερμανία, φαίνεται να έχει καλύψει για τα καλά τον χώρο στα αριστερά του μοντέλου που εκφράζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Σε αυτήν τη χρονική στιγμή όπου καταγράφεται η ραγδαία αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ και η πεισματική άρνηση άμεσου εκσυγχρονισμού, ανανέωσης και ποσοτικής επέκτασης του εύρους επιρροής του ΠΑΣΟΚ, έρχεται κι άλλο ένα ιδεολογικό λάκτισμα από τα υπερδεξιά, αλλά με παρελθοντικά χαρακτηριστικά, με φορείς, ποιους άλλους, τους Καραμανλή - Σαμαρά. Δηλαδή το φθινόπωρο του 2024 εμφανίζονται να απορρίπτουν την πολιτική ανανέωση του τόπου οι πολιτικοί ταγοί της Υπερδεξιάς, οι ιδεολογικοί «καθηλωτές» της Κεντροαριστεράς και βεβαίως οι επικίνδυνα αποτυχημένοι «αλχημιστές» της ιστορίας που συγκατοίκησαν στον ΣΥΡΙΖΑ.

Η συγκυριακή αυτή ευθυγράμμιση της παλαιοπολιτικής νομενκλατούρας οδηγεί αναπόφευκτα σε ένα και μόνο συμπέρασμα. Νομοτελειακά οδηγείται ο τόπος στη δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για την εγκατάσταση στο πολιτικό σκηνικό με κυρίαρχη θέση της Ακροδεξιάς, της οποίας το ιδεολογικό εύρος και τα πολιτικά σύνορα καθορίζονται αυτή τη χρονική περίοδο. Συγκεκριμένο ρόλο σε αυτή την οργάνωση της πολιτικής εκτροπής με κοινοβουλευτικό μανδύα και ιδεολογικό όχημα έναν απεριόριστο λαϊκισμό διαδραματίζουν συγκεκριμένα συμφέροντα και φιλόδοξοι ολιγάρχες, οι οποίοι απορρίπτουν τη μέθοδο που «μοιράζεται η πίτα» υπό τις επικρατούσες πολιτικοοικονομικές συνθήκες.

Είναι αλήθεια πως επικρατεί μια ευεξήγητη σιγή ασυρμάτου, αφού οι πάντες συνειδητοποιούν πως, όταν τσακώνονται τα βουβάλια στον βάλτο, την πληρώνουν τα βατράχια. Ωστόσο, ούτε οι ρήξεις ούτε και οι ομηρικοί καβγάδες στα ανώτατα κλιμάκια της οικονομικοπολιτικής ελίτ της χώρας διαφεύγουν της προσοχής των παρακολουθητών της πικρής και μικρής μας πολιτικής πραγματικότητας.

Υπάρχει ακόμη μία λεπτομέρεια που αξίζει τον κόπο να την αντιμετωπίσει ο αναγνώστης με κάποια προσοχή. Η ελληνική εκδοχή μιας κυβερνώσας ακροδεξιάς, η οποία θα καλύπτει προφανώς τις μείζονες συνιστώσες του υπερδεξιού και ακροδεξιού χώρου, δεν θα έχει τα χαρακτηριστικά τα οποία διαθέτουν ανάλογοι σχηματισμοί στην Ευρώπη. Η ελληνική εκδοχή, όπως τα πολιτικά προϊόντα που καταναλώνονται σε αυτή τη χώρα, θα είναι βαλκανικού τύπου. Οι εκπαιδευόμενοι λοιπόν «αλχημιστές» στα υπερδεξιά της κυβερνώσας παράταξης ας προσέξουν καλά, διότι διαχειρίζονται έναν εκρηκτικό μηχανισμό που είναι εύκολο να πυροδοτήσει τα χειρότερα δυνατά αταβιστικά ανακλαστικά του βαλκανικού μας γονιδιώματος.